Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός
Η εισαγωγή των ποδοσφαιρικών ανωνύμων εταιριών στο χρηματιστήριο έχει αποδειχθεί καταστροφική για πολλές ομάδες, όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πτοείται και σπρώχνει τους Γάλλους στον δρόμο που χάραξαν Γερμανοί και Άγγλοι
Η εποχή της "αθωότητας", για το ποδοσφαίρο έχει περάσει, κατά πάσα πιθανότητα, ανεπιστρεπτί. Είκοσι περίπου χρόνια πριν, η Μπρόντμπι έκανε το βήμα που μέχρι τότε καμία, ομάδα δεν είχε τολμήσει και όμως αποδείχτηκε μέγα λάθος για όποιον το επιχείρησε στην συνέχεια.
Η δανέζικη ομάδα, όχι κάτι το ιδιαίτερο από πλευράς διακρίσεων στην χώρα της έγινε η πρώτη ομάδα που "μπήκε" στο χρηματιστήριο. Την δεκαετία του 90' την ακολούθησαν πολλοί ακόμη σύλλογοι και το φαινόμενο πήρε μορφή χιονοστιβάδας. Η πορεία μιας ομάδας συμβάδιζε με την πορεία της μετοχής αυτής και τα σκαμπανεβάσματα στην απόδοσή της (ομάδας) είχαν άμεσο αντίκτυπο στην χρηματιστηριακή αξία της.
Ακριβώς το αντίστροφο συνέβαινε και με την χρηματηστηριακή πορεία, η οποία με την σειρά της είχε άμεσο αντίκτυπο στην πορεία της ίδιας της ομάδας. Για παράδειγμα, κάποιο σχέδιο για μαζική πώληση μετοχών από τον εκάστοτε ιδιοκτήτη δεν μπορούσε να είναι άσχετο πρακτικά με το τι πορεία θα έπρεπε να κάνει η ομάδα πριν ή μετά την πώληση...
Σήμερα όλο αυτό το σαθρό οικοδόμημα, φαίνεται να καταρέει και τα θύματά του μόνο λίγα δεν είναι. Από ομάδες ακόμα που μέσα από όλη αυτήν την ιστορία πέρασαν στην απαξίωση ή ακόμα και στον αφανισμό, αλλά και τους αγοραστές των μετοχών, οι οποίοι ακόμα ψάχνουν να βρουν, που πήγαν τα χρήματά τους.
Στον ρόλο του απόλυτου θύματος; Μα ποιός άλλος; Ο οπαδός, που δεν μπήκε στην λογική να αγοράσει τις μετοχές της αγαπημένης του ομάδας και είδε την απόδοση της να συμβαδίζει με την ανάλογη χρηματιστηριακή. Η εμπειρία από το πείραμα για το μεγαλύτερο κέρδος αποδείχτηκε καταστρεπτική για τους περισσότερους συλλόγους που θέλησαν να αντλήσουν κεφάλαια από την κεφαλαιαγορά. Παράλληλα, έγιναν και εύκολη λεία για την αγορά τους από επιχειρηματίες που επί το πλείστον θέλησαν να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα, μπαίνοντας στο χώρο του ποδοσφαίρου.
Από την πτώση στον Αμπράμοβιτς
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα του εν λόγω ισχυρισμού, είναι οι αγγλικες ομάδες. Στις αρχές του 2000 στην Βρετανία υπήρχαν 23 ομάδες εισηγμένες στο χρηματιστήριο, οι οποίες τον Νοέμβρη του 2006 έχουν μειωθεί στις 10. Στις ομάδες που εγκατέλειψαν συγκαταλέγονται, η Τσέλσι και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Μάλιστα, εξαιτίας της κρίσης στις μετοχές τους και οι δύο έγιναν εύκολη αγοραστική λεία από δύο μεγιστάνες, τον Ρώσο Ρομάν Αμπράμοβιτς και τον Αμερικανό Μάλκομ Γκλέιζερ.
Οι μεταβιβάσεις μάλιστα των δύο συλλόγων στα χέρια των πάμπλουτων ανδρών, προκάλεσαν πλείστες αντιδράσεις από τους οπαδούς των ομάδων, ακόμα και αν αυτοί της Τσέλσι δείχνουν να έχουν αλλάξει στάση λόγω των "ρουβλίων" του Ρώσου και τις μεγάλες του μετεγγραφές.
