Φώτης Ιωαννίδης: Κίνηση φουνταριστού, με τεχνική αρτίστα
Για πρώτη φορά στην επαγγελματική του καριέρα ο Φώτης Ιωαννίδης πέτυχε δύο γκολ σ’ ένα παιχνίδι, προσυπογράφοντας την χτεσινή νίκη του Παναθηναϊκού και παράλληλα και τη δική του επάνοδο σε timing που μοιάζει, εκ νέου, ευνοϊκό για τον 22χρονο επιθετικό.
Ο φορ, πάντα, από το γκολ κρίνεται. Οσο καλός και χρήσιμος και αν είναι οπουδήποτε άλλου, σε οποιαδήποτε άλλη δουλειά, η κύρια, αυτή για την οποία πληρώνεται, είναι το γκολ. Το μεροκάματο, διπλό χτες (13/2) για τον Φώτη Ιωαννίδη. Και όχι λόγω… Κυριακής. Για πρώτη φορά στην επαγγελματική του καριέρα πέτυχε δύο σε παιχνίδι (σ.σ. άλλη μια φορά το έχει κάνει, σε μια αναμέτρηση της Εθνικής Νέων με τη Ρουμανία, τον Νοέμβριο του ’18), μεμιάς διπλασιάζοντας τον φετινό του λογαριασμό στον Παναθηναϊκό.
Σε παιχνίδι… σημαδιακό. Τόσο για τους «πράσινους», οι οποίοι προέρχονταν από χειρότερο σερί δεκαετίας με τρεις διαδοχικές ήττες όσο και για τον ίδιο τον 22χρονο φουνταριστό, ο οποίος τις προηγούμενες μέρες είχε διεκδικηθεί από την Charlotte FC, η οποία πρόσφερε κοντά 2 εκατ. ευρώ (των μπόνους συμπεριλαμβανομένων) στο «τριφύλλι» για να τον αγοράσει. Χρήματα που – κακά τα ψέματα - για έναν επιθετικό ο οποίος σε 1,5 σεζόν σε επίπεδο κορυφαίας κατηγορίας είχε όλα κι όλα 5 γκολ να επιδείξει, τα λες και δελεαστικά.
Πάντα με το κριτήριο, την σχέση που κρίνει, καθορίζει την αξία και την τιμή στην αγορά για έναν φουνταριστό. Ο Παναθηναϊκός αρνήθηκε να μπει σε παζάρι κρίνοντας πως δεν είναι, μόνο, τα γκολ που εν προκειμένω κάνουν τη διαφορά. Είναι η ηλικία, είναι η δυναμική, είναι η κορμοστασιά και η αξιοποίησή της με παιχνίδι με πλάτη ( σπάνιο πλέον στα «εννιάρια» του σύγχρονου ποδοσφαίρου, μα όταν γίνεται καλά, σωστά και λειτουργικά, αφενός αποτελεί ενδεικτικό ατομικής ποιότητας και κλάσης αφετέρου κάνει, ομαδικά, τη διαφορά), τα φυσικά χαρίσματα που δίνουν εκτόπισμα εντός και εκτός περιοχής, ό,τι τέλος πάντων συμπληρωματικό μπορεί να μπει ως γαρνιτούρα στο μενού ενός επιθετικού.
Και τα γκολ; Τα γκολ θα έρθουν. Ε, τα πρώτα μαζεμένα, ήρθαν…
Το φετινό ξεκίνημα και η επάνοδος
Και πως ήρθαν. Το πρώτο με τρόπο που αγνοεί φέτος ο Παναθηναϊκός. Από στατική φάση (μόλις δεύτερο φετινό, άμεσα ύστερα από εκτέλεση, τρίτο αν συνυπολογιστεί και η κομπίνα που έφερε το γκολ του Παλάσιος στην Τούμπα), με δικό του ποδοσφαιριστή να κερδίζει στον αέρα αντιπάλους. Σπανιότατο.
Και το δεύτερο, χάι-λάιτ της σύντομης ως τώρα καριέρας του 22χρονου φορ. Υποδοχή της πάσας του Κουρμπέλη με το αριστερό, γύρισμα και πάρσιμο της μπάλας με το δεξί, δημιουργία έτσι απόστασης από τον Τζανετόπουλο, μονοκόμματο, ξερό, με το που βλέπει εστία, στο αριστερό παραθυράκι του Σαράνοβ. Κίνηση φουνταριστού… πόλο, τελείωμα σε τεχνική αρτίστα.
Ενδεικτική λεπτομέρεια που συμπληρώνει το πακέτο της ιστορίας της συγκεκριμένης φάσης. Στο ξεκίνημα της, στο build up του Παναθηναϊκού, πάνω κάτω στον ίδιο χώρο και με τις ίδιες συνθήκες, ο Ιωαννίδης δέχτηκε και πάλι την μπάλα.
