Αργύρης Γιαννίκης: Ο συμμαθητής του Νάγκελζμαν που πηγαίνει βήμα-βήμα συλλέγοντας παράσημα
Το SPORT24 καταγράφει την σταδιοδρομία του Αργύρη Γιαννίκη, αποφάσεις, σταθμούς και επιλογές που τον έφεραν στην μεγαλύτερη πρόκληση και ευκαιρία της καριέρας του: την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας της ΑΕΚ.
Από τα πλέον εξειδικευμένα, σοφιστικέ του σύγχρονου (και όχι μόνο) ποδοσφαιρικού θεωρητικού κόσμου τα όσα προσφέρονται στην σχολή της Κολωνίας, το σχολείο δηλαδή και του Αργύρη Γιαννίκη. Πολλές φορές οι μετρημένοι της απόφοιτοι (κάθε χρονιά, για διάφορες κατευθύνσεις, οι αιτήσεις εισαγωγής ξεπερνούν κατά πολύ την εκατοντάδα. Αυτοί που τελικά επιλέγονται (με το ζόρι φτάνουν τις δύο ντουζίνες) δίνουν την αίσθηση πως μόνο μεταξύ τους μπορούν να συνεννοηθούν. Πάντα μιλώντας για ποδόσφαιρο.
Αυτό που τους ξεχωρίζει όλους, ανεξαρτήτως της κατεύθυνσης που θα πάρουν, είναι το αποτέλεσμα. Στο γήπεδο. Εκεί τα πάντα είναι κατανοητά. Απλά. Εκλαϊκευμένα. Το ποδόσφαιρο που όλοι βλέπουν αποκτά χαρακτηρισμούς, ταμπέλες, που δίνονται από τον καθένα και αντιλαμβάνονται από τον οποιονδήποτε. Ανεξαρτήτως αν έχει δίπλωμα προπονητικής από την πλέον φημισμένη σχολή του πλανήτη.
Ωραίο. Πιεστικό. Γρήγορο. Μιας επαφής. Πίεση παντού. Τρεξίματα. Ένταση. Συνοχή. Κίνηση χωρίς την μπάλα. Ατομική πολύ. Διάρκεια. Ο κάθε μύστης μπορεί να προσαρμόζει τα όσα διδάχτηκε. Να τα φέρνει στα δικά του μέτρα, στα δικά του σταθμά, στη δική του φιλοσοφία. Είτε είναι ο νυν τεχνικός της Μπάγερν, Γιούλιαν Νάγκελζμαν, είτε είναι ο μέχρι πρότινος της Σπαρτάκ Μόσχας, Ντομένικο Τεντέσκο, αμφότεροι συμμαθητές του Έλληνα προπονητή.
Η κρίση όμως, η κοινή κρίση, θα είναι ακριβώς τέτοια. Κοινή. Βασισμένη στα ίδια, απλοϊκά, αισθητικά κριτήρια, μα βασικά για την επιτυχία του κάθε προπονητή, της κάθε ομάδας. Πρώτα και κύρια λοιπόν ουσία: αποτέλεσμα δηλαδή και από εκεί και πέρα, αν αυτή μπορεί να συνδυαστεί και με περιτύλιγμα, με ωραίο ποδόσφαιρο, με ποδόσφαιρο που ικανοποιεί και τον πλέον αδαή που μόνο αυτό αξιολογεί στην κρίση του, τότε η συνθήκη που διαμορφώνεται είναι ιδανική.
Το ξεκίνημα
Ο ΠΑΣ Γιάννινα προσέφερε το παλκοσένικο στο οποίο συστήθηκε ο Αργύρης Γιαννίκης στο ελληνικό κοινό. Η αλήθεια είναι πως όταν ήρθε στα μέρη μας, καλοκαίρι του '19, βρισκόταν κάτω από τα ραντάρ. Οι συστάσεις ήταν γνωστές, αλλά όχι προβεβλημένες. Ένα από τα σύγχρονα "προϊόντα" της γερμανικής ποδοσφαιρικής σχολής, επέλεξε την προπονητική όταν οι πολλοί και συνεχείς τραυματισμοί δεν του επέτρεψαν να σταδιοδρομήσει φορώντας τα εξάταπα.
Γρήγορα τα κρέμασε και αποφάσισε να δοκιμάσει πίσω από τις γραμμές. Άφησε τις σπουδές στα οικονομικά, άρχισε τις ποδοσφαιρικές. Η δουλειά, γρήγορα εμφανής και έτσι, από μια μικρή ομάδα στο Μάνχαϊμ, δέχεται προσφορές για να αναλάβει πόστο στις ακαδημίες της Χόφενχαϊμ και της Καϊζερλάουτερν. Επιλέγει την Καρλσρούη. Στις δικές της ακαδημίες είχε άλλωστε ξεκινήσει να παίζει ποδόσφαιρο.
