Προολυμπιακό: Η ήττα-μαχαιριά που στέρησε από την Εθνική μπάσκετ το παιχνίδι-όνειρο
Η "Dream Team" περίμενε στη Βαρκελώνη. Από τη Μούρθια η Εθνική μπάσκετ επέστρεψε αναγκαστικά στην Αθήνα. Το οδυνηρό 85-76 από τη Γερμανία του Ντέτλεφ Σρεμπφ ήταν καταδικαστικό στην απόπειρα πρόκρισης στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης. Ο Γιάννης Ζωιτός, λίγες ώρες πριν από την πρεμιέρα της Εθνικής στο Προολυμπιακό με αντίπαλο τον Καναδά (30/06, 02:05, ΕΡΤ3), θυμίζει την ήττα-μαχαιριά.
Στο διάστημα που προηγήθηκε του προολυμπιακού στη Μούρθια τα μαντάτα που έφταναν ως την Ελλάδα από τις ΗΠΑ δεν ήταν καθόλου ευχάριστα. Ως αποτέλεσμα και της έγκρισης της πρότασης συμμετοχής των επαγγελματιών παικτών του ΝΒΑ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992, ο All Star φόργουορντ Ντέτλεφ Σρεμπφ είχε τη δυνατότητα και επιθυμούσε να ενισχύσει την (ενιαία πια) Γερμανία, του Σβέτισλαβ Πέσιτς, και αυτομάτως η Εθνική μπάσκετ αποκτούσε έναν έξτρα μπελά στη μάχη πρόκρισης για το β' γύρο στην "μπασκετομάνα" Σαραγόσα.
Στη μετά-Γκάλη εποχή, μια εποχή οριστικής μετάβασης σ' ένα μη προσωπικεντρικό μπάσκετ και πλήρους μετατόπισης των αρμοδιοτήτων, μια 5ετία πια από το έπος του ΣΕΦ, ο εκλέκτορας Ευθύμης Κιουμουρτζόγλου όφειλε από τη μία να να επαναπροσδιορίσει τους ρόλους και από την άλλη να ψάξει το κατάλληλο σχέδιο εξουδετέρωσης του σταρ των Ιντιάνα Πέισερς πριν από την κομβική μάχη της 25ης Ιουνίου. Ούτως ή άλλως ο Σρεμπφ ερχόταν από την πιο παραγωγική σεζόν της ως τότε πορείας του στο κορυφαίο πρωτάθλημα (19.1 πόντοι, 9.5 ριμπάουντ, 6 ασίστ ανά 37.8 λεπτά σε 82 ματς κανονικής περιόδου και 19.5-5.8-7.3 ανά 41.3 λεπτά σε 4 ματς πλέι οφς) και ήταν αναπόφευκτο να προκαλεί ημικρανίες η παρουσία του. Επιπρόσθετα η Εθνική δεν είχε αποτύχει μόνο ως πρωταθλήτρια Ευρώπης σε Ντεν Μπος/Ρότερνταμ της Ολλανδίας το 1888, αλλά σε κάθε προηγούμενη απόπειρα της κατά το παρελθόν ζώντας συνεχώς το ίδιο μαρτύριο. Μοιραία άρχιζε με τις πιθανότητες εις βάρος της.
Έχοντας τοποθετηθεί στον 2ο όμιλο του "Παμπεγιόν Πρινθίπε δε Αστούριας" διεκδικούσε την ανατροπή αυτής της αρνητικής παράδοσης, υπό την προϋπόθεση ότι θα κατάφερνε να είναι τουλάχιστον δεύτερη προκειμένου να συνεχίσει στην τελική φάση και κατόπιν να 'ναι στο φινάλε μεταξύ των τεσσάρων προνομιούχων ομάδων που θα έκαναν το ταξίδι στη Βαρκελώνη. Ατυχώς, αλλά όχι παραδόξως, το τέλος της διαδικασίας την βρήκε να επιστρέφει άπραγη στην Αθήνα. Ξανά.
Τίποτα δεν είχε δουλέψει με τρόπο που θα την ευνοούσε. Αναπόφευκτα η συμμετοχή του Σρεμπφ είχε επέμβει ως εξωτερικός δάκτυλος στις ισορροπίες και περιπλέξει σφόδρα τα πράγματα. Ιδίως από τη στιγμή που ήρθε το 86-74 των Γερμανών στο ματς της πρεμιέρας με την πρωτάρη πλην πανίσχυρη Κροατία (Πέτροβιτς, Κούκοτς, Ράτζα). Αυτό ήταν το πρώτο "χτύπημα" για τους διεθνείς, γιατί σήμαινε αυτομάτως ότι η Ελλάδα ήταν υποχρεωμένη αφενός να νικήσει, αν ήταν εφικτό με διαφορά τη "νασιοναλμάντσαφτ" για την εκδοχή της τριπλής ισοβαθμίας, αφετέρου να κοντράρει στα ίσα την παρέα του "Μότσαρτ". Μέχρι τον τέταρτο αγώνα της διαδικασίας είχε πετύχει το επιθυμητό 3/3, επικρατώντας διαδοχικά της Ισλανδίας (77-73), της Πορτογαλίας (100-58) και της Ρουμανίας (91-72). Για να μην βρεθεί στριμωγμένη, ψάχνοντας μόνο νίκη με τους Κροάτες, ήταν προαπαιτούμενο να τα καταφέρει απέναντι στα "πάντσερ".