Κλείστηκε γρήγορα από τρεις, δεν επιχείρησε κάτι, αλλά φρόντισε απλώς να διατηρήσει την κατοχή πασάροντας και ανακτώντας την κατάλληλη θέση στο play των «πράσινων». Και λίγα δευτερόλεπτα μετά, στη δεύτερη πάσα που δέχτηκε, «έγραψε».
Μόνο τυχαίο δεν ήταν το timing της χρησιμοποίησής του από τον Γιοβάνοβιτς. Την περασμένη εβδομάδα, στην Τούμπα, τον εμφάνισε βασικό σε αγώνα πρωταθλήματος για πρώτη φορά μετά από τρεις μήνες. Χαρακτηριστικό της διαφοράς του τότε με το τώρα, το ότι από τις πρώτες 9 αγωνιστικές, στις 5 είχε ξεκινήσει, αποτέλεσμα της φόρας και των ελπιδοφόρων εντυπώσεων μιας θετικότατης καλοκαιρινής προετοιμασίας, που στο μυαλό του Σέρβου τεχνικού τον είχε φέρει μπροστά από τον Μακέντα στην ιεραρχία.
Και με το πρόσθετο πλεονέκτημα πως μπορούσε να ταιριάξει με τον Καρλίτος, η ταυτόχρονη άλλωστε παρουσία των δυο τους στην ενδεκάδα, με τον Ελληνα να παίζει «ξύλο» στην περιοχή, απελευθερώνοντας τον Ισπανό, ήταν αυτή που εν πολλοίς συνέβαλλε στο οργιώδες αρχικό ντεμαράζ σκοραρίσματος του πρώτου φετινού σκόρερ του Παναθηναϊκού.
Εκτοτε, χάθηκε, οπισθοχώρησε. Δικαιολογίες υπάρχουν – ιώσεις, τραυματισμοί κτλ – αλλά ο ίδιος (και όχι μόνο) γνωρίζει καλύτερα πως αφενός δεν ήταν ο μόνος λόγος, αφετέρου (και κυρίως) τη δεδομένη στιγμή της καριέρας του, δεν (του) χρειάζονται. Και συνεπώς, δεν επικαλούνται.
Η διαδρομή ως τον Παναθηναϊκό
Συνήθως, για όποιο πιτσιρίκι παίζει ποδόσφαιρο, η πορεία στο γήπεδο είναι… οπισθοχώρησης. Ξεκινάς από μπροστά, επίθεση και μεγαλώνοντας, χάνονται και μέτρα. Στην περίπτωση του Ιωαννίδη, η πορεία ήταν διαφορετική. Και μπορεί αρχικά τα γονίδια – γιος του στόπερ, μεταξύ άλλων και του Ολυμπιακού, Βασίλη – να μην έπαιξαν ρόλο, αφού στην άμυνα ποτέ δεν βρέθηκε, αλλά ως αμυντικός χαφ ξεκίνησε στις ακαδημίες του Ολυμπιακού Χαλκίδας.
Μεγάλωνε όμως. Όχι ηλικιακά, σωματικά. Και το… σαμάρι του ρόλου στο κέντρο, δεν του ταίριαζε, οπότε για να αξιοποιηθεί αυτή ακριβώς η σωματομετρική διαφορά με τους συνομηλίκους του ολοένα και ανέβαινε στο γήπεδο, καταλήγοντας πλέον στην κορυφή της επίθεσης. Και παίζοντας εκεί πλέον, μετακόμισε, ανήλικος ακόμη στον Λεβαδειακό.
Σε ματς Κυπέλλου, ένα 5-0 επί του Αιγινιακού, ντεμπούταρε επαγγελματικά, στις 24 Οκτωβρίου 2017. Ένα μήνα αργότερα, στην Τρίπολη κόντρα στον Αστερα, πήρε το πρώτο του εικοσάλεπτο σε επίπεδο πρωταθλήματος. Και έτσι, με ολιγόλεπτες περιστασιακές συμμετοχές έβγαλε την πρώτη του σεζόν ως επαγγελματίας.
Στην επόμενη, ήρθαν και τα πρώτα γκολ. Πάλι σε ματς Κυπέλου, πάλι τέλη Οκτωβρίου (30/10/2018) κόντρα στον Αρη Αβάτου έσπασε το ρόδι. Στη Νέα Σμύρνη, κόντρα στον Πανιώνιο το παρθενικό του σε επίπεδο Super League, προσθέτοντας στο φινάλε της χρονιάς και το πρώτο του νικηφόρο, στο 1-0 επί της Ξάνθης στον Εβρο.
Εδειχνε σίγουρα, αλλά δεν «φώναζε». Στο τέλος λοιπόν εκείνης της δεύτερης σεζόν, ο Νίκος Νταμπίζας, τότε τεχνικός διευθυντής του Παναθηναϊκού, άρχισε να το κυνηγάει. Του μίλησε αρκετές φορές, έχοντας και τη σύμφωνη γνώμη του Γιώργου Δώνη, δεν είχε όμως έρθει ακόμη το πλήρωμα του χρόνου.
