Οι κορυφαίοι Σκανδιναβοί
Η Σκανδιναβία ανέκαθεν έβγαζε ποδοσφαιριστές υψηλού επιπέδου που μεγαλούργησαν στον ποδοσφαιρικό χάρτη της Ευρώπης. Το Sport24.gr σας θυμίζει ορισμένους Σκανδιναβούς που έλαμψαν με την παρουσία τους στα ευρωπαϊκά γήπεδα.
Για περισσότερο από μισό αιώνα η Σκανδιναβία εξάγει ποδοσφαιριστές στο εξωτερικό. Από την δεκαετία του '50 με την απόκτηση από την Μίλαν των Γκούναρ Νόρνταλ, Νιλς Λιντχολμ και Γκούναρ Γκρεν μέχρι και τις μέρες μας οι Σκανδιναβοί συνεχίζουν σε αμείωτο ρυθμό να παράγουν ταλαντούχους παίκτες.
Χαρισματικοί και βιρτουόζοι ανέβασαν τον πήχη στις ομάδες που αγωνίστηκαν και τις οδήγησαν σε τίτλους. Το Sport24.gr σας θυμίζει ορισμένους από τους μεγαλύτερους "Βόρειους" αστέρες στην ιστορία του ποδοσφαίρου.
Mίκαελ Λάουντρουπ
Ο Μίκαελ Λάουντρουπ ήταν η κλασική περίπτωση του "μήλου που έπεσε κάτω από την μηλιά". Γιος του παλιού διεθνούς Φιν Λάουντρουπ, ο Μίκαελ Λάουντρουπ έγραψε το όνομα του με χρυσά γράμματα στην αθλητική ιστορία της Δανίας. Μέσος με επιθετικές τάσεις, πολλές φορές έπαιζε και ως ακραίος επιθετικός είχε σήμα κατατεθέν τις θαυμάσιες μεταβιβάσεις, την τεχνική κατάρτιση, την ντρίμπλα και το σκοράρισμα.
Έκανε αίσθηση στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο με το "σόλο" κόντρα στην Ουρουγουάη φορώντας την φανέλα της εθνικής Δανίας στο παγκόσμιο κύπελλο του Μεξικού το 1986. Καθιερώθηκε ως ένας από τους καλύτερους ευρωπαϊους παίκτες και ο κορυφαίος Δανός, μπροστά από τους Άλαν Σίμονσεν, Πίτερ Σμάιχελ, Πρέμπεν Έλκιερ. Στο παρελθόν οι Ρομάριο, Γκουαρδιόλα, Ραούλ τον χαρακτήρισαν ως τον πολυτιμότερο συμπαίκτη τους.
Οι μεγαλύτεροι σύλλογοι στην Ευρώπη κατά την 17χρονη καριέρα του προσπάθησαν να τον αποκτήσουν. Μετά την αποχώρηση του από την Μπρόντμπι έγινε το 10 το καλό της Λάτσιο, της Γιουβέντους, της Μπαρτσελόνα, της Ρεάλ Μαδρίτης, του Άγιαξ.
Αποτέλεσε αναπόσπαστο μέλος της Ντριμ Τιμ του Γιόχαν Κρόιφ στην Μπαρτσελόνα, στις αρχές της δεκαετίας του ‘90. Κέρδισε τέσσερα πρωταθλήματα Ισπανίας και ένα Τσάμπιονς Λιγκ. Η απουσία του στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ στην Αθήνα το 1994, ανακούφισε τον προπονητή της Μίλαν Φάμπιο Καπέλο, ο οποίος μετά το διασυρμό των "μπλαουγκράνα" με 4-0 είχε δηλώσει: " Ο παίκτης που φοβόμουν περισσότερο ήταν ο Λάουντρουπ".
Το ίδιο καλοκαίρι μετακόμισε στην μισητή αντίπαλο Ρεάλ Μαδρίτης. Το 1999 ψηφίστηκε ως ο κορυφαίος ξένος παίκτης της Πριμέρα Ντιβιζιόν της τελευταίας 25ετίας. Ο Χρίστο Στόιτσκοφ σε λίγες μόνο λέξεις απέδωσε τα εύσημα στον Δανό άσο: " Ένας κομψός, παλαιάς κοπής ποδοσφαιριστής ο οποίος έκανε πράγματα που λήγει άλλοι παίκτες μπορούσαν να τα κάνουν".
