Δοκιμή του Volkswagen Amarok στην κορυφαία έκδοση 3.0 TDI V6
Κάτω από το ακόμη πιο εξευγενισμένο της περίβλημα, η δεύτερη γενιά του Volkswagen είναι μεγαλύτερη, ισχυρότερη και ικανότερη εκτός δρόμου. Οδηγούμε την κορυφαία του έκδοση με το τρίλιτρο, εξακύλινδρο μοτέρ V6 diesel των 240 ίππων.
Το πρώτο Volkswagen Amarok του 2010 ήταν ένας από τους τετράτροχους και σωματώδεις κήρυκες που διαλαλούσαν ότι το αυτοκίνητο που τα παλιά χρόνια γνωρίζαμε ως «αγροτικό» άλλαζε: το Pick-up έπαυε πλέον να είναι η παλιά καλή «καρότσα» μόνο των σκληρών χειρονακτικών εργασιών, και μεταμορφωνόταν σε κάτι άλλο.
Έπαιρνε τη μορφή ενός εναλλακτικού προσώπου του σύγχρονου lifestyle, όπου όλο και λιγότερα πράγματα γίνονται χειρονακτικά: τη μορφή ενός μεγάλου και πολυτελούς SUV, στάνταρ με δεύτερη σειρά καθισμάτων πια, στην οποία προσέθετε απείρως μεγαλύτερες δυνατότητες μεταφοράς αντικειμένων και ασύγκριτες με -σχεδόν- οποιουδήποτε SUV εκτός δρόμου ικανότητες.
Ήταν κάτι διαφορετικό από τη μορφή που έχουν τα μεγάλα Pick-up στην ανθηρή τους αγορά των ΗΠΑ, όπου διαγράφουν αμύθητη εμπορική επιτυχία βασισμένα στην παχιά, ανόθευτη αμερικανική αυτοκινητική ματσίλα. Τα RAM και Ford F-150 και Chevy Silverado δεν θα είχαν καμία τύχη στη δική μας ήπειρο. Εδώ έπρεπε ένα Pick-up να είναι κάτι άλλο.
Έπρεπε, κατά βάση, να είναι ένα SUV. Κι αν ήταν ένα SUV, μετά ας ήταν κι ό,τι άλλο ήθελε. Θα προοριζόταν για ανθρώπους που θέλουν τους χώρους και τις off-road δυνατότητές του όχι μόνο για επαγγελματικούς σκοπούς, αλλά και για τόσους και τόσους μέσο-μεγαλο-αστούς με «ανησυχίες ελεύθερου χρόνου».
Σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να χαθούν οι ανέσεις: η ευρυχωρία στο εσωτερικό, η ποιότητα της κύλισης στην άσφαλτο κι η ηχομόνωση στο ταξίδι, οι ψηφιακές εφαρμογές και συνδεσιμότητες, όλα αυτά. Αυτή ήταν η κατεύθυνση που πήρε εκείνο το πρώτο VW Amarok, όπως και το Nissan Navara, όπως και το Ford Ranger - όπως και ακόμη περισσότερο οι νέες γενιές όλων αυτών.
Παρόλα αυτά, τα μετασχηματισμένα αυτά Pick-up στην Ευρώπη εξακολουθούν να βρίσκονται σε μια εμπορική ακροβασία. Η Mercedes αποφάσισε να βάλει τέλος στην παραγωγή της δικής της X-Class το 2020 -τρία χρόνια μετά την έναρξή της- και η αλήθεια είναι ότι μάλλον λίγοι περίμεναν ότι η Volkswagen θα προχωρούσε το Amarok και σε δεύτερη γενιά.
Και πιθανότατα δεν θα το έκανε αν δεν αποφάσιζε να συνεργαστεί με τη Ford. Το Amarok μοιράζεται το ίδιο δάπεδο, κιβώτιο και άλλα με το νέο Ranger -στο οποίο η εταιρεία του μπλε οβάλ επενδύει σταθερά και βαρέως λόγω της επιτυχίας σε ΗΠΑ και Ευρώπη- και επίσης παράγεται και στο ίδιο εργοστάσιο, στη Νότια Αφρική. Κατά τα άλλα όμως, ο σχεδιασμός, τα μηχανικά μέρη, το στήσιμο και το εσωτερικό του νέου Amarok είναι της Volkswagen.
Σχεδίαση & χρηστικότητα
Η εταιρεία του Βόλφσμπουργκ, μέσα σε αυτό το κλίμα, προσάρμοσε όσο το δυνατόν περισσότερο το Amarok στα ευρωπαϊκά δεδομένα - αν και τα αμερικανικά του Ranger δεν παρεκκλίνουν και πολύ, σε αντίθεση με του Ford F-150.