Ο Ιωαννίδης χρειάστηκε να περάσει μια ακόμη χρονιά στη Λιβαδειά. Στην κακοτράχαλη Super League 2, αλλά εμπειρία πολύτιμη. Και για τον ίδιο και για όσους τον διεκδικούσαν (σε αρκετές περιπτώσεις, το όνομα του… ταυτίστηκε σχεδόν με τον ΠΑΟΚ εμπλεκόμενο σε διάφορα μεταγραφικά σενάρια με τους «ασπρόμαυρους»), προκειμένου να τεστάρουν τον πιτσιρικά σε συνθήκες που μόνο… πασαρέλα δεν θύμιζαν. Μάτια δεν έβγαλε, αλλά το credit, το τελικό credit, το κέρδισε.
Και παρότι ο Παναθηναϊκός είχε αλλάξει και τεχνικό διευθυντή και προπονητή, εν τούτοις, δεν είχε λησμονηθεί. Και έτσι, ότι είχε μείνει στα.. μπετά το προηγούμενο καλοκαίρι, «χτίστηκε» εκείνο του ’20, παρά την σφήνα στο παρά πέντε της ολοκλήρωσης της μεταγραφής από τον Ζοζέ Ανιγκό, ο οποίος προσπάθησε να δελεάσει τον Ιωαννίδη με την προοπτική της Νότιγχαμ Φόρεστ. Η επιλογή όμως και του ίδιου και του Λεβαδειακού τελικά ήταν… ομόχρωμη.
Ο Μπόλονι, ο Ρονάλντο, ο Μπενζεμά και το Survivor
Χειρότερες συνθήκες καλωσορίσματος και προσαρμογής για έναν νιόφερτο πιτσιρικά, σε καθεστώς μάλιστα επαγγελματικής (και όχι μόνο) προαγωγής, από αυτές που συνόδευσαν τον Παναθηναϊκό στο ξεκίνημα της περυσινής σεζόν, δεν θα μπορούσε να περιμένει.
Μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου, όλες κι όλες, δύο συμμετοχές είχε κάνει, παίζοντας σε αμφότερες στις καθυστερήσεις. Ο covid που χτύπησε στις γιορτές τους «πράσινους», το άνοιγμα της πόρτας που περίμενε. Ο Λάζλο Μπόλονι, ανήμερα της γιορτής του τον ξεκίνησε για πρώτη φορά βασικό στη Ριζούπολη κόντρα στον Απόλλωνα και εκεί σκόραρε για πρώτη φορά με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, χαρίζοντας τη νίκη.
Εκτοτε αγωνίστηκε αρκετά. Ο Ρουμάνος τεχνικός τον λάτρεψε για όσα, ταιριαστά στη δική του φιλοσοφία, του έδινε στο γήπεδο. Τον καθιέρωσε λοιπόν και αυτό παρότι δεν τον χρησιμοποίησε πάντα ορθολογικά (ή τέλος πάντων, ανάλογα των χαρακτηριστικών και της θέσης του). Από τα 21 μόλις λεπτά του α’ γύρου, ολοκλήρωσε το πρωτάθλημα έχοντας στα πόδια του συνολικά 1177 και στον αναποτελεσματικό επιθετικά Παναθηναϊκό, κατέληξε τρίτος σκόρερ με 4 γκολ, πίσω από τους άλλους δύο φουνταριστούς του ρόστερ, τον Μακέντα (σημείωσε 9 γκολ, αλλά σε 1946 λεπτά συμμετοχής) και τον Καρλίτος (6 γκολ σε 1499 λεπτά).
Πρότυπο του ο Ρονάλντο, το «φαινόμενο». Αγαπημένη του ομάδα η Λίβερπουλ, κορυφαίο της θέσης του θεωρεί τον Μπενζεμά, έχοντας τον Γάλλο πρώτο στην αξιολόγησή του μεταξύ των ίσων Λεβαντόφσκι και Λουκάκου. Δεν θα χάσει γκραν πρι της Formula 1, ειδικά εφόσον δεν συμπίπτει χρονικά με το Survivor, το οποίο το παρακολουθεί (μέχρι την περυσινή του έκδοση τουλάχιστον) ανελλιπώς παρότι – λόγω ζωυφίων – δεν θα μπορούσε με τίποτα να φανταστεί τον εαυτό του συμμετέχοντα στο τηλεοπτικό reality επιβίωσης.
Ετσι κι αλλιώς, έχει επιλέξει μια πολύ πιο σκληρή αρένα για να δοκιμαστεί και να επιβειώσει Τουλάχιστον σε αυτήν του ποδοσφαίρου, γνωρίζει τι πρέπει να κάνει για να το πετύχει. Απλώς τη δουλειά που η θέση του επιτάσσει.
Γκολ δηλαδή, γκολ και πάλι γκολ…