Εθνική Ελλάδας: Ο Γκουστάβο Πογέτ πιστεύει ακόμη στα θαύματα
Ήλπιζε ότι θα του δοθεί το χρίσμα του ομοσπονδιακού προπονητή. Τον πρόλαβε άλλος. Η ΕΠΟ τού επιτρέπει να δοκιμαστεί σ' ένα άλλο μετερίζι και να επαναφέρει την Εθνική στην τελική φάση διεθνών διοργανώσεων. Ο Γκουστάβο Πογέτ, είτε ως ποδοσφαιριστής είτε ως προπονητής, έχει κυνηγήσει παντού τα όνειρά του και η επιστροφή του στην Ελλάδα περικλείεται σε αυτό το αδιάκοπο ταξίδι εμπειριών.
Τυχοδιώκτης. Με την κυριολεκτική έννοια του όρου. Αυτήν που μπολιάζει την τόλμη και το ρίσκο ενός ατόμου, το οποίο δεν δειλιάζει να "τρέξει" πίσω από τις ευκαιρίες που εμφανίζονται στον δρόμο του και να τεστάρει με θάρρος ή θράσος τις δυνάμεις του υπό όποιες συνδήθηκες, διότι ψάχνει την πραγματοποίηση των ονείρων του.
Ο Γκουστάβο Πογέτ δεν διαφέρει από έναν aventurero: αεικίνητος, δραστήριος, περιπετειώδης. Ένας θιασώτης του άφταστου.
Για τον 54χρονο Ουρουγουανό (15/11 του 1967) η επιστροφή στην Ελλάδα, στον ρόλο του νέου ομοσπονδιακού προπονητή, είναι η εξερεύνηση ενός νέου κόσμου: του κόσμου των εθνικών ομάδων. Η συμφωνία του με την ΕΠΟ, προκειμένου να είναι ο αντικαταστάτης του Τζον Φαν Σιπ στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, τον φέρνει αντιμέτωπο με την πρόκληση της πρόκρισης στα τελικά του Euro 2024 που θα διεξαχθούν επί γερμανικού εδάφους - αρχικά μέσω του Nations League. Πιθανόν θα προτιμούσε να 'ναι αυτός η επιλογή της Ομοσπονδίας της Ουρουγουάης για τη μετά-Ταμπάρες εποχή. Αντί του Ντιέγκο Αλόνσο που έλαβε εν τέλει το χρίσμα κι έχει ήδη πιάσει δουλειά.
Ο Πογέτ πηγαίνει με το ένστικτο
Σημασία έχει πως ο Πογέτ αποδέχθηκε την πρόταση κι επαγγελματικά ενεργοποιήθηκε ξανά μετά τον Αύγουστο του 2021, όταν έλυσε το συμβόλαιό του με τη χιλιάνικη Ουνιβερσιδάδ Κατόλικα, έχοντας πάρει πάνω του όλα τα... κρίματα για τα άσχημα αποτελέσματα που ήρθαν (13 νίκες, 5 ισοπαλίες, 13 ήττες). Ναι μεν το εξάμηνό του στο Σαντιάγο είχε αρχίσει ιδανικά, "το καλύτερο που είχα σε όλη την καριέρα μου", όπως έλεγε λίγους μήνες μετά στον απολογισμό του, κατέληξε ωστόσο σαν ένα εφιάλτης που σε ξυπνά τη νύχτα ιδρωμένο. Με ύβρεις από την κερκίδα, τσακωμούς με ποδοσφαιριστές του και εν τέλει ρήξη με τη διοίκηση. Γεγονότα που αναπόφευκτα έφεραν το διαζύγιο.
Εκ των υστέρων, θα στάθμιζε (μάλλον) αλλιώς τα δεδομένα. Θα ήξερε τι θα έρθει. Να προβλέψει, όμως, τι θα συμβεί δεν ήταν δυνατόν εκ των προτέρων. Γι' αυτό κι αν γυρνούσε τον χρόνο πίσω, πάλι την ίδια απόφαση θα έπαιρνε. Του αρέσουν τα ρίσκα του Πογέτ και σπανίως "διπλοφουρνίζει" τις αποφάσεις του. Πορεύεται κυρίως από το ένστικτο και πολλές φορές σπρώχνει τη λογική στην άκρη.
