Το παιδί μου και εγώ
Στη ζωή (που λέει και μια ψυχή) υπάρχουν πολύ σοβαρότερα πράγματα από ένα καλάθι, μια τάπα ή ένα ριμπάουντ. Βέβαια, όποιος ξέρει από ευθύνες, δεν τις αποφεύγει ποτέ. Για παράδειγμα, ο Ταϊρίς Ράις.
Δεν έχει πρόβλημα να μιλά για το παρελθόν του. Αυτό ήταν που τον έφερε εδώ που είναι σήμερα. Και αν για κάποιους η Μακάμπι δεν είναι και καμια τρομερή επιτυχία, για τον Ταϊρίς Ράις και τη ζωή που έζησε είναι ένας ακόμα λόγος να νιώθει υπερήφανος. Κυρίως για τον εαυτό του.
Πριν ακόμα πει “μπαμπά”, ο πατέρας του, Ουέιν Τζέφερσον έφυγε μια μέρα από το σπίτι (στο Τσέστερφιλντ της Βιρτζίνια) και δεν ξαναγύρισε ποτέ. Έκτοτε και έως εγκαταλείψει τις ΗΠΑ (το 2009 για τον Πανιώνιο), έμενε με τη μητέρα του Άλισον, τη θεία του και τη γιαγιά του “η οποία σε ένα παιχνίδι, στο χάι σκουλ, είχε σκοράρει 72 ποντους”, είχε ενημερώσει κάποτε με περίσσια υπερηφάνεια, μέσω των Los Angeles Times. Γιατί ασχολήθηκαν ολόκληροι Times μαζί του; Θα φτάσουμε και εκεί.
Ουσιαστικά, ποτέ δεν έζησε ως παιδί “ γιατί ήμουν υποχρεωμένος να μάθω διάφορα πράγματα, πολύ νωρίτερα από ό,τι θα τα μάθαινα ούτως ή άλλως, γιατί περνούσα πολλές ώρες μόνος σπίτι. Κάποια τα έμαθα από μόνος μου, δεν μου τα έδειξε κάποιος. Όπως το να γίνω ο άνδρας του σπιτιού, από νεαρή ηλικία”.
Στο Bird High School του Ρίτσμοντ ήταν που η αγάπη του για το μπάσκετ, έγινε λατρεία. Εξελίχθηκε σε σταρ της ομάδας και κάτοχος πλήθους ρεκόρ της πολιτείας. Πολλοί σκάουτ πήγαν να τον δουν, ουδείς όμως, διέκρινε αυτό το κάτι που σε κάνει NBAer και ο κύριος λόγος ήταν το ύψος του. “ Είναι πολύ μικρός για να παίξει με τα μεγάλα παιδιά” ήταν η συνηθέστερη ατάκα που άκουγε. Σιγά που θα νοιαζόταν. Όπως έκανε τη δουλειά του, “έσπασε” και το ρεκόρ της πολιτείας στα τρίποντα, το οποίο κρατούσε ο JJ Ρέντικ. Συνέβη βέβαια, και κάτι ακόμα που... βοήθησε την ιστορία μας.
Ο προπονητής του (και ό,τι πιο πρόχειρο είχε σε πατρική φιγούρα) Ράντι Κέιβ διοργάνωσε φιλικό με την -πολυδιαφημισμένο- Oak Hill Academy. Με 30 πόντους, ο Ράις ήταν ο σταρ της βραδιάς που είχε στο παρκέ και τον Κέβιν Ντουράντ. Το Wake Forest και το BC ή αλλιώς Boston College του πρόσφεραν υποτροφίες και στις 28 Απριλίου του 2005 υπέγραψε -κάτι σαν- προσύμφωνο με τους Eagles.
Ξεκίνησε με τα ταπεινά 9.3 π., 1.4 ριμπ. και 2.5 ασίστ, ανά αγώνα. Τη δεύτερη χρονιά (2006-07) ήταν starter σε 33 ματς, έπαιζε για 36.6'' ανά αγώνα και έδινε 17.1π. 3.4 ριμπ. και 5.4 ασίστ. Για να κάνουμε μια μεγάλη ιστορία μικρή, σε δυο παιχνίδια NCAA Tournament είχε 24π., για να ακολουθήσει το καρίρ χάι των 46π., σε ματς με τη Νορθ Καρολάινα (τον Μάρτιο του 2008), ενώ ως τελειόφοιτος είχε 21π., 3.3 ριμπ. και 5 ασίστ ανά ματς. Είχε και κάτι άλλο. Παιδί.
