Μπαρτζώκας: "Διαφωνώ! Ο προπονητής δεν πρέπει να είναι ο σταρ"
Η συνέντευξη με τον Γιώργο Μπαρτζώκα ξεκίνησε ως περιγραφή του "μπλαουγράνα" κεφαλαίου της καριέρας του, αλλά κατέληξε ως συζήτηση για το την ουσία της προπονητικής, τον Σολοθάμπαλ, τον Ντουράντ, τα "εγκλήματα" των (social) media και τους Μουρίνιο-Κλοπ που ενισχύουν το μεγαλύτερο λάθος στα σπορ.
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας βρίσκεται στη Βαρκελώνη περίπου 1 1/2 μήνα. Διάστημα αρκετό για να εγκλιματιστεί στην ομάδα "που είναι περισσότερα από μια ομάδα". Έχοντας μεγάλη εμπειρία από τη Euroleague, στην οποία προστέθηκε η άκρως διδακτική περσινή σεζόν στο Κράσνονταρ, φιλοδοξεί να οδηγήσει τη Μπαρτσελόνα σε τίτλους, αλλά και στη δημιουργία της "μπασκετικής Μασία", όπως αναφέρει το μεγάλο project που ανέλαβε. Σε 1 1/2 μήνα πρόλαβε να διαπιστώσει τι σημαίνει το πνεύμα των "μπλουγράνα", να ζήσει μια μεγάλη νίκη επί της Ρεάλ, αλλά και τέσσερις συνεχόμενους τραυματισμούς. Δύσκολο ξεκίνημα αν μη τι άλλο, αλλά "αυτό που έχω μάθει σ' αυτή τη δουλειά, τίποτα δεν είναι εύκολο".
Σάμπως αυτό δεν πρέπει να κάνει ο προπονητής; Να διαχειριστεί τις δυσκολίες; "Και τους ανθρώπους, αυτό είναι το σημαντικότερο". Συγκρίνει τους κανόνες της ομάδες μ' αυτούς της οικογένειας και περιγράφει τη "συνεκτικότητα" ως το απαραίτητο συστατικό της επιτυχίας. Ο 51χρονος προπονητής μίλησε αναλυτικά για το δύσκολο καλοκαίρι της Μπαρτσελόνα, την απόφασή του να αφήσει τη "Λόκο" με βαριά καρδιά, αλλά και την σημερινή κατάσταση ισοπέδωσης μέσω των media (social και μη).
Τι σχέση έχουν τα "εγκλήματα του Κετσπάγια", ο Κέβιν Ντουράντ και ο Μίστερ-Μπιν; "Ο προπονητής δεν είναι ο σταρ, έστω κι αν ορισμένοι το επιδιώκουν" εξηγεί και αναρωτιέται πως γίνεται μετά από τέσσερις αγωνιστικές να έχει αποδομήσει ο κόσμος και τους τέσσερις προπονητές των μεγάλων του ελληνικού ποδοσφαίρου; "Είναι θέμα θέσης και όχι προσώπου" υπογραμμίζει καταλήγοντας ότι "είναι η φύση τους επαγγέλματος: πρέπει όλα αυτά να κάνουν γκελ πάνω σου και να φεύγουν".
Πως μπορεί να περιγράψει την εμπειρία της Euroleague ο Έλληνας προπονητής με τις περισσότερες συμμετοχές και τις περισσότερες νίκες; Και τι το ξεχωριστό να περιμένουμε φέτος με το νέο σύστημα διεξαγωγής;
Τη Euroleague την διακρίνει ο έντονος ανταγωνισμός. Με την έννοια ότι αντιμετωπίζεις τους καλύτερους παίκτες και τους καλύτερους προπονητές. Άρα χρειάζεται εγρήγορση, ετοιμότητα και αφοσίωση. Ταυτόχρονα έχει λάμψη. Υπάρχουν μίνιμουμ απαιτήσεις, όπως για παράδειγμα σε ό,τι αφορά τα γήπεδα και το γεγονός αυτό προϋποθέτει καλές συνθήκες και προϋποθέσεις. Τώρα το τι θα συμβεί φέτος κανείς δεν ξέρει. Είναι σαν να κολυμπάμε σε αχαρτογράφητα νερά. Κανείς δεν γνωρίζει. Ούτε οι προπονητές, ούτε οι παίκτες, ούτε οι οργανισμοί. Την επόμενη σεζόν θα κινηθούν όλοι με βάσει τη φετινή, αλλά προς το παρόν όλοι βαδίζουμε προς το άγνωστο. Μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν αυτή τη στιγμή.
