Τα τρία ιστορικά παιχνίδια που συμπυκνώνουν το μπασκετικό μεγαλείο του Βασίλη Σπανούλη
Από τη Λάρισα στην Αθήνα, στο Χιούστον και στον Πειραιά ο δρόμος του μεταξιού που χάραξε ο Βασίλης Σπανούλης είχε κάμποσες στάσεις που σημάδεψαν την ιστορία.
Είναι περίεργο, άβολο και άχαρο, να χρησιμοποιείς ρήματα σε χρόνους παρελθοντικούς γράφοντας για τον αθλητή Βασίλη Σπανούλη. Ιδίως όταν ο ενεστώτας (είναι, παραμένει, σκοράρει, ηγείται, ξεπερνά), άντε και ο παρακείμενος, κυριαρχούσαν σταθερά σε κείμενα για τα κατορθώματά του. Θα συνέβαινε κάποια στιγμή, ήταν αναπόφευκτο. Μα ήταν μαζί και απότομο ό,τι ανακοίνωσε το απόγευμα του Σαββάτου, ενημερώνοντας για την απόφασή του να ορίσει το τέλος της εν ενεργείας εν ενεργεία διαδρομής του.
Όπως απότομα ήταν, φυσικά, αυτά τα signature σταματήματά του στα όρια της γραμμής των τριών πόντων είτε για να σημαδέψει και να σουτάρει προς το καλάθι είτε για να προσποιηθεί και να εφορμήσει άνευ δισταγμού προς το καλάθι. Απ' όποια κατεύθυνση κι αν διάλεγε να πάει, εκθέτοντας σε κάθε περίπτωση τον όποιον αντίπαλο επιχειρούσε να του φράξει το δρόμο, κοντρολάροντας με τη φινέτσα ακροβάτη το πλαστικό κορμί του.
Παίζοντας μπάσκετ για περισσότερα από τα μισά χρόνια των 39 ετών που θα συμπληρώσει στις 7 Αυγούστου ως παλαίμαχος πια, ο Λαρισαίος γκαρντ (θα) έχει να θυμάται (για πάντα) όσα δεν θα θέλει, με τίποτα, να ξεχάσει. Οι τρεις εμφανίσεις που ακολουθούν ήταν ίσες με το μπασκετικό μπόι του και πολύ ψηλότερες από τα 193 εκατοστά του κορμιού του. Δεν χωρούν τα πάντα απ' όσα κατάφερε, αλλά είναι σίγουρα σημαδιακές.
Όταν ο Σπανούλης έκανε τον Γιαπωνέζο να αλληθωρίσει
Εκείνη την Παρασκευή, 1 Σεπτεμβρίου του 2006, η παρέα του Λεμπρόν φάνταζε ένα αξεπέραστο εμπόδιο για την Εθνική ομάδα. Ύστερα από το κάζο των Αμερικανών στο ολυμπιακό τουρνουά της Αθήνας, ο Μάικ Σιζέφσκι είχε φτιάξει ένα σούπερ αθλητικό σύνολο που όδευε με μπασκετική ακρίβεια στην κατάκτηση του παγκόσμιου τίτλου. Είχε κατατροπώσει κάθε αντίπαλο που είχε βρεθεί στο διάβα του και στον ημιτελικό αντιμετώπιζε τα δρακόπουλα του Δράκου Παναγιώτη Γιαννάκη. Ο Γιαπωνέζος είδε πολλά την πρώτη ημέρα του φθινοπώρου. Πάνω απ' όλα είδε τον Βασίλη Σπανούλη να σκοράρει 22 πόντους υπό κάθε πιθανή συνθήκη, κυρίως όμως εκτελώντας άνευ φόβου αλλά περίσσιο θράσσος μπροστά στ' απλωμένα χέρια των αντιπάλων του, και να ηγείται του 101-95 σ' ένα μεσημέρι που έμοιαζε με βραδινό όνειρο για το ελληνικό μπάσκετ. Είχε αγωνιστεί 30 λεπτά και τελειώσει το ματς με 6/10 εντός πεδιάς και 7/9 βολές.