Ο μικρός Εϊσόν
Στα μέσα της πρώτης του χρονιάς (2006), ενημερώθηκε πως επρόκειτο να γίνει πατέρας. “ Από τη στιγμή που ό,τι ήταν να γίνει έγινε, έπρεπε να αναλάβω τις ευθύνες μου” εξήγησε, ξεκαθαρίζοντας πως “ δεν υπήρξα ποτέ ο τύπος που θα αποφύγω τις ευθύνες μου”. Ο Εϊσόν (5 χρόνων σήμερα) αρχικά ζούσε στο Ρίτσμοντ, με τη μητέρα του και τη θεία του “που μου έλεγαν διαρκώς ότι νιώθουν σαν να μεγαλώνουν ξανά εμένα! Έκανε ό,τι και εγώ ως παιδί: πετούσε ό,τι μπάλα είχε μπροστά του δεξιά και αριστερά”. Από τότε που έφυγε για την Ευρώπη, ο Εϊσόν είναι μαζί του. Έχει την πλήρη επιμέλεια “ και πολύ βοήθεια στην ανατροφή του. Υπάρχει μεγάλο σύστημα υποστήριξης και θέλω να ευχαριστήσω όσους μετέχουν σε αυτό. Μόνος που δεν θα τα κατάφερνα”... που θα τα κατάφερνε, αλλά λέμε.
Πάμε όμως, λίγο ξανά στη Βοστώνη. Το moto που είχε (“ πάντα σκέφτομαι θετικά και ποτέ δεν βάζω επιπλέον πίεση στον εαυτό μου”) δοκιμάστηκε στις 6 Δεκεμβρίου του 2005. Ο κόουτς Κέιβ, ο άνθρωπος που τον στήριξε όσο λίγοι, είχε αφήσει την τελευταία του πνοή -χάνοντας τη μάχη με τον καρκίνο. Η μητέρα του τηλεφώνησε στον ασίσταντ του BC, Μπιλ Κόεν για να μεταφέρει τα θλιβερά μαντάτα στο παιδί της, πέντε ώρες πριν το τζάμπολ του ματς με το Μίτσιγκαν Στέιτ, στο Madison Square Garden, που επρόκειτο να μεταδοθεί διεθνώς. “ Σκέφτηκα να μην παίξω και ένα τέταρτο πριν το τζάμπολ αποφάσισα πως θα κάνω ό,τι μπορώ”. Σε 26' είχε 5π. Υπήρχαν και χειρότερα.
“ Ήταν τόσο σκληρό αυτό που συνέβη που πέρασε από το μυαλό μου να εγκαταλείψω το μπάσκετ. Αυτός ήταν ο άνθρωπος που με έβαλε στο κολέγιο. Γενικά στη ζωή μου, δεν υπήρχαν και πολλοί να με βοηθήσουν. Ήταν ο μόνος που πίστεψε στις δυνατότητες μου και έκανε ό,τι μπορούσε για εμένα. Ο θάνατος του ήταν το πιο δύσκολο πράγμα που έχω αντιμετωπίσει ποτέ”. Η μητέρα του και η γιαγιά του τον έπεισαν πως έπρεπε να συνεχίσει, γιατί ο Κέιβ θα τον έβλεπε από ψηλά. Και εκτός αυτού, περίμενε και παιδί, που ήλθε στον κόσμο τον Ιανούαριο 2006.
Τα χρόνια που έμεινε στο BC ο Ράις ήταν το talk of the town. Καθημερινά είχε και μια συνέντευξη να δώσει και αυτό που είχαν να πουν όλοι ήταν πως επρόκειτο για μια ασυνήθιστη περίπτωση 21χρονου. Τέτοια που ενώ προσέχει τι λέει, δεν κρύβει την αλήθεια. Κάποια ημέρα, τον ρώτησαν αν έχει θέμα να μιλά για τη ζωή του. “ Το παραμικρό. Είναι μέρος του ποιος είμαι. Το παρελθόν μου με διαμόρφωσε στον άνδρα που είμαι σήμερα”. Αυτός ο άνδρας έχει ως απόλυτη προτεραιότητα “να είμαι ο πατέρας του παιδιού μου, να στηρίζω την οικογένεια μου και τη μητέρα μου”.
