Ντιέγκο Αλόνσο by Ντιέγκο Αλόνσο
Η προπονητική σταδιοδρομία του Ντιέγκο Αλόνσο, οι συνθήκες υπό τις οποίες την έχει διαβεί και οι δηλώσεις του σκιαγραφούν κομμάτι της προπονητικής φιλοσοφίας του εν όψει της ανάληψης της τεχνικής ηγεσίας του Παναθηναϊκού. Και η αντίστοιχη της Μπράιτον από τον 31χρονο Φάμπιαν Χούρτσελερ προσφέρει έναν αν μη τι άλλο διδακτικό παραλληλισμό.
Ο συσχετισμός, δελεαστικός. Την ημέρα, την ώρα σχεδόν που ο Παναθηναϊκός επικοινωνούσε πως ο εκλεκτός για τον πάγκο του είναι ο Ντιέγκο Αλόνσο, η Μπράιτον πρακτικά επιβεβαίωνε πως η δική της επιλογή για τη διαδοχή του πιο επιτυχημένου τεχνικού της ιστορίας της, του Ρομπέρτο ντε Τσέρμπι, είναι ο Φάμπιαν Χούρτσελερ.
Μόλις στα 31 του. Τι να προλάβει να επιδείξει στο προπονητικό βιογραφικό του; Το μόνο ουσιαστικά, η διετία που πέρασε στη Ζανκτ Πάουλι και κατέληξε στο να την οδηγήσει στην επιστροφή της στην Bundesliga.
Δεν ήταν όμως προφανώς ούτε η ηλικία (εφόσον οριστικοποιηθεί η συμφωνία, θα γίνει ο νεαρότερος τεχνικός στην ιστορία της Premier League), ούτε οι παραστάσεις, ούτε – ακόμη και η ενδεχομένως – συγκυριακή επιτυχία για τον Αμερικανογερμανό τεχνικό που έφερε τους "γλάρους" στο κατόπι του.
Η συνέχεια ήταν. Το ποιος, βάσει του τι παρουσιάζει ως ποδοσφαιρική φιλοσοφία στο χορτάρι, θα ήταν ο καταλληλότερος, ο πιο ταιριαστός για να συνεχίσει την πεπατημένη που έχει χαράξει το club και με αυτήν μπούσουλα να αναζητά και να προσλαμβάνει επαγγελματίες για να την υπηρετήσουν.
Σωστό, λάθος, άλλο καπέλο. Κανείς δεν μπορεί να κριθεί προκαταβολικά. Κανείς δεν έχει εξασφαλισμένη την επιτυχία, κανείς δεν θεωρείται αποτυχημένος άμα τη εμφανίσει. Το προφανές – και προφανές στο top επίπεδο που βρίσκεται η Μπράιτον – έχει να κάνει με την ξεκάθαρη στόχευση, τη σαφή φιλοσοφία, τον προγραμματισμό και το πλάνο. Αυτά, όλα, δεν αλλοιώνονται, δεν αλλάζουν και δεν επηρεάζονται από τα πρόσωπα. Απλώς αναζητούνται, πάντα στο υφιστάμενο πλαίσιο, εκείνα που κρίνονται ως τα πιο συμβατά.
Ο Παναθηναϊκός επέλεξε τον Ντιέγκο Αλόνσο. Από τη σαφή και προσδιορισμένη ευκρινώς περπατησιά – με τα καλά της και τ’ άσχημά της - με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς, πήγε στο… ό,τι να ‘ναι ball με τον Φατίχ Τερίμ, διεκδικώντας στη συνέχεια, εφόσον προέκυψε ως και ελάχιστη πιθανότητα, το Sarriball, εξαντλώντας κάθε δυνατό όριο για τον Μαουρίτσιο Σάρι.
Παράλληλα, εννοείται πως δουλεύονταν και άλλες εναλλακτικές. Πολλές, λίγες, μόνο οι επιτελείς των Κυπελλούχων Ελλάδας γνωρίζουν. Μια εξ αυτών ο Ουρουγουανός τεχνικός, ο οποίος και τελικά πήρε το χρίσμα και ήρθε στην Αθήνα για να διευθετηθούν και τα τυπικά της συμφωνίας με τους "πράσινους" και να ανακοινωθεί επισήμως.
Πριν λοιπόν τα ωσαννά για τον ερχόμενο ή τα προκαταβολικά αναθέματα, το ερώτημα έχει να κάνει με τη γενικότερη στρατηγική και στόχευση του συλλόγου και αν αυτή υπηρετείται από τον τεχνικό που προκρίνεται. Τα χαρακτηριστικά, η αποτελεσματικότητα και η ποδοσφαιρική φιλοσοφία του εκάστοτε, αποτυπώνονται άλλωστε ξεκάθαρα από την προπονητική διαδρομή του.
