Φάκελος αποκλεισμός: Τα αίτια της αποτυχίας του Ολυμπιακού
Οι τραυματισμοί, τα στοιχήματα τα Σφαιρόπουλου που δεν βγήκαν, ο "γήινος" Σπανούλης, η χημεία της ομάδας που κλονίστηκε, τα λάθη και η καθίζηση στα εκτός έδρας στο TOP-16. Γράφει ο Νότης Ψιλόπουλος.
Ύστερα από 11 χρόνια συνεχής παρουσίας στα προημιτελικά της Euroleague, μετρώντας τέσσερις τελικούς επιπέδου Final-Four την τελευταία τετραετία και δύο κατακτήσεις τίτλων, ο Ολυμπιακός αποκλείστηκε από την φάση του TOP-16. Και όταν έχεις σημειώσει όλες αυτές τις τεράστιες επιτυχίες τα τελευταία χρόνια, η φετινή σεζόν χαρακτηρίζεται δικαιολογημένα ως μία μεγάλη ευρωπαϊκή αποτυχία για τους Πειραιώτες, οι οποίοι έφτασαν στο σημείο να δίνουν το τελευταίο τους παιχνίδι στον όμιλο μη έχοντας ελπίδες για το "εισιτήριο" στα προημιτελικά. Για ποιον λόγο όμως έφτασαν οι "ερυθρόλευκοι" σε αυτό το σημείο; Το Sport24.gr και το Euroleague Greece, αναλύει το "μαύρο κουτί" του αποκλεισμού.
Η απώλεια του Γιανγκ και το... σίριαλ
Ο Ολυμπιακός το περασμένο καλοκαίρι ήθελε να συνεχίσει για μία ακόμη σεζόν με δύο αθλητικούς και δυναμικούς σέντερ, ώστε κυρίως εκείνοι να μοιράζονται τον χρόνο μεταξύ τους στην θέση "5". Έφυγε ο Μπράιαντ Ντάνστον και ήρθε στην θέση του ο Πάτρικ Γιανγκ, ο οποίος μέχρι και πριν να τεθεί νοκ-άουτ λόγω τραυματισμού, αποτελούσε έναν από τους καλύτερους παίκτες των "ερυθρολεύκων" σε άμυνα και επίθεση. Η συνεισφορά του ήταν μεγάλη στο παιχνίδι της ομάδας και όσο ο χρόνος προχωρούσε, τόσο και εξοικειωνόταν περισσότερο στην φιλοσοφία των Πειραιωτών, με τους Πρωταθλητές Ελλάδας να τρίβουν τα χέρια τους από ικανοποίηση για το... ανήμερο θεριό με το οποίο ενίσχυσαν την ρακέτα τους.
Όμως, ο σοβαρός τραυματισμός του τον Νοέμβρη (ρήξη χιαστών, εκτός για όλη την σεζόν) δημιούργησε ένα μεγάλο κενό, καθώς έχασαν ένα βασικό και σημαντικό μέλος του ροτέισον, ο οποίος έκανε την διαφορά στα παιχνίδια της ομάδας (10.8π, 71.4%-δ, 5ρ, 1.2 κλ, 2.6 μπλοκ ανά παιχνίδι) αξιοποιώντας τα πλούσια αθλητικά του προσόντα. Ήταν μία τεράστια αγωνιστική απώλεια για τον Ολυμπιακό, καθώς στερήθηκε έναν αμυντικό ογκόλιθο με μεγάλη ικανότητα στο παιχνίδι πάνω από την στεφάνη, όντας και λειτουργικός στο πικ-εν-ρολ, ένα play που αποτελεί εδώ και χρόνια τον βασικό τρόπο ανάπτυξης των "ερυθρολεύκων" στην επίθεση. Δίχως εκείνον, μόνο ο Χάντερ μπορούσε να ρολάρει μέσα στην ρακέτα. Και το πρόβλημα με την απουσία του Πάτρικ Γιανγκ μεγάλωσε ακόμη περισσότερο με τα λάθη που έγιναν στην προσπάθεια εύρεσης του αντικαταστάτη του.