Η εναλλακτική οικογένεια Ράις
Ο Νέναντ Μάρκοβιτς
και η πρώτη ευκαιρία
Στην τελευταία του χρονιά στο κολέγιο, οι Στιβ Νας και Κρις Πολ είχαν να πουν τα καλύτερα για εκείνον. Όχι για το θεαθήναι. Του ζήτησαν να παρουσιαστεί σε καμπ με τους δέκα καλύτερους γκαρντ του έθνους (το 2008). Στη λίστα ήταν και οι Στέφεν Κάρι, Τζόνι Φλιν και Τόνι Ντάγκλας. “ Περάσαμε τέσσερις πολύ ωραίες ημέρες, όλοι μαζί. Μέναμε μαζί, δουλεύαμε μαζί. Ήταν εκπληκτική εμπειρία”. Το εκπληκτικό του πράγματος δεν συνεχίστηκε και στο ντραφτ του 2009. Το βράδυ της 25ης Ιουνίου δεν άκουσε το όνομα του “ γιατί παρά τα όσα έκανα, ουδείς τα εκτίμησε. Ανέκαθεν ήμουν το αουτσάιντερ. Αποφάσισα λοιπόν, να πάω στην Ευρώπη”. Ο Νέναντ Μάρκοβιτς τον είχε διαλέξει στον Πανιώνιο, όπου είχε 11.7π., 2.3 ριμπ. και 2.4 ασίστ, μαζί με μια αλήστου μνήμης μεταφορά, στο ματς με τον Παναθηναϊκό, στη Νέα Σμύρνη.
Δείτε από το 5.35''
Το καλοκαίρι του 2010 δοκίμασε εκ νέου την τύχη του στο ΝΒΑ, ως μέλος της ομάδας των Τζαζ στο Summer League, αλλά πάλι συμβόλαιο δεν βρήκε. Στις ΗΠΑ. Γιατί βρήκε στη Γερμανία: στην Άρτλαντ του Στέφαν Κοχ. “ Εκεί είχα μεγαλύτερη ελευθερία από ό,τι στον Πανιώνιο. Ξέρετε, στην Ελλάδα είναι πιο δομημένο το σύστημα, υπάρχουν πιο κλειστά τοίχη στον τρόπο παιχνιδιού. Στη Γερμανία, οι προπονητές δίνουν ελευθερία στους παίκτες” , την οποία έκανε 17π. ανά αγώνα, 5.1 ασίστ και 2.7 ριμπ. και συμβόλαιο στη Λιέτουβος Ρίτας, πριν πάει στην Μπάγερν και το καλοκαίρι στη Μακάμπι, με διετές. Παρέα πάντα με τον γιο του.
Με τον Γιάννη Χριστόπουλο, στην Μπάγερν
Κύριο μέλημα των ομάδων...
ο μικρός Ράις
Όπως εξηγεί στο Weekly Show της Euroleague “ δεν θα ήταν δυνατό να συμβεί χωρίς τη βοήθεια άλλων ανθρώπων. Σκεφτείτε πως μια μέρα ενδεχομένως να μην μπορώ να τον πάρω από το σχολείο. Υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν δυνατή την προσπάθεια μου”, κυρίως οικογένειες συμπαικτών του. “Επειδή ξέρω πώς είναι να μεγαλώνεις χωρίς πατέρα, ήθελα ο γιος μου να μην το περάσει ποτέ αυτό. Κυρίως για αυτό χρειάζεται να είμαι εκεί, στη ζωή του, καθημερινά”. Όποια ομάδα τον θέλει, ξέρει τη βασική προτεραιότητα του “και με ρωτούν τι χρειάζομαι, με ενημερώνουν για τα σχολεία. Προσπαθούν κυρίως, να περιποιηθούν το γιο μου, πριν από εμένα και έτσι ξέρω πως νοιάζονται γενικά για το καλό μου, ως παίκτη και ως ανθρώπου”. Έως τώρα, ο Εϊσόν έχει ζήσει στην Ελλάδα, τη Γερμανία, τη Λιθουανία και το Ισραήλ “ και έχει ακούσει πολλές γλώσσες, έχει δει διάφορες κουλτούρες, ενώ όλα όσα έχει “πάρει” θα του φανούν χρήσιμα αργότερα στη ζωή του. Τώρα ενδεχομένως να μην μπορεί. Στο μέλλον σίγουρα θα το κάνει”.
Προς το παρόν, αυτό που μετρά είναι πως “ ό,τι και αν συμβαίνει, ακόμα και όταν στη δουλειά τα πράγματα είναι δύσκολα ξέρω ότι θα γυρίσω στο σπίτι και ο γιος μου θα με κάνει να αισθανθώ αμέσως καλά”. Και όπως συμβαίνει με κάθε παιδί του πλανήτη “του αρέσει να κάνει ό,τι και εγώ. Για παράδειγμα, κάνω σουτάκια στη μια μεριά του γηπέδου και τον βλέπω να κάνω το ίδιο, στην άλλη άκρη. Είναι τρελό να τον βλέπω να μεγαλώνει και να βρίσκει πράγματα που του αρέσουν, να βρίσκει τον τρόπο του”, πάντα υπό το βλέμμα του, γιατί αν μη τι άλλο ο Ράις έχει αποδείξει πως δεν είναι ευθυνόφοβος.