Εσείς προσαρμόσατε την προετοιμασία σας βάσει των νέων δεδομένων;
Αποφασίσαμε να μην πάμε σε βουνό. Από την πρώτη ημέρα δουλεύουμε στο γήπεδο μας. Μπήκαμε πιο γρήγορα σε σχέση με το παρελθόν σε αγωνιστική τακτική και ομαδική προπόνηση. Σιγά σιγά επικρατεί το μοντέλο του ΝΒΑ, όπου μετά από μια βδομάδα προπόνησης ξεκινούν τα φιλικά. Εξάλλου το ευρωπαϊκό μπάσκετ πηγαίνει προς το ΝΒΑ σε ό,τι αφορά τον αριθμό των αγώνων, οπότε κι η προετοιμασία πρέπει να κινείται προς αυτή την κατεύθυνση.
Για τους φιλάθλους και τις διοικήσεις η κανονική περίοδος των 30 αγώνων είναι κάτι συναρπαστικό και δίνει ένα σταθερό πλαίσιο ανάπτυξης. Για τον προπονητή πώς είναι;
Το νέο σύστημα διεξαγωγής έχει δύο όψεις. Από τη μια δεν υπάρχουν πια εύκολα παιχνίδια και αυτό σε κάνει καλύτερο στη δουλειά σου. Δεν εφησυχάζεις ποτέ. Από την άλλη υπάρχει η θεωρία ότι θα δούμε περισσότερες ήττες και αναπάντεχα αποτελέσματα. Αυτό είναι μαθηματικά αποδεδειγμένο. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις ομάδες που είναι φέτος στις 16 της Euroleague. Στο παρελθόν σ' αυτά τα μεταξύ τους παιχνίδια τα αποτελέσματα ήταν μοιρασμένα. Αυτό που έκανε δημιουργούσε το θετικό πρόσημο στο ρεκόρ ήταν οι νίκες επί των υποδεέστερων ομάδων.
Να περιμένουμε σκαμπανεβάσματα; Είναι κάτι που είδαμε στην δική σας pre-season...
Εκατό τοις εκατό. Κάθε προετοιμασία ομάδας έχει ξεχωριστά δεδομένα. Εμείς έχουμε μια ομάδα που δούλευε πολλά χρόνια με συγκεκριμένο πρόγραμμα και φιλοσοφία, ενώ παράλληλα άλλαξε τους τρεις βασικούς γκαρντ που ήταν πολλά χρόνια στην ομάδα. Αυτό δημιούργησε την ανάγκη να πάρουμε δύο καινούργια πλέι-μέικερ. Αν υπολογίσουμε ότι τραυματίστηκαν και οι δύο, τότε μπορούμε να πούμε ότι τα σκαμπανεβάσματα που είχαμε στην απόδοση μας ήταν φυσιολογικά.
Η προπονητική είναι πάνω από όλα διαχείριση του ανθρώπινου παράγοντα
Τι δίδαξε η περσινή σεζόν με τη Λοκομοτίβ;
Πολλά, μόνο και μόνο από τη στιγμή που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε μια εντελώς καινούργια εμπειρία. Χρειάστηκε να διαχειριστούμε διαφορετικές προσωπικότητες και μια ολόκληρη αθλητική κουλτούρα. Επίσης θεωρώ ότι ήταν σημαντικό το πόσο βελτιώθηκε η ομάδα μες στη χρονιά. Ξεκίνησε στην προετοιμασία και χάναμε παντού και μετά από ένα διάστημα φτάσαμε τις ομάδες που χάναμε στα φιλικά, να τις κερδίζουμε και μάλιστα εύκολα. Αυτό δεν έγινε από τη μια μέρα στην άλλη. Έγινε μέσω της αποδοχής του τρόπου δουλειάς από ολόκληρο τον οργανισμό και όχι μόνο από τους παίκτες, της προπόνησης και των αλλαγών. Ήταν και αυτές σημαντικές. Για παράδειγμα πήραμε τον Τζάνινγκ, αφήσαμε τον Φεζένκο και κρατήσαμε τον Σίνγκλετον, που είχε έρθει με τρίμηνο συμβόλαιο. Δεν ήταν εύκολο να πειστεί ο οργανισμός να κάνει τις αλλαγές. Μέσα, όμως, από όλη αυτή τη διαδικασία η ομάδα έγινε καλύτερη.
