Μακάμπι: Βρήκε τον δάσκαλό της
Η έλευση του Γιάννη Σφαιρόπουλου έχει μεταμορφώσει αμυντικά τη Μακάμπι Τελ Αβίβ, η οποία καταγράφει εντυπωσιακούς αριθμούς σε ό,τι έχει να κάνει με το πίσω μέρος του παρκέ. Το "stats don't lie" και η νέα φιλοσοφία.
Η έως τώρα πορεία της Μακάμπι Τελ Αβίβ (μα πολύ περισσότερο η εικόνα της) στην EuroLeague έχει σκορπίσει ενθουσιασμό στον κόσμο της "ομάδας του λαού" δεδομένου ότι πλέον μοιάζει ικανή να διεκδικήσει κάτι στη φετινή διοργάνωση. Το γεγονός άλλωστε πως απέχει από τα playoffs τα τελευταία χρόνια έχει πληγώσει σημαντικά το γόητρό της, έχει αλλοιώσει εν πολλοίς τον ρόλο της.
Η πρόσληψη του Γιάννη Σφαιρόπουλου την περσινή αγωνιστική περίοδο άλλαξε σημαντικά την εικόνα της, δεν έφτανε όμως για να έρθει το εισιτήριο για την οκτάδα. Το καλοκαίρι έγιναν σημαντικές αλλαγές, ο έμπειρος τεχνικός ανέλαβε την ευθύνη της οικοδόμησης του έμψυχου δυναμικού και παρουσιάζει στο παρκέ αυτό που έχει στο μυαλό του.
Μία φύσει επιθετική ομάδα (κυρίως λόγω ιδιοσυγκρασίας και κουλτούρας) έχει προοδεύσει σημαντικά στο πίσω μέρος του παρκέ. Η αφέλεια του πρόσφατου παρελθόντος έχει περιοριστεί αισθητά, η στόχευση και δυνατότητα αντίδρασης την ώρα του σαρανταλέπτου αποτελούν πλέον συνώνυμο της ισραηλινής ομάδας. Κάτι που άλλες εποχές έμοιαζε αδύνατο, πλέον είναι... ο κανόνας. Η Μακάμπι Τελ Αβίβ στηρίζεται στην άμυνά της, από αυτή δομείται το παιχνίδι και αποκτά τη δυνατότητα να επιβάλλει τον ρυθμό της.
Έξι αγώνες στην EuroLeague είναι ένα αρκετά ασφαλές δείγμα για να αποτυπωθεί ανάγλυφα η αλματώδης πρόοδος που έχουν κάνει οι κυανοκίτρινοι σε αυτό το κομμάτι. Η μεγάλη εικόνα αναφέρει ότι με τον Γιάννη Σφαιρόπουλο στον πάγκο, έχουν ρίξει σημαντικά το παθητικό τους σε σχέση με όσα είχαν δείξει μέχρι την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας από εκείνον (η καταγραφή ξεκινάει από την στιγμή που άλλαξε το σύστημα διεξαγωγής της διοργάνωσης, με τις ομάδες να δίνουν τριάντα αγώνες στη regular season).
Σταδιακά όμως, η ιστορία άλλαξε. Σε μεγάλο βαθμό με όσα έγιναν πέρσι από την στιγμή που ανέλαβε τα ηνία της ομάδας, για να φτάσουμε στο φετινό δείγμα που είναι εντυπωσιακό. Από τους 84.3 πόντους του 2017-'18, η Μακάμπι Τελ Αβίβ έπεσε στους 78.2 πέρσι (2018-'19). Όσο για φέτος; Το συγκεκριμένο νούμερο είναι πολύ χαμηλότερο, αφού η ισραηλινή ομάδα δέχεται 70.8 πόντους κατά μέσο όρο.
ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ
Βάσει φιλοσοφίας, ο Γιάννης Σφαιρόπουλος δίνει μεγάλη σημασία στη δουλειά που γίνεται στην άμυνα. Εκεί βασίζει το "χτίσιμο" του παιχνιδιού της ομάδας του, προκειμένου αυτή να βρει ρυθμό. Παρεμπιπτόντως, μια ομάδα σαν τη Μακάμπι Τελ Αβίβ, που παραδοσιακά διαθέτει περιφερειακούς με ικανότητα στο ανοιχτό γήπεδο και το παιχνίδι με την μπάλα στα χέρια, μπορεί να κερδίσει πάρα πολλά σε περίπτωση που βγάζει καλές άμυνες.
Το αμυντικό ριμπάουντ αυξάνει τις πιθανότητες για παιχνίδι στο ανοιχτό γήπεδο, επιτρέπει σε όλους να νιώσουν σημαντικοί και να κυνηγήσουν την εκτέλεση γρήγορα μέσα στα 24'' της επίθεσης. Γρήγορα, όχι βιαστικά. Αυτό βέβαια συνεπάγεται πως όλοι οι παίκτες έχουν το μυαλό τους στη δουλειά που γίνεται στο πίσω μέρος του παρκέ. Η αμέλεια και η αφέλεια ανήκουν στο παρελθόν, η σκληράδα και ο εγωισμός έχουν κάνει ένα βήμα μπροστά.
Γι αυτό κιόλας, η Μακάμπι Τελ Αβίβ έχει καταφέρει να ρίξει σημαντικά τους πόντους που δέχεται ανά κατοχή την τελευταία διετία. Από τους 0.967 της περσινής σεζόν, φτάσαμε στους 0.839 για φέτος.