Άλαν Σίμονσεν
Υπήρξε ο πρώτος που έκανε μόδα τους ποδοσφαιριστές από την Δανία. Παρότι, ο μικρόσωμος Δανός, δεν κατάφερε να σηκώσει το βαρύτιμο τρόπαιο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών είναι ο μοναδικός Ευρωπαίος που έχει σκοράρει και στους τρεις ευρωπαϊκούς τελικούς. Βρέθηκε κοντά όταν σκόραρε το γκολ της ισοφάρισης για την Γκλάντμπαχ στον χαμένο τελικό του κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1977 στην Ρώμη απέναντι στην Λίβερπουλ.
Με τις εξαιρετικές του εμφανίσεις κέρδισε το βραβείο του καλύτερου ευρωπαίου παίκτη το 1977, μπροστά από τους Κέβιν Κίγκαν και Μισέλ Πλατινί και παραμένει ο μοναδικός Δανός που το έχει καταφέρει μέχρι σήμερα. Πίσω στο 1975, ο Σίμονσεν σκόραρε δις στον τελικό του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ στο επιβλητικό 5-1 επί της Τβέντε.
Σημείωσε το νικητήριο γκολ εναντίον του Ερυθρού Αστέρα στον τελικό του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ το 1979. Το ίδιο καλοκαίρι μετακόμισε στην Μπαρτσελόνα. Το 1982 με τους "μπλαουγκράνα" κέρδισε το Κύπελλο Κυπελλούχων σκοράροντας εναντίον της Σταντάρ Λιέγης. Οι μέρες του ήταν μετρημένες όταν έφθασε στην Βαρκελώνη ο Ντιέγκο Μαραντόνα, έναντι του ποσού των 5 εκατομμυρίων λιρών.
Στη συνέχεια προτίμησε την Τσάρλτον και απέρριψε προτάσεις από την Ρεάλ Μαδρίτης και την Τότεναμ. Όταν ο αγγλικός σύλλογος αδυνατούσε να ανταποκριθεί στις οικονομικές απαιτήσεις του Σίμονσεν, ο Δανός επέστρεψε στην Βέιλε, την ομάδα από την οποία ξεκίνησε την καριέρα του.
Τζόνι Χάνσεν
Ο Τζόνι Χάνσεν κατέχει το τιμητικό ρεκόρ του παίκτη που σημείωσε το παρθενικό γκολ στο νεότευκτο στάδιο του Μονάχου τον Ιούνιο του 1972. Δυναμικός ως δεξί μπακ ευτύχησε να αποτελεί μέλος της Μπάγερν Μονάχου την εποχή που οι Βαυαροί κέρδισαν τρία συνεχόμενα Κύπελλα Πρωταθλητριών στα μέσα της δεκαετίας του '70.
Το 1967 ψηφίστηκε ως ο καλύτερος Δανός παίκτης και ένα χρόνο αργότερα πήρε μεταγραφή στην Νυρεμβέργη. Ο σύλλογος είχε κερδίσει το πρωτάθλημα το 1968 αλλά οι πολλές αλλαγές στο ρόστερ της ομάδας από τον Μαξ Μέρκελ και οι 13 μεταγραφές, συμπεριλαμβανομένου και του Χάνσεν, οδήγησαν την Νυρεμβέργη στον υποβιβασμό. Οι εμφανίσεις του έπεισαν τους ιθύνοντες της Μπάγερν να τον αγοράσουν και να ξαναζωντανέψουν την καριέρα του.
Το 1972, μπροστά σε 80.000 κόσμο σκόραρε το δεύτερο από τα πέντε γκολ της Μπάγερν στο 5-1 επί της Σάλκε, στην τελευταία αγωνιστική του πρωταθλήματος, εξασφαλίζοντας τον τίτλο στους Βαυαρούς. Υπό τις οδηγίες του Ούντο Λάτεκ και του Ντίτμαρ Κράμερ, η Μπάγερν κυριάρχησε στην Γερμανία κατακτώντας 3 πρωταθλήματα και ισάριθμα Κύπελλα Πρωταθλητριών.
Φόρεσε την φανέλα με το 2 στον τελικό απέναντι στην Ατλέτικο Μαδρίτης το 1974 και την Σεντ Ετιέν το 1976, ενώ ενδιάμεσα το 1975 δεν είχε καταφέρει να αγωνιστεί εναντίον της Λιντς, λόγω τραυματισμού. Το 1976 κέρδισε, εναντίον της Κρουζέιρο, το Διηπειρωτικό. Επέστρεψε στην πατρίδα του και την ομάδα που ξεκίνησε την καριέρα του την Βέιλε με την οποία κέρδισε το πρωτάθλημα το 1978. Αποσύρθηκε από την ενεργό δράση σε ηλικία 34 ετών.