Την έξοδο από το χρηματιστήριο πάντως αναμένεται, να ακολουθήσουν και άλλες ομάδες με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την Αστον Βίλα που αγοράστηκε πρόσφατα από τον Αμερικανό Ράντι Λέρνερ. Σε οικονομική κρίση, με συνέπεια και την αγωνιστική κάμψη, βρίσκεται τελευταία και η Νιούκαστλ η μετοχή της οποίας πριν από 8 χρόνια είχε περίπου 2 ευρώ και σήμερα μόλις 67 λεπτά. Και οι "ανθρακωρύχοι" συγκαταλέγονται πλέον στις υποψήφιες προς αγοραπωλησία ομάδες.
Το σκάνδαλο είχε αντίκτυπο και στο χρηματιστήριο
Το σκάνδαλο του "Calciopoli", ήταν τόσο μεγάλο φέτος το καλοκαίρι, που δεν υπήρχε περίπτωση να μην φανούν πεντακάθαρα οι επιπτώσεις του και στο χρηματιστήριο της χώρας. Οι εισηγμένες σε αυτό ομάδες, είχαν κατακόρυφη πτώση της μετοχής τους με κορυφαία βέβαια, αυτή της Γιουβέντους που υποβιβάστηκε στην δεύτερη κατηγορία και από 3,25 ευρώ το κομμάτι έπεσε στο 1,17.
Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει πως οι υπόλοιπες την "γλίτωσαν". Το πείραμα των Ιταλών παραγόντων, φαινόταν από πολύ νωρίτερα πως σιγά-σιγά κατέρεε. Η Λάτσιο, που ήταν η πρώτη που άνοιξε το χορό της εισαγωγής, το 1997 είχε ανώτερη τιμή στη μετοχή της 18 ευρώ, για να φτάσει σήμερα στα 35 (!!!) λεπτά. Περίπου ανάλογη πορεία και για τη συμπολίτισσά της Ρόμα, που από 5,5 ευρώ ανά μετοχή στην καλύτερη στιγμή της το 2000 σήμερα κοστίζει 72 λεπτά.
Μετά το κραχ, ο κατήφορος δεν έχει τέρμα
Η κατάρρευση του ομίλου "Κίρχ", ήταν μόνο η αρχή για την Γερμνική Μπουντεσλίγκα. Οι παράγοντες της Ντόρτμουντ, είχαν την φαεινή ιδέα να κάνουν την ομάδα τους την μοναδική εισηγμένη στο γερμανικό χρηματιστήριο το 2000. Τρία χρόνια νωρίτερα, η ομάδα είχε κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ και τα πλάνα των παραγόντων για νέα και μεγαλύτερα κέρδη έφταναν πολύ μακριά.
Στην αρχή, η μετοχή είχε συνεχώς ανοδική πορεία φτάνοντας μέχρι και τα 11 ευρώ. Σήμερα, όμως, τα πράγματα μοιάζουν τραγικά. Η μετοχή έχει πέσει στα 2,5 ευρώ, ενώ ο αντίκτυπος στην αγωνιστική πορεία της ομάδας είναι άμεσος με την Ντόρτμουντ να μοιάζει φτωχός συγγενής της Μπουντεσλίγκα και να μην μπορεί να πρωταγωνιστήσει.
Οι πετεινοί με τα χρυσά αυγά
Πάνω στο ίδιο ζήτημα η γαλλική κυβέρνηση έδωσε σκληρή μάχη με τους ιδιοκτήτες κάποιων συλλόγων της χώρας, από την οποία τελικώς βγήκε ηττημένη και πλέον το σχέδιο εισαγωγής των ομάδων των "τρικολόρ" προχωρά κανονικά με τις ευλογίες πάντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Γάλλος υπουργός αθλητισμού, έδωσε σκληρή μάχη στις Βρυξέλλες ώστε το "Σαμπιονά" να μην περάσει τις πύλες του χρηματιστηρίου της χώρας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όμως αποφάσισε, την μετοχοποίηση των ομάδων, νόμος που αναμένεται να ψηφιστεί τον Δεκέμβρη.