Γρήγορα αναβαθμίζεται. Ανεβαίνει ένα-ένα τα σκαλοπάτια και πριν καν τριανταρήσει φτάνει βοηθός της πρώτης ομάδας, τότε σταθερό μέλος της Zweite Liga, με ξεκάθαρη όμως προοπτική και διάθεση να φτάσει στην Bundesliga. Το 2015 το άγγιξε. Μπαράζ με το Αμβούργο, την ομάδα δηλαδή που - ως τότε - δεν είχε υποβιβαστεί ποτέ και πάλευε (τότε) να μην σπάσει το ρόδι.
Πρώτο παιχνίδι στον γερμανικό βορρά. Ισοπαλία 1-1, η προίκα που παίρνει μαζί της η Καρλσρούη για τη ρεβάνς στην έδρα της. Εκεί, στο 78’, προηγείται. Στις καθυστερήσεις όμως ένα φάουλ του Ντίας σωπαίνει το βουητό της εξέδρας και στέλνει το πολυπόθητο εισιτήριο να διεκδικηθεί στην παράταση. Εκεί οι ψυχολογικά καταρρακωμένοι γηπεδούχοι δέχονται και δεύτερο γκολ και χάνουν την ευκαιρία. Τη μεγαλύτερη της (πρόσφατης) ιστορίας τους.
Τότε είναι που αποφασίζει να εξοπλιστεί. Κατάλληλα. Με ό,τι πρέπει, όσα χρειάζονται προκειμένου οι μέρες του ως βοηθός (παράλληλα, σε αυτά τα χρόνια, ήταν και εντεταλμένος με το scouting για ποδοσφαιριστές από την u19 ως την πρώτη ομάδα της Καρλσρούης. Πού και πού "έβλεπε" και Ελλάδα…) να πάψουν. Τότε ήταν που έκανε την αίτησή του στην σχολή της Κολωνίας, για να πάρει το κατάλληλο δίπλωμα.
Το επόμενο βήμα
Αν νομίζετε πως είναι… φοιτητική η ζωή ενός σπουδαστή της προπονητικής, σκεφτείτε το ξανά. Κοντά ένας χρόνος η φοίτηση (στο τελευταίο της επίπεδο), τέσσερις μέρες την εβδομάδα, με δεκάωρα μαθήματα και πολύωρη, έξτρα και σε καθημερινό επίπεδο, ενασχόληση με οτιδήποτε θεωρητικό και πρακτικό περιλαμβάνει η μαθησιακή διαδικασία.
Στο τέλος της επόμενης σεζόν (2016), ο άνθρωπος που εμπιστεύτηκε πρώτος τον Γιαννίκη, ο Μάρκους Καουτσίνσκι ανακοινώνει πως δεν θα παραμείνει άλλο στον πάγκο των "μπλε". Συστήνει τον συνεργάτη του, 36 χρονών τότε, ως διάδοχό του. Το ίδιο κάνει και ο τεχνικός διευθυντής, Γενς Τοντ. Ο γεννημένος στη Νυρεμβέργη Έλληνας προπονητής κάνει τα… δέοντα, περνάει από την προβλεπόμενη διαδικασία και περιμένει. Κόντρα (και) στο γενικότερο, λαϊκό ρεύμα, τελικά δεν παίρνει την ευκαιρία.
Και έτσι αποφασίζει να πατήσει το pause στη φιλοδοξία της σόλο καριέρας για χάρη της Bundesliga. Ο Καουτσίνσκι αναλαμβάνει την Ίνγκολσταντ και τον θέλει στο πλευρό του. Δεν μακροημέρευσαν. Ως τα μέσα Νοεμβρίου. Τουλάχιστον δεν τον στερήθηκε άλλο η οικογένειά του. Νέος πατέρας εκείνες τις μέρες, είχε αφήσει τo σπίτι του, αφού η μετακόμιση γυναίκας και παιδιού στην Βαυαρία ήταν δύσκολη. Το ίδιο έκανε, έχοντας μάλιστα αυξήσει κατά ένα μέλος τη φαμίλια του και ερχόμενος στα Γιάννινα, εξαιτίας των επαγγελματικών υποχρεώσεων της συζύγου του.
