Ο Κόμπι και... οι άλλοι
Ο Κόμπι Μπράιαντ είναι το πρόσωπο της χρονιάς για τους Αμερικανούς. Τους προσέφερε την εξιλέωση
Με τον Τριαντάφυλλο έχουμε μια διαφωνία πάνω από 10 χρόνια. Τζόρνταν λέω, Κόμπι απαντάει. Μάλιστα, εκείνος, βγήκε και έγραψε πριν από κάνα χρόνο αν θυμάμαι καλά, ότι ο Μπράιαντ είναι καλύτερος του Be Like Mike, προκαλώντας αντιδράσεις σε όλο το διαδίκτυο. Βρήκε και αρκετούς υποστηρικτές, αλλά και περισσότερους επικριτές της άποψής του.
Ωστόσο, παρότι παραμένω αιώνιος fan του Μάικλ Τζόρνταν, όχι μόνο για όσα έκανε μέσα στο παρκέ, αλλά και για όσα πρέσβευε έξω από αυτό , φέτος κατάλαβα ότι μπορεί Τζόρνταν να μην υπάρξει ποτέ ξανά, αλλά πιθανόν να μην ξαναδούμε ούτε και κάποιον εφάμιλλο του αστέρα των Λος Άντζελες Λέικερς.
Ο Κόμπι το Μάιο του 2008 παρέλαβε το βραβείο του MVP για τη σεζόν 2007-08 από τον κομισάριο του Ντέιβιντ Στερν, ο οποίος τόνισε «το άξιζε, πραγματοποίησε μια ακόμη καταπληκτική χρονιά. Αλλά πλέον δεν με εκπλήσσει καθόλου. Το κάνει κάθε χρόνο». Όντως, τα τελευταία χρόνια ο Μπράιαντ παραμένει το σημείο αναφοράς σε ολόκληρο το ΝΒΑ, είτε παίρνει τίτλο είτε όχι.
Φέτος, οδήγησε τους Λέικερς στους τελικούς κόντρα στους μετέπειτα νικητές Μπόστον Σέλτικς, για πρώτη φορά μόνος του. Κι όταν λέμε μόνος του, εννοούμε χωρίς τον Σακίλ Ονίλ, το alter ego του (μόνο μέσα στο γήπεδο) στα χρόνια που οι Λιμνάνθρωποι αναβίωναν το showtime του Μάτζικ Τζόνσον και του Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ.
Και τώρα θα ρωτήσετε «γιατί κάθεσαι και γράφεις για τον Κόμπι και όχι για τον Πιρς ή τον Γκαρνέτ, που οδήγησαν τους Σέλτικς στο δαχτυλίδι του πρωταθλητή;». Γιατί, καλό το δαχτυλίδι, αλλά επειδή προτιμώ τα global επιτεύγματα, από τη φετινή χρονιά θα μου μείνει ο Κόμπι Μπράιαντ στο Πεκίνο και τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ο απόλυτος σταρ της διοργάνωσης. Όπου πήγαινε, οι Κινέζοι έτρεχαν για να τον δουν, να τον ακουμπήσουν, να ζητήσουν ένα αυτόγραφο.
Κι εκείνος το απολάμβανε, ζούσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες όπως πρέπει (παρακολουθώντας κι άλλα αθλήματα και όχι κλεισμένος σε ένα ξενοδοχείο σαν pop star) και έβλεπε με τα ίδια του τα μάτια την απήχηση που έχει σε όλον τον πλανήτη, την ώρα που το ΝΒΑ δεν είναι πια το talk of the Europe στην μπασκετική πιάτσα. Πλέον, αντί να λέμε ποιος Έλληνας θα πάει στο ΝΒΑ, μας απασχολεί ποιος σταρ του μαγικού πλανήτη θα έρθει από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ο Μπράιαντ στο Πεκίνο ήταν αυτό που έλειπε τα οκτώ προηγούμενα χρόνια από την αμερικανική ομάδα. Ήταν ο ηγέτης, ο άνθρωπος για τα δύσκολα, ο παίκτης ορόσημο μιας ομάδας που έψαχνε την εξιλέωση και προσπαθούσε να ξορκίσει θεούς και δαίμονες, σαν αυτούς που είχε βιώσει στο παιχνίδι του Μουντομπάσκετ με αντίπαλο τη δική μας Εθνική.
Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι από τον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων ανάμεσα στη USA Team και την Ισπανία, που κοίταξε στα μάτια τους Αμερικανούς. Όμως, ο Κόμπι Μπράιαντ στα κρίσιμα τελευταία λεπτά μίλησε, για να σιγήσουν οι άλλοι, όπως έδειξε χαρακτηριστικά με τη χειρονομία του. Όταν μετά είπε «το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι η σημαντικότερη στιγμή της καριέρας» μου, μας έπεισε ότι εκτός από καλύτερος μπασκετμπολίστας του πλανήτη είναι και αθλητής που ξέρει να ξεχωρίσει την ουσία από το θέαμα.