Στην Ελλάδα "θα επέστρεφα σίγουρα", είχε γράψει, διότι τού άφησε "μια ωραία ανάμνηση" η θητεία του στην ΑΕΚ, στη διάρκεια της οποίας όσα αντίκρισε "μ' έκαναν να δω άλλα πράγματα για το ποδόσφαιρο, να το καταλάβω διαφορετικά". Κι ας ήταν πιο σύντομη απ' όσο θα ήθελαν οι δύο πλευρές (τέλη Οκτωβρίου 2015 - μέσα Απριλίου 2016) όταν άρχιζαν τη συνεργασία τους. Διακόπηκε απότομα αλήθεια είναι, αλλά για τον Ουρουγουανό ο χρόνος υπήρξε μια σταθερά συμβατική έννοια, που εξακολουθεί να τον αφήνει αδιάφορο και να μην τον επηρεάζει. Αρκεί να έχει αποκομίσει κάτι πρωτότυπο.
Η πρώτη απόπειρα στον έξω κόσμο
Το ποδόσφαιρο είχε γίνει από νωρίς ένα πεδίο γνώσης για τον Πογέτ, παρόλο που ο πατέρας του ήταν διεθνής μπασκετμπολίστας και ο ίδιος εμφάνιζε τα εχέγγυα (σωματικά, DNA) να συνδεθεί με την πορτοκαλί μπάλα. Ήταν πιο κοντά στο ποδόσφαιρο και στις τακτικές του, προτιμούσε τη μυρωδιά του χορταριού και όχι του ξύλου από το παρκέ. Θαύμαζε τον Γιόχαν Κρόιφ και την Μπαρτσελόνα που αυτός είχε δημιουργήσει. Ήθελα να βλέπει, να μαθαίνει και μέρα με τη μέρα ν' ανοίγει τους ορίζοντές του.
Παιδί της πρωτεύουσας Μοντεβιδέο, ήταν αναπόφευκτο να παίξει μπάλα σε μια από τις ομάδες της περιοχής. Η ντόπια Ρίβερ Πλέιτ έγινε η ποδοσφαιρική αφετηρία του, αλλά δεν χωρούσε ένα ανήσυχο και ταξιδιάρικο πνεύμα που σκόπευε ν' απλώσει τα φτερά του και να μάθει τι υπάρξει έξω από τα στενά όρια μιας πατρίδας 176.215 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Ένας 21χρονος λατίνος νέος πίστευε στα τέλη των 80s ότι η Γαλλία είναι μια χώρα ιδανική για να διαβεί τη "Μεγάλη Πύλη" του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Δεν φανταζόταν τι ακριβώς θα συναντήσει, δεν ήξερε ούτε λέξη φραντσέζικα, αλλά δεν τρόμαξε.
Το πούλμαν που χάθηκε στο πουθενά και το δανεικό φαγητό
Είχε τη δίψα ν' ανακαλύψει τα όρια του κι αν κατορθώσει να τα υπερβεί. Βέβαια, πηγαίνοντας με τη σύντροφό του στην αποκομμένη Γκρενόμπλ, κατάλαβε ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική απ' αυτήν που είχε πλάσει στο μυαλό του. Σ' ένα σύνολο με συμπαίκτη τον Γιούρι Τζορκαέφ, το κλίμα ήταν εντελώς ξένο και το πείραμά του δεν έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Τότε ήταν επιθετικός ακόμη και όχι χαφ.
"Οι πρώτοι μήνες ήταν οι χειρότεροι της ζωής μου. Σκεφτόμουν πως αν το αεροδρόμιο ήταν κοντά στο σπίτι, θα έπαιρνα το πρώτο αεροπλάνο και θα έφευγα", θα υποστήριζε χρόνια μετά στον Independent.
Φυσικά η άσχημη ψυχολογία του είχε αντίκτυπο στο γήπεδο. Από την Γκρενόμπλ της Ligue 2 τού έδωσαν κάμποσο χρόνο μήπως και δείξει τον εαυτό του. Είχαν επενδύσει πάνω του και τον πίστευαν. Μάλιστα ο προπονητής και γείτονάς του, Κριστιάν Ντ' Αλζέρ, είχε αναλάβει να τον ταΐζει καθημερινά, καθώς "η σύζυγός μου έφτιαχνε μικρά γεύματα". Παρόλο πάντως που έδειχνε "ήρεμος και ευγενικός νέος", στην πραγματικότητα δεν ήταν.