Ο Σον Τζέιμς ήταν μία ικανοποιητική επιλογή. Δεν ήταν στα υψηλά στάνταρ που βρισκόταν στο παρελθόν, αλλά μπορούσε να δώσει συγκεκριμένα πράγματα, ερχόμενος μάλιστα από την Μπιλμπάο με την οποία είχε δείξει σημάδια αγωνιστικής αναγέννησης. Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος, όμως, που τον επέλεξε, δεν μπορούσε να τον εμπιστευτεί σε μεγάλο βαθμό, χρησιμοποιώντας τον σε ελάχιστα παιχνίδια, δίνοντας του μικρό χρόνο συμμετοχής. Κάποια στιγμή η υπομονή του παίκτη τελείωσε, ο αθλητής αντέδρασε (είχε αφήσει την Μπιλμπάο που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο, σημειώνοντας καλές εμφανίσεις), οι σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών "πάγωσαν" και ο Αμερικανός σέντερ αποχώρησε από το μεγάλο λιμάνι ύστερα από διάστημα ενός μήνα!
Και κάπου εκεί επικράτησε... κομφούζιο. Ο Ολυμπιακός, καταρχάς, πήρε ένα μεγάλο ρίσκο με την αποδέσμευση του Σον Τζέιμς, καθώς βρέθηκε και πάλι σε θέση να ψάχνει σέντερ (για την θέση του Γιανγκ) ώστε να ενισχύσει το ρόστερ του, με τις καλές και εφικτές επιλογές στην αγορά να είναι πλέον περιορισμένες και το μπάτζετ συγκεκριμένο. Ο Χακίμ Ουόρικ (που είναι περισσότερο "4άρι" και λιγότερο "5άρι") ήταν ξεκάθαρα μία λύση ανάγκης και ανακοινώθηκε στις 24 Φεβρουαρίου, στην... εκπνοή της μεταγραφικής περιόδου, με τον Ολυμπιακό, κατά την διάρκεια του TOP-16, να καθυστερεί βασανιστικά ώστε να βρει έναν αθλητικό σέντερ.
Ο Χακίμ Ουόρικ ήρθε δίχως ίχνος από ευρωπαϊκή εμπειρία και ήταν ξεκάθαρο πως θα χρειαζόταν αρκετό χρόνο ώστε να προσαρμοστεί στην ομάδα κάτι που φάνηκε και στην πράξη. Στα τελευταία ματς βρήκε κάπως τον ρυθμό του, αλλά πλέον ήταν αργά και το εύλογο ερώτημα είναι γιατί στον Πειραιά δεν προσπάθησαν να διαχειριστούν με καλύτερο τρόπο τον Σον Τζέιμς, γλιτώνοντας χρόνο και χρήμα, διατηρώντας παράλληλα και την επιθυμητή ηρεμία. Και αν τελικά ήταν μία τόσο κακή επιλογή ο Τζέιμς, ποιος παίρνει την ευθύνη για την επιλογή του; Και κάπως έτσι ο Οθέλο Χάντερ "έσκασε" προς το τέλος της σεζόν και η όλη αναστάτωση προφανώς και επηρέασε την χημεία και την ομοιογένεια της ομάδας.
Έχασε τον καλύτερο σουτέρ του
Ο Ολυμπιακός έδωσε 24 ματς στην Ευρώπη και ο Ματ Λοτζέσκι αγωνίστηκε μόλις στα 11. Ο καλύτερος σουτέρ των "ερυθρολεύκων" (αλλά και ένας από τους καλύτερους στην Ευρώπη) απουσίασε από τα 13 παιχνίδια της ομάδας και το γεγονός αυτό κόστισε στους Πειραιώτες. Υπήρχαν πολλά ματς που η ομάδα είχε ανάγκη το επιθετικό ρεπερτόριο του και κυρίως το αξιόπιστο περιφερειακό του σουτ, έχοντας ποσοστό 43% από τα 6.75 μέτρα. Η θετική του επανεμφάνιση κόντρα στην ΤΣΣΚΑ, απέδειξε περίτρανα το πόσο έλειψε από την αγωνιστική δράση των "ερυθρολεύκων", το πόσο τον είχε ανάγκη η ομάδα ειδικά στα τελευταία κρίσιμα παιχνίδια της.