Η οδηγία των Βρυξελλών δεν παραβιάστηκε, παρά τις αντιρρήσεις που είχε ο Λαμούρ (μέχρι και με παραίτηση είχε απειλήσει), αφού η ΕΕ λειτούργησε ως από μηχανής θεός στο αίτημα που είχαν υποβάλει οι διοικήσεις κάποιων συλλόγων, με μπροστάρη τη Λιόν. Με αυτόν τον τρόπο ο κύκλος που είχε ανοίξει το 1999, όταν η τότε Γαλλίδα υπουργός Αθλητισμού, Μαρί Μπιφέ, αν και η ίδια είχε προωθήσει τη μετατροπή τους σε ανώνυμες εταιρείες, είχε απαγορεύσει την είσοδο των ομάδων στο χρηματιστήριο.
Το γαλλικό πρωτάθλημα την τελευταία πενταετία έχει αναβαθμιστεί διεκδικώντας με αξιώσεις κομμάτι από την πίτα των κερδών που προσφέρουν χορηγοί και τηλεοπτικά δικαιώματα. Αλλωστε, μετά και τους τελευταίους κραδασμούς που επέφερε το περίφημο σκάνδαλο της Μαρσέιγ, με τις παρατυπίες του προέδρου Μπερνάρ Ταπί, στα μέσα της δεκαετίας του '90, το γαλλικό πρωτάθλημα μπήκε σε μια περίοδο στασιμότητας που κινδύνευε να το φέρει και στην απαξίωση.
Εκμεταλλευόμενοι την κρίση στο "Καμπιονάτο" (μετά το σκάνδαλο "Calciopoli") αλλά και την "Μπουντεσλίγκα" (μετά την κατάρρευση του ομίλου Κιρχ και το σκάνδαλο με τον Χόιτσερ) ουσιαστικά μετά την αγγλική "Πρέμιερ Λιγκ", την θεαματικότατη ισπανική "Πριμέρα Ντεβιζιόν", το πρωτάθλημα της Γαλλίας έκανε το δικό του ανέβασμα και σήμερα διεκδικεί με αξιώσεις μια θέση στην πρώτη τετράδα τουλάχιστον του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος.
Σε αυτό συντέλεσε και το αγωνιστικό ανέβασμα των ομάδων από τη χώρα των "τρικολόρ", ιδιαίτερα της Λιόν και της παρουσίας της στο Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά και των υπολοίπων, όπως η Μονακό (έφθασε στον τελικό της διοργάνωσης), η Λιλ, η Μπορντό, η Λανς...
Τους άνοιξε η όρεξη
Ολα τα παραπάνω άνοιξαν την όρεξη των διοικήσεων πολλών ομάδων που σε συνεργασία με χορηγούς ζητούσαν καινούρια κέρδη, αυτή τη φορά από τον τομέα της κεφαλαιαγοράς. Σ' αυτή την προσπάθεια πρωτοστάτησε η Λιόν με τον πρόεδρό της Ζαν Μισέλ Ολά. Στο αρχικό στάδιο για την εφαρμογή του σχεδίου το 1999 συνάντησαν το κατηγορηματικό "όχι" της Μ. Μπιφέ, ενώ το 2003 απορρίφθηκε το αίτημα εταιρείας ιδιοκτήτριας της Λιόν για εισαγωγή στο χρηματιστήριο, οπότε και ο πλάγιος δρόμος είχε κλείσει.
Ομως οι αιτούντες δεν έμειναν με σταυρωμένα τα χέρια. Εκμεταλλευόμενοι την ισχυροποίησή της, αλλά και γενικότερα του πρωταθλήματος, η Λιόν, το Φλεβάρη του 2002, προσέφυγε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή όπου κατήγγειλε τη γαλλική κυβέρνηση για παραβίαση των ευρωπαϊκών νόμων.
