Ο Τομ Χέινσον ήταν οι Σέλτικς
Καπνιστής, πλακατζής και ένα από τα πρώτα Stretch-4. Ο Τομ Χέινσον έφυγε από την ζωή σε ηλικία 86 ετών, αφήνοντας ένα τεράστιο κενό στην οικογένεια των Σέλτικς. Γιατί; Επειδή ήταν οι ίδιοι οι Σέλτικς.
Η είδηση ήταν μάλλον ξαφνική. Ο Τομ Χέινσον, ο θρύλος των Σέλτικς, πέθανε σε ηλικία 86 ετών. Οι νεότεροι δεν ασχολήθηκαν. Οι παλαιότεροι μελαγχόλησαν. Οι πραγματικοί φίλοι των Σέλτικς ωστόσο το πήραν βαριά. Και είχαν τους λόγους τους.
Είναι εύκολο να ξεχνάει κάποιος τους θρύλους της δεκαετίας του 60 και του 70 του ΝΒΑ. Ειδικά όταν δεν έχουν το βιογραφικό ενός παίκτη όπως Μπιλ Ράσελ, ο Γουίλτ Τσάμπερλεν, ο Όσκαρ Ρόμπερτσον. Ο Τομ Χέινσον, λοιπόν, ανήκει στην κατηγορία των παικτών που ενώ σχεδόν όλοι οι φίλοι του ΝΒΑ ξέρουν το όνομά του, λίγοι είναι αυτοί που πραγματικά εκτιμούν αυτά που έχει προσφέρει στην Βοστώνη και στην λίγκα.
Ο κόσμος μπορεί να θυμάται ή να έχει μάθει ότι κατά την διάρκεια της δυναστείας των Σέλτικς την δεκαετία του 60’ οι σταρ της ομάδας ήταν οι Μπιλ Ράσελ, Μπομπ Κουζι, Μπίλι Σάρμαν, ακόμα και ο Σαμ Τζόουνς, ωστόσο η αλήθεια είναι ότι χωρίς τον Χέινσον είναι αμφίβολο αν οι “Κέλτες” θα ήταν τόσο πετυχημένοι. Αυτή λοιπόν είναι η ιστορία του. Μία ιστορία διαφορετική από όσες έχει γνωρίσει, αλλά και θα γνωρίσει το ΝΒΑ.
ΕΝΑΣ... ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΜΠΑΣΚΕΤΜΠΟΛΙΣΤΑΣ
Ο Τόμας Γουίλιαμς Χέινσον – όπως ήταν το πλήρες όνομά του – γεννήθηκε στις 26 Αυγούστου 1934, στο Τέρσι Σίτι του Νιου Τζέρσι, γιος ενός εργάτη σε εργοστάσιο μπισκότων και μίας γυναίκας που δούλευε σε σούπερμαρκετ.
Όπως μπορεί να καταλάβει κάποιος, η ζωή στην οικογένεια Χέινσον δεν ήταν εύκολη, με τα πράγματα να γίνονται ακόμα πιο δύσκολα όταν έχασε την δουλειά του ο πατέρας του μικρού Τόμι. Λίγο αργότερα, μάλιστα, όταν ξέσπασε ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Χέινσον είδε την άσχημη πλευρά της ζωής, αφού λόγω των γερμανικών ριζών του και του ξανθού μαλλιού του έβλεπε τα παιδιά της γειτονιάς να τον φωνάζουν… Ναζί, με αποτέλεσμα να πρέπει (κυριολεκτικά) να παλεύει για να πάει σπίτι του μετά το σχολείο!
Ξέροντας ότι δεν είχε και πολλές συμπάθειες, ο μικρός Τόμι αφοσιώθηκε σε δύο πράγματα: Την ζωγραφική και το μπάσκετ. Κι αν στην ζωγραφική ήταν καλός, στο μπάσκετ ήταν εξαιρετικός! Ο Χέινσον έχτισε σταδιακά το όνομά του χάρη στο γεμάτο χάρη παιχνίδι του, με αποτέλεσμα όταν ήρθε η ώρα να πάει κολέγιο οι προτάσεις να πέσουν βροχή.
Τελικά, το 1953 ο Χέινσον επέλεξε το κολέγιο του Χόλι Γκρος. Και δεν θα το μετάνιωνε, αφού στις τρεις χρονιές που έπαιξε Κολεγιακό μπάσκετ ήταν εξαιρετικός, έχοντας μάλιστα στην τελευταία του χρονιά 27.4 πόντους και 21.1 ριμπάουντ μέσο όρο. Το γεγονός αυτό πάντως δεν εμπόδισε τον θρυλικό προπονητή των Σέλτκς, Ρεντ Άουερμπαχ, ο οποίος είχε πάει να τον παρακολουθήσει σε έναν αγώνα, να δηλώσει αργότερα στις εφημερίδες ότι δεν ταίριαζε στους Κέλτες, αφού είχε… πολύ περιττό βάρος!
