Μετά Βαϊου και αμαξιδίου
Μια από τις δράσεις της 24Media (στο πλαίσιο σύνδεσης εταιρειών και οργανισμών) είχε ως συνέπεια να συναντήσουμε τον -πάντα χαμογελαστό- Βάιο Γιώρα. Οι παλαιότεροι θυμούνταν πως υπήρξε μέλος του "αυτοκράτορα", Άρη, τη δεκαετία του '80. Και πως ένα ατύχημα τον καθήλωσε σε αμαξίδιο. Εμείς τον είδαμε να περπατά. Και κάπως έτσι ξεκίνησε η συζήτηση που θα διαβάσεις.
Για το σημερινό καλεσμένο της στήλης Unique θα μου επιτρέψεις να μην σου πω κάτι. Εννοώ, θα μου επιτρέψεις να μην τον προλογίσω. Θα σου ζητήσω να με εμπιστευτείς και να διαβάσεις μια ιστορία που θα μπορούσε να 'χει ως κυρίαρχο στοιχείο τον πόνο. Αλλά όπως λέει ο Βάιος Γιώρας, ο άνθρωπος που θα γνωρίσεις σήμερα, "ο πόνος είναι το πιο σημαντικό συναίσθημα. Αν μάθεις να τον διαχειρίζεσαι, έχεις κάνει ένα πολύ μεγάλο βήμα για μια ωραία ζωή".
Ο κόουτς του συλλόγου ΑΣΚΑ Μαρούσι, τον οποίον σου συστήσαμε μέσω του τελευταίου Atalent Show , βρέθηκε στον κραταιό Άρη της δεκαετίας του '80, σε ηλικία 15 χρόνων. Ως μεταγραφή. Προφανώς γιατί κάτι έκανε καλά. Έμεινε στον "αυτοκράτορα" πέντε χρόνια, κάτι που επίσης οφειλόταν σε συγκεκριμένους λόγους. Υπήρξε διεθνής, σήκωσε back to back κούπες πρωταθλητή και φόρεσε μετάλλια, ως συμπαίκτης θρύλων του ελληνικού -και όχι μόνο- μπάσκετ. Πώς σου διαφεύγει το όνομα; Μια στιγμή. Θα σου πω. Για την ακρίβεια, θα στα πει όλα εκείνος.
Να γιορτάζω που είμαι ανάπηρος;
Θα ξεκινήσουμε λίγο ανάποδα την αφήγηση. Ένα από τα πρώτα πράγματα που ξεκαθάρισε ο Βάιος, στη συνάντηση μας, πριν προλάβω να κάνω την πρώτη ερώτηση ήταν πως "όταν είμαι 22 χρόνια στο χώρο της αναπηρίας και αντιμετωπίζω το ίδιο ερώτημα ("ποιο είναι το μήνυμα που θες να περάσεις;"), αντιλαμβάνομαι πως η κοινωνία ή εκείνος που μου κάνει την ερώτηση, δεν μπορεί να καταλάβει τι είναι, τι δεν είναι, τη ζωή γενικότερα. Μου φαίνεται τραγικό. Ακόμα και η Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με Αναπηρία μου φαίνεται κάτι το τρομερά ρατσιστικό. Πιστεύω πως η κοινωνία όταν θέλει να απομονώσει κάτι και παράλληλα να πει "να, κάτι έκανα για εσένα”, δημιουργεί μια παγκόσμια ημέρα. Όλα τα είδη υπό εξαφάνιση, έχουν από μια παγκόσμια ημέρα. Δηλαδή, να γιορτάζω που είναι ανάπηρος; Αυτό βέβαια, είναι μια προσωπική άποψη”. Είπαμε και πολλά άλλα, ώσπου κάποια στιγμή του ζήτησα να πάρουμε την ιστορία από την αρχή.
Ο Τάμπακ, ο Κόμαζετς και ο σεβασμός
Γεννήθηκε στα Τρίκαλα (στις 13/1 του 1972), όπου και έζησε έως τα 13. Ήταν ένα από τα τρία παιδιά της οικογενείας. Και στον ΑΟ Τρικάλων ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ. Ένα σπορ που δεν θα έλεγες ότι ήταν εξόχως δημοφιλές, πριν το '87. "Στη γειτονιά ενώ υπήρχαν οι αλάνες, η παρέα μου δεν ήταν τόσο του ποδοσφαίρου. Παίζαμε περισσότερο παιδικά παιχνίδια. Κεραμιδάκια, κρυφτό. Δεν ήμασταν όπως στις μεγάλες πόλεις, όπου φαντάζομαι έπαιζαν κυρίως ποδόσφαιρο. Είχε πιο κοινωνικοπαιδικά παιχνίδια. Κάποια στιγμή έμαθα μέσω του αδελφού μου, του Βασίλη που ήταν μεγαλύτερος και της παρέας του ότι είχε έναν αγώνα τρεξίματος, το Γύρο των Τρικάλων. Με τους φίλους μου -ήμασταν 12 χρόνων (1984)- αποφασίσαμε να πάμε να ακολουθήσουμε τον μεγάλο μου αδελφό, όπως κάνουν συνήθως τα μικρά αδέλφια. Εκεί που τρέχαμε, ήλθε ένας άνθρωπος και μου είπε "θες να παίξεις μπάσκετ;". Δεν ήξερα καν τι ήταν. ΟΚ, υπήρχε το κλειστό γήπεδο της Μπάρας, που υπάρχει και σήμερα, με 2-3 ανοιχτά γηπεδάκια, αλλά δεν υπήρχε κάτι άλλο". Παρ' όλα αυτά, πήγε από περιέργεια. Η πρώτη επαφή οδήγησε σε κεραυνοβόλο έρωτα.