Η ομάδα στερήθηκε φέτος έναν παίκτη που τον είχε περισσότερο ανάγκη από κάθε άλλη χρονιά, ώστε να έδινε την συνέπεια του στο σκοράρισμα, τόσο με τα τρίποντα του, όσο και με το παιχνίδι του κοντά στο καλάθι, αλλά και με την ικανότητα του να τελειώνει τις φάσεις στο ανοιχτό γήπεδο. Στα ματς που αγωνίστηκε ήταν εξαιρετικός, έχοντας συμμετοχή σε όλους του τομείς του παιχνιδιού (9.3π, 51.5%δ, 43.2%τρ, 3.6ρ, 2.6 ασ) της ομάδας. Ο Ολυμπιακός μέσα στην σεζόν, για περίπου τρεις μήνες, έχασε ουσιαστικά το "βασικό" του "3άρι", ένα από τα βασικά σημεία αναφοράς του στην επίθεση και παράλληλα ορισμένα από τα συστήματα της ομάδας δεν μπορούσαν να βγουν δίχως εκείνον.
Το ρίσκο στο "4" με Αγραβάνη-Τσαϊρέλη που δεν δικαίωσε τον Σφαιρόπουλο
Από το καλοκαίρι του 2011 που δημιουργήθηκε αυτή η ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού, έχοντας συγκεκριμένη φιλοσοφία και αγωνιστική νοοτροπία, βασίζεται στους ρόλους. Κάθε παίκτης που αποχωρεί είναι ένα κομμάτι του παζλ που χάνεται και οι Πειραιώτες καλούνται να το αντικαταστήσουν επάξια. Αρκετές φορές, ο εκάστοτε προπονητής, καλείται να πάρει και ρίσκα. Λογικό είναι. Άλλες φορές αυτά βγαίνουν και άλλες όχι. Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος, το περασμένο καλοκαίρι, έβαλε ένα μεγάλο στοίχημα. Δεν αντικατέστησε τον αποχωρήσαντα Μπρεντ Πέτγουεϊ και αποφάσισε να δώσει την θέση του δεύτερου πάουερ-φόργουορντ, πίσω από τον βασικό Γιώργο Πρίντεζη, στον Δημήτρη Αγραβάνη (στον οποίο πίστεψε πάρα πολύ), έχοντας ως τρίτη λύση τον Μιχάλη Τσαϊρέλη. Ποσοτικά, οι "ερυθρόλευκοι" είχαν τρία "4άρια" στο ρόστερ τους. Ποιοτικά, όμως, θα μπορούσαν να βγάλουν επάξια την σεζόν; Αυτό ήταν το μεγάλο ερώτημα.
Ο Γιώργος Πρίντεζης, φέτος, έκανε την χρονιά ζωής του, όντας ο MVP του Ολυμπιακού στην τρέχουσα σεζόν (14.1π, 56.1%-δ, 5.5ρ), πραγματοποιώντας καταπληκτικές εμφανίσεις, ενώ χαρακτηρίστηκε δικαίως και ως το κορυφαίο "4άρι" της Euroleague. Οι επιλογές που υπήρχαν πίσω του όμως δεν δικαίωσαν τον Γιάννη Σφαιρόπουλο. Το ρίσκο που πήρε δεν του βγήκε. Ο Δημήτρης Αγραβάνης, τόσο λόγω νοοτροπίας, όσο και για αγωνιστικούς λόγους, δεν μπόρεσε φέτος να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις, οι δυνατότητες του Μιχάλη Τσαϊρέλη είναι περιορισμένες και ο ίδιος ο προπονητής από ένα σημείο και μετά δεν μπορούσε να τους εμπιστευτεί, φτάνοντας στο σημείο να "καθιερώσει" ως δεύτερο πάουερ-φόργουορντ στην ομάδα τον Ιωάννη Παπαπέτρου, ο οποίος είναι "3άρι".
Ο Ιωάννης Παπαπέτρου μπορεί να παίξει και στο "4", αλλά ακόμη δεν είναι απόλυτα έτοιμος για την θέση. Το τελευταίο διάστημα προσπαθούσε να προσαρμοστεί στον νέο του ρόλο, αλλά σε αρκετά ματς έδειχνε... έξω από τα νερά του, παλεύοντας να κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσε σαν "4άρι". Ενδεχομένως στο μέλλον να διαπρέψει σε αυτό το πόστο, αλλά αυτήν την στιγμή είναι ξεκάθαρο πως χρειάζεται χρόνο και παιχνίδια στα πόδια του ώστε να κάνει "κτήμα" του την θέση. Ας μην ξεχνάμε πως ξεκίνησε την καριέρα του ως γκαρντ, στο Κολέγιο του στις ΗΠΑ ανέβηκε στο "3" για πρώτη φορά (το 2012, στα 18 του) και ξαφνικά από περιφερειακός, μέσα στην φετινή σεζόν, κλήθηκε να παίζει μέσα στην ρακέτα σαν πάουερ-φόργουορντ αντιμετωπίζοντας μεγαλύτερα κορμιά. Δεν είναι εύκολο. Θέλει χρόνο. Και ας μην ξεχνάμε πως το περασμένο καλοκαίρι ξεκίνησε την σεζόν με την φιλοσοφία να αποτελεί το δεύτερο "3άρι" πίσω από τον Ματ Λοτζέσκι.