Τι; Αν θα έρθει στην Ελλάδα; Ας ελπίσουμε πως όχι. Μερικούς «θεούς» δεν είναι ανάγκη να τους βλέπουμε ανάμεσά μας, γιατί τους απομυθοποιούμε.
Ωστόσο, παρότι παραμένω αιώνιος fan του Μάικλ Τζόρνταν, όχι μόνο για όσα έκανε μέσα στο παρκέ, αλλά και για όσα πρέσβευε έξω από αυτό , φέτος κατάλαβα ότι μπορεί Τζόρνταν να μην υπάρξει ποτέ ξανά, αλλά πιθανόν να μην ξαναδούμε ούτε και κάποιον εφάμιλλο του αστέρα των Λος Άντζελες Λέικερς.
Ο Κόμπι το Μάιο του 2008 παρέλαβε το βραβείο του MVP για τη σεζόν 2007-08 από τον κομισάριο του Ντέιβιντ Στερν, ο οποίος τόνισε «το άξιζε, πραγματοποίησε μια ακόμη καταπληκτική χρονιά. Αλλά πλέον δεν με εκπλήσσει καθόλου. Το κάνει κάθε χρόνο». Όντως, τα τελευταία χρόνια ο Μπράιαντ παραμένει το σημείο αναφοράς σε ολόκληρο το ΝΒΑ, είτε παίρνει τίτλο είτε όχι.
Φέτος, οδήγησε τους Λέικερς στους τελικούς κόντρα στους μετέπειτα νικητές Μπόστον Σέλτικς, για πρώτη φορά μόνος του. Κι όταν λέμε μόνος του, εννοούμε χωρίς τον Σακίλ Ονίλ, το alter ego του (μόνο μέσα στο γήπεδο) στα χρόνια που οι Λιμνάνθρωποι αναβίωναν το showtime του Μάτζικ Τζόνσον και του Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ.
Και τώρα θα ρωτήσετε «γιατί κάθεσαι και γράφεις για τον Κόμπι και όχι για τον Πιρς ή τον Γκαρνέτ, που οδήγησαν τους Σέλτικς στο δαχτυλίδι του πρωταθλητή;». Γιατί, καλό το δαχτυλίδι, αλλά επειδή προτιμώ τα global επιτεύγματα, από τη φετινή χρονιά θα μου μείνει ο Κόμπι Μπράιαντ στο Πεκίνο και τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ο απόλυτος σταρ της διοργάνωσης. Όπου πήγαινε, οι Κινέζοι έτρεχαν για να τον δουν, να τον ακουμπήσουν, να ζητήσουν ένα αυτόγραφο.
Κι εκείνος το απολάμβανε, ζούσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες όπως πρέπει (παρακολουθώντας κι άλλα αθλήματα και όχι κλεισμένος σε ένα ξενοδοχείο σαν pop star) και έβλεπε με τα ίδια του τα μάτια την απήχηση που έχει σε όλον τον πλανήτη, την ώρα που το ΝΒΑ δεν είναι πια το talk of the Europe στην μπασκετική πιάτσα. Πλέον, αντί να λέμε ποιος Έλληνας θα πάει στο ΝΒΑ, μας απασχολεί ποιος σταρ του μαγικού πλανήτη θα έρθει από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ο Μπράιαντ στο Πεκίνο ήταν αυτό που έλειπε τα οκτώ προηγούμενα χρόνια από την αμερικανική ομάδα. Ήταν ο ηγέτης, ο άνθρωπος για τα δύσκολα, ο παίκτης ορόσημο μιας ομάδας που έψαχνε την εξιλέωση και προσπαθούσε να ξορκίσει θεούς και δαίμονες, σαν αυτούς που είχε βιώσει στο παιχνίδι του Μουντομπάσκετ με αντίπαλο τη δική μας Εθνική.
Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι από τον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων ανάμεσα στη USA Team και την Ισπανία, που κοίταξε στα μάτια τους Αμερικανούς. Όμως, ο Κόμπι Μπράιαντ στα κρίσιμα τελευταία λεπτά μίλησε, για να σιγήσουν οι άλλοι, όπως έδειξε χαρακτηριστικά με τη χειρονομία του. Όταν μετά είπε «το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι η σημαντικότερη στιγμή της καριέρας» μου, μας έπεισε ότι εκτός από καλύτερος μπασκετμπολίστας του πλανήτη είναι και αθλητής που ξέρει να ξεχωρίσει την ουσία από το θέαμα.
Τι; Αν θα έρθει στην Ελλάδα; Ας ελπίσουμε πως όχι. Μερικούς «θεούς» δεν είναι ανάγκη να τους βλέπουμε ανάμεσά μας, γιατί τους απομυθοποιούμε.