Η βοήθεια από την πάντοτε σε επιφυλακή σε τέτοια θέματα Ευρωπαϊκή Ένωση δεν άργησε να έρθει. Το 2005 η Ε.Ε. αποφασίζει να παρέμβει ζητώντας από τη γαλλική κυβέρνηση να επιτρέψει την είσοδο των ομάδων στο χρηματιστήριο και ένα χρόνο αργότερα το αίτημα των Βρυξελλών γίνεται επίσημο αίτημα στη γαλλική κυβέρνηση. Τον περασμένο Γενάρη ο υπουργός Λαμούρ έκανε άρση της απαγόρευσης και πριν λήξει η χρονιά αναμένεται να ψηφιστεί ο νόμος για την εισαγωγή.
Τελικώς ακόμα και αν άργησε σε σχέση με τους υπόλοιπους, το "Σαμπιονά" παίρνει τον δρόμο του χρηματιστηρίου, ο οποίος όπως προαναφέρθηκε έχει αποδειχθεί σκληρός και δύσβατος. Το γαλλικό πρωτάθλημα παραδίνεται πλέον άνευ όρων σε μια πολιτική απόλυτης εμπορευματοποίησης με τις συνέπειες να είναι προβλέψιμες για όλους, όχι όμως και για τον "μεσιέ" Ολάς.
Το ξέφρενο γαϊτανάκι των κερδών
Το ξέφρενο γαϊτανάκι των κερδών, μόλις τώρα ξεκινά για κάποιους, όμως για άλλους αυτή ίσως να είναι η αρχή του τέλους. Το γαλλικό πρωτάθλημα, εκτός από τα τελευταία πέντε χρόνια, κατά τα οποία η Λιόν έχει εδραιώσει την κυριαρχία της, θεωρούταν ένα από τα πιο αμφίροπα στην Ευρώπη κάτι τέτοιο, όμως φαίνεται πως θα πάψει να ισχύει.
Άλλωστε είναι λογικό, πως από την στιγμή που οι ομάδες θα εισαχθούν στο χρηματιστήριο, δεν θα μπορέσουν να ακολουθήσουν όλες τον ίδιο ρυθμό. Αν μάλιστα σκεφτεί κανείς πόσο απέχει ο ετήσιος προϋπολογισμός της Λιόν, ο οποίος αγγίζει τα 170 εκατ.ευρώ, θα καταλάβει πως η πεντάκις πρωταθλήτρια Γαλλίας, είναι η μόνη που πληροί τις προϋποθέσεις για το νέο εγχέιρημα.
Η κατάρρευση ή ο αφανισμός κάποιων ομάδων φαντάζει σαν το Νο1 κίνδυνο και πιθανό ενδεχόμενο, όπως έχουν δείξει τα προαναφερθέντα παραδείγματα.
Η δανέζικη ομάδα, όχι κάτι το ιδιαίτερο από πλευράς διακρίσεων στην χώρα της έγινε η πρώτη ομάδα που "μπήκε" στο χρηματιστήριο. Την δεκαετία του 90' την ακολούθησαν πολλοί ακόμη σύλλογοι και το φαινόμενο πήρε μορφή χιονοστιβάδας. Η πορεία μιας ομάδας συμβάδιζε με την πορεία της μετοχής αυτής και τα σκαμπανεβάσματα στην απόδοσή της (ομάδας) είχαν άμεσο αντίκτυπο στην χρηματιστηριακή αξία της.
Ακριβώς το αντίστροφο συνέβαινε και με την χρηματηστηριακή πορεία, η οποία με την σειρά της είχε άμεσο αντίκτυπο στην πορεία της ίδιας της ομάδας. Για παράδειγμα, κάποιο σχέδιο για μαζική πώληση μετοχών από τον εκάστοτε ιδιοκτήτη δεν μπορούσε να είναι άσχετο πρακτικά με το τι πορεία θα έπρεπε να κάνει η ομάδα πριν ή μετά την πώληση...
Σήμερα όλο αυτό το σαθρό οικοδόμημα, φαίνεται να καταρέει και τα θύματά του μόνο λίγα δεν είναι. Από ομάδες ακόμα που μέσα από όλη αυτήν την ιστορία πέρασαν στην απαξίωση ή ακόμα και στον αφανισμό, αλλά και τους αγοραστές των μετοχών, οι οποίοι ακόμα ψάχνουν να βρουν, που πήγαν τα χρήματά τους.
