Οι τρεις τελικοί του "Μπερναμπέου"
To Sport24.gr σας παρουσιάζει τους 3 προηγούμενους τελικούς CL στο "Μπερναμπέου" (videos)
To
Sport24.gr έφτασε την Παρασκευή (21/5) στη Μαδρίτη για τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ και
μπήκε στο "Μπερναμπέου".
Δείτε εικόνες από τις προπονήσεις και τις συνεντεύξεις Τύπου της Μπάγερν και της Ίντερ.
Οι φετινοί μονομάχοι θα είναι η Ίντερ του Ζοσέ Μουρίνιο και η Μπάγερν του Λουίς Φαν Χάαλ, με τις δύο μεγάλες και ιστορικές ομάδες να διεκδικούν το τρεμπλ στην αρένα του "Μπερναμπέου", ενός γηπέδου που έχει πάρει πλέον το... κολάι όσον αφορά στην φιλοξενία τελικών.
Ο 55ος τελικός στην ιστορία του Κυπέλλου Πρωταθλητριών/Τσάμπιονς Λιγκ θα είναι ο τέταρτος κατά σειρά που θα λάβει χώρα στην έδρα της "βασίλισσας", με τους τρεις προηγούμενους (1957, 1969, 1980) να κρύβουν μικρές και μεγάλες ιστορίες. Το Sport24.gr σας ταξιδεύει νοερά στο χρόνο και σας παρουσιάζει τους "τελικούς του Μπερναμπέου":
Ο πρώτος τελικός (30 Μαΐου 1957)
Έναν χρόνο μετά την κατάκτηση του πρώτου Κυπέλλου Πρωταθλητριών με το 4-3 επί της Ρεμς στο Παρίσι, η Ρεάλ Μαδρίτης έφτασε και πάλι στον τελικό φιλοδοξώντας να κάνει το "2 στα 2" στην κορυφαία ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση, με αντίπαλο αυτή τη φορά τη Φιορεντίνα.
Το ευτύχημα μάλιστα για την παρέα του Αλφρέδο Ντι Στέφανο και του αρχηγού Μιγκέλ Μουνιόθ ήταν πως η αναμέτρηση θα γινόταν στο "Σαντιάγο Μπερναμπέου" καθώς η UEFA είχε αποφασίσει πως ο τελικός μετά τον πρώτο χρόνο διεξαγωγής της διοργάνωσης θα λάμβανε χώρα στην έδρα της ομάδας που το είχε κατακτήσει την προηγούμενη σεζόν.
Οι "μερένγκες" είχαν το τεράστιο αβαντάζ της παρουσίας 120.000 οπαδών τους στο γήπεδο αλλά από τη μία η υψηλή θερμοκρασία και από την άλλη το εξαιρετικό αμυντικό παιχνίδι των Ιταλών (προάγγελος του "κατενάτσιο" του Χερέρα...) δεν τους επέτρεψαν να ξεδιπλώσουν στο πρώτο ημίχρονο το μεγάλο επιθετικό ταλέντο που τους χαρακτήριζε ως ομάδα.
Απόδειξη το γεγονός ότι σε αυτά τα 45 λεπτά η μοναδική φορά που ο γκολκίπερ των "βιόλα" Σάρτι χρειάστηκε να πραγματοποιήσει επέμβαση μεγάλης κλάσης ήταν σε μία σόλο προσπάθεια του Ντι Στέφανο.
Το "μονότερμα" πάντως των ουσιαστικά γηπεδούχων συνεχίστηκε στην επανάληψη και έτσι κατάφεραν να ξεκλειδώσουν την ιταλική άμυνα είκοσι λεπτά πριν το φινάλε.
Ο Ενρίκε Ματέος ξεχύθηκε μόνος του προς την περιοχή των Ιταλών και κέρδισε πέναλτι, ο Ντι Στέφανο ανέλαβε την εκτέλεσή του στο 70' και το 1-0 ήταν γεγονός...