Είχαν μεσολαβήσει ένα σαββατικό, μια αργία ενός χρόνου μετά το τέλος της θητείας στην Ίνγκολσταντ και το ξεκίνημα, δειλά δειλά, της καριέρας ως πρώτος πλέον προπονητής στα χαμηλά του γερμανικού ποδοσφαίρου. Πρώτα Regionaliga στον πάγκο της Έσεν, μετά 3η κατηγορία σε αυτόν της Άαλεν. Κοινός τόπος; Τα φοβερά προβλήματα των κλαμπς που συνόδευσαν τις ευκαιρίες που του δόθηκαν και σαφέστατα (τον) επηρέασαν.
Ο ερχομός στην Ελλάδα
Με αυτό λοιπόν το background ήρθε στην Ελλάδα το καλοκαίρι του '19, κάνοντας εδώ πλέον το επόμενο βήμα. Δεύτερη κατηγορία, σε ομάδα "καταδικασμένη" να πρωταγωνιστήσει, να κερδίσει την άνοδό της. Το ξέσπασμα του covid και η διακοπή ύστερα από 20 αγωνιστικές, βρίσκει τον ΠΑΣ στο +7 από τον δεύτερο Απόλλωνα, με μόνο δύο ήττες σε όλες τις διοργανώσεις. Από τον Λεβαδειακό στο πρωτάθλημα και τον Παναθηναϊκό στο Κύπελλο.
Κόντρα στους πράσινους άλλωστε, στο πρώτο ματς των "16" της τότε διοργάνωσης, είχε προκαλέσει τον πρώτο κρότο, επικρατώντας στα Γιάννινα με 1-0. Στη ρεβάνς στο ΟΑΚΑ, οι Ηπειρώτες προηγήθηκαν, αλλά οι πράσινοι γύρισαν με τρία γκολ στο δεύτερο ημίχρονο το παιχνίδι και πήραν την πρόκριση.
Οι λογαριασμοί τους είχαν και συνέχεια. Την επόμενη σεζόν. Στη Super League Interwetten πλέον. Παρά το ανεπανάληπτο της συγκυρίας, ο ΠΑΣ αναγορεύεται (έστω και σε λειψή σεζόν) πρωταθλητής και επιστρέφει στην παρέα των μεγάλων. Παρότι κανείς δεν γνωρίζει πότε, παρότι οι συνθήκες είναι πρωτοφανείς για όλους, οι Ηπειρώτες είναι οι πρώτοι της παρέας που ξεκινούν καλοκαιρινή προετοιμασία. Ενδεικτικό.
Χωρίς πολλές προσθήκες, με τη βάση ενδεκάδας και κορμού να είναι απαράλλαχτη σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν στη SL2, δίνουν από νωρίς δείγματα. Προσέγγισης κυρίως, στιλ, φιλοσοφίας, γιατί τα αποτελέσματα δεν βοηθούν. Μόλις δύο οι νίκες στις 10 πρώτες αγωνιστικές. Αλλά με ήττες στο γκολ από ΑΕΚ (εντός) και ΠΑΟΚ (Τούμπα – με το τελικό 2-1 για τον Δικέφαλο να διαμορφώνεται στην τελευταία φάση του ματς ενώ ο ΠΑΣ έπαιζε με 10), ισοπαλία στο "Βικελίδης" κόντρα στον Άρη και εντός έδρας με τον Ολυμπιακό.
Κόρακας κοράκου μάτι, ναι, δεν βγάζει, αλλά από το πρώτο περυσινό συναπάντημα με τον Ολυμπιακό, ο Πέδρο Μαρτίνς ξεχώρισε την δουλειά του αντιπάλου του. Άλλες τρεις φορές κοντραρίστηκαν οι πρωταθλητές Ελλάδας με τον ΠΑΣ. Στο πρωτάθλημα, νίκη με το ζόρι στο "Καραϊσκάκης" (0-1). Και στα ημιτελικά του Κυπέλλου, στην καλύτερη πορεία των Ηπειρωτών στον θεσμό για πάνω από τέσσερις δεκαετίες.
Ισοπαλία 1-1, στο πρώτο ματς στα Γιάννινα, με τον Ολυμπιακό να δεινοπαθεί και να ισοφαρίζει στο τέλος, 3-1 οι ερυθρόλευκοι στη ρεβάνς στο Φάληρο. Παιχνίδια που παγίωσαν την πρώτη εντύπωση του Πορτογάλου για τον ομόλογό του. Δεν το έκρυψε ούτε στους συνεργάτες του και ακόμη και τώρα το λέει πως ποτέ στη θητεία του στην Ελλάδα δεν συνάντησε ομάδα του στάτους του ΠΑΣ (και όχι μόνο δηλαδή) να παίζει με τον τρόπο που έπαιξε κόντρα στον Ολυμπιακό.