Στον ρόλο του απόλυτου θύματος; Μα ποιός άλλος; Ο οπαδός, που δεν μπήκε στην λογική να αγοράσει τις μετοχές της αγαπημένης του ομάδας και είδε την απόδοση της να συμβαδίζει με την ανάλογη χρηματιστηριακή. Η εμπειρία από το πείραμα για το μεγαλύτερο κέρδος αποδείχτηκε καταστρεπτική για τους περισσότερους συλλόγους που θέλησαν να αντλήσουν κεφάλαια από την κεφαλαιαγορά. Παράλληλα, έγιναν και εύκολη λεία για την αγορά τους από επιχειρηματίες που επί το πλείστον θέλησαν να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα, μπαίνοντας στο χώρο του ποδοσφαίρου.
Από την πτώση στον Αμπράμοβιτς
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα του εν λόγω ισχυρισμού, είναι οι αγγλικες ομάδες. Στις αρχές του 2000 στην Βρετανία υπήρχαν 23 ομάδες εισηγμένες στο χρηματιστήριο, οι οποίες τον Νοέμβρη του 2006 έχουν μειωθεί στις 10. Στις ομάδες που εγκατέλειψαν συγκαταλέγονται, η Τσέλσι και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Μάλιστα, εξαιτίας της κρίσης στις μετοχές τους και οι δύο έγιναν εύκολη αγοραστική λεία από δύο μεγιστάνες, τον Ρώσο Ρομάν Αμπράμοβιτς και τον Αμερικανό Μάλκομ Γκλέιζερ.
Οι μεταβιβάσεις μάλιστα των δύο συλλόγων στα χέρια των πάμπλουτων ανδρών, προκάλεσαν πλείστες αντιδράσεις από τους οπαδούς των ομάδων, ακόμα και αν αυτοί της Τσέλσι δείχνουν να έχουν αλλάξει στάση λόγω των "ρουβλίων" του Ρώσου και τις μεγάλες του μετεγγραφές.
Την έξοδο από το χρηματιστήριο πάντως αναμένεται, να ακολουθήσουν και άλλες ομάδες με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την Αστον Βίλα που αγοράστηκε πρόσφατα από τον Αμερικανό Ράντι Λέρνερ. Σε οικονομική κρίση, με συνέπεια και την αγωνιστική κάμψη, βρίσκεται τελευταία και η Νιούκαστλ η μετοχή της οποίας πριν από 8 χρόνια είχε περίπου 2 ευρώ και σήμερα μόλις 67 λεπτά. Και οι "ανθρακωρύχοι" συγκαταλέγονται πλέον στις υποψήφιες προς αγοραπωλησία ομάδες.
Το σκάνδαλο είχε αντίκτυπο και στο χρηματιστήριο
Το σκάνδαλο του "Calciopoli", ήταν τόσο μεγάλο φέτος το καλοκαίρι, που δεν υπήρχε περίπτωση να μην φανούν πεντακάθαρα οι επιπτώσεις του και στο χρηματιστήριο της χώρας. Οι εισηγμένες σε αυτό ομάδες, είχαν κατακόρυφη πτώση της μετοχής τους με κορυφαία βέβαια, αυτή της Γιουβέντους που υποβιβάστηκε στην δεύτερη κατηγορία και από 3,25 ευρώ το κομμάτι έπεσε στο 1,17.
Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει πως οι υπόλοιπες την "γλίτωσαν". Το πείραμα των Ιταλών παραγόντων, φαινόταν από πολύ νωρίτερα πως σιγά-σιγά κατέρεε. Η Λάτσιο, που ήταν η πρώτη που άνοιξε το χορό της εισαγωγής, το 1997 είχε ανώτερη τιμή στη μετοχή της 18 ευρώ, για να φτάσει σήμερα στα 35 (!!!) λεπτά. Περίπου ανάλογη πορεία και για τη συμπολίτισσά της Ρόμα, που από 5,5 ευρώ ανά μετοχή στην καλύτερη στιγμή της το 2000 σήμερα κοστίζει 72 λεπτά.
