Ανατροπή ή ΑναΝτροπή;
Μάνος Μίχαλος και Στέφανος Τριαντάφυλλος κλείνουν τα μικρόφωνα του Sport24 Radio και κάνουν αυτό, για το οποίο ορκίστηκαν ότι πρέπει να συνυπάρχουν: Συμφωνούν ότι διαφωνούν. Αφήνουν στην άκρη τη "σπυριάρα" και βγάζουν σπυριά με τον απόηχο του Μπαρτσελόνα - Παρί Σεν Ζερμέν 6-1.
Συναντήθηκαν σε αυτή τη ζωή και συμφώνησαν από νωρίς ότι θα διαφωνούν, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουν να συνυπάρξουν. Τα (πολλά, δεν τα λένε για να μη φαίνεται η ηλικία τους) χρόνια πέρασαν διαφωνίες υπήρξαν χιλιάδες, πάντα με έναν κοινό παρανομαστή ότι ο αθλητισμός είναι κάτι εξαιρετικά καλό, αν όχι το καλύτερο που μπορείς να δώσεις στον εαυτό σου.
Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος και ο Μάνος Μίχαλος, με την εκπομπή 103-101 να επιβεβαιώνει όλα τα προηγούμενα, καταπιάνονται με τον "αγώνα του αιώνα" όπως πολύ πιθανό να χαρακτηριστεί ο επαναληπτικός της Μπαρτσελόνα με την Παρί και δείχνουν ότι εκτός από το μπάσκετ, τις σειρές, το σινεμά, τη φιλοσοφία (;), την κότα και το αυγό, μπορούν να αναλύσουν και ένα ποδοσφαιρικό καυγαδάκι τους.
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ: Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ
Από Champions League βλέπω συνήθως Τενερίφη-ΠΑΟΚ ή Μονακό-ΑΕΚ. Η χθεσινή ημέρα, όμως, ήταν διαφορετική. Το γρήγορο γκολ της Μπαρτσελόνα και το εξίσου γρήγορο 3-0 απογείωσαν την ποδοσφαιρική αναμέτρηση σε άλλο επίπεδο. Βάλε μπιπ στο ποδοσφαιρική. Το συγκεκριμένο παιχνίδι εξελίχθηκε σε κάτι μεγαλύτερο από το ποδόσφαιρο. Το αισθάνεσαι μέσα σου. Το νιώθεις στην ατμόσφαιρα. Όπως έγινε στην τελευταία αναμέτρηση του Φέντερερ με τον Ναδάλ. Δεν χρειάζεται να σου αρέσει το τένις, όπως αντίστοιχα χρειάζεται να σου αρέσει το ποδόσφαιρο για να δεις με ανοιχτό το στόμα την αναμέτρηση στη Βαρκελώνη.
Στα δικά μου μάτια - στα μάτια αυτού που είδαν για πρώτη φορά φέτος αγώνα Champions League - δεν ήταν ποτέ ένας αγώνας μεταξύ της Μπαρτσελόνα και της Παρί. Θα μπορούσε στη θέση των "μπλαουγκράνα" να είναι η Ρεάλ, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η Λίβερπουλ ή κάποια άλλη ομαδάρα του πλανήτη. ΟΚ, το γεγονός ότι ήταν η Μπαρτσελόνα η ομάδα που άλλαξε το άθλημα τα τελευταία χρόνια, αυτή που αποτελεί το μεγαλύτερο κλαμπ του πλανήτη για τους εχθρούς και τελικά κάτι μεγαλύτερο από ένα κλαμπ για τους φίλους, το κάνει ακόμη καλύτερο. Αλλά ας μην σταθούμε εκεί. Προσωπικά θα το έβλεπα με την ίδια αίσθηση -σαν 15χρονο με αφίσες αθλητικών ηρώων στο δωμάτιο - όποια ομάδα κι αν ήταν με το κεφάλι κάτω από τη σπάθη του 0-4 και μπρος σ' αυτή την τεράστια ευκαιρία.