Την ημέρα που δάμασε την αρκούσα στην Πόλη
Στου δρόμου τα μισά ενός τελικού με ξεκάθαρο φαβορί κι ένα ανέλπιστο αουτσάιντερ η ΤΣΣΚΑ Μόσχας είχε σχεδόν καπαρώσει την κούπα της πρωταθλήτριας Ευρώπης για το 2012. Η αντεπίθεση του Ολυμπιακού, το βράδυ της 13ης Μαΐου, θ' άρχιζε μεν από τον Παπανικολάου, αλλά χωρίς τον Βασίλη Σπανούλη στο παρκέ κατά το τελευταίο πεντάλεπο μια από τις συγκλονιστικότερες ανατροπές στην ιστορία των κυπέλλων Ευρώπης δεν θα 'χε ολοκληρωθεί. Η ομάδα του Καζλάουσκας νικούσε 53-34 όταν στο ρολόι απέμεναν άλλα 12 λεπτά για τη λήξη και στο μηδέν είχε ηττηθεί με 62-61! Η ευφυής επιλογή του -ψημένου τα δύσκολα και ήδη μια φορά MVP- να πασάρει στον ελεύθερο Γιώργο Πρίντεζη, την στιγμή που δυο κορμιά δεν του επέτρεπαν να δει το ρωσικό καλάθι, προκειμένου να εκτελέσει εκείνος το τελευταίο σουτ (και να ευστοχήσει), ολοκλήρωνε μια εμφάνιση με 15 πόντους, από 2/4 δίποντα, 2/5 τρίποντα, 5/8 βολές και 3 ασίστ σε λιγότερα από 30 λεπτά συμμετοχής. Όταν μάλιστα έχει τύχει να συμβεί μπροστά στα μάτια σου, η αξία (μιας φαινομενικά εύκολης επιλογής, αλλά συνάμα τόσο καθοριστικής) πολλαπλασιάζεται.
Κάνοντας τη "βασίλισσα" να υποκλιθεί στον βασιλιά
Κατά σύμπτωση μία ημέρα πριν από την πρώτη επέτειο του "ερυθρόλευκου" έπους στην Κωνσταντινούπολη, στις 12 Μαΐου του 2013, ο Ολυμπιακός υπερασπιζόταν τον τίτλο του στο Λονδίνο, αλλά η συγκυρία δεν ήταν καθόλου ευνοϊκή. Υποτίθεται ότι η Ρεάλ Μαδρίτης ήταν πληρέστερη και συνδυαστικά με το υπέρ της 27-10 στην πρώτη περίοδο, είχε το ξεκάθαρο αβαντάζ πριν από την έναρξη της δεύτερης περιόδου. Πριν από την ανάπαυλα, η ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα είχε ήδη μειώσει στους 4 και διεκδικούσε επί ίσοις όροις άλλο ένα μπασκετικό παράδοξο. Ως το 37-41 του 20', ο Βασίλης Σπανούλης ήταν ακόμη στο μηδέν. Καλά κλεισμένος και άστοχος μαζί, δεν μπορούσε ν' ανασάνει. Ποτέ του, βέβαια, δεν του έλειψε το οξυγόνο. Το παρήγαγε μόνος του. Αρκούσαν μόλις λίγες στιγμές αποσυμπίεσης. Στο τέλος του αγώνα και με την ελληνική ομάδα να πανηγυρίζει για τον back to back τίτλο της, χάρη στο 100-88 με 63 πόντους στο δεύτερο μισό, ο αρχηγός της είχε προλάβει να φτάσει τους 22 πόντους με 5/9 προσπάθειες πίσω από τη γραμμή των 3 πόντων και συνδυαστικά με τις 4 ασίστ ν' αναδειχθεί για τρίτη φορά στην καριέρα του MVP του Final Four. Kill Bill!