Οι κατοχές και ο χαμηλός ρυθμός στην EuroLeague
Ο ρυθμός των ομάδων της EuroLeague εν μέσω κορονοϊού και αυτοί που υποχρεώθηκαν να ρίξουν ταχύτητα. Το παράδειγμα της Μπαρτσελόνα και η αλλαγή φιλοσοφίας σε Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ και Ολυμπιακό. Γράφει ο Αλέξανδρος Τρίγκας.
Το πρώτο κομμάτι της EuroLeague έχει προχωρήσει με το θέαμα να παραμένει υψηλό, παρά τη μεγάλη αποχή εξαιτίας της πανδημίας. Η μακρά απουσία λόγω της πρόωρης ολοκλήρωσης της περσινής σεζόν έχει επηρεάσει τους παίκτες και τις ομάδες, η πλειοψηφία των οποίων παίζει μία ταχύτητα κάτω σε σχέση με πέρσι. Δεν είναι μυστικό άλλωστε πως όλοι χρησιμοποιούν το πρώτο δίμηνο της φετινής αγωνιστικής περιόδου ως έναν τρόπο για να ξαναβρούν ρυθμό και να οδηγήσουν το παιχνίδι τους στα επίπεδα που επιθυμούν, στο β' μισό της χρονιάς. Τότε που κρίνονται όλα.
Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΤΟΧΕΣ
Τη φετινή αγωνιστική περίοδο (αν και το δείγμα είναι σαφώς μικρότερο σε σχέση με τις προηγούμενες), παρατηρείται ο χαμηλότερος αριθμός κατοχών ανά σαράντα λεπτά αγώνα σε βάθος πενταετίας, από τότε δηλαδή που άλλαξε το σύστημα διεξαγωγής της EuroLeague. Συγκεκριμένα, ο μέσος όρος για κάθε ομάδα ανέρχεται στις 80.3 κατοχές, όταν πέρσι έφτανε στις 81.6 κατοχές.
Αναλυτικά ο αριθμός των κατοχών ανά ομάδα την τελευταία πενταετία:
2016/17: 81.9 κατοχές ανά 40 λεπτά
2017/18: 80.9 κατοχές ανά 40 λεπτά
2018/19: 81.3 κατοχές ανά 40 λεπτά
2019/20: 81.6 κατοχές ανά 40 λεπτά
2020/21: 80.3 κατοχές ανά 40 λεπτά
Η ΜΠΑΣΚΟΝΙΑ ΚΑΙ Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ
Ο γενικός κανόνας που αφορά στις ομάδες της EuroLeague λέει πως ο ρυθμός τους έχει πέσει. Οι κατοχές είναι μειωμένες, για άλλες λιγότερο και για άλλες περισσότερο. Όχι απαραίτητα επειδή ο κορονοϊός τις έχει επηρεάσει, αλλά γιατί -σε κάποιες περιπτώσεις- το έφεραν ως συνέπεια οι... προπονητικές συνθήκες. Επί παραδείγματι, η τάση της Μπαρτσελόνα να παίζει μια ταχύτητα πιο κάτω, με 4.1 λιγότερες ανά αγώνα, οφείλεται στη φιλοσοφία του Σαρούνας Γιασικεβίτσιους και την επιθυμία του να έχει τον απόλυτο έλεγχο επί των πεπραγμένων στο παρκέ.
Όπως αντίστοιχα, η Μπασκόνια παρουσιάζει αύξηση των κατοχών που παίζει ανά αγώνα (+2.5) λόγω της παρουσίας του Ντούσκο Ιβάνοβιτς, ο οποίος έχτισε την ομάδα από την αρχή, έχασε τον βασικό πυλώνα που είχε στο low post (Τόρνικε Σενγκέλια) και εφάρμοσε τακτική πιο γρήγορων επιθέσεων στον αγώνα.
Είναι ενδεικτικό πάντως πως από τις δεκαοχτώ (18) ομάδες της διοργάνωσης (όλες τους συμμετείχαν σε αυτή και πέρσι), μόλις πέντε έχουν αυξημένο αριθμό κατοχών. Η Μπασκόνια (+2.5), η Μακάμπι (+2.4), η Μπάγερν (+1), η Χίμκι (+0.6) και η Φενέρμπαχτσε (+0.5) -αν κι η απόκλιση στις δύο τελευταίες είναι τόσο μικρή που μοιάζει ανεπαίσθητη.
Αντίστοιχα, οι υπόλοιπες δεκατρείς παίζουν πιο αργά απ' ότι έδειξαν πριν από ένα χρόνο, προσπαθώντας να ξαναβρούν χημεία και κώδικες επικοινωνίας.