Η ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΑ
Σε έξι αγώνες έως τώρα, μόνο μία φορά ο αντίπαλος της ισραηλινής ομάδας τα έχει πάει καλύτερα (σε επίπεδο παραγωγικότητας) απέναντί της, σε σχέση με τον μέσο όρο. Πρόκειται για τη Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία επιβλήθηκε των κυανοκίτρινων για τη δεύτερη αγωνιστική με το τρίποντο του Τζέισι Κάρολ. Ένα παιχνίδι το οποίο η "Βασίλισσα" τελείωσε με απολογισμό τον 1.000 πόντο ανά κατοχή -την ώρα που στα άλλα πέντε παιχνίδια έχει 0.950 ανά κατοχή.
Η απόκλιση που υπάρχει στα υπόλοιπα παραδείγματα προφανώς δεν είναι τυχαία, ούτε έχει να κάνει με ιδιαίτερες περιπτώσεις. Αντίθετα, όσα έγιναν στο WiZink Center της Μαδρίτης ουσιαστικά επιβεβαιώνουν τον κανόνα που λέει πως η Μακάμπι Τελ Αβίβ έχει φέτος -έως τώρα τουλάχιστον- την ικανότητα να ρίχνει τον μέσο όρο παραγωγικότητας και αποτελεσματικότητας του αντιπάλου.
ΣΤΟΧΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Προφανώς όλο αυτό δεν είναι τυχαίο, ούτε προκύπτει από παράγοντες που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν με αριθμούς. Η "ομάδα του λαού" παρουσιάζεται τόσο διαβασμένη και ικανή να εκμεταλλευτεί τα φυσικά προσόντα των παικτών της, που μοιάζει να εμπνέει μεγάλη σιγουριά για όσα γίνονται στο πίσω μέρος του παρκέ.
Από τη μία η στόχευση που υπάρχει σχετικά με τα "πρέπει" και "δεν πρέπει" της άμυνας, από την άλλη τα χαρακτηριστικά των παικτών. Ο Κουίνσι Έισι και ο Οθέλο Χάντερ αποκτήθηκαν για να "δέσουν" σε πρώτο χρόνο την άμυνα της ισραηλινής ομάδας. Δύο σκληρά παιδιά, που έχουν την ικανότητα να αμυνθούν τόσο σε ατομικό όσο και σε ατομικό επίπεδο. Από τη μία προστατεύουν τη ρακέτα, από την άλλη αποτελούν την ασπίδα των περιφερειακών.
Συγκεκριμένα, μετά από έξι αγώνες οι κυανοκίτρινοι έχουν καταφέρει να οδηγήσουν τους αντιπάλους τους σε νούμερα που απέχουν αρκετά από τον μέσο όρο τους -σε βασικές στατιστικές κατηγορίες. Ή, σε άλλες περιπτώσεις, να καταγράψουν season low.
Αναλυτικά οι αριθμοί στους οποίους υποχρέωσε τους αντιπάλους της η άμυνα της ομάδας του Γιάννη Σφαιρόπουλου:
Χίμκι: το δεύτερο χειρότερο TSR (True Shooting Ratio, δηλαδή ποσοστό σε δίποντα, τρίποντα και βολές) με 45.4% και χειρότερο ποσοστό στα σουτ δύο πόντων με 40.6%.
Ρεάλ Μαδρίτης: το χειρότερο εντός έδρας TSR με 46.5% (ενδεικτικά, απέναντι στη Φενέρμπαχτσε είχε 54% και κόντρα στην Άλμπα Βερολίνου τελείωσε με 55.6%), όπως επίσης το δεύτερο χειρότερο νούμερο στο πόντοι ανά σουτ εντός παιδιάς με 1.03 (πίσω από τους 0.83 που είχε στη βαριά εκτός έδρας ήττα από την Αναντολού Εφές).
Ερυθρός Αστέρας: το χειρότερο TSR με 40.8%, το χειρότερο νούμερο στους πόντους ανά σουτ εντός παιδιάς με 0.78 και τη χειρότερη αναλογία σε ασίστ ανά λάθη με 0.6.
Βαλένθια: το χειρότερο TSR με 37.5% (στις άλλες πέντε αναμετρήσεις είχε +40%) και το χειρότερο ποσοστό στα σουτ δύο πόντων με 33.3%, όπως επίσης το χειρότερο ORAT (πόντοι ανά εκατό κατοχές) με 78.8 πόντους. Παρεμπιπτόντως, στη Menora Mivtachim Arena η ισπανική ομάδα τελείωσε με 0.68 πόντους ανά σουτ, με επόμενη χειρότερη επίδοση αυτή της πρεμιέρας όταν απέναντι στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας έγραψε 0.86 πόντους ανά εντός παιδιάς προσπάθεια.
Φενέρμπαχτσε: το δεύτερο χειρότερο TSR με 38.5% και τη δεύτερη χειρότερη επίδοση σε πόντους ανά εντός παιδιάς σουτ με 0.87 -μόνο με τον Ερυθρό Αστέρα στην Kombank Arena τα πήγε χειρότερα η Φενέρμπαχτσε. Σε αυτά προσθέστε την καταγραφή του χειρότερου ποσοστού στα δίποντα για φέτος (26.5%), όπως επίσης την απογοητευτική επίδοση των 70.5 πόντων ανά εκατό κατοχές και των 0.6 ασίστ ανά λάθος -σε αμφότερες περιπτώσεις μιλάμε για τη χειρότερη φετινή επίδοση.
Ολυμπιακός: το δεύτερο χειρότερο ORAT με 73.9 πόντους ανά εκατό κατοχές και τη δεύτερη χειρότερη αναλογία σε ασίστ ανά λάθος με 0.9 -σε αμφότερες περιπτώσεις μοναδική πιο δυσμενής περίπτωση για τους ερυθρόλευκους ήταν η εντός έδρας αναμέτρηση με τη Ζενίτ, που ολοκληρώθηκε επίσης με ήττα.
Photo Credits: Eurokinissi