ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ

Ιγκόρ Σιπνιέφσκι, είναι τρελός ο Πολωνός

Ιγκόρ Σιπνιέφσκι, είναι τρελός ο Πολωνός

Ο Αντώνης Οικονομίδης εξιστορεί όλα εκείνα που έζησε ως τα 47 χρόνια του ο Πολωνός Ιγκόρ Σιπνιέφσκι και ήταν πολλά: η ποδοσφαιρική πάστα, το αλκοόλ, η φυλακή, η κατάθλιψη.

Λίγες ημέρες πριν συμπληρώσει τα 48 χρόνια του ο Ιγκορ Σιπνιέφσκι έφυγε από τη ζωή, παραδομένος στους δαίμονες -και τις συνέπειες τους- που τη συνόδευσαν.

Γουέμπλεϊ, Ολντ Τράφορντ από τη μία. Και το κέντρο απεξάρτησης στο Λοτζ από την άλλη. Γκολ σε παιχνίδι του Champions League τη μια στιγμή και ένα ποτήρι, λίτρου τουλάχιστον, μπύρας με φίλους στο Μπάλουτι, στη γειτονιά που μεγάλωσε στο Λοτζ, την επόμενη.

Χρήματα, αλκοόλ, δαίμονες

Καριέρα με αποδοχές εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, μα παράλληλα να αδειάζει τις τσέπες και να μην βρίσκει σέντσι για να αγοράσει μια φρατζόλα ψωμί. Για αλκοόλ, πάντα, κάπως βρίσκονταν.

"Δεν πίνεις, δεν παίζεις. Πίνεις και ίσως παίξεις". Αυτό άκουσε, 17 χρονών παιδί όταν πέρασε για πρώτη φορά τα αποδυτήρια της πρώτης ομάδας της Λοτζ, του συλλόγου της γενέτειρας του. Τότε ήταν που αντιλήφθηκε πως θα έκανε καριέρα στο ποδόσφαιρο.

Ο θρύλος ήθελε άλλωστε τον Ιγκόρ Σιπνιέφσκι να ξεκινάει το ποτό από τα 9 του χρόνια. Και η αλήθεια είναι πως πέραν της εν λόγω συστατικής, είχε και ό,τι χρειαζόταν.

Ποδοσφαιρικά. Τεχνική, ταχύτητα, επιτάχυνση. Καμάρωνε πως είχε αναγκάσει στο "Θέατρο των Ονείρων" τον Γκάρι Νέβιλ να βάλει τις φωνές στον Ντέιβιντ Μπέκαμ -φωνές που άκουσε ο Πολωνός-, μιας και δεν τον βοηθούσε στο μαρκάρισμά του και ήταν αδύνατον, μόνος του ο Άγγλος μπακ, να τον περιορίσει, να τον αντιμετωπίσει.

Το ποδόσφαιρο τού πρόσφερε τα πάντα. Δεν του έφταναν. Δεν ήταν αρκετά. Πάλευε με τις καταχρήσεις και την κατάθλιψη καθ' όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας. Πάλευε κυριολεκτικά. Για να ζήσει. Πότε εκούσια με τους δαίμονες του, πότε ακούσια με όσα του προκαλούσαν στο κορμί και στην ψυχή του.

Απόπειρες αυτοκτονίας, αναρίθμητες συλλήψεις για χουλιγκανισμό, επιθέσεις κατά γνωστών και αγνώστων, μικροκλοπών, τσαμπουκάδες και συμμετοχή σε λογιών λογιών διαμάχες, μερικά μόνο από τις δημόσιες εκδηλώσεις των δαιμόνιων του.

Αναρίθμητες οι φορές που επιδίωξε θεραπεία. Και για το ποτό και για την κατάθλιψη. Κάθε φορά, μα κάθε φορά, τα δαιμόνια επέστρεφαν. Πιο δυνατά, ρουφώντας στάλα στάλα τη ζωή του.

Πατέρας μιας κόρης και ενός γιου, αλλά χωρισμένος. Οι γονείς του, πρώτα ο πατέρας του και μετά η μητέρα του, η οποία ήταν και πριν μερικά χρόνια το καταφύγιό του, έφυγαν από τη ζωή με το δικό του μαράζι.

Στο Λοτζ, όπου έζησε, θρύλος. Από γεννησιμιού -έντεκα χρονών, στο πρώτο του παιχνίδι στα τσικό της ομάδας, σημείωσε πέντε γκολ– ως και τώρα, χτες, στα ύστερα. Ξεχώριζε ακόμη και αν δύσκολα πια αναγνωριζόταν.

Τσάντα με κουτάκια μπύρας και μπουκάλια βότκας

Μαύρα σνίκερς, μαύρα τζιν, μαύρη μπλούζα, χειμώνα καλοκαίρι μακρυμάνικη, χέρια και πρόσωπο ακόμη πιο μαυρισμένα. Μια τσάντα περασμένη στους ώμους, γεμισμένη με στραπατσαρισμένα πακέτα από τσιγάρα, τενεκεδάκια μπύρας και μπουκάλια βότκας και τζιν, χαρτάκια για στριφτό να ξεχειλίζουν από τις τσέπες και τα χέρια. Στεγνός, λιπόσαρκος, μα την κοιλιά, γεμάτη τοξίνες και αλκοόλες ευδιάκριτη πια, περπάτημα αργό, βαρύ, σέρνοντας τα πόδια.