Αυτός ήταν ο δεύτερος συνεχόμενος τελικός Πρωταθλητριών στον οποίο σκόραρε η "ξανθιά σαίτα", με τον Ντι Στέφανο να φτάνει παράλληλα τα 7 γκολ εκείνη τη σεζόν στην Ευρώπη (πρώτος σκόρερ της Ρεάλ, με τον δεύτερο Χοσεΐτο να πετυχαίνει 3).
Στο 76' ο τελικός πέρασε ουσιαστικά στην ιστορία, καθώς ο Φρανθίσκο Χέντο νίκησε με δυνατό σουτ μέσα από την περιοχή τον Σάρτι για να γράψει το 2-0 που έμελε να είναι και το τελικό σκορ.
"Είχε τρομερή ζέστη καθώς ήταν καλοκαίρι εδώ στην Ισπανία", τόνισε ο Ντι Στέφανο για τον τελικό του 1957 μιλώντας στην επίσημη ιστοσελίδα της UEFA (ενόψει του Μπάγερν-Ίντερ), και πρόσθεσε:
"Ο ήλιος ήταν τόσο δυνατός που έκαιγε το σώμα σου. Η Φιορεντίνα είχε πάρει το πρωτάθλημα στη χώρα της και είχε πολύ καλή άμυνα, κάτι που αποτελεί άλλωστε σήμα κατατεθέν των ιταλικών ομάδων διαχρονικά. Μας πήρε χρόνια για να διασπάσουμε την άμυνά τους".
Όσο για τον σκόρερ του δεύτερου τέρματος εκείνου του τελικού και ρέκορντμαν στη διοργάνωση με 6 κατακτήσεις Κυπέλλων Πρωταθλητριών, "Πάκο" Χέντο, ήταν θέμα χρόνου να έρθει το γκολ απέναντι στους Ιταλούς.
"Είχαμε πίστη στις ικανότητές μας και ξέραμε ότι από τη στιγμή που είχαμε τον έλεγχο στο ματς, θα καταφέρναμε να σκοράρουμε αργά ή γρήγορα. Ο Ματέος κέρδισε το πέναλτι που αξιοποίησε ο Αλφρέδο, ενώ το δικό μου δεύτερο γκολ μας επέτρεψε να χαλαρώσουμε λίγο".
Οι συνθέσεις των δύο ομάδων:
Ρεάλ Μαδρίτης (Χοσέ Βιγιαλόνγκα): Αλόνσο, Τόρες, Μαρκίτος, Λέσμες, Μουνιόθ (αρχηγός) Θαράγα, Κοπά, Ματέος, Ντι Στέφανο, Ριάλ, Χέντο
Φιορεντίνα (Φούλβιο Μπερναρντίνι): Σάρτι, Μανίνι, Ορτζάν, Τσερβάτο (αρχηγός), Σκαραμούτσι, Σεγκάτο, Ζουλίνιο, Γκρατόν, Βιρτζίλι, Μοντουόρι, Μπιτζάρι
Θεατές: 120.000
Διαιτητής: Λέοπολντ Χορν (Ολλανδία)
Σκόρερς: Ντι Στέφανο (70' πεν.), Χέντο (76')
* Δεν επιτρέπονταν οι αλλαγές στη διάρκεια των αγώνων
Ο δεύτερος τελικός (28 Μαΐου 1969)
Ο δεύτερος τελικός στην ιστορία του Κυπέλλου Κυπέλλου Πρωταθλητριών που έγινε στο επιβλητικό "Μπερναμπέου" επρόκειτο ουσιαστικά για μία σύγκρουση της εμπειρίας με τον νεανικό ενθουσιασμό.
