ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ

Στέφαν Γιόβιτς: Ο ροκ σολίστας των ασίστ με την ξεκούρδιστη κιθάρα

Ο Στέφαν Γιόβιτς με τη φανέλα της εθνικής Σερβίας
Ο Στέφαν Γιόβιτς με τη φανέλα της εθνικής Σερβίας INTIME

Αν ο Στέφαν Γιόβιτς σολάρει στο παρκέ, ο Παναθηναϊκός θα έχει λύσει το πιο βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει δομικά. Ο Σέρβος κουβαλά τη δική του ροκ ιστορία μαζί με την κιθάρα του.

Μουσικός. Ερμηνευτής. Ποδοσφαιριστής. Πολίστας. Πλέον δε ο πόιντ γκαρντ με τον οποίο συμφώνησε ο Παναθηναϊκός για το υπόλοιπο της τρέχουσας περιόδου.

Στα 31 του από τις 3 του Νοέμβρη, ο Στέφαν Γιόβιτς έχει προ πολλού αποδεχθεί το χαρντ ροκ κομμάτι του χαρακτήρα του. Μικρό παιδί, γύρω στα 8 του, ήταν τότε που άρχισε να γρατζουνά με μανία την ακουστική κιθάρα που έπεσε στα χέρια του, "διότι η ηλεκτρική δεν μου άρεσε όταν τη δοκίμασα" και να παίζει από τη μία κλασικά κομμάτια της διεθνούς βιομηχανίας και από την άλλη τραγούδια από μπάντες της (προ εμφυλίου) γιουγκοσλάβικης σκηνής.

Η αγάπη στον Κλάπτον και η άρνηση να παίξει στόπερ

Του άρεσαν για διαφορετικούς λόγους οι grunge ήχοι που παρήγαγαν κάθε νέα φορά οι χορδές. Ως μαθητής μουσικού σχολείου είχε μελετήσει αρκετά και σταδιακά έφτιαξε πρότυπα. Ο Άγγλος σπεσιαλίστας Έρικ Κλάπτον ήταν εκείνος που τον μάγεψε περισσότερο απ' όλους τους άλλους. Τον έκανε ίνδαλμα, τον έψαξε πολύ, τον κόπιαρε στις "μπλουζιές". Σπανίως πάντως έπαιζε μόνος, προτιμούσε το ντουέτο με τον αδερφό του που ταίριαζαν τα χνώτα τους.

Η κιθάρα έγινε κατ' επιλογή προέκτασή του. Δεν την αποχωριζόταν. Ούτε όμως την μπάλα. Του μπάσκετ, του ποδοσφαίρου ή του πόλο. Όλες τους. Υπήρξε περίοδος που έκανε όλα τα σπορ ταυτόχρονα, παλεύοντας με τις αραδιασμένες πτυχές του εαυτού του, αλλά κάποια στιγμή μπήκε στη διαδικασία να επιλέξει και ν' αφοσιωθεί ψυχή και κυρίως σώμα.

Η πισίνα βγήκε γρηγορότερα από το μυαλό του. Στα άλλα δύο συνέχισε να προπονείται ακατάπαυστα. Από το ένα στο άλλο καθημερινά. Το ποδόσφαιρο τ' άφησε γιατί μια μέρα ο προπονητής του τού ζήτησε να γυρίσει στην άμυνα και να παίξει στόπερ. Ήταν ψηλός και βόλευε. Του Γιόβιτς τού άρεσε να σκοράρει και δεν το δέχθηκε.

Όταν γύρισε σπίτι είχε πάρει τις αποφάσεις του. Του έμεινε το μπάσκετ. Η πρώτη επαφή του με τα σπορ και η πρώτη αγάπη του. Και παντοτινή, όπως αποδείχθηκε.