Πριν τη σέντρα υπήρχε το "λες". Μετά το 2-0 ήρθε το "ρε λες". Μετά το 3-0 ανασκουμπωνόσουν στον καναπέ και άνοιγες τα μάτια. Προσωπικά στο δεύτερο ημίχρονο έστελνα μηνύματα σε φίλους που ήταν έξω του στυλ "πως είναι δυνατόν να μην βλέπεις αυτόν τον αγώνα, γράφεται ιστορία". Ποιος εγώ, που για να δω ποδόσφαιρο πρέπει να με δέσουν στο κρεβάτι σαν να μου κάνουν εξορκισμό. Και μετά ήρθε το 3-1 για να προσγειώσει τον πλανήτη ξανά στην κανονικότητα. Αλλά το τέλος; Ω Θεέ μου, το τέλος... Τρία γκολ από το 85' και μετά. Δύο γκολ στις καθυστερήσεις. Το τελευταίο, το 6ο, στην τελευταία φάση. Δεν ξέρω πολλά, αλλά νομίζω ότι ήταν ένα από τα ιστορικότερα παιχνίδια. Το μεγαλύτερο come-back μετά την Ανάσταση. Η πλέον επική ανατροπή και η πρόταση θα τέλειωνε με "τελεία" και όχι "κόμμα", αν δεν έμπαινε στη συζήτηση ο τελικός της Λίβερπουλ στην Κωνσταντινούπολη, επειδή ακριβώς ήταν τελικός και όχι ματς πρόκρισης. Αλλά ΟΚ, ας μην μείνουμε εκεί.
Όπως είναι υπέροχο κάθε φορά που ο Δαυίδ κερδίζει τον Γολιάθ, έτσι είναι υπέροχο όταν μια ομάδα κάνει το αδύνατο να μοιάζει δυνατό. Είναι ακόμη σπουδαιότερο όταν μια ομάδα κάνει αυτό που κάποιος φαντάζεται, κρατά στην άκρη του μυαλού του και ενδόμυχα ελπίζει να συμβεί γνωρίζοντας εκ προοιμίου ότι είναι πάρα πάρα πολύ δύσκολο, τελικά να συμβαίνει. Ο αθλητισμός είναι το σημαντικότερο από τα ασήμαντα και το λιγότερο σημαντικό από τα σημαντικά που συμβαίνουν στη ζωή μας. Παίζει, όμως, σημαντικό ρόλο για πολλούς και διάφορους λόγους. Παράδειγμα; Σκέψου ποιος είναι ο πιο διάσημος άνθρωπος στον πλανήτη. Σκέψου Ινδία, Κίνα, Αφρική. Δεν είναι ο Ομπάμα, ούτε ο Μικ Τζάγκερ, ούτε παλαιότερα ο Νέλσον Μαντέλα. Αντίθετα τον Μέσι τον ξέρουν ακόμη και στις τρύπες των βουνών των Ημαλαϊων. Το ίδιο και τον Μάικλ Τζόρνταν. Όχι, σκέψου το.
Πέρα από αυτό ο αθλητισμός είναι αλυσοδεμένος με την ελπίδα. Και η ελπίδα είναι με τη σειρά της αλυσοδεμένη με την ανθρώπινη φύση. Από μικροί μαθαίνουμε τι "γίνεται" και τι "δεν γίνεται". Αν κάτι γίνει μια φορά, πάει αυτό ήταν, δεν είναι απαγορευμένο ή αδύνατο. Είναι εφικτό. Δύσκολο, αλλά εφικτό. Γιατί λατρεύουμε δηλαδή τον Αντετοκούνμπο; Γιατί εκτός όλων των άλλων έχει μια υπέροχη ιστορία. Γιατί ο κόσμος προτιμά τον πιο γήινο Τζόρνταν από τον "υπεράνθρωπο" ΛεΜπρόν; Γιατί λατρεύει τον πιο "καθημερινό" Μέσι από την τέλεια εικόνα του Κριστιάνο Ρονάλντο. Γιατί του δίνει ελπίδα. Όχι μόνο ότι μπορεί να γίνει αυτός ή ο γιος του ένας σούπερ-σταρ, αλλά γιατί του δείχνει το δρόμο. Δεν πρέπει να τα παρατήσεις. Η Μπαρτσελόνα (παράδειγμα) δεν τα παράτησε. Αυτό που πιστεύεις ότι δεν γίνεται, μπορεί να γίνει. Το έκανε η Μπαρτσελόνα.