Δουλειά, ούτε για αστείο. Δεν την μπορούσε, δεν την ήθελε, δεν την άντεχε. Οποιουδήποτε είδους. Όσο έμεινε στο ποδόσφαιρο, στα γύρω γύρω του αθλήματος, όσο οι καταχρήσεις τού επέτρεψαν να πληρώνεται και να τις πληρώνει, καλώς. Μετά, στη γύρα.

Δεύτερο σπίτι του θεωρούσε πάντα την Αθήνα. Από τα χρόνια του στον Παναθηναϊκό, τα καλύτερα επαγγελματικά του, παρότι δεν συνοδεύτηκαν με τίτλους, αλλά ήταν γεμάτα παραστάσεις, εικόνες, εμπειρίες ανάλογες του τάλαντου που οι πατριώτες του από έφηβος προεξοφλούσαν πως είχε – μέχρι και με τον Κάζιμιερτς Ντέινα έφτασαν να τον συγκρίνουν.

Καλύτερα να έχουμε μεθυσμένο Σίπα

Χωρίς ποτέ, δυστυχώς, να ξεχωρίσουν το ταλέντο από την κατάχρηση. Ταυτόσημα τα θεωρούσαν. Τα έκανε χωρίς ποτέ να κρύβονται, να τα θεωρούν. Το ένα χωρίς το άλλο δεν γίνονταν, δεν διακρίνονταν. "Είναι καλύτερα να έχουμε έναν μεθυσμένο Σίπα (το παρατσούκλι του), παρά δύο νηφάλιους ποδοσφαιριστές", το ανέκδοτο, το μοτό που συνόδευσε τελικά τη συνολική εκτίμηση των συμπατριωτών του.

Και αυτή η διετία στην Αθήνα, αυτή στα "πράσινα", δεν την άλλαξε. Ήταν, εκτός των άλλων, και η μόνη που ο ίδιος φρόντισε να συμβάλλει, με δημοσιεύματα και αποκόμματα εφημερίδων, τσάτρα πάτρα, στο αρχείο, στο λεύκωμα που κρατούσε ο πατέρας του καμαρώνοντας για τα επιτεύγματα του κανακάρη του. Οι περισσότερες σελίδες του, στο φινάλε, αδειανές έμειναν.

Αυτό, το μόνο για την ακρίβεια, που τον χάλασε στα μέρη μας, το μόνο που τον σημάδεψε ήταν ο σεισμός του '99. Δεν είχε ξαναζήσει και ούτε και έζησε ποτέ του έστω και ένα μικρό ταρακούνημα. Οπότε ανακαλούσε στην μνήμη του τα συναισθήματα που του προκάλεσε ο φονικός της Πάρνηθας, αυτομάτως, αντανακλαστικά, έβρισκε απάντηση στο σύνθημα που δονούσε, διαφορετικά τελείως, την κερκίδα. "Είναι τρελός ο Πολωνός".

Η κατάθλιψη που νίκησε όπως τον Σίμαν

Το είχε μάθει απ' έξω, το τραγουδούσε στα ζόρια και ο ίδιος, ρυθμικά, στα ελληνικά, ανεξαρτήτως νηφαλιότητας. Αποτέλεσμα των πλείστων όσων ωρών που ξόδεψε στην ψυχανάλυση, στην ψυχοθεραπεία, σε συνεδρίες, ομαδικές ή όχι, υποχρεωτικές, επιβεβλημένες ή συνειδητά επιλεγμένες στην προσπάθεια απεξάρτησης. Απ' οτιδήποτε. Από τα πάντα.

Στην τελευταία του δημόσια εξομολόγηση, πριν το ξέσπασμα της πανδημίας και αφού πρώτα είχε γράψει με τη βοήθεια συντοπιτών του, την αυτοβιογραφία του, καμάρωνε πως όπως κάποτε τον Ντέιβιντ Σίμαν, σ' ένα παιχνίδι του Παναθηναϊκού με την Άρσεναλ στο Champions League, είχε νικήσει και την κατάθλιψη.

Το πίστευε. Το διατυμπάνιζε. Πάνω απ' όλα το έλπιζε να είναι έτσι, να μείνει έτσι, προσπαθώντας, ακόμη και τότε, να μην ξεχνάει τα δεκάδες χάπια που χρειάζονταν να παίρνει καθημερινά για να νιώθει έτσι.

"Προτιμώ να πεθάνω παρά να την αντιμετωπίσω ξανά".

Καλό ταξίδι Σίπα.

TAGS ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ STOIXIMAN SUPER LEAGUE ΟΦΗ ATHENS KALLITHEA ΚΑΒΑΛΑ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