Μετά το κραχ, ο κατήφορος δεν έχει τέρμα
Η κατάρρευση του ομίλου "Κίρχ", ήταν μόνο η αρχή για την Γερμνική Μπουντεσλίγκα. Οι παράγοντες της Ντόρτμουντ, είχαν την φαεινή ιδέα να κάνουν την ομάδα τους την μοναδική εισηγμένη στο γερμανικό χρηματιστήριο το 2000. Τρία χρόνια νωρίτερα, η ομάδα είχε κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ και τα πλάνα των παραγόντων για νέα και μεγαλύτερα κέρδη έφταναν πολύ μακριά.
Στην αρχή, η μετοχή είχε συνεχώς ανοδική πορεία φτάνοντας μέχρι και τα 11 ευρώ. Σήμερα, όμως, τα πράγματα μοιάζουν τραγικά. Η μετοχή έχει πέσει στα 2,5 ευρώ, ενώ ο αντίκτυπος στην αγωνιστική πορεία της ομάδας είναι άμεσος με την Ντόρτμουντ να μοιάζει φτωχός συγγενής της Μπουντεσλίγκα και να μην μπορεί να πρωταγωνιστήσει.
Οι πετεινοί με τα χρυσά αυγά
Πάνω στο ίδιο ζήτημα η γαλλική κυβέρνηση έδωσε σκληρή μάχη με τους ιδιοκτήτες κάποιων συλλόγων της χώρας, από την οποία τελικώς βγήκε ηττημένη και πλέον το σχέδιο εισαγωγής των ομάδων των "τρικολόρ" προχωρά κανονικά με τις ευλογίες πάντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Γάλλος υπουργός αθλητισμού, έδωσε σκληρή μάχη στις Βρυξέλλες ώστε το "Σαμπιονά" να μην περάσει τις πύλες του χρηματιστηρίου της χώρας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όμως αποφάσισε, την μετοχοποίηση των ομάδων, νόμος που αναμένεται να ψηφιστεί τον Δεκέμβρη.
Η οδηγία των Βρυξελλών δεν παραβιάστηκε, παρά τις αντιρρήσεις που είχε ο Λαμούρ (μέχρι και με παραίτηση είχε απειλήσει), αφού η ΕΕ λειτούργησε ως από μηχανής θεός στο αίτημα που είχαν υποβάλει οι διοικήσεις κάποιων συλλόγων, με μπροστάρη τη Λιόν. Με αυτόν τον τρόπο ο κύκλος που είχε ανοίξει το 1999, όταν η τότε Γαλλίδα υπουργός Αθλητισμού, Μαρί Μπιφέ, αν και η ίδια είχε προωθήσει τη μετατροπή τους σε ανώνυμες εταιρείες, είχε απαγορεύσει την είσοδο των ομάδων στο χρηματιστήριο.
Το γαλλικό πρωτάθλημα την τελευταία πενταετία έχει αναβαθμιστεί διεκδικώντας με αξιώσεις κομμάτι από την πίτα των κερδών που προσφέρουν χορηγοί και τηλεοπτικά δικαιώματα. Αλλωστε, μετά και τους τελευταίους κραδασμούς που επέφερε το περίφημο σκάνδαλο της Μαρσέιγ, με τις παρατυπίες του προέδρου Μπερνάρ Ταπί, στα μέσα της δεκαετίας του '90, το γαλλικό πρωτάθλημα μπήκε σε μια περίοδο στασιμότητας που κινδύνευε να το φέρει και στην απαξίωση.
Εκμεταλλευόμενοι την κρίση στο "Καμπιονάτο" (μετά το σκάνδαλο "Calciopoli") αλλά και την "Μπουντεσλίγκα" (μετά την κατάρρευση του ομίλου Κιρχ και το σκάνδαλο με τον Χόιτσερ) ουσιαστικά μετά την αγγλική "Πρέμιερ Λιγκ", την θεαματικότατη ισπανική "Πριμέρα Ντεβιζιόν", το πρωτάθλημα της Γαλλίας έκανε το δικό του ανέβασμα και σήμερα διεκδικεί με αξιώσεις μια θέση στην πρώτη τετράδα τουλάχιστον του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος.
Σε αυτό συντέλεσε και το αγωνιστικό ανέβασμα των ομάδων από τη χώρα των "τρικολόρ", ιδιαίτερα της Λιόν και της παρουσίας της στο Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά και των υπολοίπων, όπως η Μονακό (έφθασε στον τελικό της διοργάνωσης), η Λιλ, η Μπορντό, η Λανς...