Αυτό συνέβη το βράδυ της Τετάρτης. Μια υπέροχη αθλητική ιστορία. Αυτό το "λες" που έγινε "Θεέ μου τι λες τώρα". Χρειάστηκαν να περάσουν ώρες για να κοιμηθώ από την υπερένταση. Εγώ. Για αγώνα ποδοσφαίρου. Θα μπορούσε να είναι τένις, ή βόλεϊ ή οτιδήποτε. Αυτό που συνέβη δεν ήταν ποδόσφαιρο. Δεν ήταν Μπαρτσελόνα. Ήταν σπορ.
Στη δημοσιογραφία λένε ότι δεν πρέπει να αφήνεις μια λεπτομέρεια να χαλάει μια υπέροχη ιστορία. Η λεπτομέρεια που μου τη χάλασε ήταν τα ελληνικά social media. Φίλοι, συνάδελφοι και "φίλοι" (διαδικτυακοί) μετά το τέλος της πιο επικής αθλητικής νύχτας του 2017 (σίγουρα) και ενδεχομένως της δεκαετίας που ζούμε, γιατί όχι και του αιώνα, προτίμησαν να σταθούν στο πέναλτι και στα σφυρίγματα των διαιτητών. Κάποιοι μιλούσαν για ντροπή. Σοκαρίστηκα. Ντροπή; Το ματς που με έκανε να δω ποδόσφαιρο και να κοιμηθώ δύο ώρες αργότερα από το κανονικό λόγω υπερέντασης. Το ματς που έστησε όλον τον πλανήτη μπροστά από μια ή περισσότερες οθόνες; Το ματς που θα μνημονεύουμε για χρόνια; Δεν ξέρω καν αν είναι πέναλτι ή όχι. Δεν ξέρω κανονικά. Δεν κατέχω τους κανονισμούς και δεν με ενδιαφέρει ούτε να δω τη φάση, ούτε να τους μάθω. Πάντα θεωρούσα -ως φίλαθλος- ότι ο διαιτητής είναι κάτι που δεν με αφορά. Είναι ένα αναγκαίο κακό, τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο και ας το αφήσουμε εκεί. Έχω εμπιστοσύνη στο ότι ξέρει καλύτερα και ανοχή στον παράγοντα του ανθρώπινου λάθους, όπως έχω εμπιστοσύνη στον γιατρό που με εξετάζει και ανοχή στον κουρέα που μπορεί να κάνει μια στραβή ψαλιδιά.
Η άρρωστη παθογενής κατάσταση του ελληνικού αθλητισμού, ωστόσο, μας έχει αλλοτριώσει. Στην Ελλάδα βάζουμε τους πρωταγωνιστές σε δεύτερο πλάνο και λατρεύουμε οποιονδήποτε άλλον, όπως για παράδειγμα τους παράγοντες. Μόνο στην Ελλάδα παίζει ο "Κομπότης" και ο "Κούγιας" και όχι ο Λεβαδειακός ή η Λάρισα. Ως κοινωνία προσωποκεντρική πάντα ψάχνουμε κάποιον να ρίξουμε την ευθύνη και το ανάθεμα. Θέλουμε κάποιον να βγαίνει μπροστά για να τον κατηγορούμε. Αυτό ξέρουμε να κάνουμε. Να βρίσκουμε ποιος φταίει, χωρίς να έχουμε ιδέα για το πως θα δώσουμε την παραμικρή λύση. Το μόνο κατέχουμε ως λαός είναι να κάνουμε τη δουλειά του άλλου, ποτέ τη δική μας, αλλά και αυτό είναι άλλη λεπτομέρεια. Μην αφήσουμε και αυτή να χαλάσει την ωραία ιστορία.