Το θέμα είναι πως ο σύλλογος θεωρεί πως "κουμπώνουν" με τους στόχους που έχει θέσει και τον τρόπο που φιλοδοξεί και ελπίζει να τους πετύχει.
"Η ιδέα του παιχνιδιού είναι συνολική"
Δεκαέξι χρόνια κράτησε η ποδοσφαιρική καριέρα του. Δώδεκα διαφορετικές ομάδες (πιο ξεχωριστές η Ατλέτικο και η Βαλένθια) σε πέντε διαφορετικές χώρες. Συνεπής φουνταριστός, με απολογισμό καριέρας ένα γκολ ανά τρία ματς, περισσότερο ξεχώρισε στην σταδιοδρομία του για την εξυπνάδα και την αποφασιστικότητά του.
Χαρακτηριστικά που επιδιώκει να χαρακτηρίζουν και την προπονητική ταυτότητά του, την οποία και αντιλήφθηκε ως προοπτική από τα 21 του. "Ήμουν από τότε προπονητής στο μυαλό μου. Και τυχερός που έπαιξα ποδόσφαιρο, γνωρίζοντας τι θέλω να κάνω μετά από αυτό".
Ο συμπατριώτης του Χούλιο Ρίβας, ο θρυλικός Ισπανός Λουίς Αραγονιές (συνεργάστηκαν στους "ροχιμπλάνκος") και ο Ράφα Μπενίτεθ, είναι – κατά δήλωσή του – αυτοί που περισσότερο επηρέασαν τη δική του θεώρηση.
Μετά από μια ντουζίνα χρόνια στους πάγκους, χωρίς διακοπή από την στιγμή που κρέμασε τα εξάταπα (2011), ξεκινώντας την προπονητική από την ίδια ομάδα που πρωτόπαιξε επαγγελματικά (την Μπέλα Βίστα), εννιά ως τώρα σταθμούς σε πέντε διαφορετικές χώρες, αυτή η θεώρηση δομείται από συγκεκριμένες πλέον αρχές.
"Όσες ιδέες έχω, δεν τις συζητάω με το επιτελείο μου. Όταν προκύπτει ένα πρόβλημα, δεν τους δίνω αμέσως τη δική μου άποψη. Κάτι τέτοιο θα επηρεάσει τη δική τους ιδέα και η απάντησή τους δεν θα είναι αμερόληπτη. Θέλω να τους δώσω τον χώρο και τον χρόνο να έχουν 100% τη δική τους άποψη και τότε να ξεκινήσει η συζήτηση.
Υπάρχουν φορές που στη διαδικασία εμπλέκω και ποδοσφαιριστές. Αυτό είναι ο πυρήνας της φιλοσοφίας μου: η ιδέα για το παιχνίδι, δεν είναι μόνο δική μου, αλλά είναι ολόκληρης της ομάδας. Η τέχνη του προπονητή συνίσταται στο να περάσει σε όλους πως ακριβώς η ιδέα του παιχνιδιού είναι συνολική.
Όχι κατόπιν επιβολής, αλλά πεποίθησης. Έτσι μεταφέρεται στο γκρουπ η πίστη πως έχουν, έχουμε όλοι, τα κατάλληλα εργαλεία για να επιλύσουμε το οποιοδήποτε πρόβλημα.
Αυτή είναι η δυναμική μου στα αποδυτήρια".
Λόγια του Ουρουγουανού τεχνικού αμέσως μετά την αποχώρησή του από τον πάγκο της Πατσούκα, της μακράν πιο επιτυχημένης – βάσει τίτλων, καθώς εκεί κατέκτησε τους 2 από τους 3 που έχει πανηγυρίσει στους πάγκους - και μακρόχρονης δηλαδή θητείας της προπονητικής πορείας του.
Τα συστήματα και τα εργαλεία
"Οι μεγάλοι ονειροπόλοι ποτέ δεν υλοποιούν τα όνειρά τους. Τα ξεπερνούν". Έτσι είχε δικαιολογήσει τη δημοσιοποιημένη πρόθεσή του να οδηγήσει την εθνική Ουρουγουάης στην κορυφή του κόσμου στο τελευταίο Παγκόσμιο Κύπελλο.
Μετά τη θητεία του στο Μεξικό, ο Ντέιβιντ Μπέκαμ τον είχε πάρει στο Μαϊάμι όπου και έγινε ο πρώτος προπονητής της νεοσύστατης τότε Inter Miami. Κέρδισε μόλις το 1/3 των παιχνιδιών που έδωσε και απομακρύνθηκε στον χρόνο πάνω. Άλλον έναν του πήρε για να βρει την επόμενη δουλειά του.