Άλλα έδινε ο Σλούκας, άλλα ο Στρόμπερι και εμφανίστηκε ο Όντομ
Το περασμένο καλοκαίρι αποχώρησε από την ομάδα ο Κώστας Σλούκας, ένας παίκτης με συγκεκριμένες δυνατότητες και χαρακτηριστικά. Ένας αξιόλογος γκαρντ με ικανότητα στο να αλλάζει τον ρυθμό, στο να σκοράρει, αλλά και στο να δημιουργεί. Εξαιρετικός στο πικ-εν-ρολ, καλός χειριστής της μπάλας, διαθέτοντας και αξιόπιστο περιφερειακό σουτ, όντας ο παίκτης πίσω από τον Βασίλη Σπανούλη. Σύμφωνα με το ροτέισον του Γιάννη Σφαιρόπουλου, ο αθλητής που τον αντικατέστησε ήταν ο Ντι Τζέι Στρόμπερι. Καλύτερος αμυντικός, πιο γρήγορος, αλλά λιγότερο ικανός σε επίθεση και οργάνωση και εν τέλει ένας παίκτης που είναι περισσότερο "3άρι" και λιγότερο "2άρι" και σε καμία περίπτωση χειριστής της μπάλας.
Ο Ντάνιελ Χάκετ στον "άσο" κάλυψε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την αποχώρηση του Όλιβερ Λαφαγιέτ, αλλά ο Ντι Τζέι Στρόμπερι, ο οποίος είναι καλός παίκτης, έδινε διαφορετικά πράγματα από αυτά που προσέφερε ο Κώστας Σλούκας. Και κάπου εκεί... χάθηκε (επίσης) η μπάλα. Λίγο στο "2" ο Γιάννης Αθηναίου (που ήταν τίμιος και θετικός για όσο έπαιξε, ειδικά στην επίθεση, προσφέροντας περισσότερα από τον αποχωρήσαντα Δημήτρη Κατσίβελη, γιατί στον ρόλο του ήρθε), λίγο στο "2" ο Ντι Τζέι Στρόμπερι και ξαφνικά τον Γενάρη έρχεται ο Ντάριους Τζόνσον-Όντομ για να δώσει ώθηση στο "2" κυρίως στο σκορ, αλλά και στην δημιουργία, σαν τον παίκτη πίσω από τον Βασίλη Σπανούλη. Στην απόκτηση του έπαιξε ρόλο και η προβληματική σεζόν (λόγω τραυματισμών και ιώσεων) του Ματ Λοτζέσκι και το προπονητικό-τιμ ήθελε έναν επιπλέον παίκτη στην περιφέρεια.
Τα τέσσερα "3άρια" και η "αναστάτωση" που επηρέασε την χημεία της ομάδας
Όλη αυτή η "αναστάτωση" στις θέσεις "2" και "4" επηρέασε την χημεία και την ομοιογένεια της ομάδας, ενώ φυσικά δημιουργήθηκε πρόβλημα τόσο στο "5" με τον αντικαταστάτη του Πάτρικ Γιανγκ (όπως αναφέραμε παραπάνω), όσο και στο "3", καθώς εκεί δημιουργήθηκε... μποτιλιάρισμα.