Έχω φίλους που σε κάθε βίντεο που ποστάρω ψάχνουν το "λάθος". Το λάθος της άμυνας, του προπονητή, του παίκτη, του διαιτητή, πολλές φορές και το δικό μου. Αντί να απολαύσουν τη στιγμή. Το buzzer-beater, την έμπνευση, την κομπίνα. Έχουμε σταματήσει να χειροκροτούμε τον καλό και απλά κατακεραυνώνουμε τον κακό, αυτόν που έχασε. Λες και θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά σε παιχνίδια λαθών όπως είναι το μπάσκετ και το ποδόσφαιρο, που διαφορετικά θα έληγαν στο 0-0.
Η σκέψη μου από το βράδυ της Τετάρτης είναι ότι κάτι πάει πολύ στραβά (καταρχάς) με τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε, καταναλώνουμε και εντέλει απολαμβάνουμε τον αθλητισμό. Γίνεται ΑΥΤΟ και εμείς εστιάζουμε στον διαιτητή. Ακόμη και οι δημοσιογράφοι που θα έπρεπε κανονικά να τρίβουν τα χέρια τους, γιατί εντέλει αυτή είναι η δουλειά μας, να βρίσκουμε ιστορίες. Όχι να αποπροσανατολιζόμαστε. Όχι να δηλητηριάζουμε τη σκέψη μας, αφήνοντας άλλους να χαλάσουν το μυαλό μας. Δεν το δέχομαι το '"έτσι μας έμαθαν". Αυτό είναι ντροπή για μένα. Γιατί τη νύχτα της Τετάρτης όλοι ήρθαν στο πάρτι μας. Για αυτό πανηγύριζαν λες και έβαλαν οι ίδιοι το γκολ σε ένα στούντιο της Αγγλίας ο Όουεν (που έπαιξε στη Ρεάλ), ο Τζέραρντ, ο Φέρντιναντ και ο Λίνεκερ. Γιατί με αυτό το γκολ νίκησε το ποδόσφαιρο και συνολικά ο αθλητισμός, όχι η Μπαρτσελόνα. Έτσι ακριβώς. Η Τετάρτη ήταν μια ημέρα που ο αθλητισμός κέρδισε φίλους. Κέρδισε κόσμο στην τηλεόραση, κέρδισε θεατές που θα θέλουν να πάνε στο γήπεδο να δουν αν μπορεί αυτό που δεν γίνεται να γίνει, κέρδισε αθλητές που θα ψάξουν τη μπάλα που έχουν στο πατάρι.