Μια μπασκέτα στα σκουπίδια του... πολέμου

Τον ρόλο του Κλάπτον εδώ, του ιερού τοτέμ δηλαδή, είχε ο Σάσα Τζόρτζεβιτς. Όταν στα 6.5 χρόνια του ο μικρός Στέφαν τον είδε να σηκώνει -ως MVP- την κούπα του Ευρωμπάσκετ στη Βαρκελώνη ταυτίστηκε. Η μικρή μπασκέτα στο δωμάτιο είχε από τότε δεινοπαθήσει. Αν είχε φωνή θα κραύγαζε. Μέχρι που δεν άντεξε άλλο κι έσπασε. Το αντίδοτο φυσικά αποδείχθηκε η ένταξη του Στέφαν σε μια οργανωμένη ομάδα

Το παρθενικό δελτίο βγήκε στο παράρτημα της Μπεοπετρόλ στη γενέτειρά του, στη Νις, στο νότιο τμήμα της Σερβίας. Η πόλη του δεν είχε γλιτώσει από τους ΝΑΤΟϊκούς βομβαρδισμούς του '99. Στις περισσότερες από τις 40 αεροπορικές επιδρομές χτυπήθηκαν στρατηγικά σημεία (βιομηχανικές εγκαταστάσεις, υποσταθμοί ρεύματος, αεροδρόμιο, στρατώνες, σχολεία), στην πιο αιματηρή, της 7ης Μαΐου, χάθηκαν 15 ψυχές, γιατί οι βόμβες έπεσαν σε σταθμό λεωφορείων.

Βέβαια η ζωή έπρεπε να συνεχιστεί και τα παιδιά να μεγαλώσουν, να παίξουν, να χαρούν. Η διέξοδος του Στέφαν ήταν το μπάσκετ. Από το 2005, στα 15 του πλέον, έπαιζε στην Έργκονομ. Εκεί έκανε το πρώτο step up στη σταδιοδρομία του. Πρωτάθλημα σε κατηγορία παίδων και πρόσκληση να ενταχθεί στην FMP.

Αρνήθηκε προτιμώντας να μην εγκαταλείψει τη θαλπωρή του σπιτιού του.

Η πρώτη... μεταγραφή και το βασικό μεροκάματο

Η μεσοβέζικη λύση που ενεργοποιήθηκε ήταν να παίξει για την Ζντράβλιε του Λέσκοβατς, 50 χλμ. από τη Νις. Φάνηκε ότι δεν του άρεσε από την αδυναμία προσαρμογής. Το προκάλεσε και μετά από ένα χρόνο επέστρεψε για να ενισχύσει την τοπική ομάδα. Στα 18 του ήταν ο MVP της τρίτης κατηγορίας και πόλος έλξης για τα πιο γνωστά κλαμπ της χώρας.

Η Σλόγκα πρόλαβε να κάνει την κίνησή της στο πάρτι ανόδου. Τούτη τη φορά δεν είχε ενστάσεις για τη μετακόμιση στο Κράλιεβο κι ας ήταν διπλάσια η απόσταση (107 χλμ). Η συνάντηση με τον κόουτς Κούσμουκ αποδείχθηκε καρμική και κομβική. Ήταν αυτός που τον πίστεψε, τον εξέλιξε και μετά από δύο σεζόν τον πρότεινε στη Ραντνίτσκι κάνοντας τον μεσάζοντα. Αρχικά η συμφωνία με τη Σλόγκα χάλασε, αλλά το καλοκαίρι του 2012 έφυγε ως ελεύθερος.

Ήταν πια ένας κανονικός επαγγελματίας που βιοποριζόταν από το μπάσκετ. Χαμηλόμισθος μεν, αμειβόμενος δε. Έκανε ντεμπούτο ως ρούκι στην Αδριατική Λίγκα, έγινε σταδιακά και αρχηγός, το status του αναβαθμιζόταν.

Καθαιρέθηκε από αρχηγός

Η ενέργειά του να πανηγυρίσει δημοσίως νίκη του Ερυθρού Αστέρα επί της Παρτίζαν στο παραδοσιακό ντέρμπι του σέρβικου αθλητισμού, και τα πρώτα προβλήματα τραυματισμών τον έφεραν μερικά βήματα πίσω. Για παραδειγματισμό του αφαιρέθηκε το περιβραχιόνιο και, αφού δεν ήταν απόλυτα υγιής, παραγκωνίστηκε. Δούλευε όμως.