Κακά τα ψέμματα, όσο και αν θέλουμε να στρογγυλέψουμε τα πράγματα, όσο και αν ήταν στόχος του προπονητικού-τιμ η ομάδα να διαθέτει παίκτες που να παίζουν (σχεδόν) όλοι σε δύο θέσεις, ο Ολυμπιακός φέτος διαθέτει τέσσερα "3άρια" στο ρόστερ του: Ματ Λοτζέσκι, Ιωάννης Παπαπέτρου, Ντι Τζέι Στρόμπερι και Κώστας Παπανικολάου. Πως να χωρέσουν να παίξουν όλοι αυτοί;
Σωστά έπραξε η διοίκηση των "ερυθρολεύκων" στο να επαναφέρει στην ομάδα τον Κώστα Παπανικολάου, γιατί αποτελεί μέρος της ιστορίας αυτής της ομάδας, αλλά και σημαντικό μέλος του βασικού κορμού των επιτυχιών, ενισχύοντας παράλληλα το ελληνικό στοιχείο στο ρόστερ, κάνοντας επένδυση και για το μέλλον, αλλά αυτό είχε και την "αρνητική" του πλευρά, καθώς μεσούσης της σεζόν μαζεύτηκαν αρκετοί παίκτες για λίγες θέσεις.
Λόγω των συνεχόμενων προσθαφαιρέσεων, το ροτέισον του Ολυμπιακού άλλαξε αρκετές φορές κατά την διάρκεια της σεζόν, με τον Γιάννη Σφαιρόπουλο να δοκιμάζει συχνά διαφορετικές πεντάδες και σχήματα, με τους "ερυθρόλευκους" να προσπαθούν να προσαρμοστούν και να ταιριάξουν μεταξύ τους στα νέα δεδομένα. Αποτέλεσμα; Οι ισορροπίες στην ομάδα να κλονιστούν, η χημεία να ταραχθεί, κάποιοι παίκτες μπερδεύτηκαν (και άλλοι χάθηκαν) με τους ρόλους τους μέσα στο σύνολο και κάπως έτσι η ομάδα έφτασε στο σημείο να χάνει συνεχώς τον ρυθμό της. Οι "ερυθρόλευκοι" φέτος παρουσίασαν έλλειψη ομοιογένειας, κάτι που δεν συνέβη πέρσι, καθώς από την στιγμή που ο Έλληνας τεχνικός ήρθε στον Πειραιά τον Νοέμβρη του 2014 (όταν αντικατέστησε τον Γιώργο Μπαρτζώκα) στο ρόστερ δεν έγινε καμία αλλαγή και η ομάδα προχώρησε ως έχει έως το τέλος, έως και τον τελικό του Final-Four στην Μαδρίτη.
Ο "γήινος" Βασίλης Σπανούλης
Ο Βασίλης Σπανούλης είναι ο άνθρωπος που άλλαξε την μοίρα των "ερυθρολεύκων", ο μεγάλος ηγέτης του Ολυμπιακού και το παιχνίδι της ομάδας σε μεγάλο βαθμό βασίζοταν και βασίζεται σε εκείνον, τόσο οργανωτικά, όσο και εκτελεστικά. Την τελευταία πενταετία πραγματοποίησε συγκλονιστικές εμφανίσεις με τους Πειραιώτες, αποτελώντας έναν από τους κορυφαίους μπασκετμπολίστες της Ευρώπης, αν όχι ο καλύτερος. Υπήρχαν πολλά παιχνίδια που τα πήρε σχεδόν μόνος του, ήταν πάντα μπροστάρης στα δύσκολα, σε αρκετά ματς ήταν εκείνος που έκανε την διαφορά, έβαλε πολλά μεγάλα σουτ σε κρίσιμες στιγμές και οδήγησε τους "ερυθρόλευκους" σε τρεις τελικούς Final-Four τα τελευταία τέσσερα χρόνια, αλλά και στην κορυφή της Euroleague επί δύο συναπτά έτη, κατακτώντας τίτλους, διακρίσεις και βραβεία MVP, συνεισφέροντας τα μέγιστα σε σκορ και δημιουργία, αποδεικνύοντας την τεράστια κλάση του. Ένας θρύλος της Euroleague δεχόμενος δικαιολογημένα την αποθέωση από ολόκληρη την "γηραιά" ήπειρο.