Δεν με ενδιαφέρει καθόλου αν υπήρχε σπρώξιμο ή αν τελικά αυτό το σπρώξιμο ήταν πολύ ή λίγο σημαντικό για να γίνει η ανατροπή. Με νοιάζει που το βράδυ είδα τα σπορ, όπως τα έβλεπα μικρός ψάχνοντας ήρωες. Ζήλεψα τον κόσμο που ήταν στο γήπεδο. Είχα την τύχη να περάσω μερικές βδομάδες στη Βαρκελώνη και να καταλάβω τι σημαίνει "Μπαρτσελόνα" για αυτούς. Κάτι αντίστοιχο φαντάζομαι συμβαίνει στη Μαδρίτη στο Μάντσεστερ ή στο Λίβερπουλ. Δεν είναι η αφορμή να κράξουν τον διαιτητή, ή τον προπονητή. Είναι η διασκέδαση τους. Η έννοια τους όταν οι σημαντικές έννοιες καθαρίσουν από το μυαλό τους. Είναι κομμάτι της ζωής τους. Το γήπεδο δεν είναι εκτόνωση για αυτούς, είναι απόλαυση. Για αυτό και η επίσκεψη στο "Καμπ Νου" είναι υποχρεωτική για τον τουρίστα στη Βαρκελώνη, όπως για παράδειγμα τα χτίσματα του Γκαουντί. Οι Καταλανοί αντιλαμβάνονται την "ομάδα" αλλιώς. Η δική μας αθλητική κουλτούρα δεν μας επιτρέπει να έχουμε "Μπαρτσελόνα", ή "Ρεάλ". Έχουμε μόνο φανατισμό. Δυστυχώς.
Προσωπικά, απήλαυσα τα λεπτά αγωνίας, τις σκέψεις των Γάλλων, τους πανηγυρισμούς, ακόμη και την απογοήτευση των ηττημένων. Σάμπως η απογοήτευση δεν είναι στη ζωή; Και αυτό στο μας το μαθαίνει ο αθλητισμός. Διαχρονικά μας παραδίδει ένα σωρό μαθήματαμ αν κι εμείς στην Ελλάδα ξεχνάμε το πρώτο και βασικότερο: Ότι στην ουσία τους τα σπορ δεν είναι νίκη ή ήττα. Στην ουσία των σπορ δεν μετράει η νίκη ή η ήττα. Επιτυχίες και αποτυχίες, όλες είναι στο κόλπο. Μετράει το καβαφικό ταξίδι και όχι ο προορισμός. Εξάλλου, αυτό είναι το μεγάλο πλεονέκτημα: ο αγώνας δεν σταματάει ποτέ, η ομάδα θα είναι πάντα εκεί. Κάθε Κυριακή. Κάθε Σεπτέμβρη. Τα ξεχνάμε όλα αυτά, όπως ξεχνάμε ότι τελικά στο Μπαρτελόνα-Παρί δεν χωράνε οπαδικά.
ΜΙΧΑΛΟΣ: Η ΑΝΑΝΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ
Η μεγαλύτερη αρετή στον επαγγελματικό αθλητισμό, είναι να σέβεσαι τον αντίπαλο και ακόμα περισσότερο να σέβεσαι τον ηττημένο. Ο νικητής έτσι κι αλλιώς θα πάρει όλο το χειροκρότημα, θα πάρει το κερασάκι αφού καταβροχθίσει την τούρτα και ενίοτε δεν θα πει καν ευχαριστώ, κρυμμένος πίσω από την εύκολη δικαιολογία "πάνω στη χαρά μου, το ξέχασα, με συγχωρείτε". Έτσι, η σκέψη μου από την ώρα που γράφτηκε ιστορία στο Καμπ Νόου για μια ακόμα φορά (το μεγαλύτερο κεφάλαιο του βιβλίου του γηπέδου γράφτηκε το 1999 σε εκείνον τον ποτέ-δεν-θα-ξαναγίνει-τέτοιος τελικός ανάμεσα στη Μπάγερν και τη Γιουνάιτεντ) βρίσκεται στην Παρί.
Στους ανθρώπους της, παίκτες και προπονητές, φροντιστές και γυμναστές, παράγοντες και απλούς φίλους, πλούσιους και φτωχούς, Γάλλους ή μετανάστες που την αγαπούν (γιατί έχει πολλούς τέτοιους στο Παρίσι). Μια ομάδα που εδώ και χρόνια ριμάζει τα εκατομμύρια για να μπορέσει να μας πείσει ότι γίνεται μεγάλη. Δεν. Ό,τι και να κάνει, προέρχεται από το Σαμπιονά, ένα εξαιρετικό αγωνιστικά πρωτάθλημα, αλλά πολύ μικρό για να βγάλει ομάδες όπως η Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ, η Λίβερπουλ, η Γιουνάιτεντ και όλες οι μεγάλες ιταλικές. Η καταγωγή (=πρωτάθλημα) είναι το Α και το Ω στον επαγγελματικό αθλητισμό και όπου αυτό δεν ισχύει, μιλάει το χρήμα. Δεν ξέρω αν σας λέει κάτι το όνομα ΤΣΣΚΑ Μόσχας.