Ποτέ του δεν προσαρμόστηκε. Πόσο μάλλον μπλεγμένος σε μια κατάσταση που τον ήθελε, μια φορά, να ταξιδεύει 8 ώρες με πούλμαν, γιατί ο οδηγός ήθελε να κόψει δρόμο και εν τέλει χάθηκε στα βουνά. Χωρίς κινητά και GPS. "Φτάσαμε στο προπονητικό στις 5 το ξημέρωμα", έχει διηγηγθεί σε μια από τις πολλές ιστορίες εκείνης της περιόδου. Στις 6:00 έκαναν προπόνηση για να μην επιστρέψουν στις 10:00, όπως τους ζήτησε ο προπονητής του. Δεν έψαξε βέβαια για άλλοθι, απλώς δεν άντεχε. Τίποτα και κανέναν. "Ήμουν πραγματικά κακός" και μετά από 8 γκολ σε δύο σεζόν έφτιαξε βαλίτσες για τον επαναπατρισμό.
Τα επτά χρόνια του μέλιτος
Δεν ήταν επιλογή, αλλά μια υποχρεωτική αναδίπλωση στόχων έως ότου βρει έναν νέο πειρασμό που θα τον δελεάσει και θα τον μαγνητίσει. Η πρόταση της Σαραγόσα από τη LaLiga δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να ξαναγεννηθεί. Πήγε το καλοκαίρι του 1990 κι έφυγε το 1997, ως ένας εκ των πιο εμβληματικών ξένων των "μπανκίγιος" (239 συμμετοχές, 65 γκολ).
Ο Βίκτορ Φερνάντεθ τον εμπιστεύτηκε εξ αρχής και ο τύπος με το "8" στην πλάτη μετατράπηκε σε μια αστείρευτη πηγή παραγωγής ενέργειας στο χορτάρι. Πολύτιμος δηλαδή. Για να καθιερωθεί βέβαια οπισθοχώρησε. Τα μέτρα που έχασε δεν τον φόβισαν. Αντιθέτως ο νέος ρόλος που του ανατέθηκε είχε σημασία. Μ' αυτόν βασικό η Σαραγόσα έχασε το Κύπελλο του '93 από τη Ρεάλ του Μίτσελ και του Μπουτραγένιο, αλλά κατέκτησε αυτό του '94 (5-4 στα πέναλτι τη Θέλτα) και το Κύπελλο Κυπελλούχων (1-0 την Άρσεναλ του Σίμαν που δέχθηκε το γκολ του Ναΐμ από το κέντρο) το '95.
Ήταν η ίδια σεζόν που ο θεμελιώδες στέλεχος της "σελέστε" πανηγύριζε τον τίτλο στο Κόπα Αμέρικα, χάρη στο 5-3 επί της Παγκόσμιας Πρωταθλήτριας Βραζιλίας στα πέναλτι. Ήταν συμπαίκτης με τον Έντσο Φραντσέσκολι και τον Ντανιέλ Φονσέκα, είχε αγγίξει το ταβάνι του ζώντας άλλο ένα θαύμα. Δεν τον ένοιαζε που η κλήση του στην Εθνική είχε καθυστερήσει, γιατί "τίποτα δεν συγκρίνεται με το να κερδίζεις κάτι με τη χώρα σου".
Σ' εκείνον τον τελικό επρόκειτο να εκτελέσει το έκτο πέναλτι της Ουρουγουάης, αν χρειαζόταν. Έχει παραδεχθεί ότι ευτυχώς δεν πρόλαβε και ευχαρίστησε τον Ταφαρέλ που δεν έπιασε κάποια από τα σουτ των συμπαικτών του, γιατί "ήμουν πολύ νευρικός" παίζοντας για όλο το έθνος.
Η ώρα του Γκας
Το ότι δεν άλλαξε ποδοσφαιρική στέγη εκείνη την περίοδο, αλλά δύο χρόνια αργότερα ήταν απόφαση και όχι υποχρέωση. Περίμενε κάτι ξεχωριστό, μια αλλαγή που θα κουβαλούσε αξία, θα τον δελέαζε πραγματικά. Η Τσέλσι, κυπελλούχος Αγγλίας, τον ήθελε, τον διεκδίκησε και τον κέρδισε. Ήταν 29. Ώριμος, κατασταλαγμένος, ολοκληρωμένος.