Στο σχεδιασμό του ρύγχους εφάρμοσε τη δική της φιλοσοφία, με τα LED φωτιστικά σώματα (ή IQ. Light-LED Matrix όπως αυτή την -κορυφαία- έκδοση Aventura), το μεταλλικό οριζόντιο τρακτερωτό διαχωριστικό της γρίλιας και το σχήμα Χ που διαμορφώνει η ασημένια επιφάνεια που εκτείνεται από τα φώτα μέχρι το κάτω μέρος του προφυλακτήρα. Τα συνοδεύει με στοιχεία δυναμισμού όπως τους μεγάλους θόλους, τους τροχούς 21 ιντσών, τις ράγες οροφής και τα σκαλοπάτια στα μαρσπιέ.
Η δεύτερη αυτή γενιά του γερμανικού Pick-up έχει κατά 9,6 εκατοστά μεγαλύτερο μήκος (5,35 μ.) από το πρώτο Amarok και κατά 17,3 εκ. (!) μεγαλύτερο μεταξόνιο (3,27 μ.). Αυτό σημαίνει ότι είναι πιο ευρύχωρο, και προσφέρει και μεγαλύτερο χώρο φόρτωσης - που χωρά μια ευρωπαλέτα.
Κάθε πλευρά της καρότσας έχει από τρεις κρίκους πρόσδεσης και επίσης LED φωτισμό για τη νύχτα για να συγκρατούν φορτίο μέχρι και 400 κιλών. Συνολικά το νέο Amarok έχει ωφέλιμο φορτίο 1,19 τόνων, ελκτική ικανότητα 3,5 τόνων και μαζί με το ρυμουλκούμενο συνολική 6,5 τόνων. Προαιρετικά, ο χώρος φόρτωσης διαθέτει ηλεκτρικά συρόμενο κάλυμμα.
Μαζί με την αύξηση των χώρων, το εσωτερικό αναβαθμίστηκε κι άλλο σε ποιότητα και φινίρισμα, που αγγίζει premium δεδομένα, και συνοδεύεται από δύο ψηφιακές οθόνες: η κεντρική για τα πολυμέσα-πλοήγηση-συνδεσιμότητα είναι κάθετη με διάσταση 12 ιντσών, ενώ εκείνη του πίνακα οργάνων έχει διαγώνιο 12,3''. Και οι δύο χρησιμοποιούν τη νέα γενιά του λογισμικού της VW, με ασύρματα μάλιστα Android Auto και Apple CarPlay για τη σύνδεση του smartphone.
Κινητήρας
Η δεύτερη γενιά του Amarok διατίθεται με την επιλογή ανάμεσα σε δύο μοτέρ πετρελαίου: το 2.0 TDI 204 ίππων και το V6 3.0 TDI των 240 hp της δοκιμής αυτής. Πιο εντυπωσιακή όμως είναι η ροπή των 600 Nm, που κάνει την εμφάνισή της από τις 1.750 στροφές, η οποία δεν αφήνει το Amarok των 2,35 τόνων να «κρεμάσει» ποτέ, του δίνει δύναμη ακόμα και με πλήρες φορτίο, και το βοηθά να σημειώσει -άδειο- το sprint 0-100 km/h σε 8,8 δευτερόλεπτα.
Το μοτέρ έχει ρυθμιστεί άψογα με το αυτόματο κιβώτιο 10 σχέσεων που έχει υιοθετήσει από το Ranger: η εναλλαγή των σχέσεων γίνεται με τον απόλυτα σωστό χρονισμό, ανεπαίσθητα, χωρίς να διαταράσσει το ρυθμό της οδήγησης και ξεδιπλώνοντας τη ζωηράδα της ροπή σε όλο το φάσμα των χαμηλών και μέσων στροφών. Βεβαίως, ο οδηγός μπορεί να επιλέγει και μόνος του τις αλλαγές σχέσεων, αλλά αυτό δεν είναι και τόσο εύχρηστο.
Όπως είναι λογικό, δεδομένου του βάρους, η μέση κατανάλωση πετρελαίου είναι διψήφια. Στη δοκιμή μας κυμάνθηκε στα 10,7 lt/100km με αρκετά ήπια οδήγηση, και με λίγη παραπάνω προσπάθεια ίσως ο οδηγός πετύχει να την ρίξει κοντά στα 9,7 lt/100km στον αυτοκινητόδρομο - με τη βοήθεια και του άψογου σε λειτουργία Adaptive Cruise Control. Σε έναν ορεινό δρόμο ανεβαίνει πάνω από τα 12,5 λίτρα. Πάντως, η αλήθεια είναι πως με τα σημερινά δεδομένα του βενζινάδικου, το Amarok θέλει 140 ευρώ για να γεμίσει με 80 λίτρα diesel το ρεζερβουάρ του.
Στο δρόμο & εκτός
Το Amarok, όπως και όλα τα σύγχρονα του είδους, κάνει με τη νέα του γενιά άλλο ένα άλμα στην ποιότητα κύλισης μαζί με το αναμενόμενο στις εκτός δρόμου δυνατότητες. Το πάτημα στην άσφαλτο έχει τη βελούδινη αίσθηση ενός premium SUV, οι κακοτεχνίες του δρόμου φιλτράρονται με άνεση, ενώ την ίδια στιγμή η ανάρτηση (ΜακΦέρσον εμπρός, άκαμπτος πίσω) ελέγχουν τις κλίσεις του βαριού αμαξώματος στις στροφές με τρόπο που εμπνέει εμπιστοσύνη.