Σε μια ομάδα δημιουργείται ένα περιβάλλον που θυμίζει οικογένεια. Επικρατούν οι ίδιες συνθήκες, τα ίδια θετικά και τα ίδια αρνητικά. Οι ατέλειωτες ώρες που περνούν προπονητές, παίκτες και διοίκηση μαζί δημιουργούν ένα συγκεκριμένο καθεστώς ανθρώπινων σχέσεων. Αν αποτύχεις σ' αυτές τις σχέσεις, αν δεν είσαι ειλικρινής, τότε κατευθείαν τίθεται σε αμφιβολία το πως θα πάει η χρονιά. Το πιο σημαντικό που αφορά την προπονητική έχει να κάνει με τη διαχείριση του ανθρώπινου παράγοντα".
Ήταν δύσκολη απόφαση να φύγεις;
Δεν είμαι άνθρωπος που του αρέσουν οι αλλαγές. Επίσης είχαν δημιουργηθεί εξαιρετικές συνθήκες για τη δουλειά ενός προπονητή στο Κράσνονταρ. Αυτές περιλαμβάνουν για παράδειγμα τη φοβερή χημεία στον τρόπο δουλειάς με το προπονητικό τιμ, όπου υπήρχαν δύο ακόμη Έλληνες (σ.σ Παππάς, Μποζίκας) προπονητές, ένας Έλληνας γυμναστής (σ.σ Βαβέτσης), ένας Σέρβος προπονητής και ένας Ρώσος σκάουτ. Συν του ότι είχα φοβερή αποδοχή από τους φιλάθλους της ομάδας και το περιβάλλον της ομάδας, ενώ παράλληλα μου έγινε θεαματική αύξηση αποδοχών στο υπάρχον συμβόλαιο που είχα με τη Λοκομοτίβ. Δεν ήταν εύκολη απόφαση. Έπαιξε ρόλο τελικά το μέγεθος της Μπαρτσελόνα και το γεγονός ότι η Λόκο δεν έπαιζε στην Euroleague.
Οι περισσότεροι παίκτες της Λοκομοτίβ έκαναν καλή μεταγραφή. Δίνει αυτό ικανοποίηση στον προπονητή; Ή τον απασχολούν μόνο τα αποτελέσματα;
Χάρηκα πολύ που από την περσινή ομάδα, ο Κλαβέρ, ο Ντρέιπερ, ο Ράντολφ, ο Σίνγκλετον πήγαν σε κορυφαίες ευρωπαϊκές ομάδες κι ο Ντιλέινι έκανε το όνειρο του πραγματικότητα και υπέγραψε σε μια καλή και σοβαρή ομάδα του ΝΒΑ εγγυημένο συμβόλαιο. Αυτό προσφέρει μεγάλη ικανοποίηση στον προπονητή.
Έχω μάθει πως τίποτα τελικά δεν είναι εύκολο
Ήταν ένα δύσκολο καλοκαίρι;
Πολύ! Πράγματι, τότε βρισκόμασταν στη διαδικασία του σχεδιασμού της Λόκο. Η πρόταση της Μπαρτσελόνα ήρθε αργά και η διαδικασία ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο. Αυτό δημιουργούσε μεγάλη πίεση και συσσώρευση δύσκολων καταστάσεων. Την ίδια στιγμή που υπέγραφα εγώ, η ομάδα έχανε τους Αμπρίνες και Σατοράνσκι για το ΝΒΑ, τραυματίστηκε ο Λαβάλ, ενώ είχαν παρθεί ήδη αποφάσεις να μην συνεχίσουν οι Αρόγιο-Σάμιουελς και να μείνει ο Ντόλμαν. Αυτό δημιουργούσε μια νέα κατάσταση, έχοντας όλα τα δεδομένα εναντίον μας. Παρόλα αυτά όλοι δούλεψαν πολύ σκληρά. Ο τζένεραλ μάνατζερ της ομάδας, Ροντρίγκο Ντε Λα Φουέντε, ήταν μέρα-νύχτα στο γραφείο για να βρει τις λύσεις. Τελικά η ομάδα πλήρωσε buy-out για να σπάσει συμβόλαια (Ράις, Κλαβέρ, Κοπόνεν), επενδύοντας επί της ουσίας τα χρήματα που πήρε από τα buy-out του Σατοράνσκι και του Αμπρίνες.