Από τη μία πλευρά η Μίλαν του Νερέο Ρόκο η οποία αγωνιζόταν στον τρίτο τελικό της ιστορία της (μετά τον χαμένο του 1958 και τον κερδισμένο του 1963) έχοντας στην ενδεκάδα της πέντε ποδοσφαιριστές που ήταν πάνω από 30 και από την άλλη ο Άγιαξ του Ρίνους Μίχελς, του 22άχρονου... Γιόχαν Κρόιφ αλλά και των άλλων θαυματουργών πιτσιρικάδων που μόλις ξεκινούσε να παραδίδει μαθήματα ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου.
Νικητής σε αυτή τη μάχη δύο "διαφορετικών κόσμων" ήταν η ιταλική ομάδα και μάλιστα με απόλυτα πειστικό και εμφατικό τρόπο, καθώς συνέτριψε με 4-1 τον "Αίαντα" και πρόσθεσε το δεύτερο "τρόπαιο με τα μεγάλα αυτιά" στη συλλογή της.
Μεγάλος πρωταγωνιστής για τους "ροσονέρι" σε αυτό το ματς (σε ένα γκρουπ που ξεχώριζαν οι εμβληματικές φυσιογνωμίες του Τζάνι Ριβέρα και του Τζοβάνι Τραπατόνι, μοναδικών άλλωστε "επιζόντων" από τον τελικό με τη Μπενφίκα έξι χρόνια νωρίτερα) ήταν αναμφίβολα ο Πιερίνο Πράτι, ο οποίος σημείωσε χατ-τρικ!
Χάρη σε αυτό το επίτευγμα, ο Ιταλός φορ έγινε μάλιστα ο τέταρτος -και τελευταίος μέχρι τώρα- παίκτης που σημειώνει τρία γκολ σε έναν τελικό της κορυφαίας ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης.
Όσο για την διακύμανση του σκορ αυτή δεν αφήνει το παραμικρό ερωτηματικό για την ανωτερότητα της Μίλαν: στο ημίχρονο το σκορ ήταν ήδη 2-0 με τα γκολ του Πράτι από το 7' και το 40', ο Βάσοβιτς μείωσε το σκορ σε 2-1 με εύστοχη εκτέλεση πέναλτι στο 60' (πρώτος παίκτης που σκόραρε σε τελικό με δύο διαφορετικές ομάδες) όμως οι Ιταλοί έδωσαν τη χαριστική βολή στον Άγιαξ με τα γκολ του Σορμάνι στο 66' και του Πράτι στο 75'.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι εκτός από τον Πράτι, το όνομά του με χρυσά γράμματα στην ιστορία έγραψε και ο γκολκίπερ της Μίλαν Φάμπιο Κουντιτσίνι, καθώς έγινε ο πρώτος παίκτης με τους τρεις ευρωπαϊκούς τίτλους στη συλλογή του: το 1961 πανηγύρισε το Κύπελλο Εκθέσεων με τη Ρόμα, ενώ με τη Μίλαν πήρε το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1968 και το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1969.
Πως όμως έζησε ο Πιερίνο Πράτι εκείνες τις μαγικές για τον ίδιο στιγμές, έναν χρόνο μάλιστα μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων με τη Μίλαν αλλά και του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος με την Ιταλία; Η απάντηση έρχεται από τον 63άχρονο σήμερα Πράτι, μέσω συνέντευξης που παραχώρησε στην επίσημη ιστοσελίδα της UEFA:
"Είναι ένα από εκείνα τα όνειρα για κάποιον που παίζει από μικρός ποδόσφαιρο, που αγαπάει το ποδόσφαιρο και μετά το ακολουθεί ως επάγγελμα. Εύχεται να μπορέσει να παίξει σε τέτοια παιχνίδια.
Υπό αυτή την έννοια ήμουν αρκετά τυχερός που είχα ήδη κερδίσει κάποια πράγματα -τον τίτλο στην Ιταλία, το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, το Κύπελλο Κυπελλούχων, τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στο πρωτάθλημα- οπότε ήταν ένας από εκείνους τους στόχους που ήταν ακόμα σημαντικότερος με δεδομένο ότι ήταν σε ευρωπαϊκό διασυλλογικό επίπεδο.