Η Παρί λοιπόν όταν κατάφερε το 4-0, δεν πήρε το χειροκρότημα που της άξιζε. Δεν πήρε το μπράβο που κέρδισε με το σπαθί της. Όλοι έπεσαν πάνω στην 4αρα που έφαγε η ομάδα που άλλαξε το ποδόσφαιρο αντιγράφοντας το passing game ομάδων που υπήρξαν και στο παρελθόν. Σόρι, αλλά δεν άλλαξε το ποδόσφαιρο η Μπαρτσελόνα, απλώς ευτυχώς μας θύμισε ότι δεν είναι μόνο τρέξιμο, γερά πόδια και όλοι πίσω μέχρι να βγει ο ήλιος από τη Δύση. Αυτό ναι, το έκανε. Μας έδωσε θέαμα, μας έδωσε στιγμές. Οι στιγμές είναι άλλωστε αυτές που καθορίζουν τα θαύματα του αθλητισμού. Το πεταχτάρι του Πρίντεζη, η τάπα του Βράνκοβιτς, το γκολ με το χέρι του Μαραντόνα, η κουτουλιά του Ζιντάν, η ντρίμπλα του Μπέργκαμπ. Μέσα σε μια στιγμή, γράφεται ολόκληρη ιστορία. Πάντα.
Στο χθεσινό παιχνίδι η στιγμή, ναι, είναι το πέναλτι που κερδίζει ο Σουάρες, που δίνει ο διαιτητής, όπως θέλετε πείτε το. Πάνω σε ένα λάθος ή πάνω σε ένα έγκλημα. Σίγουρα, ακόμα και ένα έγκλημα μπορεί να προσδώσει μαγεία σαν αυτή που έζησαν πραγματικά ο Λίνεκερ και οι φίλοι του στο studio. Δεν αντιλέγει κανείς και δεν μειώνει την τεράστια προσπάθεια της ομάδας της Μπαρτσελόνα από το πρώτο δευτερόλεπτο. Κυριολεκτικά, από την πρώτη στιγμή φαίνεται ότι οι Καταλανοί το πιστεύουν ή στην τελική θα το παλέψουν ως το τέλος. Μέχρι να αποδείξει η φύση ότι θα επιβάλλει τη λογική της.
Η φύση του ποδοσφαίρου χθες διαταράχθηκε. Το 4-0 δεν είχε ανατραπεί ποτέ, γιατί πάντοτε η φύση έβαζε τους κανόνες. Χθες ο ανθρώπινος παράγοντας έβαλε το χέρι του και ως είθισται άλλαξε ένα μέρος της βιολογικής αλυσίδας. Το πέναλτι στο 89', στο 4-1, είναι το "πάρε τις πιθανότητες που δεν δικαιούσαι ύστερα από 89 λεπτά" Μπαρτσελόνα και "χάσε τις πιθανότητες" που έχασες από τη λιγοψυχία σου Παρί σε αυτά τα 89 λεπτά. Τα υπόλοιπα ήταν απλώς θέμα χρόνου, γιατί σε πέντε λεπτά με τη φύση διαταραγμένη μπορούν να γίνουν κοσμογονικές αλλαγές, από έκρηξη ηφαιστείου μέχρι να βγει εκτός τροχιάς ένας ολόκληρος πλανήτης. Και έτσι έγινε. Ο πλανήτης του ποδοσφαίρου εκτροχιάστηκε και τα πάντα πήραν ανάποδες και παράλογες στροφές.
