Δοκιμή του ολοκαίνουργιου MG3 Hybrid+ που θα αλλάξει την εικόνα της μικρής κατηγορίας
Η MG Motor συνεχίζει τις εκπλήξεις και φέρνει το νέο της μικρό μοντέλο, σε μια υβριδική έκδοση που έχει όλο το πακέτο προδιαγραφών και εξοπλισμού για να διεκδικήσει την κορυφή αλλά και την τιμή που δυνητικά θα το φέρει στην πρώτη θέση των πωλήσεων.
Αν πριν από λίγα χρόνια σας έλεγε κάποιος πως με κινητήρα ατμοσφαιρικό, 1,5 λίτρων χωρητικότητας, θα είχατε στη διάθεσή σας σχεδόν 200 άλογα σε ένα αυτοκίνητο του B Segment, τότε όλοι θα είχατε ένα λόγο για να θαυμάζετε το νέο αυτό δημιούργημα. “Τι σου είναι η τεχνολογία” θα ήταν το πρώτο πράγμα που θα ξεστόμιζε ο πιο “ψαγμένος” που θα άκουγε το παραπάνω.
Προφανώς και θα είχε δίκιο, αν μιλάμε για κάποια χρόνια -πάνω από δεκαετία- πριν. Ακόμα και σήμερα ωστόσο, παραμένει εντυπωσιακό το γεγονός καθαυτό και όσο το αναλύουμε, μια και πλέον το έχουμε μπροστά μας, τόσο πιο πολύ εντυπωσιαζόμαστε αλλά και ψάχνουμε με το μικροσκόπιο πλέον για να εντοπίσουμε κάποιο άξιο λόγου ψεγάδι. Και δεν υπερβάλλω καθόλου.
Η MG Motor έχει έρθει με πάρα πολύ φόρα και διάθεση να κάνει τη διαφορά, να προσφέρει ωραία προϊόντα στον Έλληνα καταναλωτή και να τιμήσει την εκατονταετή ιστορία της με τις Βρετανικές ρίζες. Από τον περασμένο Σεπτέμβριο που έκανε το επίσημο ντεμπούτο της στην Ελλάδα, έχει ήδη σημειώσει μερικές πραγματικά αξιοπρόσεκτες επιτυχίες, που καταδεικνύουν τόσο την αξία των μοντέλων της, όσο και την αναγνώριση αυτής από το καταναλωτικό κοινό.
Τιτάνιο ρόλο στη γρήγορη αποδοχή της μάρκας, έπαιξε και το γεγονός πως “πίσω της” είναι μια από τις σοβαρότερες επιχειρήσεις που ασχολούνται με το αυτοκίνητο στη χώρα μας. Ο Όμιλος Συγγελίδη δεν είναι καινούργιος παίκτης στο χώρο και με τα ικανότατα στελέχη του, μπορεί να κάνει τη διαφορά και η MG είναι η εταιρεία που προσφέρει και τα προϊόντα “πάρε- βάλε” για αλλεπάλληλο “σκοράρισμα”.
Το πολυαναμενόμενο MG3, το μικρότερο μοντέλο στη γκάμα της MG, ήρθε πλέον και στην Ελλάδα για να κάνει τη διαφορά. Με την πρώτη μας επαφή μαζί του, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής παρουσίασης είχαμε τη δυνατότητα να πάρουμε μια καλή γεύση από την πληρέστατη συνταγή. Τώρα όμως, μετά από τις πρώτες μας ημέρες μαζί του στο πλαίσιο της πρώτης μας δοκιμής, έχουμε μια κάπως πιο ολοκληρωμένη εικόνα.
Προφανώς και θα ακολουθήσουν κι άλλες δοκιμές και θα έχουμε κι άλλα να πούμε. Άλλωστε στο βραχυπρόθεσμο πλάνο της εταιρείας είναι να εισαχθούν κι άλλες εκδόσεις του μοντέλου. Προς ώρας όμως, έχουμε στη διάθεσή μας το MG3 στην κορυφαία του εκδοχή. Στην έκδοση Hybrid+ που θέλει (και μπορεί) να φέρει τα πάνω κάτω στο B Segment.
Μιλάμε για ένα μοντέλο που έρχεται και “στέκεται” στην καρδιά της δημοφιλούς για τη χώρα μας κατηγορία, με ένα πακέτο δυνατοτήτων και τεχνολογικού υπόβαθρου, που δεν μπορεί να αφήσει κανέναν από το “πάρκο” των υποψήφιων αγοραστών της κατηγορίας, ασυγκίνητο. Κατ’ αρχήν, έχει την εμφάνιση που μπορεί να προσελκύσει κόσμο κοντά του, μια και κρατά μια ισορροπία ανάμεσα στην “επιθετικότητα” και τη σπορ διάθεση των ακμών αλλά και την “ηρεμία” που εμπνέουν οι ίσιες επιφάνειες.