"Δεν μπορώ να σου εξηγήσω τους λόγους που δέχθηκα να πάω να δοκιμάσω το μπάσκετ. Μπορώ όμως, να σου πω ότι όταν πήγα μου φάνηκε εύκολο και οικείο. Όταν κλήθηκα να παίξω στα μίνι, είχα την ίδια σωματοδομή με αυτή που έχω τώρα. Απλά, είχα περισσότερα μαλλιά. Τα άλλα παιδάκια μου έρχονταν έως τη μέση. Άντε, κάποια έφταναν στο ύψος. Όταν ξαφνικά, πας να δοκιμάσεις ένα άθλημα και είσαι φοβερός, παιχταράς, λες “εύκολο άθλημα” (γελάει). Αυτό κίνησε και το ενδιαφέρον της Ομοσπονδίας, με κάλεσαν κατευθείαν στα κλιμάκια και μετείχα σε κάθε τουρνουά που γινόταν τότε, τα Χριστούγεννα και το Πάσχα". Αμέσως, τον πήραν και στην Εθνική παίδων. “Το '87 που έπαιξα για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό, οι άλλοι παίκτες ήταν γεννημένοι το '69 και το '70 και εγώ ήμουν ο μόνος '72αρης και είχα να αντιμετωπίσω πολύ μεγαλύτερα παιδιά".
Μολονότι ήταν πάντα ο βενιαμίν της παρέας "ποτέ δεν μου συμπεριφέρθηκαν έτσι. Πάντα αντιμετώπιζα σεβασμό, φαντάζομαι λόγω όγκου -μη γελάς-, λόγω οντότητας που λέει και ένας φίλος μου. Είχα θράσος. Σκέψου ότι είχα απέναντι μου παίκτες, όπως ο Γιαν Τάμπακ ή ο Άριαν Κόμαζετς. Παρ' ότι ήμουν μικρότερος, δεν δίσταζα να κάνω αυτό που έπρεπε να κάνω, δεν έλεγα “α, είναι ο Κόμαζετς και θα με διαλύσει”. Η παιδική άγνοια κινδύνου και η τρέλα με βοήθησαν, ως προς αυτό. Δηλαδή, δεν υπολόγιζα τον αντίπαλο. Τον σεβόμουν, αλλά απαιτούσα και σεβασμό. Με ενδιέφερε να κάνω όσο καλύτερα γινόταν αυτό που μου είχαν μάθει, να υπερασπιστώ την ομάδα όσο καλύτερα γινόταν. Ποτέ δεν πήραν τα μυαλά μου αέρα. Πάντα δούλευα συλλογικά και αυτό διδάσκω και τώρα”"
Ως πιτσιρίκι έπαιζε στις θέσεις "4-5" "αλλά όταν πήγα στον Άρη, εξαιτίας και του γεγονότος ότι υπήρχε ένας Βράνκοβιτς και ένας Μισούνοφ... δεν μπορούσα να παίξω ως σέντερ" και πήγε στις θέσεις "3-4". Να σου πω και πώς πήγε στον Άρη, το 1987. "Όταν ήμουν 14, ήλθε μια πρόταση από την ομάδα". Τι έγινε στο σπίτι; “Δεν ήταν ότι ξύπνησα μια μέρα και είπα φεύγω. Οι παράγοντες του Άρεως ήλθαν και έπεισαν την οικογένεια μου ότι θα μου παρέχουν τα πάντα. Πράγματι, το έκαναν. Μου εξασφάλισαν ό,τι χρειαζόμουν για την εκπαίδευση, την προπόνηση, τη στέγαση, το φαγητό. Ήταν όλα κανονισμένα. Ακόμα και για τα τωρινά δεδομένα, γινόταν πολύ επαγγελματική δουλειά. Ο αθλητής δεν είχε να σκεφτεί οτιδήποτε άλλο, πέραν του μπάσκετ. Δεν χρειαζόταν να κάνω κάτι. Έτυχα απόλυτης εμπιστοσύνης από την οικογένεια μου και από 14 χρόνων έμεινα μόνος μου”. Τότε οι επιλογές επικοινωνίας... ήταν η εξής μία: το τηλέφωνο, το παραδοσιακό, με το καντράν που γύριζες τα νούμερα και αγαπημένη φράση “πάρε το μηδέν”.
"Θυμάμαι είχα πάρει μια φορά από το σπίτι στον ΟΤΕ για να πω ότι δεν βγάζω γραμμή για τα Τρίκαλα. Μου είπαν να πάω στα κεντρικά. Εκεί περίμενα... μήπως και βγει η γραμμή, κάτι που έγινε μισή ώρα αργότερα (γελάει)". Σε ενημέρωσα για τις θέσεις που δοκιμάστηκε. Δεν σου είπα τι του άρεσε περισσότερο. Θα στο πει ο ίδιος: “Έπαιζα και μέσα και έξω από το καλάθι , αλλά περισσότερο μου άρεσε να παίζω μέσα στη ρακέτα, γιατί εκεί είχε... ξύλο. Έπεφταν ψιλές. Πάντα μου άρεσε να έχω αντίπαλο που γούσταρε να τις φάει και να τις δώσει”. Ίσχυε αυτό και με τον Βράνκοβιτς; “Αυτός ο τύπος ενέπνεε δέος. Είχα μάθει να σουτάρω με μια “άλφα” καμπύλη. Μπροστά στον Στόικο, αυτός ο... νόμος της φυσικής δεν ίσχυε. Έπρεπε να πάω σε έναν άλλον όροφο, στον πρώτο, να καθίσει εκείνος στο ισόγειο και να κάνω δουλειά. Ήταν μια εμπειρία ζωής. Όχι μόνο ο Βράνκοβιτς, αλλά και ο Ουίλτζερ, ο Τάμπακ -απίστευτο μυαλό-, ο Σέλερς. Ή ο Σόμπι. Μιλάμε για παίκτες, μορφές. Και σου ανέφερα μόνο τους ξένους. Να σου πω και για τον Γκάλη, τον Γιαννάκη"...
Ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, όλοι μας έλεγαν το μυστικό τους για να το εξελίξουμε
Ο Γκάλης πώς ήταν στην καθημερινή επαφή, με επίκεντρο το σπορ που λάτρεψε; “Ήταν υπόδειγμα αθλητή, ανθρώπου, επαγγελματία και συμπεριφοράς εντός και εκτός γηπέδου. Δεν θέλω να πω γιατί προωθήθηκε όπως προωθήθηκε, από τα Μέσα. Θα πω ότι η βοήθεια που δεχόμασταν -μακριά από τα φώτα των ΜΜΕ- ήταν πολύ μεγαλύτερη από όποιον άλλον παίκτη. Χωρίς να σημαίνει πως οι άλλοι δεν βοηθούσαν. Ο Νίκος έκανε ό,τι ήθελε, χωρίς να τον ενδιαφέρει αν θα μαθευτεί. Δεν τον ένοιαζε τι θα πει ο κόσμος. Δεν το είχε ανάγκη. Είναι ωστόσο, σίγουρο πως λίγοι αθλητές είχαν τα στοιχεία του Νίκου και τη συμπεριφορά του, εντός και εκτός γηπέδου”.
Κάθε μέρα λοιπόν, ήταν και μια διαφορετική, ενδιαφέρουσα εμπειρία για τον έφηβο Βάιο. “Όταν έχεις τέτοιους συμπαίκτες, δεν γίνεται να μη γίνεις καλύτερος. Πρέπει να είσαι μπούφος. Τουλάχιστον, εκείνη την εποχή, οι μεγάλοι παίκτες δεν μας αντιμετώπιζαν ως μικρούς. Έρχονταν και μας έδειχναν πώς να κάνουμε καλύτερα μια κίνηση. Θα έπρεπε να είσαι ηλίθιος για να μην τους ακούσεις και να μην εξελιχθείς. Με όλους αυτούς τους τύπους γύρω μας, θέλαμε, δεν θέλαμε γίναμε καλύτεροι”.
Από έφηβος ήταν σε ομάδα που πρωταγωνιστούσε, στην Ελλάδα και εκπροσωπούσε με επιτυχία τη χώρα, στην Ευρώπη. “Σε πληροφορώ, όταν άρχισα να βλέπω τον Άρη, ως παίκτης της εφηβικής ομάδας, δεν μπορούσα να καταλάβω το αίσθημα ότι κάθε Πέμπτη, στα παιχνίδια “κλείνουν” τα πάντα. Μόλις μπήκα στην πρώτη ομάδα και έβλεπα τον κόσμο να με αγκαλιάζει με τέτοια χαρά και ζεστασιά, ήταν ένα συναίσθημα μοναδικό”.
Βρέθηκε στους "μεγάλους", το 1988 (“στα 15... μισό”), μετά το χρυσό στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας και ενώ ο Άρης είχε πάρει τέσσερα διαδοχικά πρωταθλήματα -τα οποία έφτασε στα επτά σερί. Ο Βάιος ήταν μέλος και της ομάδας των τριών συμμετοχών σε Final Four της Ευρώπης (1988, 1989 και 1990). Χρειάστηκε ποτέ να καθίσει πίσω, να πάρει το χρόνου του, για να συνειδητοποιήσει τι ζει; Ενδεχομένως και να τσιμπήσει τον εαυτό του;
"Από την προετοιμασία, όλα τα παιδιά που συμπληρώναμε την 15αδα, δεν αισθανθήκαμε ως μικροί ή κομπάρσοι. Μας έκαναν να νιώθουμε πρωταγωνιστές. Όλοι οι παίκτες βοήθησαν ως προς αυτό, όπως και ο Ιωαννίδης. Ήταν τέτοια η ομοψυχία που όλοι προσπαθούσαν να σε εντάξουν στην ομάδα και να σε κάνουν κομμάτι της”. Και μάλλον αυτό ήταν που οδήγησε στις διαδοχικές διακρίσεις. Έλα όμως, που δεν το βλέπουμε και πολύ συχνά τώρα. "Τώρα ο αθλητισμός είναι επαγγελματικός, με την καλή και την κακή έννοια".
Ναι, αλλά συνηθέστερα βλέπουμε το "εγώ" πάνω από το "εμείς", ενώ υπάρχουν δεκάδες πρόχειρα παραδείγματα που αποδεικνύουν πως αυτός δεν είναι ο τρόπος να κάνεις δουλειά. Αντιθέτως, η γενναιοδωρία είναι μια καλή αρχή. "Εδώ και χρόνια κινούμαι σε χώρο που υποχρεωτικά το “εμείς” είναι πάνω από το “εγώ”. Αν μιλήσουμε όμως, για τον επαγγελματικό αθλητισμό, πρώτα είναι το “εγώ”, γιατί “παίζουν” συμβόλαια, χρήματα”. Και τότε έπαιζαν. “Τότε έβγαζαν τα εκατομμύρια, γιατί τα άξιζαν, για τη γενικότερη συμπεριφορά. Η αντιμετώπιση της οποίας τύχαμε από τους παίκτες που έβγαζαν εκατομμύρια, ήταν σαν να βγάζαμε κα εμείς, γιατί η εμπειρία που μας μετέφεραν όλοι αυτοί ήταν ανυπολόγιστης αξίας”.