Στην Ελλάδα, τη χώρα του οπαδισμού, των διαπλεκόμενων αθλητικών Μέσων ενημέρωσης, των στημένων εκπομπών και της αχαλίνωτης πείνας για δικαστήρια κάθε φορά που γίνεται διαιτητικό λάθος, μύρισε "ΜΑΓΕΙΑ ΤΟΥ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ". Χωρίς να το καταλάβουν άνθρωποι που καθημερινά αναζητούν μισό διαιτητικό σπρώξιμο για να βγουν στα παράθυρα, τα social media, στα καφενεία, στην τηλεόραση και στα sites, για να καταγγείλουν την καταστροφή του ποδοσφαίρου (ή του μπάσκετ), είδαν στο σπρώξιμο που εμπνεύστηκε ο Σουάρες, το ιδεώδες του βασιλιά των σπορ. Την ανατροπή του αιώνα και όχι την αναντροπή του αιώνα. Η σφαγή (αν ήταν εντεταλμένη) έγινε μύθος, το τεράστιο λάθος (αν ήταν τέτοιο) έγινε αφορμή για να ζήσουμε το αδιανόητο. Είναι να γελάει κανείς.
Το πρόβλημα μου δεν είναι ούτε με την Μπαρτσελόνα, ούτε με αυτό που κατάφερε. Όντως γράφτηκε ιστορία το βράδυ της 8ης Μαρτίου. Εξαγνίστηκαν αμαρτίες, δεν ξέρω μήπως και το γκολ του Παπουτσέλη γίνει τώρα η μεγάλη ενέργεια του Ιβιτς και η γκολάρα του Τζόρτζεβιτς και όλα όσα μας έχουν χωρίσει, να μας ενώσουν κάτω από την ξαστεριά του αθλητικού ιδεώδους. Στέφανε, φίλε μου, δεν είναι ελληνικό πρόβλημα ο οπαδισμός, είναι παγκόσμιο. Στην Κολομβία σκοτώνουν για το ποδόσφαιρο και στην Αγγλία αυτοκτονούν για μια ομάδα. Το να βλέπεις τα δεδομένα και να λες "δεν είναι πέναλτι" είναι μέρος του παιχνιδιού, ο διαιτητής είναι αναγκαίο καλό και όχι κακό και αν τον βλέπεις ως κακό, τότε κι εσύ μάλλον ενδιαφέρεσαι για τη διαιτησία απλώς τη βαφτίζεις ως "κακό" για να μην αναγκαστείς να τη διαχειριστείς ως βασικότατο παράγοντα της εξέλιξης ενός αγώνα.
Στην αθώα εκδοχή του ποδοσφαίρου, αυτή που παίζαμε μικροί στις παιδικές χαρές, τα πάρκα και τις αλάνες, ναι το πέναλτι του Σουάρες θα δινόταν 100 φορές, γιατί ο Σουάρες θα φώναζε "ΦΑΟΥΛ, ΠΕΝΑΛΤΙ!"και είτε θα πλακωνόταν με το φίλο του που τον "έσπρωξε" είτε ο φίλος του θα έκανε πίσω, για να τελειώσει το ματς και να πάνε μετά να συνεχίσουν την παρέα τους κάπου αλλού. Όμως, στο επίπεδο του Τσάμπιονς Λιγκ, της Ευρωλίγκας, αυτή ακριβώς είναι η μεγαλύτερη ευχή και κατάρα. Δεν μπορεί να επιβιώσει ο ρομαντισμός, όσο και αν είναι πραγματικά μαγικό να βλέπεις μια ολόκληρη πόλη να κλαίει από χαρά, όπως αυτή της Βαρκελώνης. Όμως, μια άλλη πόλη μπορεί να πνίγηκε στο κλάμα. Κι όχι δίκαια.