ΟΜΑΔΑ | 2019/20 | 2020/21 | ΔΙΑΦΟΡΑ |
ΤΣΣΚΑ Μόσχας | 83.8 | 80.8 | -3 |
Χίμκι | 82.5 | 83.1 | +0.6 |
Φενέρμπαχτσε | 77.5 | 78 | +0.5 |
Μπάγερν | 79.8 | 80.8 | +1 |
Μπαρτσελόνα | 83.7 | 79.6 | -4.1 |
Ζάλγκιρις | 78.8 | 76.3 | -2.5 |
Ρεάλ Μαδρίτης | 82.1 | 79.9 | -2.2 |
Μακάμπι | 83.6 | 86 | +2.4 |
Ερυθρός Αστέρας | 81.2 | 79.5 | -1.7 |
Αναντολού Εφές | 79.4 | 77.8 | -1.6 |
Βαλένθια | 81.5 | 79.3 | -2.2 |
Ολυμπιακός | 81.5 | 77.8 | -3.7 |
Αρμάνι Μιλάνο | 80.2 | 79.2 | -1 |
Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ | 84.6 | 82 | -2.2 |
Άλμπα Βερολίνου | 84.5 | 83.6 | -0.9 |
Μπασκόνια | 82.5 | 85 | +2.5 |
Βιλερμπάν | 80.7 | 80 | -0.7 |
Ζενίτ | 81.5 | 75.7 | -5.8 |
Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΧΡΟΝΟ
Σε ό,τι αφορά στους αιωνίους, τα πράγματα είναι πιο απλά απ' ό,τι φαίνονται με γυμνό μάτι. Κι αυτό γιατί οι -2.2 κατοχές που έχει ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ και οι -3.7 κατοχές του Ολυμπιακού έχουν (απλή) εξήγηση.
Το τριφύλλι πορεύεται με πολύ διαφορετική φιλοσοφία σε σχέση με το 2019/20, που είχε τον Ρικ Πιτίνο στην άκρη του πάγκου στο μεγαλύτερο κομμάτι της σεζόν. Οι πράσινοι δομήθηκαν πέρσι με γνώμονα την εκτέλεση στα πρώτα δευτερόλεπτα της κατοχής (σ.σ.: ο Αργύρης Πεδουλάκης είχε μιλήσει επανειλημμένως για τις επιθέσεις των 8''), αλλά δεν κατάφεραν πάντα να το υλοποιήσουν λόγω του προβλήματος που είχαν στο αμυντικό ριμπάουντ.
Όπως και να έχει πάντως, έπαιζαν μια ταχύτητα πιο γρήγορα από φέτος, εκμεταλλευόμενοι την παρουσία του Νικ Καλάθη στο "1" και την παρουσία αρκετών αξιόπιστων σουτέρ. Η απουσία ενός πόιντ γκαρντ που μπορεί να διαβάσει ακαριαία την παραμικρή αδυναμία της αντίπαλης άμυνας και να την εκθέσει οδηγεί σε μεγαλύτερες επιθέσεις τη φετινή σεζόν, αλλά και υπομονή στο πέντε εναντίον πέντε. Εκεί όπου μόνο ένας (Νεμάνια Νέντοβιτς) έχει το... ελεύθερο να εκτελεί, υπό οιεσδήποτε συνθήκες.
Από την πλευρά του, κι ο Ολυμπιακός πορεύεται με νέο κουμανταδόρο στον πάγκο (ο Γιώργος Μπαρτζώκας αξιολογούσε περισσότερο το υλικό του πέρσι, παρά λειτουργούσε απολύτως στοχευμένα) και αρκετά νέα πρόσωπα. Γεγονός που συνεπάγεται την έλλειψη χημείας και αυτοματισμών, που θα επέτρεπαν σε μια επίθεση να "τρέξει" με ταχύτητα κάποιες καταστάσεις και plays.
Η ΜΠΑΡΤΣΕΛΟΝΑ ΠΡΟΣΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΓΙΑΣΙΚΕΒΙΤΣΙΟΥΣ
Το -4.1 που έχει η Μπαρτσελόνα στο επίπεδο των κατοχών ανά σαραντάλεπτο μπορεί να προκαλεί κάποια ερωτηματικά, αλλά έχει εξήγηση. Μία ομάδα που δεν άλλαξε πολύ σε ποσοτικό επίπεδο (αποκτήθηκε μόνο ο Νικ Καλάθης), έχει όμως αρκετά διαφορετική φιλοσοφία και προσέγγιση λόγω του νέου προπονητή της. Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους θέλει να ελέγχει κάθε κομμάτι ενός αγώνα, προτιμά να τον οδηγεί σε ρυθμό που επιτρέπει στους παίκτες του να παίζουν με μεγαλύτερη ασφάλεια. Στόχος; Να περιοριστούν τα λάθη και να χαλιναγωγηθεί ο αυθορμητισμός των παικτών -όχι όμως και να τους αφαιρεθεί το δικαίωμα στην προσωπική φάση ή πρωτοβουλία.
