Τι έζησε αυτό το παιδί!
Ο Παντελής Διαμαντόπουλος γράφει για το βράδυ της ζωής του Παναγιώτη Ρέτσου και τα… κουλούρια στο Καραϊσκάκη ανάμεσα σε Ολυμπιακό και Ατρόμητο.
Ήταν συγκλονιστικό στοιχείο από μόνο του, ότι ο Ολυμπιακός έπαιξε για πρώτη φορά 8 Φλεβάρη στο Καραϊσκάκη μετά από εκείνη την αποφράδα ημέρα του 1981. Ναι, είχε τύχει ξανά να ‘ναι γηπεδούχος τη συγκεκριμένη ημερομηνία, αλλά δεν έπαιζε στο σπίτι του. Ήταν οι χρονιές που τριγύρναγε στο ΟΑΚΑ και τη Ριζούπολη.
Όπως και να ‘χει το ματς με τον Ατρόμητο ξεκίνησε σε βαρύ κλίμα και αν μη τι άλλο, το μόνο που περίμενε ο κόσμος, ήταν να δει την ομάδα του να του προσφέρει χαμόγελο. Ο πρωτοπόρος στη βαθμολογία, ο για πολλούς ξανά πρωταθλητής, σίγουρα δε θα καταστραφεί αν δεν πάρει το κύπελλο. Όμως όταν μιλάς για Ολυμπιακό, αναφέρεσαι στον μόνιμα παθιασμένο συλλέκτη τροπαίων. Συνεπώς, άπαξ και μπαίνει η συγκεκριμένη ομάδα στο γήπεδο, ο κόσμος της ένα πράγμα περιμένει: Νίκη και καλή μπάλα… Ο Πάολο Μπέντο το είχε δείξει στις προπονήσεις, το έκανε και πραγματικότητα στο γήπεδο. Όλοι οι μικροί μέσα, με Νικολάου- Βιάνα στο κέντρο της άμυνας, Ρέτσο στα χαφ (κόφτης) και Ανδρούτσο παρακαλώ και Μανθάτη. Μεγάλο βράδυ για το Ρέτσο. Πολύ μεγάλο…
Το περιβραχιόνιο που πέρασε στο αριστερό του μπράτσο, το έχουν βάλει παικταράδες και παικταράδες. Δεν είναι ένα απλό περιβραχιόνιο. Είναι η ύψιστη τιμή του ποδοσφαιριστή που φοράει την ερυθρόλευκη ριγωτή. Το έχουν τιμήσει παικταράδες και παικταράδες! Αποτελεί όνειρο πολλών , απ’ όταν ξεκινούν την καριέρα τους. Και στην περίπτωση του Παναγιώτη, όλα έχουν έρθει νωρίς. Για εμένα αξίζει το παιδί, όμως επειδή πρέπει να είμαι και δίκαιος, δε ξέρω αν το ζούσε όλο αυτό, με άλλον προπονητή. Φυσικά και δε παίρνω πίσω τίποτα απ’ όσα έχω γράψει για τον Μπέντο (τι να πάρω εξάλλου; Η εικόνα μιλάει σε ένα ματς,,,), ωστόσο, χάρη στον συγκεκριμένο προπονητή οι μικροί (δε με ενδιαφέρει το πώς και το γιατί) βρήκαν χώρο και χρόνο στην ομάδα, ενώ ένα παιδί όπως ο Ρέτσος «βαφτίστηκε» αρχηγός, δίνοντας έτσι και έξτρα κίνητρα στα όνειρα των πιτσιρικάδων που βρίσκονται εντός των τειχών του Ρέντη.
Μπορεί για κάποιους να μην είναι κάτι, όμως στο ποδόσφαιρο –γενικά στον αθλητισμό- υπάρχουν και τα «σημάδια». Αυτό που ξέρω λοιπόν εγώ (μου αρέσουν και οι μικρές λεπτομέρειες), είναι ότι ανήμερα μιας ημέρας που σημαίνει πάρα πολλά για το… rednation, ο Ολυμπιακός μπήκε στο Καραϊσκάκη με αρχηγό ένα νεαρό παιδί από τα σπλάχνα του.