Θυμάται κάτι που του είχε κάνει τότε τη μεγαλύτερη εντύπωση; "Δεν μπορώ να θυμηθώ ένα πράγμα. Ήταν τόσα πολλά. Σε κάθε προπόνηση έρχονταν ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, ο Ρωμανίδης, ο Σούμποτιτς, ο Φιλίππου και οι άλλοι και μας έλεγαν το δικό τους μυστικό, για να το “παντρέψουμε” με τα δικά μας στοιχεία και να το εξελίξουμε".
Υπήρχε, θα έλεγες, μια αντιπαλότητα με τον ΠΑΟΚ τότε. Τη θυμάται; "Τη δεύτερη χρονιά μου στον Άρη, είχε έλθει ο Μάνθος Κατσούλης σε εμάς. Όταν είσαι απ' έξω και βλέπεις τον ανταγωνισμό και ξαφνικά έρχεται ο Μάνθος και αντιμετωπίζεται λες και έπαιζε χρόνια μαζί μας -εκείνος επίσης, μας αντιμετώπισε λες και ήμασταν ανέκαθεν συμπαίκτες-, ποια αντιπαλότητα να σκεφτώ; Ίσως να επρόκειτο για κάτι περισσότερο δημοσιογραφικό, οπαδικό. Δεν νομίζω πως οι παίκτες έχουν τέτοια θέματα -πέραν εκείνων που είχαν έντονη διαμάχη μέσα σε παιχνίδι. Δηλαδή, δεν μπορώ να πιστέψω πως θα δει ο Διαμαντίδης τον Πρίντεζη και δεν θα του μιλήσει; Μην τρελαθούμε. Και δη όταν πρόκειται για παίκτες που έχουν βρεθεί στην Εθνική, που έχουν παλέψει, έχουν ματώσει, έχουν κλάψει ή πανηγυρίσει μαζί”.
Πόσο μεγάλο σχολείο ήταν ο Άρης για εκείνον, δεδομένου ότι εκεί έγινε παίκτης και άνδρας, αν σκεφτείς πως εκεί ενηλικιώθηκε; “Εζησα πολλά. Παιδικοεφηβικά πρωταθλήματα, πανελλήνια, παγκόσμια, διακρίσεις, συμμετοχές στην πρώτη ομάδα, εθνική, πανευρωπαϊκό εθνικής και αρχηγός εθνικής παίδων, το '87 και το '88, συμμετοχές στην εφήβων. Πολλά που δεν μπορώ να ξεχάσω, γιατί είναι κομμάτι προσωπικής ιστορίας, αλλά και αθλητικής ιστορίας της χώρας".
Το 1989 η Εφήβων πήρε το χρυσό σε ευρωπαϊκό, επικρατώντας -στο καλάθι- της Γιουγκοσλαβίας στον τελικό"και δείξαμε πως το '87 δεν ήταν ένας μύθος, μια ιστορία, αλλά συνεχίστηκε με τα κλιμάκια”. Βάλε με το νου σου τι ζούσε και στις αποστολές, όπου δεν υπήρχαν Playstation. Οι παίκτες κοινωνικοποιούνταν. Έκαναν πράγματα μαζί. “Σίγουρα υπήρχαν και κάποιες πιο ισχυρές φιλίες, όπως του Σούμποτιτς με του Γκάλη, αλλά γενικά ήμασταν όλοι μαζί”. Με τις μικρές εθνικές, δεν έκανε σκανταλιές, δεδομένου ότι ευνοούσε... και το κλίμα (βλ. ηλικία); “Στο μυαλό μας, η σκανταλιά μας ήταν να κερδίσουμε ομάδες όπως η Ισπανία ή η Γιουγκοσλαβία, να φτάνουμε στην κορυφή. Υπήρξαμε συμπαίκτες με τον Νίκο Οικονόμου, τον Κώστα Ταμπάκη, τον Βαγγέλη Λογοθέτη. Τι να πρωτοθυμηθώ; Όλοι λειτουργούσαμε ως ομάδα. Δεν κάναμε “πηγαδάκια”. Έτυχε να ζήσω γενιές, που λειτουργούσαμε όλοι μαζί. Ήμασταν όλοι κολλητοί”. Κάθεται πίσω, σκέφτεται και καταλήγει στο ότι “ίσως να ήταν αυτή η πραγματικότητα, γιατί είχαμε καλά αποτελέσματα. Δεν μας ένοιαζε πόσο θα παίξουμε και αν κάποιος δεν ένιωθε καλά, φροντίζαμε όλοι οι άλλοι να τονώσουμε το ηθικό του. Μπορεί να ακούγεται ρομαντικό, αλλά έτσι ήταν. Δεν είχε τη σημερινή μορφή του αθλητισμού. Ήταν πιο αθώο”. Μάλλον πιο ουσιαστικό.
Ο αθλητισμός με βοήθησε να διαχειριστώ το ατύχημα
Θυμίζει ότι “μπάσκετ παίζω από το '84" πριν προσθέσει πως "τώρα έχουμε 2017 και είμαστε ακόμα στον αθλητισμό, που πιστεύω πως σε αλλάζει. Σε κάνει πιο σκεπτόμενο, πιο... άνθρωπο. Από την άλλη, επειδή μπήκα πολύ μικρός σε υψηλού επιπέδου αθλητισμό, στερήθηκα πράγματα που οι συνομήλικοι μου έκαναν. Όταν είσαι στην πρώτη ομάδα, στα 15 και κάνεις προπόνηση πριν το σχολείο, μετά πας στο μάθημα, διαβάζεις, τρως, ξαναπάς προπόνηση και πρέπει να κοιμηθείς συγκεκριμένη ώρα, για να είσαι ξεκούραστος να τα κάνεις όλα αυτά πάλι την επομένη, προφανώς στερείσαι κάτι. Αυτή ήταν η καθημερινότητα μου 365 μέρες το χρόνο. Θυμάμαι οι υποχρεώσεις ήταν τέτοιες που ρεπό είχαμε μόνο ανήμερα των Χριστουγέννων", ίσα, ίσα να φάνε ένα πιάτο φαγητό με τις οικογένειες τους. "Όσα και αν στερήθηκα, γαλουχήθηκα με τρόπο που με βοήθησε μετά το ατύχημα. Ήταν η κράση του αθλητισμού που με έκανε να σκεφτώ και να διαχειριστώ το ατύχημα μου τελείως διαφορετικά".