Οι "εξωγήινες" εμφανίσεις του όμως φέτος μειώθηκαν και έγινε περισσότερο... γήινος. Η κούραση που του βγήκε από την συμμετοχή του στην Εθνική το περασμένο καλοκαίρι, οι μικροί τραυματισμοί που αντιμετώπισε μέσα στην σεζόν, το γεγονός πως οι αντίπαλοι συνεχίζουν να οργανώνουν μία ολόκληρη άμυνα πάνω του, αλλά και ο χρόνος που δεν χαρίζεται σε κανέναν (τον ερχόμενο Αύγουστο θα γίνει 34), επηρέασαν την απόδοση του, κάτι που αποτυπώνεται και στους αριθμούς, ειδικά στο κομμάτι της επίθεσης. Την σεζόν 2010-11 είχε 14.2 πόντους ( 50.9%-δ, 34.7%-τρ, 85.2%-β), την σεζόν 2011-2012 μέτρησε 16.7 πόντους ( 53.7%-δ, 38.6%-τρ, 82.7%β), την σεζόν 2012-2013 "έγραψε" 14.7 πόντους ( 46.3%-δ, 32.1%τρ, 78.2%-β), την σεζόν 2013-2014 είχε 15.1 πόντους ( 51.3%-δ, 34.4%-τρ, 73.8%-β), την σεζόν 2014-2015 μέτρησε 14.4 πόντους ( 46.9%-δ, 33.3%-τρ, 75.9%-β) και φέτος ήρθε η πτώση με 11.2 πόντους, έχοντας τα χαμηλότερα νούμερα στην καριέρα του ( 36.8%-δ, 26%-τρ, 70.6%-β) με τα "ερυθρόλευκα".
Το κάκιστο TOP-16, τα αμυντικά κενά και η ομάδα που ξέχασε να γυρνάει τα ματς
Ο Ολυμπιακός βρέθηκε όντως σε έναν δύσκολο και ανταγωνιστικό όμιλο με ισχυρές ομάδες στο TOP-16, αλλά αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία για την φετινή του αποτυχία, καθώς τερμάρισε στην 7η θέση με ρεκόρ 6 νίκες και 8 ήττες. Οι Πειραιώτες που τονίζουν πως το παιχνίδι τους ξεκινά από την άμυνα, στα εκτός έδρας παιχνίδια τους μπορούσε να σκοράρει όποιος αντίπαλος ήθελε, εμφανίζοντας μεγάλες αδυναμίες, μετρώντας 6 ήττες και μόλις 1 νίκη, στο χειρότερο τους TOP-16 ιστορικά, από την σεζόν 2012-2013 που υπάρχουν 8 ομάδες σε δύο γκρουπ.
Στη Μαδρίτη δέχτηκε 84 και έχασε. Στη Μόσχα δέχτηκε 92 και έχασε. Στη Βαρκελώνη δέχτηκε 82 και έχασε. Στο Μπάμπεργκ... αυτοκτόνησε και στη Μόσχα με τη Χίμκι; Οι Ρώσοι πέτυχαν 98 (!) πόντους. Ο αμυντικογενής Ολυμπιακός δέχτηκε 79 πόντους ανά παιχνίδι στο TOP-16, έχοντας την 9η άμυνα και εκτός έδρας είχε παθητικό 82.7 (!) πόντους. Οι εκτός προγράμματος ήττες από Μπάμπεργκ (μέσα-έξω) και Ζάλγκιρις ήταν αυτές που κόστισαν. Σε εκείνα τα τρία ματς χάθηκε ουσιαστικά η πρόκριση, με τους "ερυθρόλευκους" να χαραμίζουν τις εξαιρετικές τους εμφανίσεις στο ΣΕΦ απέναντι σε Λαμποράλ, Χίμκι, Μπαρτσελόνα και Ρεάλ.
Ένα από τα χαρακτηριστικά αυτής της ομάδας, ήταν πως ανέκαθεν σου έβγαζε μία σιγουριά και μία εμπιστοσύνη, πως εύκολα ή δύσκολα είχε τον τρόπο να γυρίσει ένα ματς. Χρειαζόταν μία καλή περίοδο, ένα καλό πεντάλεπτο για να βρει ρυθμό και έφερνε τα πάνω-κάτω. Τα παραδείγματα πολλά από το πρόσφατο παρελθόν και η ικανότητα του αυτή δημιουργούσε φόβο και τρόμο στον κάθε αντίπαλο. Σε Μαδρίτη, Βαρκελώνη, Κάουνας και Μόσχα, κάθε φορά που ο αντίπαλος ξέφευγε με διαφορά στο σκορ η ομάδα έδειχνε πως δεν είχε τις δυνάμεις να κάνει την ανατροπή. Παραδινόταν στον αντίπαλο, ειδικά σε κάθε δεύτερο ημίχρονο και η εικόνα αυτή ξένισε. Σε αυτό τον τομέα έπαιξε σημαντικό ρόλο και το κομμάτι της ενέργειας και οι "ερυθρόλευκοι" αρκετές φορές εμφάνισαν έλλειψη δυνάμεων και σημάδια κούρασης, με τρανό παράδειγμα το κρίσιμο ματς κόντρα στην Χίμκι στην Ρωσία.