Στην Ισπανία τα πράγματα είναι πολύ συγκεκριμένα. Αυτό δεν το ξέρει πολύς κόσμος. Κάθε ομάδα στο ισπανικό πρωτάθλημα μπορεί να έχει μόνο δύο Αμερικάνους. Και μες στο καλοκαίρι οι περισσότεροι Ευρωπαίοι έχουν συμβόλαιο. Αυτοί που είναι ελεύθεροι είναι Αμερικάνοι, αλλά εμείς δεν μπορούσαμε να πάρουμε. Αυτό που έχω μάθει, όμως, ότι τίποτα δεν είναι εύκολο. Στην Ισπανία για να έρθει κάποιος η εφορία είναι 50% και το πλαίσιο είναι σφιχτό. Δεν υπάρχει περίπτωση μια ομάδα για παράδειγμα να μη δώσει τους φόρους.
Αλλά από την άλλη και πέρσι ήταν δύσκολο, γιατί θα έπρεπε να πείσεις τους παίκτες να έρθουν στη Ρωσία. Βέβαια, υπάρχουν και πλεονεκτήματα: η φερεγγυότητα και το μέγεθος της Μπαρτσελόνα. Οπότε είναι λογικό οι παίκτες και οι ατζέντηδες να θέλουν να παίξουν σε μια τέτοια ομάδα, αν και από την άλλη πρέπει να θυσιάσουν χρήματα, καθώς τα κασέ στην Τουρκία και στη Ρωσία είναι περισσότερα. Στα συν είναι επίσης το γεγονός ότι στην Ισπανία υπάρχει ποιότητα στους γηγενείς παίκτες. Μπορεί μια ομάδα να έχει 4-5 παίκτες πρώτης γραμμής. Από την άλλη, όμως, δεν υπάρχει ευελιξία, την ώρα που ομάδες της Τουρκίας έχουν 8 Αμερικάνους, ενώ άλλες στη Ρωσία έχουν 7 ξένους.
Μασία και στο μπάσκετ
Η Μπαρτσελόνα κατέκτησε πέρσι το Next Generation της Euroleague, έχει ταλαντούχους παίκτες όπως ο Στέφανο Πένο που παίζει πεντάδα στα τελευταία ματς. Είναι και αυτός στόχος;
Φέτος είναι μια μεταβατική χρονιά για τη Μπαρτσελόνα. Αφενός πρέπει να κερδίζει γιατί είναι η... Μπαρτσελόνα και αφετέρου πρέπει να υπηρετήσει ένα πρόγραμμα για το μέλλον, το οποίο μάλιστα μου έγινε ξεκάθαρο από την αρχή. Έχει ωριμάσει πλέον μια κατάσταση και η μπασκετική ομάδα θέλει να κάνει ότι έγινε στο ποδόσφαιρο με τη Μασία. Όχι απαραίτητα με Καταλανούς, αλλά με παιδιά από όλον τον κόσμο, που θα μένουν στις εγκαταστάσεις, θα πηγαίνουν σχολείο και θα παίζουν εδώ. Υπάρχουν οι συνθήκες εδώ, όπως ένα εκπληκτικό προπονητικό κέντρο. Υπάρχουν πολλοί ταλαντούχοι παίκτες. Εμείς έχουμε για παράδειγμα τον Κούρουκς που τραυματίστηκε, τον Πένο, τον Ντιαγκνέ που είναι στην πρώτη ομάδα, τον Φιγκερόας ο οποίος ήρθε από την Β' ομάδα για να βοηθήσει στα ματς που είχαμε απουσίες, ενώ πέρσι ο Βίλα αποφάσισε να πάει στο NCAA. Και έρχονται και άλλοι από πίσω γιατί γίνεται οργανωμένη δουλειά.