Μια στιγμή. Θα φτάσουμε και στο ατύχημα. Τώρα είμαστε στο 1992 "όταν ο Άρης είχε κάνει κάποιες κινήσεις και για να μπορέσει να τις σώσει, έδωσε όλο το φυτώριο. Από όποια ομάδα ζητούσε παίκτη, εκείνη ζητούσε εμάς. Ο Αβδάλας πήγε στον Σπόρτιγκ, ο Πιάρας και εγώ στην Καλαμαριά, ο Βαγγέλης (Βουρτζούμης) ”κατέβηκε” στον Παναθηναϊκό, μαζί με τον Νίκο (Γκάλη). Ήταν η χρονιά που έφυγε ο Νίκος, μια περίεργα μεταβατική χρονιά”. Οφείλω να σου δώσω και μια ακόμα πληροφορία που έχει ενδιαφέρον, για να καταλάβεις τι γινόταν τότε. Ο Βάιος πήγε στην Καλαμαριά, όταν ο Αγγελίδης πήγε στον Άρη και ο Σπόρτιγκ ζήτησε από τους “κίτρινους” μια μπασκετμπολίστρια της Καλαμαριάς. Χάθηκες; Είναι απλό. “Όταν ο Άρης ήθελε κάτι και το ζητούσε από μια ομάδα, εκείνη στα ανταλλάγματα έβαζε τρελά πράγματα. Ό,τι έλειπε. Δηλαδή, να αγοράσει αθλητές άλλου συλλόγου και να τους δώσει. Χάθηκε λίγο ο έλεγχος”.
Ο πρώτος καιρός στην Καλαμαριά δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Αφενός γιατί είχε μάθει στα καλύτερα, αφετέρου διότι ο ανταγωνισμός που δημιουργήθηκε (“τι θα μας φάει αυτός τη θέση;”), έκανε κακό σε όλους. “Έπρεπε να προσαρμοστώ. Οι απαιτήσεις που είχαν, ήταν αυξημένες γιατί ερχόμουν από μεγάλη ομάδα. Δυστυχώς, εκείνοι δεν ήταν συνεπείς στις δεσμεύσεις τους. Δημιουργήθηκε έτσι, μια αναστάτωση, η ομάδα υποβιβάστηκε, πέρασα και ένα χρόνο στη Γ' εθνική” και μετά ήλθε το ατύχημα.
Δεν ήθελε να αναφερθεί σε αυτό, στο πώς έγινε. Αν θες να καλύψεις την περιέργεια σου, υπάρχει άρθρο της εφημερίδας “Μακεδονία Θεσσαλονίκη” στο διαδίκτυο που μπορείς να αναζητήσεις. Εδώ θα αρκεστείς στο να μάθεις ότι αφορούσε τροχαίο δυστύχημα, που έγινε στις 7 Απριλίου του 1996. Εκείνη την ημέρα επαναπροσδιορίστηκε, σε ηλικία 23 χρόνων.
“Για την ακρίβεια, επαναπροσδιορίστηκα τον Ιούλιο. Τότε άνοιξα τα μάτια μου και είδα να 'χω παντού σωληνάκια, καρφιά, τροχαλίες, σύρματα. Εκεί που δεν είχα μαλλιά κα μούσια, είδα τρίχες στο κεφάλι και το πρόσωπο μου, ήμουν δεμένος χειροπόδαρα, για να μην κουνιέμαι και να προστατεύομαι. Είχα δίπλα μου πλάσμα, αίμα, όρους και άρχισα να σκέφτομαι τι είναι όλα αυτά;”. Δεν είπε τι είχε πάθει. Είπε τι δεν είχε πάθει: “Δεν είχα σπάσει το αριστερό μου χέρι”.
Θυμάται τον εαυτό του από Ιούλιο “μετά σκοτάδι, γιατί κάθε φορά που μιλούσα μου έλεγαν “θα κάνουμε ένα χειρουργείο”. Έως σήμερα έχει υποβληθεί σε 19 επεμβάσεις. Ένα από τα πρώτα πράγματα που του είπαν, είναι πως θα είναι σε αμαξίδιο. Βάσει της διαδικασίας που ακολουθείτε,
για όποιον άνθρωπο έχει υποστεί τέτοιο σοκ, είδε το ψυχολόγο του νοσοκομείου. Του είπε πως “η δύναμη του ανθρώπου είναι από την κορυφή του κεφαλιού, έως τα νύχια”. Ο Βάιος απάντησε “δηλαδή, εγώ έχω μισή δύναμη αφού δεν κινώ τα πόδια;”, με αποτέλεσμα ένα ξέσπασμα του κατά τα άλλα ειδικού, που ξεκίνησε με το “είσαι ασεβής” και ολοκληρώθηκε με το “ανάπηρος είσαι, ανάπηρος θα μείνεις σε όλη σου τη ζωή”. Σου δίνω ένα λεπτό να το ξαναδιαβάσεις και να σχολιάσεις.