Τα φωτιστικά εμπρός και πίσω πλαισιώνουν τη συνολική αισθητική, που κρατώντας κάποια στοιχεία “οικογενειακού ύφους” από το αμιγώς ηλεκτρικό MG4, που έχοντας προσαρμοστεί στις διαστάσεις της μικρότερης κατηγορίας, θεωρούνται αρκετά κολακευτικά για το σύνολο. Όπως και στο εσωτερικό, όπου συναντάμε στοιχεία- απευθείας “μεταγραφή” από το MG4.
Τέτοιο είναι το τιμόνι με τις γωνίες, τις ιδιαίτερες λαβές αλλά και τους πολυδιακόπτες πάνω του. Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και οι οθόνες. Πίσω από το τιμόνι, εκείνη που παίζει το ρόλο του πίνακα των οργάνων με διαγώνιο 7,0 ιντσών και στη μέση του ταμπλό, με την οθόνη αφής και υψηλής ευκρίνειας των 10,25 ιντσών. Αμφότερες συμβάλλουν στη δημιουργία ενός “ψηφιακού περιβάλλοντος” που όπως προκύπτει, είναι ζητούμενο στη σύγχρονη αγορά.
Συμπληρωματικά, τα πολύ καλά σε ποιότητα υλικά που συναντά κανείς στο ταμπλό, έρχονται για να διαμορφώσουν μια εικόνα πολύ θετική. Πολλές οι θήκες για τα αντικείμενα, κάτι που σημαίνει έξυπνη εκμετάλλευση κάθε διαθέσιμου χώρου και καλή θέση οδήγησης, με μόνη έλλειψη τη δυνατότητα τηλεσκοπικής ρύθμισης του τιμονιού- κάτι που λίγο σε απασχολεί πρακτικά όμως, όταν έχεις κόσμο και στο πίσω κάθισμα.
Η ευρυχωρία της καμπίνας, φαίνεται από την πρώτη στιγμή πως αποτέλεσε σημείο “αναζήτησης” για το σχεδιαστικό τμήμα. Το MG3 προσφέρει καλούς χώρους για τέσσερις, ενώ δεν θα πει όχι και σε πέμπτο επιβάτη, με το διαθέσιμο για τις αποσκευές χώρο, να είναι 293 λίτρα έως το ύψος της εταζέρας (απλά ικανοποιητικός για τα δεδομένα των υβριδικών προτάσεων της αγοράς).
Τα πραγματικά ενδιαφέροντα (και ωραία) συμβαίνουν κάτω από το εμπρός καπό και όχι μόνο. Μιλάμε για την εφαρμοσμένη τεχνολογία στο MG3 Hybrid+ που έχει έρθει με πολλή φόρα να αμφισβητήσει τις κραταιές δυνάμεις των αυτοφορτιζόμενων (και όχι plug in) υβριδικών μοντέλων της αγοράς, στη συγκεκριμένη κατηγορία. Ο συνδυασμός του 1.500άρη βενζινοκινητήρα με δύο ηλεκτρικούς και μια μπαταρία 10,2 kWh, έτσι όπως έχει σεταριστεί στο MG3, δείχνει ειδυλλιακός.
Ο βενζινοκινητήρας των 1,5 λίτρων που λειτουργεί σε κύκλο Atkinson, μια συνηθισμένη επιλογή για υβριδικά σύνολα, αποδίδει ισχύ 102 ίππων και στην απόδοση αυτή, έρχονται να “προστεθούν” οι 136 ίπποι του ηλεκτροκινητήρα. Το σύνολο ολοκληρώνεται με μια γεννήτρια και μια μπαταρία 1,83 kWh, καθώς και με ένα αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων τριών σχέσεων- και όχι το σύνηθες CVT που βρίσκουμε σε άλλες εφαρμογές.
Το αποτέλεσμα της ισχύος που προσφέρεται στον οδηγό για εκμετάλλευση, είναι 195 ίπποι- τιμή κορυφαία για την κατηγορία. Η απόδοση αυτή είναι εξαιρετικά ομαλή. Με ιδιαίτερα πολιτισμένη λειτουργία και στα 5 modes (ηλεκτρικό, σε σειρά, συνδυαστικά, παράλληλα και με ένα mode ταυτόχρονης φόρτισης της μπαταρίας), χαμηλό επίπεδο θορύβου και δυνατότητες ιδιαίτερα χαμηλών απαιτήσεων σε καύσιμο, το σύνολο είναι εντυπωσιακό.