Η προσπάθεια που έγινε στα δύο ημίχρονα αποδείχθηκε, εκ των υστέρων, μάταιη. Αρχικά ο Κιουμουρτζόγλου είχε θελήσει με ψηλό σχήμα, που εμφάνιζε τον Γαλακτερό στο '2', να εξασφαλίσει τον έλεγχο του παιχνιδιού. Στο 13-9 θα έλεγε κανείς ότι το πλάνο απέδιδε ως ένα βαθμό, γιατί είχε χαρίσει το πρώτο προβάδισμα, ωστόσο η συνέχεια ήταν αρκετά προβληματική. Τα φάουλ, που αβίαστα χρέωνε το δίδυμο των διαιτητών, ήταν ομολογουμένως ένα σοβαρό πρόβλημα. Ο Αγγελίδης βγήκε νωρίς εκτός εξίσωσης, αργότερα το ίδιο συνέβη με Φάνη, Φασούλα, Γαλακτερό που είχα φορτωθεί με τρία.
Δεν ήταν όμως το μόνο. Η αστοχία, ακόμη κι από τη γραμμή των βολών, ήταν μόνιμη συνοδός των Ελλήνων διεθνών που μετά το 33-33 κυνηγούσαν διαρκώς. Το 40-39 των πρώτων 20 λεπτών απέδιδε μεν την εύθραυστη ισορροπία, αλλά τα αφημένα αμυντικά ριμπάουντ και η κακή προσωπική άμυνα σε Μίκαελ Γιάκελ - Στέφαν Μπεκ απορρύθμιζαν σταθερά κάθε ομαδική επιχείρηση εντός αγώνα. Ακολούθησε το -10 (59-49) που έγινε βάρος αβάστακτο στις πλάτες των παικτών και μολονότι η απόσταση καλύφθηκε κατά το ήμισυ (74-69), με ηρωικές ενέργειες του Παναγιώτη Γιαννάκη (που ανέβηκε πολύ στο β’ μέρος και τέλειωσε το ματς με 26 πόντους), το τρίποντο του Σρεμπφ (των 20 πόντων) όρισε τη συνέχεια και εν τέλει την έκβαση του αγώνα, μια και δεν υπήρχαν άλλα κουράγια.
Χάνοντας 85-76 η Εθνική ξόδευε την ευκαιρία να προχωρήσει, διότι ο αγώνας με την Κροατία, τον πάντα κακό δαίμονά της, δεν ήταν εκ των προτέρων στα μέτρα της. Το 102-63, μία ημέρα μετά, πιστοποίησε απλώς τη διαφορά δυναμικής μεταξύ των δύο ομάδων και έφραξε τον δρόμο της Ελλάδα προς τη β' φάση.
Εκεί δηλαδή που τόσο οι Κροάτες όσο και οι Γερμανοί βρήκαν τις απαιτούμενες νίκες και μπήκαν στην τετράδα (παρέα με Λιθουανία και Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών). Μάλιστα στο Ολυμπιακό τουρνουά της Βαρκελώνης αμφότερες βρέθηκαν στον όμιλο των ΗΠΑ, την πρώτη φορά που αυτές παρατάχθηκαν με τους επαγγελματίες παίκτες του ΝΒΑ. Όχι όποιους κι όποιους, αλλά τον Τζόρνταν, τον Μάτζικ και τον Μπερντ. Τον Μπάρκλεϊ, τον Γιούιν, τον Ρόμπινσον, τον Στόκτον και τον Μαλόουν. Τον Ντρέξλερ, τον Πίπεν και τον Μάλιν. Μόνο ο Λέτνερ χαλούσε τη μαγεία!
Ναι μεν δυο χρόνια μετά στο Παγκόσμιο του Καναδά η Εθνική θα αντιμετώπιζε τη δεύτερη έκδοση της Dream Team, αυτή που είχε Ντόμινικ Ουίλκινς, Τζο Ντούμαρς, Αλόνζο Μούρνινγκ και Σακίλ Ο'Νιλ, αλλά η μία και μοναδική δυνατότητα για ένα συναπάντημα με τους original αστέρες της εποχής χάθηκε στο κλειστό της Μούρθια. Θα ήταν, δεδομένα, ένα πολύ δύσκολο βράδυ αυτό που θα ερχόταν στα περίχωρα της Βαρκελώνης, αλλά ταυτόχρονα άλλη μια one of a kind στιγμή για το ελληνικό μπάσκετ. Οι Γερμανοί είχαν συντριβεί με 111-68 και οι Κροάτες είχαν ηττηθεί δύο φορές (103-70/όμιλος, 117-85/τελικός), αλλά τουλάχιστον αποτέλεσε βίωμα μιας ολάκερης ζωής.
Μετά από 4 χρόνια η Εθνική θα εξασφάλιζε την παρουσία της σε Ολυμπιακούς Αγώνες δίχως να χρειαστεί μια αντίστοιχη δοκιμασία. Ήταν τέταρτη στο Ευρωμπάσκετ (που λειτουργούσε ως προολυμπιακό) και αυτό το πλασάρισμα τής αρκούσε για το εισιτήριο που είχε τελικό προορισμό την Ατλάντα, στην τελυταία διοργάνωση του Δράκου. Το 2004 θα συμμετείχε ως οικοδέσποινα του τουρνουά, ενώ το 2008 στο Πεκίνο πήγε αφού το προολυμπιακό διεξήχθη στο ΟΑΚΑ. Αντιθέτως σε Καράκας και Τορίνο άφησε τη δουλειά στη μέση. Όπως ακριβώς είχε συμβεί στην Μπολόνια, στη Γενεύη, στη Σόφια, στο Βεβέ, στο Λε Μαν/Παρίσι και στο Ντεν Μπος/Ρότερνταμ. Πάντα υπήρχε ένας... Νταγκουντούρου.
Μένει να δούμε το τέλος της προσπάθειας στη μακρινή Βικτόρια.