Πώς είναι να είσαι ο Ελληνοκύπριος προπονητής της εθνικής Αλβανίας;
Ο Τόνι Κωνσταντινίδης μπορεί να μιλήσει για τον ρατσισμό. Τον ένιωσε επαγγελματικά έχοντας τη ταμπέλα του "Κύπριου προπονητή". Πρώτα στη Ρουμανία και τώρα στο Κόσοβο. Και στην εθνική Αλβανίας. Ζει στην άλλη πλευρά του τείχους, που έχτισαν κάποιοι. Πώς τον αντιμετωπίζουν; Πώς (επι)βιώνει στο ρόλο του "ξένου";
Είχε απασχολήσει και πέρσι τον κόσμο του μπάσκετ, όταν αυτός αναρωτήθηκε τι δουλειά έχει ένας Ελληνοκύπριος προπονητής στην χώρα του Κόμη Δράκουλα . Η ερώτηση φέτος άλλαξε, αλλά το κεντρικό πρόσωπο έμεινε ίδιο: τι δουλειά έχει ένας Ελληνοκύπριος προπονητής στην Εθνική Αλβανίας; Ο Τόνι Κωνσταντινίδης είναι ο ιδανικός άνθρωπος για να απαντήσει σε ερωτήματα για τον ρατσισμό, όχι μόνο τον φυλετικό, αλλά και τον επαγγελματικό, καθώς κατάφερε να νικήσει την προκατάληψη, να κάνει την προπονητική του υπέρβαση και τώρα να ζει στην άλλη πλευρά του ρατσιστικού τείχους, που χτίστηκε τα τελευταία 20 χρόνια.
Η περσινή του επιτυχία με την ρουμάνικη Ενέρτζια (σ.σ έφτασε στους "4" του Eurochallenge) του άνοιξε την πόρτα για μια νέα ευκαιρία στη διεθνή καριέρα. Η προπονητική του άγονη γραμμή συνεχίστηκε με μια στάση στο Κόσοβο, που αποδείχτηκε εξίσου επιτυχημένη. Από την ημέρα που ανέλαβε την ομάδα η μια νίκη διαδέχεται την άλλη για να φτάσουν στις 20 συνεχόμενες. Σε σημείο μάλιστα σχεδόν αμέσως να κερδίσει την αναγνώριση και τη θέση του ομοσπονδιακού προπονητή στην εθνική Αλβανίας.
Πριν μπει όμως στη διαδικασία να μετρήσει αν υπάρχουν "ράτσες" και "φυλές" στον αθλητισμό, βίωσε ο ίδιος ένα διαφορετικού είδους ρατσισμό. Η δική του ταμπέλα έγραφε "Κύπριος προπονητής", που πριν πολλά χρόνια θα μπορούσαν οι κακεντρεχείς να συμπεριλάβουν στα σύντομα ανέκδοτα που ήταν κάποτε της μόδας.
Ρατσισμό ένιωθα στη χώρα μου
"Το μπάσκετ της Κύπρου δεν δυνατό, ούτε διαδεδομένο. Πως να πείσεις κάποιον να σε εμπιστευτεί; Πως να σε προτιμήσει από έναν Έλληνα, έναν Σέρβο ή έναν Ισπανό; Ήταν φυσιολογικό αυτό. Οπότε όταν παρουσιάστηκε η ευκαιρία έπρεπε να την αρπάξω από τα μαλλιά" εξηγεί.
"Όταν πήγα στη Ρουμανία με υποδέχτηκαν καλά, αλλά ήταν ξεκάθαρο ότι υπήρχε καχυποψία. Είναι καλός; Δεν είναι;". Αυτό ήταν η πρώτη του αίσθηση όταν πήρε την απόφαση να αφήσει την Κύπρο και να δοκιμάσει την τύχη του στην ρουμανική Ενέρτζια. "Όταν ήρθαν τα αποτελέσματα, όχι μόνο δεν ένιωσα ρατσισμό, αλλά το αντίθετο" εξηγεί ο Τόνι Κωνσταντινίδης, που βίωσε κάτι που δεν φανταζόταν ποτέ: "Εκείνο που κρατάω από τη Ρουμανία και δεν θα το ξεχάσω μέχρι να πεθάνω, είναι ο τρόπος με τον οποίο οι Ρουμάνοι προπονητές που έδειχναν την εκτίμηση τους για την επιτυχία μας στην Ευρώπη. Θεωρούσαν ότι το αποτέλεσμα του Κωνσταντινίδη με μια ρουμανική ομάδα, βοηθάει όλο το ρουμάνικο μπάσκετ και κατ' επέκταση και τους Ρουμάνους προπονητές".
Οι Ρουμάνοι εκτίμησαν την επιτυχία του ξένου σαν να ήταν δικιά τους. Όχι όμως και οι Κύπριοι. "Σ' αυτό το θέμα ένιωσα τον ρατσισμό στην δική μου τη χώρα. Όχι εκεί. Στην Κύπρο είμαστε λίγο ζηλιάρηδες με την επιτυχία του άλλου. Στη Ρουμανία ήταν ακριβώς το αντίθετο".
Αποδείχτηκε ακόμη μια φορά ότι τα αποτελέσματα είναι ο καλύτερος φίλος του προπονητή. "Παλιά ήμουν ο Κύπριος Κωνσταντινίδης. Τώρα είμαι ο Κωνσταντινίδης ο προπονητής". Το επαναλαμβάνει: "Κύπρος, Ρουμανία, Κόσοβο. Τον περισσότερο ρατσισμό τον γνώρισα στην Κύπρο".