Ο Χέινσον πήρε πολύ προσωπικά αυτές τις δηλώσεις, σε βαθμό που πήρε τηλέφωνο τον Άουερμπαχ και τον έβρισε! Όλα αυτά, όμως, δεν εμπόδισαν τους Σέλτικς να τον επιλέξουν ως territorial pick (έναν ιδιαίτερο κανόνα που ίσχυε στα πρώτα χρόνια του ΝΒΑ, όταν μία ομάδα έχανε την πρώτη επιλογή της στο ντραφτ και επέλεγε πρώτη, έχοντας προτεραιότητα αν ένας απόφοιτος Κολεγίου μεγάλωσε στην περιοχή) στο ντραφτ του 1956. Το ΝΒΑ τον περίμενε.
ΠΛΑΚΑΤΖΗΣ, ΚΑΠΝΙΣΤΗΣ, ΑΛΛΑ Η ΨΥΧΗ ΤΩΝ ΣΕΛΤΙΚΣ
Το να αναφέρει κάποιος τα στατιστικά του Χέινσον από την 9χρονη παρουσία του στην Βοστώνη είναι εύκολο και απλό. Με απλά λόγια, ο θρυλικός φόργουορντ με το γλυκό σουτ κατέκτησε 8 Πρωταθλήματα σε 9 χρόνια στο πλευρό του Ράσελ στην Βοστώνη από το 1957 έως το 1965, έχοντας 18.6 πόντους και 8.8 ριμπάουντ μέσο όρο, πριν εγκαταλείψει τα παρκέ σε ηλικία 31 ετών λόγω τραυματισμού στο πόδι. Αυτά τα νούμερα του Hall Of Famer φόργουορντ, όμως, δεν μπορούν να πουν όλη την αλήθεια για την επιρροή του στην Βοστώνη.
Ο Χέινσον ήταν ένας φόργουορντ μπροστά από την εποχή του, μοιάζοντας με τα σύγχρονα “Stretch-4”. Ένας πάουερ φόργουορντ με ύψος 2.01 μέτρα που μπορούσε να κατεβάζει τη μπάλα, να σουτάρει καλά από μέση και μακρινή απόσταση (ειδικά από τις γωνίες), να πάρει καμία 10αριά ριμπάουντ και να παίξει άμυνα στον καλύτερο επιθετικό των αντιπάλων. Ένας παίκτης που σούταρε χωρίς να βάλει καμπύλη στο σουτ του, επειδή, σύμφωνα με μία ιστορία της εποχής, όταν ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ στο Νιου Τζέρσι το γήπεδο που έπαιζε ήταν… χαμηλοτάβανο!
Στα πρώτα του βήματα τον αποκαλούσαν… “Tommy Gun”, επειδή σούταρε πολύ (σε βαθμό που κάποτε ο Κούζι δήλωνε πως ο Χέινσον δεν ήταν ατομιστής, αλλά απλώς σούταρε μόνο… όταν είχε τη μπάλα!), ωστόσο οι Celtics έκαναν τα στραβά μάτια. Όπως έκαναν τα στραβά μάτια και στο γεγονός ότι κάπνιζε και έπινε, αλλά και ήταν μονίμως αυτός που… έκλεβε σε κάθε άσκηση όταν δεν παρακολουθούσε ο Άουερμπαχ! Γιατί; Επειδή, πολύ απλά, ο Heinsohn ήταν η ψυχή της ομάδας και – κυρίως – όταν τον χρειαζόντουσαν οι Celtics ανέβαζε την απόδοσή του κατακόρυφα.
Ο Χέινσον ήταν αυτός που χαλάρωνε τους πάντες με τις πλάκες του. Ήταν τόσο ατρόμητος, που δεν δίσταζε να κάνει πλάκα ακόμα και στον Άουερμπαχ, ο οποίος σε μία συνέντευξη Τύπου πήγε να ανάψει ένα τσιγάρο που του είχε προσφέρει ο Χέινσον κι αυτό εξερράγη την στιγμή που το άναψε! Και, φυσικά, ήταν αυτός που πάντα, μα ΠΑΝΤΑ, άκουγε τις φωνές του θρυλικού προπονητή, ακόμα και αν δεν είχε κάνει λάθος αυτός, αλλά ο Κούζι ή ο Ράσελ! Γιατί όμως συνέβαινε αυτό; Επειδή μόνο ο Χέινσον είχε τον χαρακτήρα να αντέξει τις φωνές του Άουερμπαχ χωρίς να κλονιστεί η αυτοπεποίθησή του, κάτι που δεν ίσχυε για τους συμπαίκτες του.
