Φώτης Κίτσος: The left back project
Το ντεμπούτο του Φώτη Κίτσου ως βασικός στον Ολυμπιακό προσέφερε την πρώτη ένδειξη μιας εξελικτικής διαδικασίας στην οποία έχει ξεκινήσει να υποβάλλεται ο 19χρονος ποδοσφαιριστής με σκοπό να μετατραπεί σε κάτοχο του αριστερού άκρου της αμυντικής γραμμής των ερυθρόλευκων.
Από έναν ποδοσφαιριστή, ο οποίος στα 20 χρόνια του, πήρε αδιαλείπτως μισή σεζόν στην πρώτη ομάδα της Παρί, έχοντας μάλιστα και – δεδομένων συνθηκών – και αναλογικά ενεργό ρόλο, λογικό είναι να υπάρχουν προσδοκίες. Περιμένεις να «δείξει» ο Μπαντιουγκού Φαντιγκά παίζοντας στα μέρη μας. Ακόμη και στο ντεμπούτο του. Ακόμη και χωρίς ν’ αντέχει και να ‘χει ρυθμό για πάνω από ένα ημίχρονο. Το παρελθόν του, σύντομο μεν επαγγελματικά, αλλά εγγυημένο πως το δικό μας επίπεδο, το ‘χει και το παραέχει.
Το credit σε αυτήν την περίπτωση, δεν πάει στην επιλογή του ποδοσφαιριστή. Η πρώτη του εικόνα, καθ’ όλα ελπιδοφόρα ναι, μα αναμενόμενη βάσει βιογραφικού. Το αν την διατηρήσει και εξελιχτεί ανάλογα, από τα πόδια του, το κεφάλι του, από το timing, το περιβάλλον και τις συγκυρίες που θα βρεθούν στον δρόμο του εξαρτάται.
Το credit πάει στο πλάνο που του παρουσιάστηκε πως αυτός o δρόμος (του), θα είναι ασφαλέστερος, πιο σίγουρος στον Ολυμπιακό, παρά οπουδήποτε αλλού. Στη μεθοδολογία που τον «έψησε», που τον κέρδισε, που τον έφερε. Γιατί η ποιοτική αναβάθμιση δεν είναι μονόδρομος, αλλά διπλής κατεύθυνσης. Πρώτα ξεθάβεις διαμάντια από τα αζήτητα της Ligue 2 και μετά, βρίσκοντας τον τρόπο για να τα κάνεις να λάμψουν, προσελκύσεις άλλα, μα από το επόμενο επίπεδο, από το - θεωρητικά - πιο πάνω ράφι, από πιο μπροστινό στασίδι στην ιεραρχία του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Η περίπτωση του Φώτη Κίτσου δικαιούται άλλου είδους credit. Ο Ολυμπιακός δεν έχει να παρουσιάζει πολλούς, δικούς του επαγγελματίες, προερχόμενους από τα σπλάχνα του. Ακόμη μνημονεύονται οι τέσσερις του Μπέντο. Οι δύο έφεραν ένα τσουβάλι λεφτά (Ρέτσος, Νικολάου) και έτσι αυτομάτως κατέστησαν το όλο εγχείρημα απόλυτα επιτυχημένο σε επίπεδο football business, ενώ ο τρίτος (Ανδρούτσος) ακόμη αποτελεί κομμάτι του rotation.
Τρεις στους τέσσερις. Ποσοστό όχι απλώς επιτυχίας, μα εφόσον συνδυάζεται και με οικονομική ανταπόδοση, ποσοστό που επιτρέπει πανηγύρια. Και σαφώς, δικαιολογεί και την όποια καθυστέρηση στο να αποτολμηθεί ξανά, ως επιλογή πλέον club, ένα τέτοιο ανάλογο εγχείρημα. Στο τέλος τέλος, δεν είναι και πάντα απαραίτητο ή αυτοσκοπός, ούτε και συνεπάγεται πως κάθε… Πάσχα και Λαμπρή θα προκύπτει φουρνιά ανάλογη εκείνης της τετράδας που προώθησε ο Μπέντο. Μπορεί να συμβεί, μπορεί και όχι.