Η δεύτερη σεζόν (2013-14) τον βρήκε με συγχωροχάρτι. Και την ευκαιρία ν' αποδείξει ότι είναι φτιαγμένος από ποιοτικά υλικά. Τα καλά μαντάτα ταξίδεψαν γρήγορα και ο φρέσκος εκλέκτορας των "όρλοβι", ο Σάσα Τζόρτζεβιτς, πήγε στο Κραγκούγεβατς να τον δει σε ματς του Eurocup. Όπως και τον Νίκολα Κάλινιτς με τον Στέφαν Μπίρτσεβιτς.

Το δεύτερο συναπάντημα με τον Σάλε

Στην ήττα από την Άλμπα μετά από παράταση ο Γιόβιτς είχε αγωνιστεί για +40 λεπτά, είχε πετύχει 8 πόντους, είχε μαζέψει 9 ριμπάουντ και είχε δώσει 2 ασίστ. Ο παίκτης που είχε για... κίνητρο και ήθελε να του μοιάσει ήταν παρών στο γήπεδο για τον ίδιο.

Το μάτι γυάλισε. Αμφότερων. Ο Σάλε, βλέποντάς τον να παίζει άμυνα για... θάνατο, κατάλαβε ότι ο Γιόβιτς ανήκε πνευματικά σε ανώτερο επίπεδο από τη Ραντνίτσκι. Ότι έχει θέση στην εθνική και όχι μόνο τον κάλεσε στην προετοιμασία για το Παγκόσμιο του '14, αλλά τον δήλωσε στην τελική 12άδα, προκειμένου να συμπληρώσει μια περιφέρεια με Τεόντοβιτς, Μπογκνάνοβιτς και Μάρκοβιτς. Η Σερβία κατέληξε δεύτερη και ο Γιόβιτς με το αργυρό μετάλλιο στο στήθος.

Ώρα Αστέρα, ώρα ρεκόρ

Συνδυαστικά με τα ελπιδοφόρα νούμερα της προηγούμενης σεζόν, ο δρόμος για το Βελιγράδι και τη μεταγραφή στον Ερυθρό Αστέρα ήταν ορθάνοικτος. Το παιδικό όνειρό του λάμβανε μορφή και υπόσταση.

Ήταν η στιγμή που οι μύχιες σκέψεις του γίνονταν πραγματικότητα. Η φορά που πρωτοφόρεσε τα ερυθρόλευκα έμοιαζαν σαν να πήγαινε ξανά πρώτη ημέρα στο σχολείο.

Καθισμένος στο ίδιο θρανίο με τον Μάρκους Γουίλιαμς αντέγραφε διαρκώς. Ρουφούσε τη γνώση και μάζευε εμπειρίες. Θα του χρειάζονταν. Ο προπονητής Ντέγιαν Ράντονιτς τον καλοδέχθηκε και τον βοήθησε επίσης. Είχε ανοικτά αυτιά και μάτια τέσσερα για να μην χάνει στιγμή.

Τα ματς της EuroLeague ήταν πεδίο δοκιμασίας των αντοχών του και εξετάσεων όσων είχε αποστηθίσει. Από τις 19 συμμετοχές της ρούκι σεζόν πήγε στις 27 κι από τους 2.9 πόντους στους 7, με αύξηση ποσοστών σε όλες τις κατηγορίες, διπλασιασμό ων ριμπάουντ και τριπλασιασμό των ασίστ. Ήταν αυτός το Α της οργάνωσης και ο Γερμανός Τσίρμπες το Ω της εκτέλεσης σ' ένα άκρως αποτελεσματικό δίδυμο σε κατάσταση πικ εν ρολ. Παράλληλα επαλήθευε την επιδραστικότητά του στην άμυνα.

Ήταν η χρονιά που ο Αστέρας μπήκε στο Top16 και πέρασε στα πλέι οφ, βάζοντας δύσκολα στην ΤΣΣΚΑ έως ότου αποκλειστεί 3-0 με οριακές ήττες.

Ενδιάμεσα ο Γιόβιτς είχε περάσει στην ιστορία ως ο πασέρ με τις περισσότερες ασίστ σ' ένα παιχνίδι της διοργάνωσης. Οι 19 που έδωσε στο ματς της κανονικής περιόδου απέναντι στην Μπάγερν (νίκη 90-79) αποτελούν, από τις 12/11 του 2015, μια ακατάρριπτη επίδοση.