Τους άνοιξε η όρεξη
Ολα τα παραπάνω άνοιξαν την όρεξη των διοικήσεων πολλών ομάδων που σε συνεργασία με χορηγούς ζητούσαν καινούρια κέρδη, αυτή τη φορά από τον τομέα της κεφαλαιαγοράς. Σ' αυτή την προσπάθεια πρωτοστάτησε η Λιόν με τον πρόεδρό της Ζαν Μισέλ Ολά. Στο αρχικό στάδιο για την εφαρμογή του σχεδίου το 1999 συνάντησαν το κατηγορηματικό "όχι" της Μ. Μπιφέ, ενώ το 2003 απορρίφθηκε το αίτημα εταιρείας ιδιοκτήτριας της Λιόν για εισαγωγή στο χρηματιστήριο, οπότε και ο πλάγιος δρόμος είχε κλείσει.
Ομως οι αιτούντες δεν έμειναν με σταυρωμένα τα χέρια. Εκμεταλλευόμενοι την ισχυροποίησή της, αλλά και γενικότερα του πρωταθλήματος, η Λιόν, το Φλεβάρη του 2002, προσέφυγε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή όπου κατήγγειλε τη γαλλική κυβέρνηση για παραβίαση των ευρωπαϊκών νόμων.
Η βοήθεια από την πάντοτε σε επιφυλακή σε τέτοια θέματα Ευρωπαϊκή Ένωση δεν άργησε να έρθει. Το 2005 η Ε.Ε. αποφασίζει να παρέμβει ζητώντας από τη γαλλική κυβέρνηση να επιτρέψει την είσοδο των ομάδων στο χρηματιστήριο και ένα χρόνο αργότερα το αίτημα των Βρυξελλών γίνεται επίσημο αίτημα στη γαλλική κυβέρνηση. Τον περασμένο Γενάρη ο υπουργός Λαμούρ έκανε άρση της απαγόρευσης και πριν λήξει η χρονιά αναμένεται να ψηφιστεί ο νόμος για την εισαγωγή.
Τελικώς ακόμα και αν άργησε σε σχέση με τους υπόλοιπους, το "Σαμπιονά" παίρνει τον δρόμο του χρηματιστηρίου, ο οποίος όπως προαναφέρθηκε έχει αποδειχθεί σκληρός και δύσβατος. Το γαλλικό πρωτάθλημα παραδίνεται πλέον άνευ όρων σε μια πολιτική απόλυτης εμπορευματοποίησης με τις συνέπειες να είναι προβλέψιμες για όλους, όχι όμως και για τον "μεσιέ" Ολάς.
Το ξέφρενο γαϊτανάκι των κερδών
Το ξέφρενο γαϊτανάκι των κερδών, μόλις τώρα ξεκινά για κάποιους, όμως για άλλους αυτή ίσως να είναι η αρχή του τέλους. Το γαλλικό πρωτάθλημα, εκτός από τα τελευταία πέντε χρόνια, κατά τα οποία η Λιόν έχει εδραιώσει την κυριαρχία της, θεωρούταν ένα από τα πιο αμφίροπα στην Ευρώπη κάτι τέτοιο, όμως φαίνεται πως θα πάψει να ισχύει.
Άλλωστε είναι λογικό, πως από την στιγμή που οι ομάδες θα εισαχθούν στο χρηματιστήριο, δεν θα μπορέσουν να ακολουθήσουν όλες τον ίδιο ρυθμό. Αν μάλιστα σκεφτεί κανείς πόσο απέχει ο ετήσιος προϋπολογισμός της Λιόν, ο οποίος αγγίζει τα 170 εκατ.ευρώ, θα καταλάβει πως η πεντάκις πρωταθλήτρια Γαλλίας, είναι η μόνη που πληροί τις προϋποθέσεις για το νέο εγχέιρημα.
Η κατάρρευση ή ο αφανισμός κάποιων ομάδων φαντάζει σαν το Νο1 κίνδυνο και πιθανό ενδεχόμενο, όπως έχουν δείξει τα προαναφερθέντα παραδείγματα.