Η επιτάχυνση από στάση έως τα 100 χλμ./ώρα, ο κατασκευαστής λέει πως διαρκεί 8,0 δευτερόλεπτα αλλά αυτό που πραγματικά εντυπωσιάζει, είναι οι εν κινήσει επιταχύνσεις. Εκεί “λάμπει” με την παρουσία του και το κιβώτιο με τις τρεις σχέσεις. Ειδικά από τα 80 έως τα 120, το MG3 μοιάζει να αποδίδει ακόμα περισσότερους ίππους από όσους αναφέρονται ως συνδυαστική ισχύς του συνόλου.
Το τιμόνι είναι όσο “φλύαρο” πρέπει σε ότι έχει να κάνει με την ενημέρωση του οδηγού, ενώ όντας ακριβές, δίνει τον απαραίτητο “πόντο” στη συνολικά πολύ καλή εικόνα που δημιουργείται. Τα φρένα είναι αποδοτικά, με τους δίσκους σε όλους τους τροχούς να κοντρολάρουν με συνέπεια ακόμα και μετά από σκληρή χρήση, τα 1.285 κιλά του απόβαρου.
Η ανάρτηση, δίνει πολύ “χώρο” στην άνεση των επιβατών και αποδεικνύεται σχεδόν Γαλλική, όταν της προκύπτει να διαχειριστεί “κατσαρό” οδόστρωμα και κάμποσες κακοτεχνίες- πράγμα πολύ συνηθισμένο στην επικράτεια. Είναι τόσο “στρογγυλές” οι αντιδράσεις του συνόλου, (ενισχύονται και από τα ελαστικά με τις "γήινες" διαστάσεις 195/55 και το μπόλικο προφίλ, που φιλοξενούνται σε 16άρες ζάντες) που σε κάνει να απορείς για το αν όντως η πίσω ανάρτηση βασίζεται σε ημιάκαμπτο όπως λένε τα τεχνικά χαρακτηριστικά του εργοστασίου.
Ίσως να υπάρχει χώρος για fine tuning προκειμένου να εξαλειφθεί μια ασάφεια που έρχεται στο προσκήνιο όταν ο οδηγός πιέσει, μια και έχει 195 ίππους στη διάθεσή του, αλλά ο μέσος όρος της αποδοτικότητάς της, παραμένει υψηλός μια και δεν έχουμε να κάνουμε με σπορ κατασκευή. Ούτως η άλλως, το σύνολο λειτουργεί με γνώμονα την καλύτερη δυνατή διαχείριση της ενέργειας, οπότε και οι τακτικές αναζητήσεις των επιδόσεων -θα πρέπει να- περνούν σε δεύτερη μοίρα.
Οι ενδείξεις της κατανάλωσης καυσίμου, είναι ενδεικτικές της καλής προσπάθειας που έχει γίνει στον τομέα, μια και τα 4,4 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα που αναφέρει ο κατασκευαστής, δεν είναι επίδοση που απέχει από την πραγματικότητα. Στα αναγνωριστικά χιλιόμετρα που κάναμε με το αυτοκίνητο εδώ στο SPORT24, ο δείκτης έμεινε κολλημένος σε τιμές πέριξ των 5,0 λίτρων για κάθε 100 χιλιόμετρα απόστασης.
Αυτό σημαίνει πως παρά το σχετικά μικρό ρεζερβουάρ (36 λίτρα), το MG3 έχει θεωρητικά την ικανότητα να διανύσει μια απόσταση 720 χιλιομέτρων μέχρι να “μείνει” όταν ξεκινήσει γεμάτο. Καθόλου άσχημα. Τώρα, σε ότι έχει να κάνει με τον εξοπλισμό του μοντέλου, το MG3 ξεκινά την εμπορική του πορεία με την “καλή” του έκδοση, με το υβριδικό σύνολο, οπότε μοιάζει εύλογο το ότι είναι πλήρες από κάθε άποψη.
Ιδιαίτερα περήφανη η εταιρεία για την τεχνολογία MG Pilot που περιλαμβάνει 11 συστήματα υποβοήθησης για τον οδηγό (συστήματα προειδοποίησης για αναχώρηση από τη λωρίδα κυκλοφορίας, προειδοποίηση για την προσέγγιση του προπορευόμενου, αυτόματο φρενάρισμα, κλ.π.). Πέραν αυτών, είναι εντυπωσιακή και η ύπαρξη της κάμερας 360 μοιρών, που ενεργοποιείται και όταν ο οδηγός θέλει να στρίψει προς μια κατεύθυνση, δίνοντας τη δυνατότητα κατόπτευσης του περιβάλλοντα χώρου.
Χάρη στο προηγμένο λογισμικό, ο οδηγός μπορεί να δει στην κεντρική οθόνη όλη την περίμετρο του αυτοκινήτου και να ελέγξει για εμπόδια, απλά μετακινώντας με το δάχτυλο το σημείο του ενδιαφέροντος πάνω στην οθόνη. Σημαντική -στις μέρες μας- είναι και η ύπαρξη της εφαρμογής iSmart που δίνει πρόσβαση στον απομακρυσμένο έλεγχο του αυτοκινήτου και της κατάστασης αυτού.