Δεν είναι μυστικό πως πρόκειται για έναν προπονητή που θέλει οι παίκτες του να λειτουργούν by the book και να μην παρεκκλίνουν από τον αρχικό σχεδιασμό και τις κατευθύνσεις, που ο ίδιος έχει δώσει εκ προοιμίου.
Γι' αυτό κιόλας, η Μπαρτσελόνα παίζει μέχρι στιγμής μια ταχύτητα πιο κάτω σε σχέση με πέρσι. Οι μπλαουγκράνα εκδηλώνουν 4.1 κατοχές λιγότερες εν συγκρίσει με ό,τι έκαναν το 2019/20, γεγονός πάντως που δεν συνεπάγεται αντίστοιχη μείωση της ποιότητας στο παιχνίδι τους -ή ακόμη περισσότερο της αποτελεσματικότητάς τους. Το κάθε άλλο, αφού οι παίκτες της ισπανικής ομάδας έχουν ανέβει από τον 1 πόντο ανά κατοχή στους 1.07 πόντους. Μικρή αύξηση, αλλά αύξηση. Κι αυτό μετράει.
Κάπως έτσι, ο "Σάρας" έχει καταφέρει να οδηγήσει τον ισπανικό σύλλογο σε εξαιρετική εκκίνηση με έξι νίκες σε επτά παιχνίδια. Απολύτως φυσιολογικά, η Μπαρτσελόνα βρίσκεται στην κορυφή της κατάταξης και δείχνει να περνάει αναίμακτα το μεταβατικό στάδιο μετά την έλευση του νέου προπονητή της.
Η ΚΑΛΗ ΕΓΙΝΕ ΚΑΛΥΤΕΡΗ
Ως εκ τούτου, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός πως η Μπαρτσελόνα έχει βελτιωθεί στο κομμάτι του True Shooting Ratio (δίποντα, τρίποντα, βολές) σε σημαντικό βαθμό, αφού ανέβηκε από το 49.9% στο 52.4% φέτος (+2.5% το... κέρδος σε σχέση με πέρσι). Παρόλ' αυτά, η ισπανική ομάδα δεν είναι αυτή που προηγείται στην EuroLeague στο συγκεκριμένο κομμάτι.
Το Νο1 στη λίστα ανήκει η... πρώην του Σαρούνας Γιασικεβίτσιους. Η Ζάλγκιρις είχε ως κύριο χαρακτηριστικό επί των ημερών του την επιθετική συνέπεια, πέρσι ήταν μία από τις μόλις τέσσερις ομάδες που είχαν πάνω από 50% στο True Shooting Ratio (50.3% για την ακρίβεια, Νο3 σε όλη τη διοργάνωση), ενώ φέτος με τον Μάρτιν Σίλερ στον πάγκο έχει βελτιωθεί ακόμη περισσότερο. Το 53.6% που καταγράφεται ως ποσοστό στο πρώτο κομμάτι της φετινής σεζόν είναι εντυπωσιακό, αν μη τι άλλο.
Όσο για τις δύο ελληνικές ομάδες; Ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ έχει πέσει -μοιραία- αρκετά, με τους παίκτες του Γιώργου Βόβορα να εκτελούν με 45.6% (πέρσι οι πράσινοι είχαν 49.6% στον συγκεκριμένο τομέα) με αποτέλεσμα να είναι η δεύτερη χειρότερη ομάδα της EuroLeague για το 2020/21, πίσω μόνο από την Άλμπα Βερολίνου του 44.9%. Από την άλλη, ο Ολυμπιακός παρουσιάζει επίσης μείωση, η οποία βέβαια είναι πολύ μικρή έως ανεπαίσθητη (48.7% από 49.4%).
Αντί επιλόγου: Το γεγονός πως οι παίκτες εμφανίστηκαν επηρεασμένοι από τον κορονοϊό, αυτό φάνηκε πολύ πιο έντονα κατά βάση στους αγώνες της πρεμιέρας. Εκεί όπου οκτώ ομάδες σημείωσαν λιγότερους από 70 πόντους. Σχεδόν οι μισές δηλαδή δεν κατάφεραν να υπερβούν αυτό το -συγκεκριμένο- μίνιμουμ όριο παραγωγικότητας. Αναμενόμενο μετά από επτά μήνες απραξίας. Αντίστοιχα, στις έξι επόμενες αγωνιστικές, είδαμε συνολικά εννέα τέτοιες περιπτώσεις, με ομάδες να σημειώνουν κάτω από 70 πόντους. Αριθμός πιο... φυσιολογικός.
Photo Credits: Eurokinissi