Σόρεν Λέρμπι
Γεννημένος νικητής και ανταγωνιστικός ο Σόρεν Λέρμπι αψηφούσε το σκληρό παιχνίδι. Χαρακτηριστικό στην εμφάνιση του ήταν ότι δεν φορούσε ποτέ επικαλαμήδες και οι κάλτσες ήταν μαζεμένες. Eίναι ο μοναδικός παίκτης που έχει αγωνιστεί σε δύο διαφορετικές χώρες την ίδια ημέρα. Στις 13 Νοεμβρίου 1985 έπαιξε με την εθνική Δανίας εναντίον της Ιρλανδίας και το ίδιο βράδυ, λίγες ώρες αργότερα, αγωνίστηκε με την Μπάγερν για το κύπελλο Γερμανίας εναντίον της Μπόχουμ.
Ο Σόρεν Λέρμπι ήταν πολλά περισσότερα από έναν παίκτη ο οποίος θα μπορούσε να μπει σε ερώτηση γνώσεων επιτραπέζιου παιχνιδιού. Ο αριστεροπόδαρος μέσος διακρίθηκε και κέρδισε τίτλους αγωνιζόμενος στον Άγιαξ, την Αϊντχόφεν και την Μπάγερν ενώ για μία σεζόν αγωνίστηκε στη Μονακό. Εξίσου φωτεινή ήταν η καριέρα του στην Εθνική Δανίας, καθώς έλαμψε στο ΕURO 1984 και στο Μουντιάλ του Μεξικού το 1986. Κέρδισε επτά πρωταθλήματα Ολλανδίας.
Στο πλευρό του Γιέσπερ Όλσεν και του Γιαν Μέλμπι μυήθηκε στον τρόπο παιχνιδιού του Άγιαξ και το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο, ενώ πρόλαβε να αγωνιστεί πλάι στον Γιόχαν Κρόιφ, όταν ο "ιπτάμενος Ολλανδός" επέστρεψε στον "Αίαντα" στις αρχές της δεκαετίας του '80. Υπό τις οδηγίες του Γκους Χίντινγκ, κέρδισε με την Αϊντχόφεν το 1988 το Κύπελλο Πρωταθλητριών στην διαδικασία των πέναλτι, εκτελώντας το δικό του πέναλτι με τις κάλτσες κατεβασμένες!
Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ
Η ιστορία γράφεται από ήρωες και ο Νορβηγός Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ, ήταν ο ήρωας της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το 1999, καθώς σημείωσε το νικητήριο γκολ στο τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ απέναντι στην Μπάγερν. " Πρέπει να ήταν ένα εκατομμύριο άνθρωποι στο Νόου Καμπ εκείνο το βράδυ, γιατί κάθε φορά που συναντώ κάποιον μου λέει και μία ιστορία. Ένας μου είχε πει ότι παντρεύτηκε εξαιτίας του γκολ που έβαλα", δήλωνε αργότερα για αυτό που είχε πετύχει.
Ο δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο, όπως ήταν το προσωνύμιο του, αποτέλεσε μία από τις καλύτερες μεταγραφές του σερ Άλεξ Φέργκιουσον το 1996. Η διοίκηση της Μάντσεστερ ξόδεψε 1,5 εκατομμύριο λίρες για τον 23χρονο επιθετικό που είχε 31 γκολ σε 42 ματς πρωταθλήματος με την Μόλντε. Γρήγορος και εύστροφος είχε ταλέντο στο σκοράρισμα και την ικανότητα να έρχεται από τον πάγκο και να βάζει γκολ. Τελειομανής στον αγωνιστικό χώρο και άξιος πρεσβευτής του νορβηγικού ποδοσφαίρου στην Ευρώπη.
Από τους λίγους παίκτες που η καριέρα του ήταν αψεγάδιαστη και δεν αμαυρώθηκε από σκάνδαλα και αρνητικά γεγονότα ώστε να αλλοιώσουν την εικόνα του προς τα έξω. Οι τραυματισμοί μείωσαν σε ένα βαθμό την πετυχημένη καριέρα του. Πιθανόν, αν δεν είχε πάρει μεταγραφή στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το 1996 κανείς να μην τον ήξερε. Τώρα όλοι τον ξέρουν!
Γκούναρ Νόρνταλ
Κεντρικός επιθετικός με τεράστια σωματικά προσόντα, δυνατός στις προσπάθειες του, αξιόλογος σουτέρ, από τους καλύτερους Ευρωπαίους κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο. Μαζί με τους συμπατριώτες του Σουηδούς Νιλς Λίντχολμ και Γκούναρ Γκρεν διέπρεψαν στην Μίλαν την δεκαετία του '50.