Στην περίπτωση του 19χρονου αριστερού μπακ, μετά το χτεσινό του ντεμπούτο ως βασικός στους «ερυθρόλευκους» και την πολύ μεστή, παράταιρη της (μη) εμπειρίας και της ηλικίας του εμφάνιση κόντρα στον Παναιτωλικό, σε συνθήκες που μόνο σε βόλτα στο πάρκο δεν προσμοίαζαν, τελείως εκτός ορίων comfort zone, είναι ξεκάθαρο πως όταν υπάρχει ταλέντο και πίστη, θα προκύψει και τεχνογνωσία, πλάνο και συνδυαστική προσπάθεια τουλάχιστον για την ανάδειξη και την αξιοποίησή του.
Τα σημάδια και η απόφαση του Μαρτίνς
Τα πρώτα τροχιοδεικτικά σημάδια είχαν δοθεί από πέρυσι. Μόνο τυχαίο δεν ήταν ότι ο Πέδρο Μαρτίνς τον συμπεριέλαβε στην αποστολή των πρωταθλητών στη φιλοξενία της Μάντσεστερ Σίτι για το Champions League. Δεν ήταν τα μόνα, αλλά συνεχώς έκτοτε, η συχνότητα της εμφάνισής τους, ολοένα και μειώνονταν.
Πρώτα λοιπόν, καλοκαιριάτικα, ήρθε η ερώτηση της Κάλιαρι, η οποία αναζητούσε ένα (ελληνικό) ταλαντούχο συμπλήρωμα και συνέχεια σε αυτό που είχε στην πρώτη της ομάδα, στον Μπάμπη Λυκογιάννη. Η άρνηση του Φρανσουά Μοντεστό, κατηγορηματική.
Το δεύτερο και πλέον ηχηρό, το παιχνίδι της Εθνικής Νέων κόντρα στην Γερμανία για τον Elite Round στον όμιλο που φιλοξένησε στα μέσα του περασμένου Νοεμβρίου η Ναύπακτος. Δεκάδες μάτια απεσταλμένων ευρωπαϊκών συλλόγων, γύρισαν σε εκείνο το παιχνίδι παρακολουθώντας τα όργια που έκανε σε ρόλο αριστερού μπα ο Κίτσος, ο οποίος χωρίς υπερβολή, έκανε ό,τι και όπως ήθελε στο γήπεδο, ξεχωρίζοντας χαρακτηριστικά από συμπαίκτες και αντιπάλους.
Αμεση η πληροφόρηση, αυτονόητη η αντίδραση των «ερυθρόλευκων», οι οποίοι αντιλήφθηκαν πλέον πως ό,τι είχαν στις ακαδημίες τους, δεν γίνονταν να μείνει άλλο κρυφό. Και η συγκυρία της ολοκλήρωσης του συμβολαίου του Κίτσου το ερχόμενο καλοκαίρι, επίσπευσε τις εξελίξεις. Ειδικά εφόσον και η εισήγηση του Πέδρο Μαρτίνς ήταν θετική ως προς την προοπτική του διεθνή άσου.
Με μια βέβαια, απαρέγκλιτη προϋπόθεση: ότι εφεξής θα δουλεύονταν παντού και θα έπαιζε παντού, ως αριστερός μπακ και μόνο. Όχι ως εξτρέμ (καλύπτοντας άνετα και τις δύο άκρες, παρότι αριστεροπόδαρος), θέση στην οποία αγωνίζονταν στον Ολυμπιακό Β’, αλλά και έφτασε ως εκεί κάνοντας όλον τον δρόμο από τις ακαδημίες του συλλόγου. Πλέον, θα οπισθοχωρούσε στο γήπεδο, κάτι που – έτσι κι αλλιώς και ανεξαρτήτως τι προηγήθηκε και τι θα ακολουθήσει – προτιμούσε και ο ίδιος ο Κίτσος.
Ανανέωση και πρώτη ομάδα
Η συνέχεια φαίνονταν πλέον ξεκάθαρα. Το πρώτο της σκέλος υλοποιήθηκε όταν ο 19χρονος κλήθηκε, αρχές Δεκεμβρίου, για επέκταση συμβολαίου (ως το 2024), με αποδοχές που έμπρακτα επιβεβαίωναν την καθολική εμπιστοσύνη όλων στον σύλλογο, την αλλαγή του επιπέδου του, τα κίνητρα που του προσφέρονταν (π.χ. 3.000 ευρώ για κάθε συμμετοχή με την πρώτη ομάδα) και την απόφαση ότι πλέον θα προετοιμάζονταν ως το μεγαλύτερο project του συλλόγου.