Βλέπουμε όμως ότι το ΝΒΑ "κλέβει" με ευκολία τους παίκτες που θέλει, ειδικά μετά την αναπροσαρμογή του σάλαρι-καπ. Έτσι έγινε με τον Αμπρίνες και τον Σατοράνσκι. Σας προβληματίζει αυτό;
Η Μπαρτσελόνα στο ποδόσφαιρο είναι η μεγαλύτερη ομάδα στον κόσμο. Στόχος όλων των ποδοσφαιριστών είναι να παίξουν στην πρώτη ομάδα. Στο μπάσκετ δεν είναι έτσι. Το ΝΒΑ είναι ο μεγαλύτερος στόχος. Μπορεί επομένως το ΝΒΑ να απορροφά τους παίκτες που ξεχωρίζουν, αλλά τουλάχιστον με έναν τέτοιο σχεδιασμό η ομάδα θα έχει όφελος από τους παίκτες που θα φεύγουν.
Το σημαντικότερο σε μια ομάδα είναι η συνεκτικότητα
Στην παρουσίαση είπες ότι το "ταλέντο είναι εδώ". Με την εμπειρία σου τι χρειάζεται μια ομάδα σαν τη Μπαρτσελόνα για να μετατρέψει αυτό το ταλέντο σε τίτλους;
Δεν υπάρχει απλή απάντηση σ' αυτό το ερώτημα. Καταρχάς πρέπει να υπάρχει αποδοχή των ρόλων: ο καθένας να κατανοεί τι είναι σημαντικό να κάνει για την ομάδα, για να τη βοηθήσει να κερδίζει. Είναι μια δύσκολη διαδικασία που απαιτεί κόπο και χρόνο. Συν του ότι το καλοκαίρι θα πρέπει να προσπαθήσεις να συνδέσεις κάποια κομμάτια με τη σωστή σειρά. Δεν υπάρχει μια λευκή κόλλα και εσύ αποφασίζεις. Υπάρχουν συμβόλαια, υπάρχει το timing, η αγορά. Αν έπρεπε πάντως να απαντήσω με μια πρόταση, θα πω πως έχω καταλήξει ότι το σημαντικότερο για μια ομάδα είναι η συνεκτικότητα".
Ξεκινήσατε τη σεζόν με μια εντυπωσιακή νίκη επί της Ρεάλ και την ήττα στον τελικό του Supercopa, ενώ στη συνέχεια χάσατε τέσσερις γκαρντ. Όχι και η ιδανικότερη αρχή...
Δεν υπάρχει κάτι εύκολο και ιδανικό. Δεν θυμάμαι ποτέ σ' αυτή τη δουλειά να υπήρξε κάτι εύκολο. Χρειάζεται μεγάλος κόπος για να πετύχεις κάτι. Στη Λοκομοτίβ πέρσι η χρονιά ξεκίνησε με ήττες και προβλήματα. Στον Ολυμπιακό μέχρι να φτάσουμε να κατακτήσουμε την Euroleague, είχαμε μια σεζόν γεμάτη αυξομειώσεις και σκαμπανεβάσματα, μεγάλες νίκες και μεγάλες ήττες. Ακόμη και στο Μαρούσι, στον Πανιώνιο και στην Ολύμπια, έτσι ήταν τα πράγματα.
Ποια ήταν η πιο δύσκολη χρονιά της καριέρας σου;
Η τρίτη χρονιά στην Ολύμπια και αυτή του Αμαρουσίου που ήμασταν απλήρωτοι όλο το χρόνο. Παίζαμε στην Euroleague, φτάσαμε στους "16" και τερματίσαμε 3οι στο πρωτάθλημα παίζοντας ως τις 20 Ιουνίου. Παρόλα αυτά εκείνη τη χρονιά οι περισσότεροι παίκτες είχαν πάρει ένα μηνιάτικο όλη τη χρονιά.
Και η καλύτερη;
Η χρονιά εκείνη στο Μαρούσι ήταν η δυσκολότερη, αλλά και μια από τις πιο πετυχημένες. Υπερέβαλε εαυτόν διεκδικώντας τη συμμετοχή στους "8" της Euroleague. Πολύ καλή σεζόν ήταν και η χρονιά του back-to-back με τον Ολυμπιακό, αλλά και η περσινή στη Λοκομοτίβ. Ήταν μεγάλο κατόρθωμα τόσο η συμμετοχή στο Final Four, λαμβάνοντας υπόψη ποιες ομάδες έμειναν εκτός, όσο και το να παίξουμε αυτό το μπάσκετ και φέρνουν την περσινή επιτυχία στο ίδιο επίπεδο με το 2013. Δεν θα ήθελα να ξεχωρίσω μια από αυτές.