Συμπαθάτε με που πέρασαν τόσες αράδες δίχως να γράψω για ποδόσφαιρο, αλλά δεν είναι τα πάντα συστήματα, ανεξάρτητα αν αυτά ορίζουν τη μοίρα ενός αγώνα και δυστυχώς στην Ελλάδα οι περισσότεροι γυρνάνε τη μπάλα στην ουσία του αθλήματος, προτιμώντας να σας οδηγούν σε «δηλητηριώδη» μονοπάτια. Ο Ολυμπιακός δε μπήκε άσχημα και είναι αλήθεια ότι σε καθεστώς «ανοιχτού» γηπέδου, ήταν ικανός να σκοράρει και εύκολα. Τον συγκεκριμένο… αέρα τον πρόσφεραν οι μικροί και ήταν άλλωστε η μεγάλη φάση του 24ου λεπτού με πρωταγωνιστές τον Μανθάτη και τον Ανδρούτσο, που χάζεψαν όλο τον Ατρόμητο, όμως για κακή τους τύχη, η τελική προσπάθεια άνηκε στον Καρντόσο. Δοκάρι… Ο Παραγουανός ήταν μέσα σε όλες τις φάσεις, αλλά κάτι η ατυχία, κάτι ο κακός συγχρονισμός του, δε του επέτρεπε να σκοράρει. Ο Μπέντο τον χειροκροτούσε, έχοντας βέβαια βάλει δίπλα του τον Ανσαριφάρντ, ο οποίος κινείτο συνεχώς και δημιουργούσε χώρους στον συμπαίκτη του.
Και όχι μόνο κινείτο, αλλά χειροκροτώ με όλη μου τη θέρμη τον Ιρανό, τον οποία είδα να προσπαθεί να συνεργαστεί με τον Ανδρούτσο στο 43’ παρακαλώ, να χάνεται η μπάλα και να τρέχει σα δαιμονισμένος πίσω να την ξαναπάρει, πιέζοντας τους ποδοσφαιριστές του Σα Πίντο με μανία. Ο Ατρόμητος δε μπήκε με διάθεση να ταμπουρωθεί, είχε φάσεις, είχε κίνηση, είχε χαρακτήρα στο παιχνίδι του. Ο Ολυμπιακός μετά το 35’ έγινε ιδιαίτερα πιεστικός. Βοήθησε σε αυτό το στυλ των «κυανόλευκων», όπως και να το κάνουμε όμως, το σημαντικότερο για τους πρωταθλητές, ήταν να σκοράρουν και όχι απλά να μείνουν ευχαριστημένοι για την ποιότητα του παιχνιδιού τους. Είχε τέσσερις καλές φάσεις ο Ολυμπιακός για να βάλει γκολ στο πρώτο μέρος και έτσι όπως ήταν το ματς θα γράψω υποθετικά (αν και δε πρέπει) πως με Ιντέγε και Σεμπά θα το είχε καταφέρει σίγουρα.
Οι δυο αυτοί και ο Φορτούνης σηκώθηκαν παρεούλα για ζέσταμα, ώστε να αποτελέσουν τις κινήσεις του προπονητή από τον πάγκο. Την ίδια ώρα ο Ατρόμητος κέρδιζε στημένες μπάλες, αλλά οι εκτελέσεις ήταν άσχημες. Επίσης, μου έκανε εντύπωση η τακτική του Ολυμπιακού, σε όλα τα αντίπαλα κόρνερ και φάουλ, να μαζεύει και τους δέκα παίκτες μπροστά στον Λεάλι. Κανείς μπροστά. Όσο κυλούσε η ώρα και δεν έμπαινε γκολ, οι πρωταθλητές γίνονταν πιο επιθετικοί (αναγκαστικά) και οι χώροι μεγάλωναν στα μετόπισθεν για μια πιθανή «κυανόλευκη» κόντρα. Ωραίο ήταν το ματς και σε καμία περίπτωση βαρετό. Η κατά σειρά εμφάνιση λοιπόν των Σεμπά, Φορτούνη και Ιντέγε (άργησε να μπει), πρόσφερε τη φυσιολογική «ενίσχυση αναπνοής» στην ενδεκάδα, αλλά ο Φυτανίδης με τον Ζησόπουλο αισθάνονταν ήρεμοι, έκαναν μεγάλο ματς και ήλεγχαν όλες τις καταστάσεις.
Ένας έξτρα αντίπαλος των γηπεδούχων, ήταν και η νευρικότητα, καθρεφτισμένη στα μακρινά σουτ που πήγαιναν ψηλά άουτ και στις επιπόλαιες τελευταίες πάσες, πριν δηλαδή τον παίκτη που ήταν σε θέση εκτέλεσης. Αμ και ο Λεταλέκ στο 83’ εδώ που τα λέμε μετά τη σωρεία γκαφών της κόκκινης άμυνας, έχασε την ευκαιρία της καριέρας του! Το ματς έκλεισε στα… κουλούρια, αλλά με κάθε ειλικρίνεια θα σας πω ότι ο Ολυμπιακός έπαιξε καλύτερα από κάποιους αγώνες τους οποίους είχε κερδίσει. Όσο για την ουσία του κυπέλου; Ένα γκολ για τους πρωταθλητές θα ‘ταν –μάλλον- αρκετό, αλλά δε το σημείωσε. Ίσως το βάλει στο Περιστέρι, όπου το ματς σίγουρα δε θα ‘ναι εύκολο. Για να δούμε…