Μαρίνα Γκρανοβσκάγια: Η Σιδηρά Κυρία της Τσέλσι
Πίσω από την κατάκτηση του Champions League, για την Τσέλσι κρύβεται – ή για την ακρίβεια κυριαρχεί – μια γυναίκα. Η πλέον ισχυρή στον παγκόσμιο αθλητισμό, το απόλυτο αφεντικό των "μπλε", η για πάνω από τη μισή της ζωή έμπιστη του Ρόμαν Αμπράμοβιτς, η μυστηριώδης, αλλά παντοδύναμη, Μαρίνα Γκρανοβσκάγια.
Ντύσιμο στην πένα. Γόβα στιλέτο. Μαλλί κομμωτηρίου. Νύχια, είτε αυτά που πάντα φαίνονται είτε αυτά που ενίοτε φαίνονται, πάντα περιποιημένα, φρεσκοβαμμένα, μα ποτέ γαμψά. Δεν χρειάζεται να είναι για να υπενθυμίζει το πόσο πανίσχυρη, αδίστακτη και πανούργα είναι.
Η ξέχειλη και πάντα τονισμένη στις μετρημένες δημόσιες εμφανίσεις της θηλυκότητά της είναι ίσως το μόνο που δεν προκαλεί δέος στην όψη και τη φήμη της Μαρίνα Γκρανοβσκάγια, της πιο ισχυρής δηλαδή γυναίκας της παγκόσμιας ποδοσφαιρικής σκηνής, της εξ απορρήτων του Ρόμαν Αμπράμοβιτς, του απόλυτου αφεντικού της Τσέλσι και του ιθύνοντα – θηλυκού φυσικά… - νου της φετινής κατάκτησης του Champions League.
Το μυστήριο γύρω από το όνομα της
Και παρότι είναι όλα τα παραπάνω σε ένα από τα πιο προβεβλημένα clubs του πλανήτη, ελάχιστα είναι γνωστά γι’ αυτήν. Τη φωνή της την έχουν ακούσει μόνο σε συνεντεύξεις Τύπου, χωρίς διαδικασία ερωταπαντήσεων με συνήθως κλισέ ατάκες, ακόμη πιο στιλιζαρισμένες οι "δηλώσεις" που συνοδεύουν κάποια μεταγραφή, επέκταση συμβολαίου ή πώληση.
Είναι η Νο1 επιθυμία/αναζήτηση/επιδίωξη για συνέντευξη όλων των αγγλικών media, ποτέ όμως δεν έχει δώσει δημοσίως ούτε… νεύμα, με τα όσα γνωστοποιούνται ως προς την δραστηριότητά της να περιβάλλονται από συνωμοσιολογικό κύκλο μυστηρίου, αφού κανείς δημοσιογράφος δεν τολμάει να δημοσιοποιήσει όσα γνωρίζει (πόσο μάλλον αν είναι επιβλαβή για το προφίλ της) από φόβο μη διαταράξει τις σχέσεις του, ενώ ακόμη πιο μυστικοπαθείς είναι όσοι διαπραγματεύονται μαζί της.
Παραδόξως, η ηλικία της δεν είναι μεταξύ των όσων αγνοούνται. Συμπληρωμένα 46 ετών πλέον, γόνος ρωσο-καναδικής οικογένειας, έχει περάσει πάνω από τη μισή ενήλικη ζωή της στο πλευρό του Ρόμαν Αμπράμοβιτς. Με το που αποφοίτησε από το Τμήμα Διεθνών Γλωσσών του Πανεπιστημίου της Μόσχας, προσλαμβάνεται στην Sibneft, την πετρελαϊκή εταιρεία που αποτέλεσε το βασικό όχημα της επιχειρηματικής ανέλιξης του "Άμπρα".
Μέρος αυτής, η αγορά της Τσέλσι το 2003. Η Γκρανοβσκάγια έχει περάσει τις πρώτες εξετάσεις, συμβάλλοντας καταλυτικά στην πώληση της Sibneft σε αντίτιμο επταπλάσιο του ποσού που διατέθηκε για την αγορά της και έτσι, κερδίζει την εμπιστοσύνη του Αμπράμοβιτς, αλλά και το εισιτήριο για τα διοικητικά των "μπλε".