"Ήλθε ο Σεπτέμβριος και έπρεπε να βρω ένα κέντρο αποκατάστασης, να φύγω από το νοσοκομείο. Ήμουν σε αμαξίδιο και μου είπαν πως πρέπει να διαχειριστώ μόνος το θέμα της αναπηρίας. Δεν μου εξήγησαν τι ακριβώς είχα, πέραν του ότι είχα σπάσει τη σπονδυλική στήλη, τα πόδια, τα πάντα όλα. Άρχισα να κινώ τα χέρια και ρωτούσα “γιατί δεν κινώ τα πόδια;” και μου έλεγαν “θα το δούμε στην πορεία”. Ήλθε στην Αθήνα τον Οκτώβριο του '96 στο Κέντρο Αποκατάστασης, όπου έμεινε έως τα Χριστούγεννα του ίδιου έτους. Ένας γιατρός του είπε την πρώτη ημέρα πως θα έπρεπε να δει τον κόσμο με άλλα μάτια. “Μου είχε φανεί αστείο και του είπα “πρέπει να γυρίσω ανάποδα;”. Ομολογώ πως οι αντιδράσεις μου ήταν λίγο περίεργες”.
Το διάστημα που πέρασε από το αμαξίδιο τον στενοχωρούσε, αλλά δεν περιορίστηκε στο να κλειστεί σε ένα σπίτι. Βοήθησε και η προσέγγιση ανθρώπων που είχαν ομάδα μπάσκετ (ΠΑΣΚΑ), για να τους δώσει μια χείρα βοηθείας. “Ήμουν τυχερός γιατί τη δεύτερη μέρα στο κέντρο, με πλεύρισαν παιδιά που ακόμα έχουν την ομάδα, από τις πρώτες ομάδες, για να τους βοηθήσω προπονητικά στο μπάσκετ με καρότσι”. Ξεκίνησε λοιπόν, να ασχολείται προπονητικά και μετά ως παίκτης, μέχρι που δημιουργήθηκε η ομάδα του Αμαρουσίου και έγινε προπονητής-παίκτης και τώρα μετρά 15 χρόνια δράσης “με αθλητές που είναι διεθνείς και έχουν μεγάλες επιτυχίες στο ενεργητικό τους”.
Τότε όμως, όταν άλλαζε άρδην τη ζωή του, τον βοήθησε και κάτι ακόμα. “Από την πρώτη στιγμή που ήμουν στο καρότσι, αρκετοί άνθρωποι του αθλητισμού με στήριξαν με ό,τι μέσο διέθεταν. Από ένα τηλέφωνο, από το να ψάξουν γιατρούς, από το να εξασφαλίσουν στην οικογένεια μου πράγματα που βοηθούσαν, όπως ένα ράντζο -γιατί η μητέρα μου κοιμόταν κάθε μέρα στο νοσοκομείο επί μήνες. Μου πρόσφεραν και οικονομική βοήθεια. Αλλά θα σου ξαναπώ ότι είχε μεγάλη σημασία και το γεγονός ότι η οικογένεια μου δεν ήταν της λογικής “μείνε στο σπίτι”. και την πρώτη φορά που της είπα “θα βγω” απλά ρώτησε “σίγουρα; θα πας βόλτα;”. Όταν της είπα “ναι”, σχολίασε “και η γειτονιά;”. Μόλις τη διαβεβαίωσα πως δεν με ενδιαφέρει τι θα πει η γειτονιά, μου είπε “καλά εντάξει” και εκεί τελείωσαν όλα. Ήταν σαν να μου έλεγε πως αν δεν έχω εγώ πρόβλημα, εκείνη ήταν μια χαρά. Και χαίρομαι για αυτό. Αν προσποιήθηκε, μπράβο της, γιατί δεν το κατάλαβα”.
"Σε ένα καφέ, μου είχαν πει πως προσβάλω την αισθητική κάποιων πελατών και έπρεπε να φύγω"
Παίρνει μια ανάσα και εξηγεί πως “δεν νομίζω ότι η μάνα μου -δεν λέω για τον πατέρα μου, γιατί “έφυγε” νωρίς- κατάλαβε ποτέ αυτό που συνέβη τότε. Για αυτό και δεν μου έφερε αντίρρηση, όταν της είπα “θα βγω από το σπίτι”. Μια στάση εδώ, για να σου πω ότι έμεινε στο Κέντρο Αποκατάστασης τρεις μήνες. Τα Χριστούγεννα του '96 διαβεβαίωσε τη μητέρα του πως δεν χρειάζεται άλλο χρόνο, γιατί μπορούσε να τα κάνει όλα μόνος του και ήταν έτοιμος πια να μείνει μόνος του. “Εκεί ήταν ο απογαλακτισμός της μάνας από εμένα και όχι το αντίθετο. Περάσαμε μια εβδομάδα γκρίνιας, αλλά κατάλαβε ότι το να φύγει θα με βοηθούσε”. Αρχικά έμεινε στο σπίτι ενός εξαδέλφου του “μέχρι να τακτοποιηθώ και να βρω δικό μου σπίτι”, κάτι που έγινε σε λίγους μήνες.
"Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό, γιατί από την πρώτη στιγμή που κάθισα σε καρότσι με στενοχωρούσε μεν, αλλά δεν απομονώθηκα. Από την άλλη, οι λίγοι φίλοι που είχα στην Αθήνα και αυτοί που δημιούργησα, δεν με έβλεπαν πως ήμουν σε καρότσι. Όπου και αν πήγαιναν, με καλούσαν. Και εγώ πήγαινα. Το ότι είχε ένα σκαλοπάτι ή ένα πεζοδρόμιο, με έκανε να μάθω πράγματα μόνος μου, που τώρα διδάσκω στα παιδιά. Η ζωή έχει σταθεί όμορφα απέναντι μου. Δεν απομονώθηκα, δεν με απομόνωσαν". Θεωρεί τύχη και ένα ρατσιστικό συμβάν που έζησε, εκείνες τις πρώτες ημέρες.