Όλα τα παραπάνω, ακούγονται -και είναι- πολύ εντυπωσιακά για ένα νέο “παίκτη” στη δημοφιλέστερη κατηγορία αυτοκινήτων της Ελληνικής αγοράς. Το MG3 είναι ένα πλήρες, καλοφτιαγμένο και ικανό για περισσότερα από όσα θα μπορούσε να ζητήσει κανείς σε αυτό το Segment της αγοράς. Εκεί που έρχεται η συμβολή της αντιπροσωπείας να βάλει το κερασάκι στην τούρτα, είναι στην τιμή.
Όπως προείπαμε, με το MG3 στην κορυφαία του έκδοση με το υβριδικό σύνολο να “κάνει πλάκα” στον ανταγωνισμό με τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και την αποτελεσματικότητά του αλλά και το εντυπωσιακό πακέτο εξοπλισμού, το ταμπελάκι των 19.950 ευρώ (μέχρι τέλος Ιουλίου- όσο διαρκεί και η περίοδος λανσαρίσματος δηλαδή) είναι ένα άκρως δελεαστικό στοιχείο από μόνο του.
Μετά τον Ιούλιο, υπολογίστε +500 ευρώ, όπου και πάλι το MG3 είναι σε πλεονεκτική θέση έναντι του ανταγωνισμού, έχοντας να “μαρκάρει” μόνο το στοιχείο της “νέας” εταιρείας απέναντι σε έναν ανταγωνισμό με “βαριές υπογραφές”, αναγνωρισμένης αξίας. Σε αυτό το κομμάτι έρχεται και πάλι η αντιπροσωπεία να καλύψει, όντας μια από τις πιο ανεπτυγμένες στο χώρο. Προσφέροντας με την αγορά του αυτοκινήτου και το Triple 7 Care.
Είναι ένα ακόμα συγκριτικό πλεονέκτημα που προορισμό του έχει να υποστηρίξει το νέο κάτοχο, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Σε αυτό το πρόγραμμα που η αντιπροσωπεία προσφέρει χωρίς επιβάρυνση στην τιμή του αυτοκινήτου, περιλαμβάνονται τόσο η εργοστασιακή εγγύηση των 7 ετών (ή 150.000 χλμ.), όσο και η 7ετής οδική βοήθεια αλλά και ο 7ετής δωρεάν έλεγχος των κυριότερων συστημάτων του αυτοκινήτου.
Κάπως έτσι ολοκληρώνεται μια πραγματικά εντυπωσιακή εικόνα, σε ένα περιβάλλον αγοράς, που τείνει να έχει χάσει την επαφή με την Ελληνική οικονομική πραγματικότητα. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο το MG3 έχει κερδίσει με το “καλημέρα” την εκτίμηση όλων όσοι έχουν το κριτήριο να “ζυγίσουν” τις επιλογές και να επιλέξουν την πλέον συμφέρουσα για την τσέπη τους.
Η εντυπωσιακή (επαν)είσοδος της MG στην Ελληνική αγορά, όπως όλα δείχνουν, συνεχίζεται με το ίδιο μοτίβο μια και τα μοντέλα που παρακολουθούμε και έρχονται (εν αναμονή και του πολύ εντυπωσιακού Cyberster) έχουν όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που μπορούν να τα βάλουν στο στόχαστρο κάθε ενδιαφερόμενου για αγορά αυτοκινήτου ανά κατηγορία.
Τεχνικά χαρακτηριστικά του MG3 Hybrid+
Κινητήρας (κ.εκ.): 1.498, 4κύλινδρος
Συνδυαστική ισχύς υβριδικού συστήματος (ίπποι): 195
Συνδυαστική ροπή υβριδικού συστήματος (Nm): 425
Μετάδοση: Στους εμπρός τροχούς
Κιβώτιο: Αυτόματο 3 σχέσεων
Επιτάχυνση 0-100 χλμ./ώρα (δευτερόλεπτα): 8,0”
Τελική ταχύτητα (χλμ./ώρα): 170
Μέση κατανάλωση εργοστασιακή (λίτρα/100 χλμ.): 4,4
Εκπομπές CO2 (γρ./χλμ.): 100
Διαστάσεις (ΜxΠxY σε χιλιοστά): 4.113x1.797x1.502
Μεταξόνιο (σε χιλιοστά): 2.570
Βάρος (κιλά): 1.285
Χώρος αποσκευών (λίτρα): 293
Τιμή: Από 19.950 ευρώ (μέχρι τέλος Ιουλίου)