Ο Hall Of Famer φόργουορντ δεν ήταν βέβαια μόνο… λόγια και πλάκες. Και το έδειξε αυτό κατευθείαν, από την ρούκι χρονιά του για την ακρίβεια, όταν στον έβδομο Τελικό του ΝΒΑ, το 1957, είχε 37 πόντους και 23 πόντους στη νίκη με 125-123 των Σέλτικς έπειτα από δύο παρατάσεις κόντρα στους Σεντ Λιούις Χοκς! Ήταν το πρώτο πρωτάθλημα στην ιστορία των Σέλτικς. Μερικά χρόνια αργότερα, την σεζόν 1962/63, εκτόξευσε τους αριθμούς του από τους 18.9 πόντους και τα 7.5 ριμπάουντ στην κανονική περίοδο στους 24.7 πόντους και τα 8.9 ριμπάουντ κατά την διάρκεια των playoffs, όντας ο καταλύτης του έκτου Πρωταθλήματος των Κελτών σε εφτά χρόνια. Κοινώς, έκανε μία χαρά την δουλειά του.
ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΗΣ ΚΑΙ ΩΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ
Λίγο μετά το τέλος της σεζόν 1964/65 ο Χέινσον εγκατέλειψε τα παρκέ λόγω τραυματισμού, με τον Άουερμπαχ, να του προτείνει την θέση του προπονητή. Ο ίδιος όμως αρνήθηκε, αφού, όπως δήλωσε, “δεν υπήρχε περίπτωση να μπορέσω να ελέγξω τον Ράσελ. Οπότε πρότεινα στον Ρεντ να χρίσει τον Ράσελ προπονητή”. Ο Άουερμπαχ τον άκουσε και οι Σέλτικς κατέκτησαν τίτλους με τον Ράσελ σε θέση παίκτη-προπονητή!
Όταν ο Ράσελ αποσύρθηκε όμως από τα παρκέ το 1969, ο Χέινσον δέχτηκε τη νέα πρόταση του Άουερμπαχ, μένοντας στον πάγκο των Σέλτικς μέχρι και το 1978, κατακτώντας δύο ακόμα Πρωταθλήματα (1974 και 1976), ενώ κέρδισε και το βραβείο του “Προπονητή της χρονιάς” το 1973, αναδεικνύοντας το ταλέντο των Τζον Χάβλιτσεκ και Ντέιβ Κάουενς. Την νέα γενιά των ηγετών των Σέλτικς δηλαδή.
ΑΠΟΛΑΥΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΩΣ ΣΧΟΛΙΑΣΤΗΣ
Από το 1981 μέχρι την φετινή σεζόν, ο Χέινσον ήταν ένας εκ των σχολιαστών των αγώνων των Σέλτικς. Και η αλήθεια είναι πως – αν και ήταν προφανώς προκατειλημμένος λόγω του “Κέλτικου” παρελθόντος του, τις περισσότερες φορές ήταν απολαυστικός, ειδικά για τους φίλους των Σέλτικς, αφού θυμόταν ιστορίες και μιλούσε πάντα την γλώσσα της αλήθειας. Χωρίς φίλτρο, χωρίς δισταγμό.
Ο Χέινσον μετέδωσε ως σχολιαστής τα πρωταθλήματα της εποχής του Λάρι Μπερντ την δεκαετία του 80’ (1981, 1984 και 1986), αλλά και το τελευταίο πρωτάθλημα των Σέλτικς το 2008. Με λίγα λόγια, είχε άμεση ή έμμεση σχέση με όλους τους τίτλους που έχουν κατακτήσει οι “Κέλτες”, έχοντας υπηρετήσει την ομάδα της καρδιάς του για κάτι παραπάνω από 50 χρόνια.
Στα 86 του χρόνια, ο Χέινσον έφυγε όπως λέει η κλισέ φράση “πλήρης ημερών”. Ήταν μία από τις πλέον αγαπημένες φιγούρες στην ιστορία της Βοστώνης, όντας παράλληλα βάσει αριθμών μαζί με τον Ράσελ ο πιο πετυχημένος “Κέλτης”. Όχι κι άσχημα δηλαδή για έναν καπνιστή φόργουορντ με παραπανίσια κιλά που σούταρε περισσότερο από όσο έπρεπε. Αναπαύσου εν ειρήνη Τόμι.