"Είχα πάει σε μια καφετέρια και με ενημέρωσαν πως θα έπρεπε να φύγω, γιατί προσβάλω την αισθητική κάποιων ανθρώπων και δεν μπορούν να πιουν τον καφέ τους!". Σοκ; “Μου φάνηκε τόσο γελοίο, όταν το άκουσα, που με έπιασαν τα γέλια. Δηλαδή, τι; Θα τους κολλούσα αναπηρία; Άρχισα να πηγαίνω στα τραπέζια και να κοιτώ τον κόσμο. Θα μπορούσε να με κάνει να απομονωθώ. Αυτό που συνέβη ήταν να με κάνει να θέλω να γίνω καλύτερος. Να πω “θα σας γ....”. Με πείσμωσε. Ευχαριστώ λοιπόν, αυτόν τον άνθρωπο”.
Η ζωή θέλει σταρχιδισμό
Διακρίνεις μια τρέλα, με την καλή την έννοια. Παραδέχεται ότι τη διαθέτει και εξηγεί “η ζωή θέλει λίγο σταρχιδισμό. Αν την πάρεις σοβαρά, θα πέσεις σε κατάθλιψη. Αν την πάρεις στην πλάκα, θα σε παρατήσει. Αν παίξεις μαζί της, αν την αμφισβητήσεις, την προκαλέσεις, τη σεβαστείς και την αγαπήσεις, θα σου φερθεί δίκαια. Η δύναμη ενός ανθρώπου είναι κατά πόσο μπορεί να κρατήσει ισορροπίες μεταξύ του σοβαρού και του αστείου της ζωής. Θεωρώ ότι τις δυσκολίες πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε και με μια χιουμοριστική διάθεση και τα εύκολα να τα βλέπουμε και λίγο πιο σοβαρά”.
Συμφώνησα (απόλυτα, θα τολμούσα να πω) και του εξήγησα πως στο μυαλό μου, ό,τι πρόβλημα και αν αντιμετωπίζουμε μπορεί να βρει μια λύση, αν δεν του επιτρέψουμε να μας “φάει”. Αν δεν βυθιστούμε στην κατάθλιψη. Γιατί τότε, το παιχνίδι θα 'χει χαθεί, άνευ αγώνος. “Η ζωή θέλει διαχείριση. Στα οικονομικά, στον εσωτερικό κόσμο, στη σκέψη. Αν είσαι των άκρων, κάποια στιγμή χάνεις την μπάλα. Και όταν λέω “ζωή”, εννοώ θέματα υγείας, τύχης, σεξ, δουλειάς. Όλα θέλουν ένα μέτρο. Δεν θέλω τα προβλήματα των άλλων, του κράτους που δεν είναι δικά μου, να τα κάνω δικά μου. Προσπαθώ να λύσω αυτά που υποχρεωτικά γίνονται δικά μου, αλλά έως ένα σημείο. ΕΝΦΙΑ θα 'χεις μια ζωή. Θεωρώ χαζό να πιστεύουμε πως θα ξυπνήσουμε αύριο και δεν θα υπάρχει. Στην Ελλάδα ζούμε. Αν μπει ένα μέτρο, θα ισχύει εφ όρου ζωής”.
Το πρώτο πράγμα που διαχειρίζεσαι, είναι ο ανδρισμός
Μου είπε πως το μπάσκετ είναι το πρώτο άθλημα ειδικού αθλητισμού που εμφανίστηκε στο πρόγραμμα, ως πρώτο άθλημα αποκατάστασης "γιατί έχει το πλεονέκτημα της κοινωνικοποίησης", πριν γίνει απόλυτα ειλικρινής και αποκαλύψει κάτι για το οποίο μιλούν λίγοι -και ακόμα λιγότεροι ρωτούν. "Όταν ένας άνδρας μπει σε χώρο που λέγεται αμαξίδιο, το πρώτο πράγμα που καλείται να διαχειριστεί είναι το σεξουαλικό, όσο ταμπού και αν θεωρείται. Και με αυτόν τον όρο εννοώ τα πάντα, από την ούρηση μέχρι την πράξη. Μιλάω για τον ανδρισμό. Μόλις ανακαλύψει πως μπορεί να κάνει και σεξ, λύνονται πολλά προβλήματα στο μυαλό του. Όταν έρχονται στην ομάδα, μιλούν ε άλλους που έχουν το ίδιο πρόβλημα και παίρνουν πράγματα, πριν καταλήξουν στο δικό τους τρόπο για να εξελίξουν ό,τι ζουν. Είναι ομαδικό άθλημα και σε αναγκάζει να φερθείς ομαδικά. Ως πρώτο στάδιο αποκατάστασης, κοινωνικοποίησης και επανένταξης, είναι το καλύτερο σπορ και δυστυχώς στην Ελλάδα η αποκατάσταση δεν συνδέεται με τον αθλητισμό. Στο εξωτερικό, το πρώτο πράγμα που λένε σε κάποιον που χτυπάει είναι τα περί του αθλητισμού”.
Του έχει τύχει περίπτωση ανθρώπου που δεν ήθελε να βοηθηθεί; "Βέβαια. Είναι δεδομένο πως δεν αρκεί να θες να βοηθήσεις. Πρέπει και ο άλλος να θέλει να βοηθηθεί. Χρειάζεται συνεργασία. Ακόμα και όταν μιλάμε για δυο ανθρώπους, έχουμε να κάνουμε με ομάδα. Άρα χρειάζεται συνεργασία, είτε λέγεται φιλία, σχέση, δουλειά, αθλητισμός ή οτιδήποτε άλλο. Μάθε να δίνεις, μάθε να παίρνεις. Μάθε να σέβεσαι, μάθε να σε σέβονται. Συμπεριφέρσου ως μέλος ομάδας".