Η διαδικασία διαδοχής ενός προπονητή σαν τον Πασκουάλ, που ήταν τόσα χρόνια στον πάγκο, πόσο απλή είναι;
Ο Πασκουάλ είναι ένας προπονητής που έδινε μεγάλη έμφαση στην τακτική και έτσι οι παίκτες που είχαν δουλέψει μαζί του, έχουν μεγάλη εξοικείωση στο να μαθαίνουν και να εκτελούν καινούργια πράγματα. Είχαν μάθει, ωστόσο, σε έναν συγκεκριμένο τρόπο δουλειάς και όπως είναι φυσιολογικό χρειάζεται χρόνος προσαρμογής σε κάτι καινούργιο, όπως ισχύει με όλους τους ανθρώπους. Το συγκεκριμένο ρόστερ, από την άλλη, χτίστηκε σε μεγάλο βαθμό στα "θέλω" του προηγούμενου προπονητή.
Η Μπαρτσελόνα χρησιμοποιεί το ρόλο του τζένεραλ-μάνατζερ. Ποια η σημασία του; Πιστεύεις ότι όλες οι ευρωπαϊκές ομάδες πρέπει να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση;
Ο ρόλος του τζένεραλ μάνατζερ είναι πολύ σημαντικός, όπως βλέπουμε και στο ΝΒΑ. Η Αμερική είναι μπροστά σε όλα σε ότι αφορά το μπάσκετ, οπότε δεν είναι να ακολουθούμε το τι γίνεται εκεί. Παίζει ρόλο βέβαια και ο ανθρώπινος παράγοντας, ποιος είναι ο GM, πόσο θέλει να βοηθήσει την ομάδα. Μέχρι πρότινος αυτό το ρόλο του είχε ο Κρέους, που είχε μεγάλη συνεισφορά και αυτός στις επιτυχίες της ομάδας. Από το καλοκαίρι έχει αναλάβει αυτό το δύσκολο πόστο ο Ροντρίγκο Ντε Λα Φουέντε, ένας άνθρωπος που δουλεύει από το πρωί ως το βράδυ. Είναι πολύ φιλόδοξος και θέλει να πετύχει. Ο ρόλος του είναι σημαντικός, γιατί καλείται να βρει ισορροπία μεταξύ των "θέλω" του προπονητή και των "θέλω" της διοίκησης, που δεν είναι πάντα τα ίδια.
Πηγαίνω στο Palau και νομίζω ότι είμαι στην Ακρόπολη
Διαπίστωσες αυτό που λένε για τη Μπαρτσελόνα; Είναι παραπάνω από ένα κλαμπ;
Δεν χρειάζεται να αναφερθώ εγώ. Πρώτον, το βλέπει οποιοσδήποτε επισκεφτεί την πόλη. Η Βαρκελώνη είναι πολύ ζωντανή και εξωστρεφής. Βλέπεις παντού κόσμο να φοράει τη φανέλα της ομάδας. Και δεν μιλάμε για μια αθλητική διοργάνωση, φορούν τις φανέλες στο δρόμο. Δεύτερον, πήγα δύο φορές στο Camp Nou και είχε 92.000 κόσμο σε ένα παιχνίδι που έγινε στις 22.00 το βράδυ. Τρίτον, καταλαβαίνεις το μέγεθος αυτής της ομάδας από το γεγονός ότι έχει ποδόσφαιρο, μπάσκετ, χάντμπολ, φούτσαλ, χόκεϊ και όλες αυτές οι ομάδες όχι μόνο παίζουν στο τοπ επίπεδο, αλλά υπάγονται σε μια κοινή διοίκηση. Καταλαβαίνεις ότι είναι οικογένεια. Για παράδειγμα έπαθε χιαστό ένας αθλητής του φούτσαλ και την επόμενη ημέρα η ομάδα μπάσκετ φόρεσε φανέλες να τον υποστηρίξει. Τέταρτον, κάθε μέρα που πηγαίνω στο Palau Blaugrana για προπόνηση, νομίζω πως είμαι στην Ακρόπολη. Είναι γεμάτο χιλιάδες τουρίστες που κάνουν ξενάγηση.
Υπάρχει και η ελληνική σημαία στο γήπεδο...
