THE SPORTS ECONOMIST

Μπόρις Κλέιμαν: Γούστα ο Βόλος, γούστα και ο τερματοφύλακάς του

Ο Μπόρις Κλέιμαν πανηγυρίζει στη διάρκεια του αγώνα ΠΑΟΚ - Βόλος | 17 Οκτωβρίου 2021
Ο Μπόρις Κλέιμαν πανηγυρίζει στη διάρκεια του αγώνα ΠΑΟΚ - Βόλος | 17 Οκτωβρίου 2021 EUROKINISSI

Η καριέρα του Μπόρις Κλέιμαν μόνο για ηρεμία και σταθερότητα δεν χαρακτηρίζεται. Στον φετινό Βόλο μάλλον δεν θα βρει ούτε το ένα ούτε το άλλο χάρη στο άκρως τολμηρό παιχνίδι της ομάδας του. Αλλά τουλάχιστον, θα το απολαμβάνει. Και αν του κάτσει, όπως χτες στην Τούμπα, θα πάρει αυτός το credit.

Το τελετουργικό του Μπόρις Κλέιμαν, οι πατριώτες του το πρόσεξαν και το κατέγραψαν χρόνια πριν. Παραμονές της φιλοξενίας από το Ισραήλ του U21 Euro του 2013. Στο γήπεδο λοιπόν θα μπει πάντα πατώντας με το δεξί, θα κάνει το ζέσταμά του και πριν το σφύριγμα της σέντρας, θα κάνει τρία άλματα στο ένα πόδι μουρμουρίζοντας λίγα λόγια. Προσευχής, ψυχολογικής τόνωσης, κανείς, ποτέ δεν εντρύφησε και ούτε και αποκάλυψε το ακριβές περιεχόμενο.

Δήλωνε – και δηλώνει ακόμη – θαυμαστής του Ίκερ Κασίγιας. Στο τουρνουά που ακολούθησε, οι Ισπανοί πρωτολάνσαραν τον διάδοχο του "Σαν Ίκερ", παρουσιάζοντας στη διεθνή σκηνή τον Νταβίντ ντε Χεά, ο οποίος και αναγορεύτηκε κορυφαίος της διοργάνωσης με την "ρόχα" να κατακτά άνετα τον τίτλο της πρωταθλήτριας Ευρώπης.

Η παρουσία του 22χρονου τότε Κλέιμαν (γεννημένος στην Ουκρανία, εξ ου και το Μπόρις, με τους γονείς του να μετακομίζουν στο Ισραήλ όταν ήταν 10 μηνών) ανάλογη των ελπίδων του Ισραήλ. Αξιοπρεπής, αλλά ως εκεί, χωρίς να δικαιολογήσει το παρατσούκλι που – λόγω του ειδώλου του – γρήγορα του κόλλησαν. Ο "Ισραηλινός Κασίγιας" λοιπόν μετρούσε μόνο λιγοστά παιχνίδια σε επίπεδο πρώτης κατηγορίας με τη φανέλα της Χάποελ Τελ Αβίβ, η οποία και τον είχε από παιδί στις ακαδημίες της.

Δεν τον… χάρηκε παραπάνω, αφού έναν χρόνο μετά από εκείνο το τουρνουά, ο Κλέιμαν μετακόμισε στην Μπεϊτάρ αναζητώντας θέση βασικού. Την εξασφάλισε και πλέον είχε το πλαίσιο για να αλλάξει επίπεδο. Κάθε επίπεδο. Επαγγελματικά, προσοχής από τα media, ακόμη ακόμη και στο σώμα του, ξεκινώντας – τότε – να το γεμίζει με κάθε λογής τατουάζ.

Κάτι αυτό, κάτι η εμφάνισή του, όλα συνέβαλαν στο ν’ αρχίσει ανάλογα με την αγωνιστική του ανέλιξη να απασχολεί και τις κοσμικές στήλες. Σιγά στην αρχή, μα μετά από κάποιο σημείο, ραγδαία, η αναλογία διαφοροποιήθηκε. Σε βάρος του ποδοσφαιρικού κομματιού.

Η απόδοσή του έφθινε, τα λάθη αυξάνονταν και υπερτονίζονταν, η κριτική αφόρητη, αμείωτη, ο ίδιος "μαγνήτης" των media, που λάτρευαν να ασχολούνται μαζί του για κάθε τι. Είτε έπαιζε, είτε δεν έπαιζε. Είτε έπαιζε καλά, είτε όχι. Υποβιβάζοντας τα θετικά, μεγεθύνοντας τα αρνητικά. Εμοιαζε, ή τουλάχιστον έτσι ήθελε να περνάει, πως το απολαμβάνει, πως το αντέχει, πως γουστάρει να είναι το "κακό" παιδί, ο αγαπημένος φταίχτης των πάντων και για τα πάντα.