Στην πρώτη επταετία της στο Λονδίνο, λειτουργεί περισσότερο εποπτικά. Δεν χρειάζεται άλλωστε κάτι περισσότερο, αφού η ροή εκατομμυρίων φέρνει στο "Στάμφορντ Μπριτζ" δύο πρωταθλήματα και πέντε παρουσίες σε ημιτελικά Champions League, που προφανώς αλλάζουν – και αγωνιστικά – το στάτους της Τσέλσι.
Ένας Βέρνερ κάθε χρόνο
Δεν μένει όμως εκεί, στην εποπτεία δηλαδή. Επιμελείται τη συνεργασία των "μπλε" με την Φίτεσε, η οποία ως και σήμερα λειτουργεί ως feeding club για τους πρωταθλητές Ευρώπης, ενώ είναι αυτή που διεκπεραιώνει την κατασκευή του νέου τους προπονητικού κέντρου στο Κόμπχαμ, ένα από τα καλύτερα πλέον στην Αγγλία, όπου και μετακομίζουν το 2007.
Κάτι περισσότερο, προφανώς, δεν χρειάζεται. Το 2010 ο Αμπράμοβιτς την χρίζει και επισήμως… αντ’ αυτού, ορίζοντας την αντιπρόσωπό του σε οτιδήποτε αφορά την καθημερινότητα και τη λειτουργία του club. Μέσα στην επόμενη τριετία παίρνει και την καρέκλα της στο διοικητικό συμβούλιο, ενώ το 2014 χρίζεται Chief Executive, ενώ εδώ και τέσσερα χρόνια συστήνεται ως Διευθύντρια (ένας από τους δύο στην Τσέλσι με αυτόν τον ρόλο).
Κάτι που αντανακλά στον ρόλο της, ο οποίος συνοπτικά, περιγράφεται ως… πανταχού παρούσα και τα πάντα πληρούσα. Είναι αυτή που αναλαμβάνει όλες τις διαπραγματεύσεις, είτε έχουν να κάνουν με αγορές, με ανανεώσεις, με απομακρύνσεις, είναι αυτή που αποφασίζει (και διατάζει) στο όνομα της διοίκησης, είναι αυτή που έχοντας το απόλυτο εν λευκώ του Αμπράμοβιτς κάνει ό,τι θέλει, όπως το θέλει και με όποιον τρόπο το θέλει.
Το κέρδισε άλλωστε. Πριν την προαγωγή της σε διευθύντρια ήταν αυτή που έκλεισε τη χορηγική συμφωνία-μαμούθ με τη Nike, η οποία θα "τρέχει" ως το 2032 και συνολικά σε αυτό το διάστημα (από το 2016) θα αποφέρει στην Τσέλσι 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Η αναγωγή; Η δαπάνη για την αγορά δηλαδή ενός Τίμο Βέρνερ κάθε χρόνο.
Παράλληλα, δίνει και το παράδειγμα σε ανάλογης προέλευσης και φιλοσοφίας ποδοσφαιρικά μοντέλα ώστε να εμπιστευτούν τις τύχες τους σε γυναίκες. Η Μονακό του Ντμίρι Ριμπολόβλεβ διαφεντεύεται – πάνω κάτω στο ίδιο διάστημα – από το επί χρόνια δεξί του χέρι στις υπόλοιπες επιχειρήσεις του, Ολγα Ντεμεντίεβα, ενώ φυσικά, γνωστά και οικεία στο ελληνικό κοινό είναι ο ρόλος, η υπόσταση και οι αρμοδιότητες της απολύτου εμπιστοσύνης του Ιβάν Σαββίδη, Μαρίας Γκοντσάρεβα στα του ΠΑΟΚ, που πλέον ξεπερνάνε το οργανωτικό/διοικητικό/ελεγκτικό επίπεδο, αλλά άπτονται και του αγωνιστικού.