Το γεγονός ότι σημείωσα χατ-τρικ, που είναι κάτι που δεν έχει καταφέρει να επαναλάβει κανείς στην Ιταλία, μου δίνει μεγάλη ικανοποίηση.
Ο Φέρεντς Πούσκας ήταν καλύτερος και σκόραρε τέσσερις φορές (στον τελικό του 1960), όμως το γεγονός ότι έχουν περάσει τόσα χρόνια από τότε που κάποιος πέτυχε χατ-τρικ δείχνει ότι τα τρία γκολ στον τελικό ήταν κάτι σημαντικό. Μάλιστα ο τελικός δεν ξεκίνησε καλά καθώς είχα ένα σουτ στο δοκάρι, οπότε θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί άσχημα η βραδιά.
Το Σαντιάγο Μπερναμπέου είναι ένα από εκείνα τα θρυλικά στάδια όπου ο καθένας ονειρεύεται να παίζει, όπως είναι επίσης το Σαν Σίρο και το Καμπ Νόου. Οπότε είναι εμφανές πως όταν πηγαίνεις σε έναν από αυτούς τους ναούς, προσπαθείς να γίνεις εσύ ο παίκτης-κλειδί, να αφήσεις το σημάδι σου και την υπογραφή σου.
Η τύχη έπαιξε ρόλο ώστε το ποδόσφαιρο να μου δώσει πολλά και να αφήσω εκεί το σημάδι μου, σε αυτό το διάσημο και πανέμορφο στάδιο.
Η Μίλαν ήταν μία ομάδα με μεγάλη εμπειρία και προσωπικότητα, και οι παίκτες παρόλο που ήταν σε προχωρημένη ποδοσφαιρική ηλικία ήταν πολύ αξιόλογοι και είχαν τεράστια επιθυμία να αποδείξουν πως εξακολουθούσαν να είναι πρωταγωνιστές.
Είχαμε επίσης τον κορυφαίο παίκτη στον κόσμο εκείνη την εποχή, τον Τζάνι Ριβέρα, που διηύθυνε την ορχήστρα από κεντρική θέση στη μεσαία γραμμή και ο οποίος είχε τη δυνατότητα να εκδηλώνει επιθέσεις με δύο έμπειρους παίκτες δίπλα του: τον Κουρτ Χάμριν και τον Άντζελο Σορμάνι. Ταίριαξα φανταστικά μαζί τους και ήταν ένα ταξίδι για περίπου δύο χρόνια σε κορυφαίο επίπεδο με εκείνη την ομάδα.
Ήμασταν μία ομάδα που δύσκολα μπορούσες να αντιμετωπίσεις επειδή ήξερε ο καθένας το ρόλο του σε κάθε γωνιά του αγωνιστικού χώρου, ενώ ο Άγιαξ βρισκόταν μόλις στο ξεκίνημά του.
Ήταν μία ομάδα που μόλις είχε αρχίσει να δείχνει τί μπορούσε να κάνει στα ευρωπαϊκά Κύπελλα: είχαν μόλις φτάσει σε έναν τελικό και είχαν έναν εκπληκτικό παίκτη που έγινε αργότερα ένας από τους καλύτερους στον κόσμο, τον Γιόχαν Κρόιφ.
Μπορούσες να καταλάβεις ότι ήταν παίκτης παγκόσμιας κλάσης και ήταν ο μαέστρος τους, όμως εμείς είχαμε μεγαλύτερη εμπειρία",
δήλωσε για τον τελικό της Μαδρίτης του 1969 ο Πιερίνο Πράτι.