"Υπάρχει μια ανέκδοτη ιστορία από τ' αποδυτήρια μετά το παιχνίδι. Ήμασταν όλοι χαρούμενοι και ο Μάικ Τσίρμπες με πλησίασε και με ρώτησε αν κατάλαβα τι είχα κάνει. Του απάντησα ότι σημασία είχε η νίκη και μου είπε για τις 19 ασίστ. Τον κοίταξα, χωρίς να τον πιστεύω. Τον είχε ενημερώσει ο βοηθός προπονητή. Μου έλεγαν κάτι για ρεκόρ. Δεν το πίστευε έως ότου είδα τα στατιστικά με τα μάτια μου. Εξεπλάγην. Δεν είχα αυτήν την αίσθηση, θυμόμουν μόνο 7 ή 8 από αυτές, δεν μ' έμοιαζε να τις μετράω", θα δήλωνε αργότερα.

Αθροιστικά εκείνη τη χρονιά είχε τέσσερα ματς με διψήφιο αριθμό σε τελικές πάσες, μόνο στο 1/3 των αγώνων λιγότερες από τέσσερις και μέσο όρο που άγγιζε τις έξι ανά συμμετοχή.

Ολυμπιονίκης και ταξιδευτής

Το νέο αργυρό μετάλλιο με τη Σερβία στο ολυμπιακό τουρνουά του Ρίο ήρθε ως ανταμοιβή από τον Τζόρτζεβιτς, πριν από την τρίτη σεζόν που θ' άρχιζε με τον Αστέρα, αφού πρώτα είχε αναδείχθηκε κορυφαίος αθλητής όλου του συλλόγου, στην ετήσια γενέθλια εκδήλωση που λαμβάνει χώρα στις 4 Μαρτίου.

Ο νέος κύκλος που θ' άνοιγε φεύγοντας από το Βελιγράδι για το Μόναχο (Μπάγερν) κι από 'κει για τη Μόσχα (Χίμκι), εξαργυρώνοντας το καλό όνομά του ως δημιουργού, είχε αρκετές διακοπές προτού φτάσει στο σημείο μηδέν. Ήταν χρονιές που ναι μεν ο Γιόβιτς ήταν σταθερός στα νούμερά του, αλλά ταυτόχρονα συνοδεύτηκαν από διαφόρων φύσεων προβλήματα. Πότε ήταν η μέση του και πότε τα πόδια που τον πρόδιδαν. Ιδίως από τα μέσα του 2020 κι έκτοτε αγωνίστηκε ελάχιστα σε μια ούτως ή άλλως υπό διάλυση Χίμκι.

"Το παν για τα καλά νούμερα είναι η υγεία. Όσο είμαι καλά, όλα τ' άλλα έρχονται", έχει πει. Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο. Γι' αυτό και το μεγαλύτερο πλήγμα για τον Γιόβιτς ήταν η αναγκαστική απουσία του από τους Ολυμπιακούς του Τόκιο, καθώς χτύπησε σοβαρά στη διάρκεια του προολυμπιακού τουρνουά, στον αγώνα με τις Φιλιππίνες. Όπως διαπιστώθηκε διαλύθηκε όλος ο μυς και τέθηκε νοκ άουτ για αρκετές εβδομάδες που έγιναν εν τέλει μήνες, αν και ο Τζόρτζεβιτς ήταν αποφασισμένος να τον εμπιστευτεί ξανά.

Θα το κάνει τώρα ο Δημήτρης Πρίφτης στον Παναθηναϊκό. Με όποιο ρίσκο εγκυμονεί μια τέτοια απόφαση - προσθήκη. Ο Γιόβιτς είναι ροκ και η κιθάρα του μπορεί να είναι ξεκούρδιστη για καιρό, αλλά -όπως τραγούδησε σοφά ο Έρικ Κλάπτον στο Sunshine- "Ι 've been waiting so long to be where I'm going".

TAGS ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ EUROLEAGUE
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