Μεγαλύτερη έμφαση στην άμυνα, συχνά προβλέψιμος στην επίθεση και δεν έτρεξε όσο μπορεί στο ανοιχτό γήπεδο
Στο κομμάτι του σκοραρίσματος όμως, με εξαίρεση ορισμένα παιχνίδια, οι "ερυθρόλευκοι" παρουσιάστηκαν ιδιαίτερα προβλέψιμοι. Το "πικ-εν-ρολ" αποτελεί βασικός τρόπος ανάπτυξης των "ερυθρολεύκων", αλλά όταν αυτές οι συνεργασίες δεν μπορούσαν να βγουν, οι Πειραιώτες είχαν περιορισμένες εναλλακτικές λύσεις. Το ποστ-απ παιχνίδι του Πρίντεζη ήταν αυτό που κυρίως ξεχώρισε, με τον Έλληνα φόργουορντ να έχει αναγάγει σε... επιστήμη το παιχνίδι με πλάτη. Από εκεί και πέρα λίγα πράγματα.
Έχουμε αναφέρει και άλλες φορές, πως το γρήγορο τρανζίσιον παιχνίδι στο ανοιχτό γήπεδο, ύστερα από κάθε καλή άμυνα, αποτελεί σήμα κατατεθέν αυτής της ομάδας. Το να σκοράρει σε καταστάσεις αιφνιδιασμού αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της, βρίσκεται στο dna της, στο ένστικτο της. Ο Ολυμπιακός φέτος δεν έτρεξε όσο θα ήθελε και στράφηκε περισσότερο στο σετ-παιχνίδι, κάτι που επεδίωξε ο προπονητής από θέμα τακτικής, γεγονός που σε κάποια ματς κόστισε στους Πειραιώτες.
Χαμηλά ποσοστά στην επίθεση στο TOP-16, το πρόβλημα στο περιφερειακό σουτ και η έλλειψη δημιουργίας
Το αξιόπιστο περιφερειακό σουτ ήταν πρόβλημα για τον Ολυμπιακό φέτος, κάτι που φάνηκε σε αρκετά παιχνίδια του στο TOP-16. Με τη Ζαλγκίρις; Είχε 5/25 τρίποντα. Με τη Μπαρτσελόνα; Είχε 5/16. Με τη Μπάμπεργκ; Είχε 6/17. Με τη Χίμκι; Είχε 6/24. Το μόνο ματς που σούταρε πάνω από 40% ήταν αυτό με την ΤΣΣΚΑ, το οποίο πάλεψε στα ίσα (42%).
Όπως είχε αναφέρει και στην αρθρογραφία του ο Στέφανος Τριαντάφυλλος, για τα αίτια του εκτροχιασμού της φετινής ομάδας του Ολυμπιακού , είναι περιττό να μιλάμε αυτή την εποχή για τη σημασία του σουτ. Το έχουν πει όλοι οι προπονητές υψηλού επιπέδου, το δείχνουν εμπράκτως οι Σπερς και οι Ουόριορς, οι δύο καλύτερες ομάδες του πλανήτη, το επιβεβαιώνουν τα στατιστικά: οι τρεις ομάδες με το καλύτερο ρεκόρ ως τώρα στην Euroleague, είναι αυτές που σουτάρουν καλύτερα τη μπάλα. Δηλαδή η ΤΣΣΚΑ με 42%, η Φενέρμπαχτσε με 39% και η Λοκομοτίβ Κουμπάν με 37%.
Εύκολο να βρούμε τις διαφορές. Έφυγε ο Λαφαγιέτ (40%), ο Ντάρντεν (41% ποσοστό καριέρας στην Euroleague), ο Σλούκας (35%) και ο Πέτγουεϊ (33%), ενώ έχασε πάρα πολλά παιχνίδια και ο καλύτερος catch-n-shoot παίκτης της ομάδας, ο Ματ Λοτζέσκι (43%). Αντ αυτών ήρθαν υποστηρικτικοί περιφερειακοί παίκτες που δεν απειλούσαν απ' έξω. Ο Τζόνσον-Όντομ ευστοχεί σε ένα τρίποντο τα δύο ματς, ο Στρόμπερι ξεκίνησε τη σεζόν με 17% και τώρα έχει 25%, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Χάκετ διέψευσε τα περσινά του στατιστικά σε ότι αφορά το σουτ, έχοντας ένα πολύ αξιόλογο ποσοστό (39%).