Το δεύτερο σκέλος αφορούσε το κομμάτι της μεταμόρφωσής σε καθαρόαιμο αριστερό ακραίο αμυντικό. Πολλά, απαραίτητα στον νέο ρόλο, τα έχει. Ταχύτητα, καλή τεχνική, νεύρο στο παιχνίδι, σωματική ανάπτυξη και δύναμη ξεχωριστή για την ηλικία του, μεσοεπιθετικά εξαιρετική – πάντα ανάλογη των χρόνων του… - αντίληψη και ικανότητα τα εμφανή προτερήματα. Τακτική και ανασταλτική συμπεριφορά οι τομείς που επιβάλλουν βελτίωσης, πέραν φυσικά της συνολικής μάθησης μιας καινούργιας θέσης, σε τελείως διαφορετικό, απολύτως επαγγελματικό – και όχι αναπτυξιακό, ακαδημιών – περιβάλλον.
Η μαγιά λοιπόν ξέχειλη. Και τόση που στην καθ’ όλα υπαρκτή συζήτηση για την προσθήκη ενός αριστερού μπακ στη χειμερινή μεταγραφική περίοδο, ο οποίος και θα πλαισίωνε τον Ρέαμπτσιουκ και θα αποτελούσε αρχικά ιδανικό συμπλήρωμα και μελλοντικά άξιο διάδοχο του Μολδαβού, ο Μαρτίνς έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον ποδοσφαιριστή που είχε στην ομάδα του.
Το σκεπτικό του ανάλογο των όσων είχαν προηγηθεί: ήταν προτιμότερο να δουλευτεί σε αυτό το πλαίσιο ένας γηγενής, ταλαντούχος, ο οποίος ικανοποιούσε απόλυτα το προφίλ του αριστερού μπακ που ήθελαν οι «ερυθρόλευκοι», παρά να αναζητηθεί (και να αποκτηθεί) κάποιος άλλος στην αγορά.
Επιλογές προέκυψαν, λύσεις άλλες υπήρξαν, αλλά πλέον η άποψη του Πορτογάλου προπονητή ήταν κατασταλαγμένη. Και ενισχύθηκε από την καθημερινή του επαφή με τον Κίτσο, ο οποίος από τις γιορτές και μετά, σε καθημερινή βάση, προπονούνταν με την πρώτη ομάδα. Και το Κύπελλο αποτέλεσε την ιδανική ευκαιρία ώστε να βρει ο Κίτσος τα πρώτα του λεπτά ως αριστερός μπακ.
Ένα ημίχρονο στη Λιβαδειά στον προηγούμενο γύρο, μισή ώρα στο Αγρίνιο στο πρώτο ραντεβού των προημιτελικών με τον Παναιτωλικό, οι πρώτες του εμπειρίες. Μπορεί σε επίπεδο αποτελέσματος να συνδυάστηκαν με ήττες, αλλά κανέναν, δεν πείραξαν (πέραν της προβλεπόμενης σχετικής καζούρας). Ακολούθησε το ντεμπούτο σε επίπεδο πρωταθλήματος στην κυριακάτικη φιλοξενία των Αγρινιωτών και χτες, η πρώτη, πλήρης και αναντικατάστατη συμμετοχή του στο αρχικό σχήμα.
Οι συγκρίσεις με τον Τσιμίκα και λόγω θέσης αλλά και εξαιτίας και της σχετικής διαδικασίας που ακολουθήθηκε για τον «Τσίμι» και που μόλις ξεκινάει για τον Κίτσο, σχεδόν… αυτόματες, μα επιεικώς άκαιρες. Και αυτό ανεξαρτήτως από το αν όντως το know-how υπάρχει και η μεθοδολογία φαίνεται πως αποκτά χαρακτηριστικά συστηματοποίησης.
Σίγουρα πάντως, τα πρώτα δείγματα γραφής αυτής της διαδικασίας για το νέο «μοντέλο» που λανσάρεται στο αριστερό άκρο της οπισθοφυλακής του Ολυμπιακού, δικαιολογούν την αισιοδοξία των «ερυθρόλευκων» πως μπορεί τουλάχιστον να εξελιχτεί όσο και το αρχικό.