Παραμένει ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της Μίλαν με 210 γκολ σε 257 συμμετοχές και ο δεύτερος στην ιστορία του κάλτσιο. " Ο Νόρνταλ γεννήθηκε για να πετυχαίνει γκολ", δήλωνε ο Τζορτζ Ρέινορ, προπονητής της εθνικής Σουηδίας το 1948, "χρυσής" νικήτριας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου.
Γνώρισε την αποθέωση στο Γουέμπλεϊ ως πρώτος σκόρερ του Ολυμπιακού τουρνουά. Σύμφωνα με ιστορία της εποχής, σε έναν αγώνα εναντίον της Γιουβέντους ο αμυντικός της "Μεγάλης Κυρίας" προσπάθησε να ανακόψει τον Σουηδό αλλά έχασε την ισορροπία του και έπεσε.
Ο Νόρνταλ παρότι έβγαινε μόνος του στην επίθεση για γκολ σταμάτησε απότομα, έβγαλε την μπάλα έξω και επέστρεψε να δει αν είχε πάθει κάτι ο αντίπαλος του. Οι δύο μεγαλύτεροι αδελφοί του , ο Μπερτλ και ο Κνουτ, αγωνίσθηκαν επίσης στην Ιταλία αλλά και στο εθνικό συγκρότημα.
Πρέμπεν Έλκιερ
Ο Δανός επιθετικός μπορεί να μην σημείωσε ποτέ διψήφιο αριθμό γκολ με την φανέλα της Βερόνα, ωστόσο αποτελεί συνώνυμο της ιστορίας της ομάδας. Με τον Έλκιερ στο ρόστερ της η Βερόνα πέτυχε το ακατόρθωτο να κατακτήσει το πρωτάθλημα το 1985, το μοναδικό πρωτάθλημα μέχρι σήμερα.
Παρότι, δεν υπήρξε ποτέ ολοκληρωμένος επιθετικός, έχοντας μέτρια ποσοστά στο τελείωμα των φάσεων η οξυδέρκεια, η επιθετικότητα του και η επιμονή του να κυνηγάει κάθε μπάλα του έδωσαν το προσωνύμιο το "τρελό άλογο", το οποίο τον ακολούθησε σε όλη του την καριέρα στην Ιταλία.
Μετά από ένα αποτυχημένο πέρασμα στην Κολωνία, "ακόνισε" τα επιθετικά του ένστικτα στην Λόκερεν, πριν κάνει το μεγάλο βήμα στην Ιταλία. Κέρδισε την εμπιστοσύνη και μπήκε στις καρδιές των φιλάθλων της Βερόνα. Χαρακτηριστικό το γκολ (χωρίς παπούτσι) που σημείωσε απέναντι στην Γιουβέντους, στην πρώτη του σεζόν. Επίσης, το γκολ εναντίον της Αταλάντα την τελευταία αγωνιστική που εξασφάλισε τον τίτλο στους "τζιαλομπλού", ολοκλήρωσε μία απίστευτη χρονιά γι’ αυτόν.
Το 1984 είχε ανακηρυχθεί παίκτης της χρονιάς στην Δανία. Ανάλογα εμφατική ήταν και η παρουσία του στην εθνική ομάδα. Συμμετείχε σε δύο ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και ένα Μουντιάλ. Έχασε την ευκαιρία να στείλει την Δανία στον τελικό του EURO 1984 καθώς αστόχησε στην διαδικασία των πέναλτι απέναντι στην Ισπανία. Παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες που έβγαλε η χώρα αυτή.
Γιάρι Λιτμάνεν
Προερχόμενος από αθλητική οικογένεια (ο πατέρας του ήταν διεθνής με τη Φινλανδία όπως και η μητέρα του, στη γυναικεία ποδοσφαιρική ομάδα της χώρας) ο Λιτμάνεν διέπρεψε στα ευρωπαϊκά γήπεδα. Ασχολήθηκε αρχικά με το χόκεϊ, αλλά έμελλε να εξελιχθεί στο μεγαλύτερο ποδοσφαιριστή στην ιστορία της Φινλανδίας, κάπτεν της εθνικής, πρώτος σε συμμετοχές και πρώτος σκόρερ.