Η συνύπαρξη με τον Ρουντ Γκούλιτ έγινε άλλο ένα κίνητρο μετακόμισης στο Λονδίνο. Κι ας ήταν ένας προπονητής που, όπως αποδείχθηκε, το ποδόσφαιρο τον ένοιαζε μόνο "από τις 10:30 ως τις 14:30". Μετά τέλος. Κάποια στιγμή ο Πογέτ είχε πει ότι "θα ήθελα να 'μαι περισσότερο σαν αυτόν, γιατί εγώ σκέφτομαι το ποδόσφαιρο 24/7 και είναι προτιμότερο να έχεις τον έλεγχο της ζωής σου". Ακόμη δεν το έχει πετύχει.
Όταν πήγε στην Αγγλία, το μόνο που τον είχαν συμβουλεύσει ήταν να μην παίρνει αυτοκίνητο τα Χριστούγεννα, γιατί θα... πιει πολύ. Μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου είχε αγωνιστεί σε 12 ματς και είχε σκοράρει τέσσερις φορές. Στο Λονδίνο πανηγύριζαν για την επιλογή. Ήταν πλέον ο δικός τους Γκας!
Το σοκ του τραυματισμού και πρόκληση της επιστροφής
Σε μια προπόνηση "χωρίς κανένας να με ακουμπήσει, το δεξί πόδι μου κόλλησε στο έδαφος". Ρήξη χιαστού. Άλλη μια περιπέτεια έστεκε μπροστά του. Ίσως η πιο απαιτητική. Δρόμος ανηφορικός και κακοτράχαλος. "Ποτέ δεν μίλησα για τη νύχτα που πέρασα στην Αμβέρσα". Ήταν η νύχτα πριν από την επέμβαση από Βέλγο ειδικό χειρουργό, τον οποίο είχε επισκεφτεί για μία δεύτερη γνώμη.
Η αποθεραπεία "ήταν το δυσκολότερο πράγμα στην καριέρα μου". Διότι "νιώθεις ότι δεν φτάνεις πουθενά μέχρι να επιστρέψεις". Η γυναίκα του, Μαντελόν, με την οποία είχαν αποκτήσει ήδη τα δύο παιδιά τους (Ντιέγκο, Ματίας), έγινε το στήριγμά του έως ότου περπατήσει ξανά, το στατικό ποδήλατο η συντροφιά του. Στους 6 μήνες εμφανίστηκε ξανά. Πρώτα 31 λεπτά (2-0 την Τότεναμ) και κατόπιν 90 (στον δεύτερο ημιτελικό του Κυπελλούχων με τη Βιτσέντζα για την ανατροπή με 3-1 του 1-0 της Ιταλίας).
Οι "μπλε" (του Βιάλι πια) κατέκτησαν το τρόπαιο με το 1-0 επί της Στουτγκάρδης στη Στοκχόλμη χάρη στο γκολ του Τζόλα. Με τον Ιταλό ο Πογέτ είχαν τρομερή χημεία. Οι δυο τους μάλιστα συνεργάστηκαν για το 1-0 επί της Ρεάλ Μαδρίτης στο Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ του Μόντε Κάρλο λίγους μήνες μετά.
Ο Πογέτ ήταν η πρώτη κίνηση από τον πάγκο και προτού συμπληρωθεί ένα τέταρτο φρόντισε να κάνει τη διαφορά. Κατά τον ίδιο είναι το πιο σημαντικό γκολ που έχει σημειώσει ποτέ, καθώς "δεν είχε σκοράρει ποτέ άλλοτε σ' έναν τελικό". Κι ας έχει χαραχτεί ως κορυφαίο στις συνειδήσεις των φανς της Τσέλσι εκείνο που είχε πετύχει απέναντι στη Σάντερλαντ. Ένα γκολ για πίνακα ζωγραφικής ή γλυπτό.
Τι πήγα κι έκανα;
Ο Πογέτ είχε σημαδέψει κι άλλες σημαντικές στιγμές της Τσέλσι (49 γκολ σε 145 συμμετοχές) πανηγυρίζοντας δύο εγχώριες κούπες. αφού "εμείς ήμασταν κάτι σαν προάγγελοι της αλλαγής που θα έρθει" επί εποχής Αμπράμοβιτς. Ενδιάμεσα δε έφτασε να γίνει ο μεταφραστής του Ρανιέρι για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο λονδρέζικο κλαμπ. Εντούτοις το καλοκαίρι του 2001 δεν δίστασε να φύγει για τη συμπολίτισσα Τότεναμ. Τροφή του, αναφέραμε ήδη, οι προκλήσεις. Γι' αυτό και ποτέ του δεν άφησε μάχη που να μην την δώσει. Του ήρθε δύσκολο που συνάντησε την Τσέλσι ως αντίπαλος, ρωτώντας τον εαυτό του "τι πήγα κι έκανα;", αλλά γρήγορα προσπέρασε τις ενοχές.