Χάρηκα πολύ για αυτό. Πρώτα από όλα γιατί είμαι περήφανος που είμαι Έλληνας και κατά δεύτερον γιατί οι Καταλανοί που είναι βαθιά τοπικιστές δείχνουν φοβερά δεκτικοί και ανοιχτοί στο να αγκαλιάσουν και να αγαπήσουν στους ξένους. Ο Ρεντζιάς για παράδειγμα έπαιξε πέντε χρόνια εδώ και ήταν από τους πολύ αγαπημένους της εξέδρας. Αυτό το βλέπεις και στο ποδόσφαιρο. Υπάρχουν οι ντόπιοι θρύλοι, ο Πουγιόλ, ο Τσάβι, ο Ινιέστα ο Πικέ, αλλά για τον κόσμο είναι το ίδιο ο Μέσι, ο Νεϊμάρ και ο Σουάρες, ένας Αργεντίνος, ένας Βραζιλιάνος και ένας Ουρουγουανός.
Είναι μια ομάδα με ιδιαίτερη ιδεολογία και αυτό δεν αφορά μόνο τον τοπικισμό. Για παράδειγμα λατρεύουν παίκτες όπως ο Ινιέστα, που είναι ένας άνθρωπος χαμηλού προφίλ. Αυτή είναι η βασική διαφορά με τη Ρεάλ, που έχει το προφίλ των "Γκαλάκτικος". Η ψυχοσύνθεση της Μπαρτσελόνα είναι διαφορετική. Στο μπάσκετ για παράδειγμα ένας από τους θρύλους είναι ο Νάτσο Σολοθάμπαλ, τον οποίο όσοι τον γνωρίζουν έχουν να λένε για τη σεμνότητά του. Αυτοί εκπροσωπούν το τι σημαίνει Μπάρτσα. Ξέρετε αυτοί που έχουν ζήσει για χρόνια την ομάδα λένε ότι η ατμόσφαιρα στο Camp Nou είναι πιο διεθνής, ενώ αντίθετα αυτή στο Palau Blaugrana είναι πιο καταλανική. Είναι πιο κοντά στο πνεύμα της ομάδας.
Ο προπονητής της Μπαρτσελόνα συνειδητοποιεί ότι... είναι ο προπονητής της Μπαρτσελόνα;
Νιώθεις ότι είναι κάτι πολύ μεγάλο το να βρεθείς σ' αυτή τη θέση, αλλά μετά μπαίνεις σε μια καθημερινότητα πολύ απαιτητική. Σταματάς οπότε γρήγορα να το απολαμβάνεις, αν εξαιρέσουμε την οργάνωση της ομάδας, το επίπεδο των ανθρώπων και την ποιότητα ζωής στη Βαρκελώνη.
Όσο ακούγεται το Μίστερ Μπιν, ακούγεται το Μπεκρής, το Παππούς και το Γουρλομάτης. Δεν είναι θέμα προσώπου, αλλά θέσης
Ως Έλληνας του εξωτερικού πως βλέπεις τα πράγματα στη χώρα μας; Στον αθλητισμό; Στην κοινωνία;
Όταν σταματάει να σε ενοχλεί η καθημερινότητα κρατάς τις θετικές σκέψεις. Όπως όλοι οι Έλληνες ξέρω αρνητικά και θετικά που έχουμε ως φυλή. Η χώρα μας είναι πολύ όμορφη, αυτοί που την κατοικούν έχουν αρνητικά και θετικά όπως όλοι οι λαοί.
Όλοι οι προπονητές στέκονται στην εξέλιξη του αθλήματος τα τελευταία χρόνια. Η άποψη σου;
Το μπάσκετ εξελίσσεται συνέχεια. Χρειάζεται εκπαίδευση στα νέα δεδομένα και στους νέους κανονισμούς. Χρειάζεται να έχεις ιδέες και απαιτείται μια αυθεντικότητα.