Από το 2004 ο Δήμος Αμαρουσίου “τρέχει” ένα ενδιαφέρον πρόγραμμα, με επισκέψεις της ομάδας μπάσκετ με αμαξίδιο στα σχολεία. Γιατί φαντάζομαι πως ξέρεις ότι η αλλαγή έρχεται από τα παιδιά. “Όταν ένα παιδί δεν πάρει από μικρό κάποιες βάσεις, μια εκπαίδευση, ότι στον κόσμο που μεγαλώνει μεγαλώνουν παράλληλα και άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι μπορεί να είναι διαφορετικοί -όπως θέλει να τους λέει η κοινωνία-, όμοιοι, καλύτεροι, οτιδήποτε. Αν δεν αποκτήσει τις βάσεις, αν δεν μάθει να σέβεται το διαφορετικό και να συμβιώνει με όλους, όταν θα κληθεί να αντιμετωπίσει μια τέτοια κατάσταση από τη μεριά της καρέκλας μέσω μόνιμου ή προσωρινού προβλήματος ή να παρκάρει σε μια ράμπα, δεν θα ξέρει τι θα κάνει”. Την τελευταία διετία, στο πρόγραμμα έχει μπει και το Αρσάκειο.
Τσακώνεται κάθε μέρα με οδηγούς που επιμένουν να παρκάρουν μπροστά σε ράμπες “και έχω ακούσει ό,τι δεν μπορείς να φανταστείς. Μια μεγάλη σε ηλικία κυρία, μου είπε πως “δεν ξέρω τι σημαίνει το σήμα” που της έδειξα με το “απαγορεύεται”. Μου εξήγησε ότι “όταν πήρα το δίπλωμα, δεν υπήρχε αυτό το σήμα”. Ειλικρινά σου λέω ότι την πίστεψα πως δεν το ξέρει. Η αναπηρία είναι πολλά πράγματα και αυτά που έχουμε ως στερεότυπα δεν συμβαίνουν μόνο εδώ, αλλά παντού. Εμείς όμως, είμαστε μια κοινωνία που είμαστε πίσω σε όλα ή πολύ μπροστά σε όλα. Είμαστε λίγο περίεργοι! Δηλαδή, δεν έχουμε αποδεχθεί ακόμα το να κυκλοφορούν άτομα με οποιασδήποτε μορφής αναπηρία, στην καθημερινότητα μας”. Και ναι, επιβεβαιώνει ότι ακόμα και σήμερα υπάρχουν γονείς που όταν περνά δίπλα τους άνθρωπος σε αμαξίδιο, τραβούν το παιδί τους, με τρόμο στα μάτια.
Τα παιδιά πάλι, είναι πιο “ανοιχτά”. “Είναι μοναδικές οι αθώες ερωτήσεις που κάνουν. Στο σχολείο που είναι η σύζυγος μου γυμνάστρια, ένα παιδάκι είπε σε έναν αθλητή μου "όταν κάνεις μπάνιο, κάνεις με το καρότσι;” γιατί τους είχαμε πει πως το καρότσι είναι η προέκταση του σώματος μας. Ή ζητούν να ανέβουν και εκείνα στο καρότσι. Με το που βλέπουν τους αθλητές να ανεβαίνουν στα αγωνιστικά καρότσια και να μεταμορφώνονται, στα μάτια των παιδιών γίνονται σούπερ ήρωες. Απενοχοποιούν το καρότσι και συνάμα την αναπηρία. Για αυτό είπα πως αν δεν απενοχοποιηθεί η αναπηρία από την εκπαίδευση και αν τα άτομα με αναπηρία δεν πηγαίνουν σε ειδικά σχολεία, δεν βλέπω πώς θα υπάρξει εξέλιξη".
Αν υποτιμήσεις ή υπερεκτιμήσεις τον εαυτό σου, χάνεις. Οπότε... προσπάθησε. Είναι ο μόνος τρόπος να νικήσεις
Μετά όλη αυτήν τη διαδρομή, τι αισθάνεται για τον Βάιο; Τον γουστάρει; Τον σιχτιρίζει για κάτι; "Πάντα τον γούσταρα. Δεν ξέρω αν ακούγεται ναρκισιστικό αλλά πάντα αγαπούσα τον εαυτό μου. Τα έβαζα μαζί του, όταν δεν χειριζόμουν κάτι έξυπνα και “έχανα”, αλλά πάντα τον σεβόμουν και τον αγαπούσα. Πιστεύω πως αν ο άνθρωπος καταφέρει να σεβαστεί και να αγαπήσει τον εαυτό του, μπορεί να σέβεται και να αγαπά τους άλλους". Άρα το μεγαλύτερο εμπόδιο μας, είμαστε εμείς. "Πάντα. Για αυτό και σου είπα πως αν μάθεις να χειρίζεσαι με μέτρο τη ζωή σου, δεν θα 'χεις πρόβλημα. Κατ' αρχάς, οφείλεις να χειριστείς με μέτρο τον εαυτό σου. Αν τον υπερεκτιμήσεις, τα έχασες όλα. Το ίδιο θα γίνει και αν τον υποτιμήσεις. Ξεκινώντας με αυτό το δεδομένο, αντιλαμβάνεσαι πως η προσπάθεια είναι μονόδρομος. Είναι ο μόνος τρόπος για να κερδίσεις".
Φωτογραφίες: Ανδρέας Παπακωνσταντίνου (Tourette Photography)/Eurokinissi.gr