Η δική της ομάδα
Η μεθοδολογία της, συζητήσιμη. Κυρίως ως προς το τακτ που (κατηγορείται, πάντα σε επίπεδο φημολογίας, πως) δεν διαθέτει. Ο Τιμπό Κουρτουά φεύγοντας από το Λονδίνο ξεσπάθωσε απέναντί της, αλλά ήταν ο μόνος που το αποτόλμησε δημοσίως. Κόντε και Σάρι από καιρό εις καιρό κάτι προσπάθησαν να ψελλίσουν σε συνεντεύξεις Τύπου, ποτέ όμως δεν την ονομάτισαν φόρα παρτίδα, απλώς γενικόλογα χρέωσαν – όταν δεν μπορούσαν να επιβάλλουν τις επιθυμίες τους – το συμβούλιο.
Δεν είναι τυχαίο πως μετά την απομάκρυνση του Μάικλ Εμενάλο, του τεχνικού διευθυντή της Τσέλσι ως το 2017, δεν προσλήφθηκε νέος, αφού η 46χρονη Ρωσίδα – και με τη βούλα πλέον – ανέλαβε τα πάντα επ’ ώμου. Φημίζεται για τη δυνατότητα που έχει να παίρνει όσα περισσότερα μπορεί ακόμη και από παίκτες που δεν υπολογίζονται (50 εκατ. ευρώ για τον Όσκαρ, 60 για τον Ντιέγκο Κόστα), για την διπλωματία της (sic), αφού ήταν αυτή που γεφύρωσε το χάσμα μεταξύ Αμπράμοβιτς και Μουρίνιο οδηγώντας έτσι στη δεύτερη θητεία του "εκλεκτού" στο Λονδίνο, ωστόσο το αριστούργημά της είναι η φετινή σεζόν, στην οποία "ξεγυμνώθηκε" τελείως, φανερώνοντας τελείως τον ρόλο και τον λόγο της επί αγωνιστικών αποφάσεων.
Δεν δίστασε, σε μια νύχτα μέσα, να "τελειώσει" τον Φρανκ Λάμπαρντ από τον πάγκο, τον οποίο η ίδια είχε προκρίνει για την υλοποίηση του αγωνιστικού πρότζεκτ των "μπλε" μετά την άρση των μεταγραφικών περιορισμών τους, δίνοντας την ευκαιρία στον Τόμας Τούχελ. Το γεγονός ότι ο Γερμανός τεχνικός συνάντησε δια ζώσης τον ιδιοκτήτη της Τσέλσι μόνο στα επινίκια του περασμένου Σαββάτου αναδεικνύει σαφώς το ποιος (ποια εν προκειμένω) τον έφερε στο "Στάμφορντ Μπριτζ" προκειμένου να διαχειριστεί τη δική της ομάδα.
Όλες, μηδεμιάς εξαιρουμένης, οι καλοκαιρινές προσθήκες της Τσέλσι φέρουν την υπογραφή της, είτε σε επίπεδο επιλογής, είτε σε επίπεδο διαπραγμάτευσης. Και έτσι, η συνέχεια του σχεδίου που εκπονήθηκε για ηλικιακή και στελεχιακή ανανέωση των "μπλε", με περισσότερα νιάτα, ενέργεια, όσο το δυνατόν πιο ισορροπημένο οικονομικά μπάτζετ και αποφάσεις, επιβραβεύτηκε – νωρίτερα προφανώς του αναμενόμενου – με την ανάδειξη της Τσέλσι, της δικής της Τσέλσι για δεύτερη φορά στην ιστορία της σε πρωταθλήτρια Ευρώπης.
Και έτσι, αν το 2018 σε σχετικές λίστες φιγουράριζε στο top-5 των πιο ισχυρών γυναικών στον παγκόσμιο αθλητισμό, μάλλον πλέον είναι ανούσιο, σήμερα, να ψάχνουμε να βρούμε διαφορετική κάτοχο της συγκεκριμένης κορυφής, η οποία φέρει – φαρδιά πλατιά – το όνομα της "Σιδηράς Κυρίας" της Τσέλσι, της Μαρίνα Γκρανοβσκάγια.