Το Amarok φυσικά είναι έξω τα «νερά» του στην πόλη, και σε αυτές τις περιπτώσεις -αλλά και στην χαλαρή κύλιση στον επαρχιακό- ο οδηγός επιλέγει από το Drive Mode Control της κονσόλας το οδηγικό προφίλ eco ή normal για περιορισμένη κατανάλωση στην καθημερινή οδήγηση.
Για τις περιπτώσεις φορτίου χρησιμοποιείται το προφίλ ρυθμίσεων Load/Trailer, ενώ όταν το τερέν δυσκολεύει υπάρχουν τρία διαφορετικά προφίλ: το Mud/Ruts για τη λάσπη, το Sand για την αμμώδη επιφάνεια και το Slippery για ολισθηρή άσφαλτο ή χώμα ή πάγο. Σε όλα αυτά τα τελευταία βοηθά η νέα γενιά της τετρακίνησης 4MOTION, το μπλοκέ πίσω διαφορικό και η απόσταση των 23,5 εκατοστών από το έδαφος.
Για αυτήν ο οδηγός έχει άλλες τέσσερις επιλογές, μέσω του περιστροφικού διακόπτη στην κονσόλα: τις 2L-4A-4H-4L. H 2L μεταδίδει την κίνηση στους πίσω τροχούς, η 4Α είναι η αυτόματη κατανομή και στους τέσσερις τροχούς αναλόγως της πρόσφυσης του καθενός, η 4Η μεταδίδει περιορισμένη ισχύ ενώ η 4L ενδείκνυται για τα σκληρά, βραχώδη, δύσβατα τερέν.
Είναι περιττό να πούμε πόσο ικανό είναι εκτός δρόμου το νέο Amarok. Σχεδόν ασταμάτητο, μάλιστα, αν του προσθέσει κανείς και χωμάτινα ελαστικά - με τους ανάλογους, φυσικά, συμβιβασμούς πρόσφυσης και θορύβου στην άσφαλτο.
Μάλιστα, με τη σμίκρυνση των προβόλων η γωνία προσέγγισης είναι τώρα 30°, η γωνία διαφυγής 26° και η γωνία ράμπας 21°, ενώ αυξήθηκε και η ικανότητα διάσχισης υδάτινου περάσματος από τα 50 στα 80 εκατοστά - νούμερα ενδεικτικά ότι όντως εκτός δρόμου το γερμανικό Pick-up βρίσκεται στα «νερά» του.
Συμπέρασμα
Το νέο Volkswagen Amarok ξεκινά από τις 48.200 ευρώ στη δίλιτρη diesel εκδοχή του και στην πρωταρχική έκδοση Style. Το τρίλιτρο αντίστοιχα ξεκινά από τις 55 χιλιάδες ευρώ, και στην κορυφαία αυτή εξοπλιστική έκδοση Aventura φτάνει τις 62,5 χιλιάδες ευρώ. Οι τιμές είναι σχετικά αναμενόμενες τόσο λόγω της ραγδαίας αύξησής τους στην ελληνική αγορά τα τελευταία χρόνια, όσο και βάσει των ικανοτήτων, της ποιότητας και του εξοπλισμού του Amarok.
Με εξαίρεση την καθημερινότητα στην πόλη που εκ των πραγμάτων δεν θα μπορούσε να καλύψει, δεν φαίνεται να υπάρχει κάτι άλλο που το Amarok να μην μπορεί να κάνει πολύ καλά για επαγγελματίες ή για ιδιώτες με ελεύθερο χρόνο - με την ποιότητα υλικών και κύλισης ενός SUV, με ευρύτατο εξοπλισμό και συνολικά 25 ηλεκτρικά συστήματα υποβοήθησης της οδήγησης.
Volkswagen Amarok 3.0 TDI V6 240 PS 4MOTION
Κινητήρας: 3.0 diesel, V6
Ισχύς: 240 PS/ 3.250 σ.α.λ.
Ροπή: 600 Nm/ 1.750-2.250 σ.α.λ.
Κιβώτιο ταχυτήτων: Αυτόματο 10 σχέσεων
Κίνηση: Στους τέσσερις τροχούς
0-100 km/h: 8,8 sec
Τελική ταχύτητα: 180 km/h
Μέση κατανάλωση (WLTP): 10,3 lt/100 km
Εκπομπές CO2: 270 g/km
Διαστάσεις: 5.350x1.910x1.884 mm
Διαστάσεις καρότσας: 1.651x1.227-1.584x525 mm
Ελκτική ικανότητα: 3.500 kg
Βάρος: 2.348 kg
Τιμή: από 55.000 € (3.0 TDI)