Έκλεισε την πρώτη σεζόν με 10 γκολ και 2 ασίστ, αριθμοί που τον έβγαλαν ασπροπρόσωπο. Μόνο που η ηλικία άρχισε σιγά - σιγά να δείχνει το σημάδι της στο κορμί του. Τραυματισμοί του στερούσαν συμμετοχές και δεύτερες σκέψεις εισέβαλαν στο μυαλό του. Η προπονητική ήταν μια ιδέα που φώλιαζε μέσα του κι όταν το 2006 ο (πρών συμπαίκτη του στην Τσέλσι) Ντένις Γουάιζ τού ζήτησε να τον ακολουθήσει στη Λιντς, δεν αρνήθηκε.
Προπονητής χωρίς μέσο
Είχε κιόλας έναν συμβουλευτικό ρόλο στη Σουίντον, στην ομάδα που κρέμασε το ποδοσφαιρικό δελτίο του, κι έφυγε για τον δεύτερο μεγάλο κύκλο της καριέρας του. Αυτό που 16 χρόνια μετά τον οδηγεί στον πάγκο της Εθνικής.
Ο Χουάντε Ράμος τον έφερε πίσω στο Λονδίνο ως βοηθό του στην Τότεναμ και δούλεψε με Μόντριτς - Μπέιλ ("που προτιμούσε να παίζει αριστερός μπακ"), αλλά η πρώτη ομάδα που τον εμπιστεύτηκε πραγματικά ήταν η Μπράιτον. Ό,τι ακριβώς είχε ανάγκη ο Πογέτ. Ν' αρχίσει από χαμηλά και σταδιακά να πείσει πως το μέλλον του ανήκει. Δεν σκόπευε να εκμεταλλευτεί τις γνωριμίες του, αλλά ν' ανέβει ένα - ένα τα σκαλιά.
Την πρώτη χρονιά έσωσε την ομάδα του από τον υποβιβασμό και τη δεύτερη τής χάρισε τον τίτλο με 95 βαθμούς (από 28 νίκες σε 46 παιχνίδια), κερδίζοντας μάλιστα το βραβείο του καλύτερου προπονητή της σεζόν. Έγινε τοτέμ. Η μετάβαση στο επίπεδο της Championship επιβεβαίωσε την αλλαγή status. Τόσο για το κλαμπ όσο και τον Πογέτ, αφού στο φινάλε μιας υπέροχης τεταετίας διεκδίκησαν μαζί την άνοδο στην Premier League.
Θαύμα θαυμάτων
Το μεγάλο στοίχημα χάθηκε, αλλά ο Πογέτ είχε καπαρώσει αναγνώριση και φήμη. Λεφτά στην τράπεζα. Σε βαθμό που η Σάντερλαντ σ' αυτόν απευθύνθηκε τον Οκτώβριο του 2013 για να της σώσει τη χρονιά. "Τα θαύματα συμβαίνουν ακόμη", θα έλεγε τον Απρίλιο του 2015 ο Ουρουγουανός προπονητής, αφού πρώτα είχε δημιουργήσει ένα σύνολο που ηττήθηκε σε μόνο στα 7 από τα 31 παιχνίδια που έδωσε από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων του, συλλέγοντας μαζί του τους 37 από τους 38 πόντους του στο πρωτάθλημα.
"Είναι από τις πιο υπέροχες ημέρες της ζωής μου. Ήταν μια τρομερά δύσκολη πρόκληση, μια τρομερά απαιτητική αποστολή", θα συμπλήρωνε περήφανος για τη δουλειά του όταν πια ο μεγάλος στόχος είχε επιτευχθεί. Θα απολυόταν τον Μάρτιο του 2015, εξαιτίας της διαφοράς φιλοσοφίας σε θέματα δομής, αλλά αναντίρρητα είχε χαράξει για πάντα το όνομά του στ' αποδυτήρια του "Σταδίου του Φωτός" ως ένας προπονητής με ικανότητα στο χτίσιμο ομάδων με πολεμικό χαρακτήρα και προσωπικότητα.