Ο Ολυμπιακός στο TOP-16 είχε σε αρκετά παιχνίδια του πρόβλημα στο κομμάτι της ανάπτυξης, της συνεργασίας και των δημιουργιών. Ήταν η χειρότερη ομάδα (!) στο TOP-16 στις ασίστ στις εκτός έδρας αναμετρήσεις, μετρώντας μέσο όρο 13.7 και συνολικά 11ος με 15.8, με τον Βασίλη Σπανούλη να μοιράζει 5 (μέσο όρο) και τους υπόλοιπους να έχουν μικρή προσφορά στην δημιουργία. Πέρα από τον αρχηγό οι υπόλοιποι είχαν μικρή συμμετοχή σε αυτό το σημαντικό κομμάτι. Δεύτερος σε τελικές πάσες στο TOP-16 ήταν ο Ντάνιελ Χάκετ έχοντας 2.1 και τρίτος ο Βαγγέλης Μάντζαρης με 1.7, με τον Έλληνα γκαρντ να βιώνει στον όμιλο ένα παρατεταμένο ντεφορμάρισμα έως και την στιγμή που "ξύπνησε" από το παιχνίδι με την Ρεάλ και έπειτα.
Το πάθημα να γίνει μάθημα
Η αγωνιστική σεζόν δεν τελείωσε για τον Ολυμπιακό, ούτε και ήρθε η καταστροφή. Οι Πειραιώτες, πλέον, στρέφουν το βλέμμα τους αποκλειστικά στην Basket League ΣΚΡΑΤΣ. Στόχος τους η κατάκτηση του πρωταθλήματος και να κατακτήσουν τον συγκεκριμένο τίτλο για δεύτερη σερί σεζόν, κάτι που έχει να συμβεί από το μακρινό 1997, κλείνοντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την χρονιά.
Όπως δήλωσε εύστοχα ο Γιώργος Πρίντεζης στον SPORT24 RADIO 103,3, " κανείς δεν έχει συμβόλαιο με την επιτυχία ". Δεν γίνεται κάθε χρόνο να σημειώνεις υπερβάσεις, δεν είναι εφικτό κάθε σεζόν να κατατροπώνεις αντιπάλους με μεγαλύτερα μπάτζετ, δεν είναι εύκολο κάθε καλοκαίρι να αλλάζεις παίκτες και η ομάδα να συνεχίσει να έχει το ίδιο μέταλλο, την ίδια χημεία. Θα υπάρξουν και απώλειες, θα έρθουν και αποτυχίες. Αυτή η ομάδα του Ολυμπιακού, ειδικά τα τελευταία χρόνια, η αλήθεια είναι πως ανέβασε πάρα πολύ ψηλά τον πήχη και... καλόμαθε τον φίλαθλο κόσμο της στις μεγάλες επιτυχίες, κάνοντας να μοιάζει εύκολο και προσιτό το να συμμετάσχεις σε τελικό Final-Four. Δεν είναι όμως έτσι.
Το φετινό πάθημα θα πρέπει να λειτουργήσει ως ένα γερό μάθημα για τους Πειραιώτες. Μόνο έτσι θα βγουν κερδισμένοι από την φετινή αποτυχία. Διοίκηση, προπονητικό-τιμ, παίκτες, όλοι μαζί σαν οικογένεια, θα πρέπει με καθαρό μυαλό και ενότητα να κάνουν την αυτοκριτική τους, να αναγνωρίσουν τα λάθη τους και ο καθένας να αναλάβει τις ευθύνες που του αναλογούν στον τομέα του, ώστε η ομάδα του χρόνου να παρουσιαστεί καλύτερη, πιο δυνατή, πιο ώριμη, αλλά και σοφότερη από τον φετινό αποκλεισμό, ώστε να επιστρέψει στις ευρωπαϊκές επιτυχίες. Θα έρθει η ώρα όμως για όλα αυτά. Αυτήν την στιγμή προέχει για τους "ερυθρόλευκους" η κατάκτηση του πρωταθλήματος στην Ελλάδα.