Παρακολουθείς πολλούς αγώνες του ΝΒΑ. Πως κρίνεις την κίνηση του Ντουράντ να πάει στους Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς;
Κάθε απόφαση έχει δύο οπτικές. Η μια είναι η πλευρά της Οκλαχόμα και των ανθρώπων της που νιώθουν προδομένοι, γιατί ήταν το πρόσωπο μιας ολόκληρης ομάδας, μιας ολόκληρης πόλης. Από την άλλη, μιλάμε για έναν αθλητή που έπαιξε για χρόνια εκεί και πρόσφερε πολλά. Προφανώς ένιωσε κάποια στιγμή στη ζωή του ότι πρέπει να αλλάξει περιβάλλον και να διεκδικήσει τρόπαια στην καριέρα του. Αν η κριτική μένει στο επίπεδο του πολιτισμού και του χιούμορ, καλώς. Αν κάποιος νομίζει ότι η ζωή του επηρεάζεται από την απόφαση του Ντουράντ να πάει στο Γκόλντεν Στέιτ, τότε έχει πολλά προσωπικά προβλήματα. Αν θεωρούν ότι έχασαν την περηφάνια τους, επειδή έφυγε ο Ντουράντ... τι να πω...
Σε ό,τι αφορά το μπάσκετ, όσο μεγάλη πρόκληση κι αν φαίνεται για την ομάδα, άλλο τόσο δύσκολο είναι. Δεν είναι απλό εγχείρημα να βάλεις να παίξουν μαζί τόσους καλούς παίκτες, που έχουν συνηθίσει να παίζουν με τη μπάλα στα δικά τους χέρια.
Στην Αγγλία το επιδιώκουν, αλλά δεν πρέπει ο προπονητής να θεωρείται ο σταρ. Είναι λάθος
Σε ενοχλεί η ευκολία που ο κόσμος κατηγορεί τον προπονητή;
Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι όταν φτάνεις σ' αυτό το επίπεδο, θα πρέπει όλα αυτά είτε να σε επηρεάζουν όσο το δυνατόν λιγότερο, είτε να κάνουν γκελ πάνω σου και να φεύγουν. Πέρα από την τεχνική δεξιότητα και τα προσόντα, στον επαγγελματικό αθλητισμό που υπάρχει τέτοιος ανταγωνισμός και διακυβεύονται τόσα χρήματα, το μεγαλύτερο προσόν που πρέπει να έχει κανείς είναι να μπορεί να απορροφά όσο το δυνατόν λιγότερη από αυτή την εξωτερική πίεση που ασκείται.
Εσύ δεν έχεις επηρεαστεί; Υπάρχει κάτι που έχεις διαβάσει και σε έχει πειράξει;
Παλιότερα έφερα βαρέως κάποιες προσωπικές επιθέσεις. Αλλά πλέον έχω καταλάβει πως όσο ακούγεται το "Μίστερ Μπιν", ακούγεται το "μπεκρής", το "Δρακουμέλ", το "Γουρλομάτης", το "Παππούς", το "Σφαλιαρόπουλος", άρα δεν έχει σχέση με το πρόσωπο, αλλά με τη δουλειά και τη θέση. Μια καλή απόδειξη είναι να δούμε τι γίνεται στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Πέρα από τον κόσμο που του αρέσει αυτό το πράγμα, έχετε μεγάλη ευθύνη κι εσείς οι δημοσιογράφοι; Πώς γίνεται για παράδειγμα μετά από τέσσερις αγωνιστικές να γράφονται κείμενα με τα "εγκλήματα του Κετσπάγια ή του Μπέντο ή του Στραματσόνι". Ποιος κρίνει; Ποιος γράφει τέτοια πράγματα με τέτοια ευκολία για έναν επαγγελματία; Δείτε την αποδόμηση των τεσσάρων προπονητών των μεγάλων ομάδων σε τέσσερις μόλις αγωνιστικές. Αυτή, όμως, είναι τελικά η φύση του επαγγέλματος και πρέπει να την αποδεχτείς.
Διαφωνώ, παρόλα αυτά ότι ο προπονητής πρέπει να είναι το βασικό πρόσωπο στα σπορ. Ας δούμε την Αγγλία: δεν μπορεί ο Μουρίνιο να είναι μεγαλύτερος από τη Γιουνάιτεντ ή ο Κλοπ από τη Λίβερπουλ. Βέβαια, από την άλλη αυτοί οι άνθρωποι με τις εκφράσεις τους το επιδιώκουν. Το επιζητούν να είναι αυτοί οι σταρ. Και μιλάμε για ένα πρωτάθλημα με τόσο κόσμο στα γήπεδα, τέτοια οργάνωση, καλούς παίκτες και ιστορικές ομάδες και ο κόσμος να θεωρεί ότι παίζει ο Μουρίνιο εναντίον του Κλοπ. Είναι από τα μεγάλα λάθη στον αθλητισμό.