Το πρώτο πέρασμα από την Ελλάδα και η Μπέτις
Λίγους μήνες αργότερα έκανε το ταξίδι στην Αθήνα για την ΑΕΚ ως ο διάδοχος του Τραϊανού Δέλλα. Θα βοηθούσε στην άμεση σταθεροποίηση μιας εύθραυστης κατάστασης μετά εκείνο 4-0 από τον Ολυμπιακό, αλλά παρά το ρεκόρ των 18 νικών σε 28 παιχνίδια δεν θα ανανέωνε το συμβόλαιό του, διότι υπήρξε εκνευρισμός από τη διοίκηση της Ένωσης με τον χειρισμό της διαδικασίας από τον Ουρουγουανό και τον εκπρόσωπό του.
Πάντως ο Πογέτ είχε ξανά πετύχει αυτό που ήθελε, "πουλώντας" τον εαυτό του. Έφευγε με παράσημα τις νίκες επί ΠΑΟΚ, Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού. Όλες μπετόν 1-0 από τα γκολ του Βάργκας. Η ισπανική Μπέτις, που τον προσέγγισε, θα έμελλε να 'ναι η δουλειά που στο τέλος της ημέρας θα ήθελε να έχει απορρίψει. "Ήταν το μελανό σημείο της καριέρας μου".
Του έμαθε τουλάχιστον πολλά. "Δεν επιρρίπτω ευθύνες σε κανέναν, ήταν δικό μου λάθος, δεν ήμουν καλά ενημερωμένος για την κατάσταση. Εντυπωσιάστηκα από τους οπαδούς, την πόλη, το πρωτάθλημα και βιάστηκα. Έπρεπε να το έχω αναλύσει περισσότερο, ιδίως τις διαφορές μεταξύ προσδοκιών του κλαμπ και της πραγματικότητας", θα εξηγούσε.
Η ζωή στην Κίνα και στη Χιλή
Ενστικτώδης όπως πάντα, έκρινε ότι παραπλανήθηκε. Έφυγε στο πρώτο 6μηνο, αλλά προτού προφτάσει να θεωρηθεί άνεργος χτύπησε ξανά το τηλέφωνο. Η πρόταση από την Κίνα (Σανγκάη Σενχούα), για ν' αντικαταστήσει τον Γκρεγκόριο Μανθάνο, ήταν δελεαστικότατη και η νέα δοκιμασία εντελώς ξεχωριστή. Απ' αυτές που συναντάς once in a lifetime. "Θα πρέπει να ζήσεις στην Κίνα για να γνωρίζεις περί τίνος μιλάω". Άλλος ποδοσφαιρικός πλανήτης, ένα καινούριο ταξίδι στο άγνωστο.
Ο ίδιος πήρε μια γερή ρουφηξιά και από τον Σεπτέμβριο του 2017, αφού υπέβαλε την παραίτησή του, ήταν ξανά διαθέσιμος για άλλα ταξίδια. Για την Μπορντό εν προκειμένω, που τον Γενάρη του 2018 τού προσέφερε το γενικό κουμάντο. Ο Γκουρβενέκ είχε αποτύχει και οι Γιρονδίνοι έψαχναν τον αντικαταστάτη του. Άλλη μια αποστολή, άλλη μια ομάδα στο βιογραφικό του, άλλο ένα δυνατό τεστ. Το πρόβλημα του Ουρουγουανού ήταν πως σε κάθε δουλειά του, ανεξαρτήτως βαθμού δυσκολίας, δεν άφηνε τίποτα να πέσει κάτω. Αδυνατούσε πάντα να συμβιβαστεί και παράλληλα να συμβιβάσει. Δεν έχει αλλάξει.
Η διοίκηση τον έπαυσε από τα καθήκοντά του τον Αύγουστο του 2019 διότι δημοσίως την κατηγόρησε για τις πρακτικές της στην περίπτωση παίκτη της και λίγες ημέρες μετά του επιδόθηκε η απόλυσή του, με δεδομένο ότι το γυαλί είχε ραγίσει και δεν κολλούσε πια. Τα καλά αποτελέσματα σε αυτήν την περίπτωση (έξοδος στην Ευρώπη) δεν είχαν καμία σημασία.
Προτού φτάσει στο σημείο ν' αναλάβει την Ουνιβερσιδάδ Κατόλικα και να πιαστεί ξανά στον... χορό, παρέμεινε μια μόνιμη επιλογή για τον κιτρινόμαυρο πάγκο. Εν τέλει η επιστροφή του στην Ελλάδα θα γίνει για την Εθνική. Ο στόχος είναι ξεκάθαρος. Μένει να φανεί, αν όντως γίνονται θαύματα στις μέρες μας και πόσο εξακολουθεί να πιστεύει ο ίδιος σε αυτά.