Κλασικός μέσος αρχικά, εξελίχθηκε σε κεντρώο με επιθετικές τάσεις, με άψογη τεχνική και εκτελεστική δεινότητα. Έκανε σπουδαία καριέρα στο εξωτερικό, περισσότερο στον Άγιαξ και σαφώς λιγότερο εντυπωσιακή σε Λίβερπουλ και Μπαρτσελόνα. Πριν λίγες ημέρες η πρωταθλήτρια Φινλανδίας Ελσίνκι, ανακοίνωσε την απόκτηση του 40χρονου Λιτμάνεν, επιστρέφοντας στην ομάδα που τον ανέδειξε.
Πήρε πολλούς συλλογικούς και ατομικούς τίτλους. Κορυφαία του σεζόν το 2001, όταν με τη Λίβερπουλ πήρε το τρεμπλ Κυπέλλων (Κύπελλο Αγγλίας, Λιγκ Καπ Αγγλίας και ΟΥΕΦΑ), αν και λόγω τραυματισμού έχασε όλους τους τελικούς. Ο Λιτμάνεν είναι θρύλος στον Άγιαξ και βίντεο του προβάλλεται στο μουσείο του συλλόγου μαζί με άλλους δύο πρώην μεγάλους τον Γιόχαν Κρόιφ και Μάρκο Φαν Μπάστεν.
Χένρικ Λάρσον
Αν και δεν πλησιάζει σε αξία τους ποδοσφαιρικούς προγόνους της χώρας του (Λίντχολμ, Νόρνταλ, Γκρεν) ο Χένρικ Λάρσον ήταν ένας από τους ποδοσφαιριστές που καλλιέργησαν επίμονα το ταλέντο του και προοδευτικά ανέβηκαν πολύ ψηλά. Γρήγορος και καλός σουτέρ, επιθετικός με μακρόχρονη και αξιόλογη διεθνή καριέρα.
Τα πρώτα χρόνια οι περισσότεροι ασχολούνταν με τις χρυσοποίκιλτες μπούκλες, παρά με το παιδί από το Χέλσινγκμποργκ, που όπου κι αν αγωνιζόταν φόρτωνε με γκολ τα αντίπαλα δίχτυα. Το 1999 υπέστη διπλό κάταγμα στο πόδι του και έμεινε εκτός γηπέδων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Επιστρέφοντας εμφανίστηκε πιο ώριμος.
Ξεδίπλωσε το ταλέντο του και στην Μπαρτσελόνα καθώς αποτέλεσε το "κλειδί" των Καταλανών στο νικηφόρο τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ το 2006. Αποσύρθηκε στην πατρίδα του και εξέπληξε τους πάντες, όταν τον Ιανουάριο του 2007 επέστρεψε στην αγωνιστική δράση με την φανέλα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Πρωταγωνίστησε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994, οδηγώντας την εθνική Σουηδίας στην 3η θέση του τουρνουά. Σκόραρε και τα δύο γκολ της Σέλτικ στον τελικό του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ το 2003, αλλά βρέθηκε στην πλευρά των ηττημένων. Το γκολ που σημείωσε εις βάρος της Βουλγαρίας στο EURO 2004 ψηφίστηκε ως το καλύτερο της διοργάνωσης.
Με 242 γκολ σε 315 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις είναι ο τρίτος σκόρερ όλων των εποχών για τη Σέλτικ και έχει ψηφιστεί κορυφαίος ξένος της. Ολοκλήρωσε την καριέρα του στην Χέλσινμποργκ.
Τόμας Μπρολίν
Στις αρχές της δεκαετίας του '90 ο Μπρολίν ήταν το "χρυσό" παιδί του Σουηδικού ποδοσφαίρου. Οι εμφανίσεις του στα προκριματικά του παγκοσμίου κυπέλλου του 1990 ανάγκασαν τον Όλε Νόρντιν, να τον συμπεριλάβει στην αποστολή που θα ταξίδευε στην Ιταλία.
Διέπρεψε στην Πάρμα μαζί με τους Φαουστίνιο Ασπρίγια και Τζαφράνκο Τζόλα, υπό τις οδηγίες του Νέβιο Σκάλα. Στο Μουντιάλ των ΗΠΑ το 1994 ήταν στην καλύτερη περίοδο της καριέρας του. Οδήγησε τους "Βίκινγκς" στα ημιτελικά του τουρνουά.
Η καριέρα του πήρε την κατιούσα μετά την αποχώρηση του από την Πάρμα και την μεταγραφή του στην Λιντς. Οι τραυματισμοί του έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην μετέπειτα πορεία του. Δεν κατάφερε ποτέ να επιστρέψει στα επίπεδα που ήταν μετά τους τραυματισμούς του. Σε ηλικία 29 ετών αναγκάστηκε να αποχωρήσει από την ενεργό δράση.