Για πολλούς, η διαδοχή του Ουάσινγκτον Ταμπάρες, του επί 16 χρόνια εκλέκτορα της "σελέστε", σηματοδοτούσε αποστολή καμικάζι. Ειδικά με τις συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί στο φινάλε των προκριματικών για το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, με τον Maestro να απολύεται μετά από τέσσερις διαδοχικές ήττες και την Ουρουγουάη να χρειάζεται να υπερασπιστεί διαφορά ενός βαθμού στις ισάριθμες τελευταίες για να κλειδώσει το εισιτήριο για τα τελικά.
Ο Αλόνσο ήταν ο μόνος που δέχτηκε αυτόν τον ρόλο του καμικάζι, μετά τις διαδοχικές αρνήσεις του Μαρσέλο Γκαγιάρδο και του (άκρως αντίθετου σε επίπεδο ποδοσφαιρικής φιλοσοφίας) Ντιέγκο Αγκίρε. Έκανε ό,τι χρειάζονταν, η Ουρουγουάη πήγε στα τελικά, εκεί όμως δεν επιβίωσε ούτε της φάσης των ομίλων (κόντρα σε Πορτογαλία, Νότια Κορέα και Γκάνα) και αναμενόμενα απολύθηκε.
Η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του ήταν τελικά ο Όσκαρ Ορτέγκα, ο Αργεντινός fitness trainer, τον οποίο και θεωρούσε – και όχι άδικα – ως τον κορυφαίο του πλανήτη στον τομέα του και ύστερα από πολύχρονη θητεία στην Ατλέτικο, τον πήρε μαζί του στο Μοντεβίδεο.
Πρόδηλο προθέσεων και φιλοδοξίας του Αλόνσο ότι αμέσως μετά την παύση του ως εκλέκτορας, μετακόμισε στη Μαδρίτη περιμένοντας πια από εκεί τον επόμενο πάγκο. Πρεστιζάτος της Σεβίλλης, αλλά καθ’ όλα "ηλεκτρικός", ουσιαστικά θελκτικός μόνο για κάποιον που δεν είχε τίποτα να χάσει.
Εξήντα και επτά μέρες κράτησε η θητεία του στο "Πιθχουάν". Δεν κέρδισε ούτε ένα ματς πρωταθλήματος (8) και Champions League (4), παρά μόνο δύο – σε σύνολο 14 – στο Κύπελλο Ισπανίας. Παρέλαβε τους Ανδαλουσιάνους από τον προ μηνών νικητή του Europa League Χοσέ Λουίς Μεντιλίμπαρ στο +2 από τη ζώνη και τους άφησε, παραμονές Χριστουγέννων, ακριβώς στο όριο της.
Μόνο στη Σεβίλλη πρόλαβε να εφαρμόσει πέντε διαφορετικά συστήματα και διατάξεις. Ακόλουθος αν μη τι άλλο των όσων δήλωνε στην παρουσίασή του: "Πάντα πίστευα ότι τα συστήματα δεν είναι το σημαντικό. Το σημαντικότερο είναι τα εργαλεία που έχεις στη διάθεσή του και τι θέλεις να κάνεις με αυτά.
Η ομάδα έχει πολλές επιλογές και ποιότητα. Και αυτό επιτρέπει ευελιξία σε διάφορες μορφές παιχνιδιού. Το σημαντικό είναι να ξέρεις γιατί κέρδισες. Αν το κατανοήσεις, τότε θα το επαναλάβεις, επαναλαμβάνοντας και βελτιώνοντας την ίδια μεθοδολογία και παράλληλα θα ξέρεις τι να διορθώσεις όταν χάνεις".
Και εν όψει της ανακοίνωσης, δικό του και το επιμύθιο: "Κάθε προπονητής κληρονομεί κάτι από τον προηγούμενο. Πάντα υπάρχουν βάσεις, κάτι θετικό, κάτι χρήσιμο. Το θέμα είναι να το αναγνωρίσεις και να το προσαρμόσεις".
Δελεαστική η σύνδεση με τον πρόλογο τούτου του σημειώματος και τα ερωτήματα που προκύπτουν από αυτήν: τι θα κληρονομήσει στον Παναθηναϊκό, από ποιον θα το κληρονομήσει, πως θα το προσαρμόσει, με ποιο πλάνο και ποια στόχευση.
Οι απαντήσεις θα καθορίσουν σε σημαντικό βαθμό και την πορεία.