Formula 1 GP Γαλλίας: Στρατηγικός θρίαμβος του Φερστάπεν
Με οδηγική αρτιότητα ο Μαξ Φερστάπεν αξιοποίησε στο έπακρο την τολμηρή στρατηγική των δύο πιτ-στοπς της RBR και κέρδισε στο Πολ Ρικάρ, προσπερνώντας τον Λιούις Χάμιλτον στον προτελευταίο γύρο του αγώνα.
Η ευφυής νίκη του Φερστάπεν στο GP Γαλλίας, 7ο φετινό γύρο της Formula 1, αποτέλεσε την απάντηση της RBR με το ίδιο νόμισμα στην αντίστοιχη στρατηγική νίκη της Mercedes στη Βαρκελώνη φέτος - και με αυτήν ο Ολλανδός οδηγός αύξησε τη διαφορά του από τον Χάμιλτον στην κορυφή του πρωταθλήματος στους 12 βαθμούς.
Στον προτελευταίο, επίσης, γύρο του αγώνα ο Σέρχιο Πέρες πέρασε τον Βάλτερι Μπότας για να ανέβει στο τρίτο σκαλί του βάθρου – αφήνοντας τον Φινλανδό να ωρύεται στη ραδιοεπικοινωνία για τη στρατηγική του εμπρός πιτ-στοπ της Mercedes.
Σε έναν αγώνα που η υπερβολική φθορά των ελαστικών έπαιξε καίριο ρόλο, η McLaren βγήκε νικήτρια της μάχης πίσω από τις δύο κορυφαίες ομάδες, καθώς οι Λάντο Νόρις και Ντάνιελ Ρικιάρντο ακολούθησαν τις δύο κορυφαίες ομάδες μέσα στην εξάδα.
Το αντίθετο ακριβώς συνέβη με τη Ferrari, που δεν κατάφερε να μπει στη δεκάδα με τα γνωστά της προβλήματα διαχείρισης των ελαστικών στη συστοιχία γύρων του αγώνα – ειδικά σε έναν αγώνα με υπέρμετρη φθορά της γόμας. Αυτό, ωστόσο δεν μειώνει την είσοδο των Πιέρ Γκασλί, Φερνάντο Αλόνσο με τις Alpha Tauri και Alpine στη δεκάδα, ούτε της Aston Martin στη δεκάδα με τους Σεμπάστιαν Φέτελ και Λανς Στρολ.
Η εξέλιξη του αγώνα
Ο Φερστάπεν έχασε την πρωτοπορία του αγώνα με ένα λάθος και μια σύντομη έξοδο από την πίστα στην πρώτη στροφή. Για τους επόμενους 20 γύρους ακολουθούσε τον Χάμιλτον σε απόσταση περίπου 3-4 δευτερολέπτων, ενώ ο Μπότας παρέμενε σταθερά σε αρκετά κοντινή απόσταση από την RB-Honda του Ολλανδού.
Όταν ο Σαρλ Λεκλέρ και η Ferrari άνοιξαν τον 'χορό' των πιτ-στοπς στον 16ο γύρο, αυτό αλυσιδωτά επέφερε την κλήση για αλλαγή ελαστικών του Μπότας από τη Mercedes στον 17ο γύρο, και αμέσως μετά του Φερστάπεν από την RBR (για να καλυφθεί από το undercut του Μπότας). Ο Χάμιλτον απάντησε με τη σειρά του στον επόμενο γύρο (καθώς όλοι έβαλαν τη σκληρή γόμα), αλλά επέστρεψε στην πίστα απολύτως οριακά, στο δέκατο του δευτερολέπτο, πίσω από τον Μαξ.
Έτσι, ο Φερστάπεν ηγούνταν και πάλι στον αγώνα, αλλά με αφόρητη πίεση από τις Mercedes – λέγοντας πως «δεν είναι δυνατόν να κρατήσουμε αυτό το ρυθμό μέχρι τέλους». Έτσι, η RBR αποφάσισε να κάνει ό,τι είχε κάνει και η Mercedes με τον Χάμιλτον στο GP Ισπανίας: ένα απρόσμενο δεύτερο πιτ-στοπ, στον 33ο γύρο, που θα άφηνε στον Λιούις το δίλημμα αν πρέπει να μείνει στην πίστα με φθαρμένα ελαστικά και να είναι εύκολη λεία για τον Μαξ, ή να μπει για δεύτερο πιτ-στοπ και πάλι να πέσει δεύτερος.
Ο Χάμιλτον και η Mercedes επέλεξαν να παραμείνουν στην πίστα. Για τους επόμενους γύρους ο πρωταθλητής προσπάθησε να προφυλάξει τα ελαστικά του, για να έχει αρκετή γόμα να αμυνθεί στο τέλος, καθώς ο Φερστάπεν με τη σαφώς πιο φρέσκια μέση γόμα μετά το δεύτερο πιτ-στοπ του μείωνε ραγδαία τη διαφορά των περίπου 18 δευτερολέπτων από την κορυφή.
Στον 44ο από τους 53 γύρους ο Φερστάπεν έφτασε τον Μπότας και τον πέρασε με άνεση, στην οποία συνέβαλλε και ένα μικρό λάθος του Φινλανδού στα φρένα που τον έστειλε εκτός γραμμής – κι έτσι ο Ολλανδός ξεκίνησε την καταδίωξη του Χάμιλτον. Η διαφορά των δύο φάνηκε να μένει σταθερή 5 γύρους πριν το τέλος, στα 5 δευτερόλεπτα, αλλά από ό,τι φάνηκε αργότερα ο Φερστάπεν απλώς προστάτευε τα ελαστικά του, για να επιτεθεί στο τελείωμα.
Στο τέλος του 50ού γύρου ο Μαξ είχε πια φτάσει στο κιβώτιο ταχυτήτων της Mercedes, και με τη χρήση του DRS κατάφερε να περάσει τον Βρετανό στην πρώτη του κιόλας προσπάθεια, στη στροφή 8, με πολλή περισσότερη άνεση από ό,τι θα περίμενε κανείς. Δεδομένου ότι το πέτυχε μετά την ευθεία Mistral, ήταν και μια επιβεβαίωση του ρίσκου της RBR να αγωνιστεί στη Γαλλία με ρυθμίσεις χαμηλότερης άντωσης, και συνεπώς αεροδυναμικής αντίστασης.
Ο Σέρχιο Πέρεθ, αμέσως μετά τη νίκη του στο Μπακού, έφερε άλλο ένα βάθρο για την RBR. Περνώντας στο τέλος τον Μπότας, με ίδια στρατηγική (ενός πιτ-στοπ) μεν αλλά με λίγο πιο φρέσκα ελαστικά, διεύρυνε τη διαφορά της RBR από τη Mercedes στο πρωτάθλημα κατασκευαστών στους 36 βαθμούς.