Το Κόσοβο; Καμία σχέση μ' αυτό που νομίζουμε
Από την Ρουμανία στο Κόσοβο. Όχι και η πιο εύκολη απόφαση που μπορεί να πάρει κανείς. Να, όμως, που έχουμε στο μυαλό μας μια εντελώς διαφορετική εικόνα από την πραγματική. "Η Σίκαλι είναι ένα τεράστιο σωματείο με χιλιάδες κόσμου πίσω της. Καμία σχέση με την Ενέρτζια. Υπεραγαπούν το μπάσκετ στα επίπεδα της Λιθουανίας για παράδειγμα. Έχουμε λανθασμένη άποψη. Κι εγώ την είχα πριν έρθω εδώ. Είναι εντελώς διαφορετικά τα πράγματα από ότι έχουμε στο μυαλό μας. Η Πρίστινα είναι σαν μικρές Βρυξέλλες, είναι εδώ το ΝΑΤΟ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, Αμερικάνοι, Ιταλοί. Είναι μεν μουσουλμάνοι, αλλά δεν είναι φανατικοί. Αν υπάρχει θέμα δεν είναι με τη θρησκεία. Δεν τους πειράζει ο Χριστιανός, ίσως περισσότερο να τους πειράζει το Ελληνοκύπριος, επειδή αισθάνονται Αλβανοί".
Το μπάσκετ του Κοσόβου; "Γενικά είναι φανατικοί και εκδηλωτικοί. Με αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή. Είχα και τα αποτελέσματα, αλλά να πω την αλήθεια δεν περίμενα την αναγνώριση στο πρόσωπο μου σ' αυτό το βαθμό. Το πρόβλημα της ομάδας ήταν κυρίως ψυχολογικό πριν έρθω. Και φτάσαμε να κάνουμε 20 νίκες σε 20 παιχνίδια".
Μετά από λίγο καιρό ήρθε και η πρόταση της αλβανικής ομοσπονδίας. "Ήμουν επιφυλακτικός γιατί είχαν να πάρουν μέρος τρία χρόνια σε επίσημο επίπεδο. Αγωνιστικά υπάρχουν αρκετοί παίκτες διασκορπισμένοι στην Ευρώπη. Το επίπεδο τους μπορώ να πω ότι είναι καλό. Δεν είναι βέβαια τόσο ώστε να προκριθούν στην τελική φάση, καθώς στον όμιλο μετέχουν η Γεωργία και το Μαυροβούνιο, αλλά είναι καλό. Η βάση της ομάδας θα είναι παίκτες από το εξωτερικό και ορισμένοι ταλαντούχοι νεαροί από την εγχώρια λίγκα. Ο στόχος είναι μακροπρόθεσμος και στο μέλλον θα δουλέψω και με τις μικρές Εθνικές".
Με βλέπουν ως τον προπονητής τους όχι ως ξένο
Ένας Ελληνοκύπριος στην εθνική Αλβανίας; "Δεν έπαιξε ρόλο αυτό. Το μπάσκετ το αφήνω έξω από πολιτικές καταστάσεις. Είναι η ζωή μου, η δουλειά μου. Δεν θεωρώ ότι η πολιτική έχει σχέση με το μπάσκετ. Δεν το σκέφτηκα ποτέ έτσι". Όσο για το πως τον αντιμετώπισαν; Ένιωσε περίεργες ματιές; Λοξά βλέμματα λόγω καταγωγής; Ούτε καν. "Ως λαός έχουν έντονο το εθνικιστικό στοιχείο, αλλά ξέρεις τι, αν θεωρήσουν ότι είσαι μαζί τους, σε βλέπουν σαν δικό τους. Εμένα με βλέπουν ως τον προπονητής τους, όχι ως ξένο".
Σε αυτό το σημείο ο Τόνι Κωνσταντινίδης κλέβει τη μπάλα και βγαίνει στον αιφνιδιασμό: "Μέχρι να φτάσω στο ξενοδοχείο στα Τίρανα άκουσα 15 Έλληνες να μιλάνε. Ρώτησα και έμαθα ότι υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις εκεί. Για να επιστρέψω στο σπίτι μου πηγαίνω οδικώς στη Θεσσαλονίκη. Εμείς έχουμε φτάσει σε σημείο να τσακωνόμαστε στα σύνορα και βλέπεις τους Σκοπιανούς να πηγαίνουν στη Χαλκιδική και τα καζίνο στα Σκόπια να είναι γεμάτα Έλληνες. Τι να λέμε τώρα; Στην Γευγελή όλες οι πινακίδες των αυτοκινήτων είναι ελληνικές.
Ο αθλητισμός έχει ξεπεράσει την πολιτική. Βλέπουμε για παράδειγμα Έλληνες να αγωνίζονται και να προπονούν στην Τουρκία. Πάνε αυτά πέρασαν. Τα διαχωρίζω. Για παράδειγμα φέτος με ρώτησαν σε μια συνέντευξη Τύπου για το ότι η Κύπρος δεν αναγνωρίζει το Κόσοβο. 'Δεν με ενδιαφέρει' τους είπα, 'μη με ρωτάτε για πολιτικά'. Εγώ είμαι, το εκτιμώ και το απολαμβάνω. Δεν μπορώ να λύσω τα προβλήματα του κάθε πολιτικού. Υπάρχει τόση υποκρισία στην πολιτική, που αρνούμαι να ασχοληθώ".
Ο αθλητισμός, εξάλλου, ήταν πάντα αξιοκρατικός. Κερδίζει ο καλύτερος. Αυτός που δουλεύει περισσότερο, ανεξαρτήτως χρώματος, ή προέλευσης. Το μπάσκετ έχει ρίξει εδώ και πολλά χρόνια τη δική του τάπα στον ρατσισμό. Τον φυλετικό και τον επαγγελματικό.