Και να τον φέρνει, επαναλαμβανόμενα όχι τυχαία, όχι μία και έξω, σε τόσο δύσκολη θέση και ματσάροντας ουσιαστικά τα πάντα στο γήπεδο. Του το αναγνώρισε. Του το πίστωσε. Του το μετέφερε. Σε κάθε τους συνάντηση, σε κάθε τέλος κόντρας τους είτε στο γήπεδο, μπροστά σε όλα τα μάτια, είτε στα αποδυτήρια, πριβέ.
Παράσημο. Μεγάλο. Είχε προηγηθεί το ιστορικό σερί των τριών διαδοχικών νικών επί του Παναθηναϊκού σε πρωτάθλημα και προημιτελικούς Κυπέλλου (με το πρώτο ματς, το εντός έδρας για τον ΠΑΣ, να γίνεται στο Αγρίνιο και τους πράσινους μάλιστα να προηγούνται με τη σέντρα).
Σιγά-σιγά λοιπόν, μαζεύονταν. Γίνονταν αντιληπτά, κατανοητά, εμφανή ακόμη και στο αδαές ποδοσφαιρικό μάτι, δεν αποτελούσαν μόνο αντικείμενο γνώσης των επαϊόντων. Ο τρόπος που αγωνίζονταν ο ΠΑΣ, παντού και πάντα… ξεψαρωμένος, κόντρα στον οποιονδήποτε, με ένταση, διάρκεια και ποσότητα στα τρεξίματα, ποδοσφαιριστές που εμφανώς έβγαζαν στο γήπεδο περισσότερα απ' όσα το βιογραφικό και οι παραστάσεις τους προοιώνιζαν, συνολική δουλειά και εικόνα που έβγαζε γούστα, άρεσε. Και άρεσε πολύ. Σε κοινό και ειδικούς (με ή χωρίς εισαγωγικά, υποκειμενικό τελείως).
Αποτέλεσε παράλληλα και το διαβατήριο του Γιαννίκη για την επόμενη πίστα. Στον ΠΑΣ δεν θα έμενε, ΟΦΗ και Ατρόμητος ήταν οι πρώτοι που χτύπησαν και από νωρίς, διερευνητικά, την πόρτα. Οι Περιστεριώτες του έκαναν πρόταση, υπήρξαν συζητήσεις, όχι όμως και συμφωνία. Το όνομά του, έτσι κι αλλιώς, ακούγονταν ήδη και ψηλότερα. Και στον Παναθηναϊκό και στην ΑΕΚ είχε συμπάθειες. Σε κορτάρισμα όμως τότε δεν προχώρησε κανείς. Και ο Γιαννίκης διάλεξε να περιμένει.
Είχε ευκαιρίες και κατακαλόκαιρο. Στη Γερμανία κυρίως (αλλά όχι μόνο). Τις προσπέρασε. Το κέρδος των εντυπώσεων, αλλά και της ουσίας, από τη θητεία του στον ΠΑΣ, λογικό ήταν να θέλει να το κεφαλαιοποιήσει με την καλύτερη δυνατή συνθήκη, το καλύτερο δυνατό περιβάλλον, στο καλύτερο δυνατό timing.
Όλα ήρθαν ξαφνικά, πριν από λίγες μόνο μέρες. Η προοπτική της ανάληψης της τεχνικής ηγεσίας της ΑΕΚ, της ΑΕΚ της μεγαλύτερης καλοκαιρινής επένδυσης της ιστορίας της, της ΑΕΚ της Αγίας Σοφιάς, της πρωταγωνίστριας ΑΕΚ, προοπτική που αυτονόητα δεν προσπερνιέται. Και από την στιγμή που στην Ένωση αποφάσισαν να στραφούν στον 41χρονο τεχνικό, τότε η αναμονή (του) σίγουρα άξιζε τον κόπο.
Τα κριτήρια της επιλογής του από την Ένωση, προφανή. Ανάλογα και τα ζητούμενα. Απλά. Κατανοητά. Νίκες, που συνάδουν με το στάτους του κλαμπ. Και ωραίο ποδόσφαιρο, σύμφυτο με το εκλεπτυσμένο ποδοσφαιρικό γούστο και την ιστορία του συλλόγου.
Το μπορεί; Το 'χει; Η κρίση, στο φινάλε, ανάλογα απλή θα είναι, όπως πάντα στο ποδόσφαιρο. Αυτός πάντως, σίγουρα μπορεί να ισχυριστεί πως ναι. Και με δίπλωμα μάλιστα…