Οπου φύγει φύγει

Αποδείχτηκε το αντίθετο. Μετά από τέσσερα χρόνια στην Μπεϊτάρ, ψάχτηκε να φύγει από το Ισραήλ, χωρίς να έχει κερδίσει τίποτα. Πιεστικά, απεγνωσμένα, χωρίς να ενδιαφέρεται για τον προορισμό. Οπουδήποτε αλλού. Οπουδήποτε ήρεμα. Οπουδήποτε χωρίς πίεση, χωρίς το καδράρισμα των μέσων. Κύπρος; Κύπρος. Το χωριουδάκι στο Παραλίμνι είχε αυτό που αναζητούσε: ηρεμία.

Ηρεμία για να εστιάσει στο ποδόσφαιρο και στην τοπική Ένωση, ηρεμία για να μεγαλώσει την οικογένειά του. Πήγε εκεί παντρεμένος με τη Λιάν (άλλο πρόσωπο και σχέση στην οποία εστιάζουν συνεχώς τα media της πατρίδας του) και πατέρας του Άριαν. Στο ξέσπασμα του covid, ήρθε στη ζωή του και η Σελίνι. Και πάλι όμως, τα Μέσα ψάχνοντας το… αλατοπίπερο, με 4 σκυλιά και τις 2 γάτες που είχαν στο σπίτι τους ασχολούνταν περισσότερο.

Πατήματα πάντως, δήλωνε συνεχώς πως βρήκε στην Μεγαλόνησο. Τόσο που προσδοκούσε όχι απλώς επιστροφή και μονιμοποίηση στις κλήσεις της εθνικής Ισραήλ – μια φορά χρίστηκε διεθνής μόνο, σ’ ένα φιλικό με την Κροατία τον Μάρτιο του 2016. Ως τότε, μονοπωλούσε τα γάντια ο Ντουντού Αουάτ, έκτοτε ο νυν κίπερ της Φέγενορντ, Οφίρ Μαρτσιάνο. Χώρος για τον ίδιο και περιθώρια αποδοχής, πουθενά και κανένα.

Τόσο που προσδοκούσε, αγωνιστικά, προβιβασμό σε ανώτερο επίπεδο. Ο Βόλος (και όχι μόνο από τα μέρη μας) τον κυνήγησε από το καλοκαίρι του ’19. Τον έφερε το επόμενο. Χρειάστηκε να περιμένει ως κοντά Χριστούγεννα για να πάρει την ευκαιρία του και έκτοτε, να μονιμοποιηθεί στην εστία.

Το περασμένο καλοκαίρι μάλιστα, παρότι ο ανταγωνισμός αυξήθηκε με την προσθήκη του μπαρουτοκαπνισμένου Μάτιτς Κότνικ, επέκτεινε το συμβόλαιο του ως το καλοκαίρι του ’23. Κάτι που αποτέλεσε πρακτικά το πασαπόρτι για να εξακολουθήσει να λογίζεται το Νο1 της ομάδας, παρά την αλλαγή στον πάγκο.

Παρά την αλλαγή φιλοσοφίας και προσέγγισης. Το πόσο… τρελός, αλλά και γουστόζικος είναι ο φετινός Βόλος, φαίνεται από τις επιδόσεις του. Καλύτερη επίθεση της Super League Interwetten και την ίδια ώρα χειρότερη άμυνα. Γούστα λοιπόν μια τέτοια ομάδα σίγουρα θα βγάζει, αλλά αυτός που δεν τα απολαμβάνει, μάλλον είναι ο τερματοφύλακας της.

Όχι πως είναι αμέτοχος. Όχι πως ξέχασε τα λάθη. Στην πρεμιέρα, δωρίζει το γκολ της Λαμίας. Δεν κόστισε, αφού ο Βόλος κέρδισε. Κόντρα στον Παναθηναϊκό έδωσε ακόμη ένα δώρο, συμβάλλοντας στο παραγωγικότερο ξεκίνημα της ιστορίας των "πράσινων" (2-0 στο 4’) και στην τελική συντριβή.

Τέσσερα, όπως και στη Λεωφόρο, μετρούσε και την Κυριακή (17/10) στο ημίχρονο στην Τούμπα. Αυτή τη φορά, δεν ευθύνονταν για κάποιο. Ισα ίσα που ό,τι μπορούσε, έβγαλε. Πρώτο credit, μιας αντεπίθεσης που δεν φαίνονταν να έρχεται, αλλά συντελέστηκε με το απόλυτα ενδεικτικό του 4-4.

Αποτέλεσμα που σε καμία περίπτωση δεν προϊδεάζει για ανάδειξη κορυφαίου της αναμέτρησης έναν τερματοφύλακα. Οποιονδήποτε τερματοφύλακα σε οποιοδήποτε παιχνίδι με τέτοιο σκορ. Αποτρέποντας όμως δις το 5-3, μια στο τετ-α-τετ του Ακπομ και μετά στο πέναλτι του Βιεϊρίνια, το δικαιολογεί.

Όπως και τη σημειολογική παρατήρηση για το αν έχει αλλάξει, στα 31 του πλέον, έστω το τελετουργικό του…

TAGS THE SPORTS ECONOMIST ΒΟΛΟΣ ΕΛΛΑΔΑ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