Οι συνθέσεις των δύο ομάδων:
Μίλαν (Νερέο Ρόκο): Κουντιτσίνι, Ανκιλέτι, Σνέλινγκερ, Ροζάτο, Μαλατράζι, Τραπατόνι, Χάμριν, Λοντέτι, Σορμάνι, Ριβέρα (αρχηγός), Πράτι
Άγιαξ (Ρίνους Μίχελς): Μπαλς (αρχηγός) Σουρμπίρ (46' Μίλερ), Χουλόσφ, Βάσοβιτς, Ντουιβενμπόντε, Γκρόοτ, Προνκ, Σβαρτ, Ντάνιελσον, Κρόιφ, Κάιζερ
Θεατές: 32.000
Διαιτητής: Χοσέ Ορτίθ Ντε Μεντιμπίλ (Ισπανία)
Σκόρερς: Πράτι (7', 40', 75'), Σορμάνι (66') / Βάσοβιτς (60' πεν.)
*
Για πρώτη φορά σε τελικό η UEFA επέτρεψε τις αλλαγές κατά τη διάρκειά του
Ο τρίτος τελικός (28 Μαΐου 1980)
Στον τρίτο κατά σειρά τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στο "Μπερναμπέου" δεν υπήρχε αυτή τη φορά ιταλική ομάδα, με τους αντιπάλους να είναι η Νότιγχαμ Φόρεστ και το Αμβούργο.
Η ομάδα του θρυλικού Μπράιν Κλαφ ήταν η κάτοχος του τροπαίου έχοντας νικήσει 12 μήνες νωρίτερα στον τελικό τη Μάλμε και φιλοδοξούσε να το πάει για δεύτερη σερί χρονιά στο "Σίτι Γκράουντ" ενώ στον αντίποδα το Αμβούργο εμφανιζόταν για πρώτη φορά σε τελικό Πρωταθλητριών και είχε στόχο να γίνει η δεύτερη γερμανική ομάδα που θα το κατακτούσε μετά τα τρία σερί της Μπάγερν Μονάχου στα μέσα της δεκαετίας του '70.
Νικητές τελικα ήταν οι Άγγλοι σε ένα ματς ισορροπημένο και "κλειστό" το οποίο έμελε να κριθεί από ένα όμορφο γκολ του Τζον Ρόμπερτσον στο 21', του ίδιου παίκτη που στον τελικό του 1979 είχε βγάλει τη σέντρα για το γκολ του Τρέβορ Φράνσις (νίκη με 1-0 και τότε για τη Νότιγχαμ).
Αυτός δεν ήταν όμως ο μοναδικός "ήρωας" για την ομάδα του Μπράιν Κλαφ καθώς στον τελικό έλαμψε και το αστέρι του Πίτερ Σίλτον, με τον γκολκίπερ της "Φόρεστ" και της Εθνικής Αγγλίας να έχει τρομερή συμβολή στην κατάκτηση του τροπαίου με τις αρκετές καθοριστικές αποκρούσεις του κατά τη διάρκεια του αγώνα.
Από τους ηττημένους, κεντρικό πρόσωπο ήταν αναντίρρητα ο Κέβιν Κίγκαν: και αυτό γιατί ο Ευρωπαίος Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς για το 1978 και το 1979 δεν μπόρεσε να κλείσει ιδανικά την καριέρα του στη Μπουντεσλίγκα μιας και το ίδιο καλοκαίρι επέστρεψε στο "Νησί" για λογαριασμό της Σαουθάμπτον.
Όσο για το ποιο ήταν το κλειδί της τελικής επικράτησης της Νότιγχαμ Φόρεστ στον τελικό του 1980, την απάντηση έδωσε ο αρχηγός εκείνης της ομάδας Τζον ΜακΓκόβερν, μέσω συνέντευξης που παραχώρησε στην επίσημη ιστοσελίδα της UEFA.
"Η κυριότερη απειλή για εμάς από πλευράς Αμβούργου ήταν ο Κέβιν Κίγκαν που είχε αναδειχτεί δύο φορές καλύτερος ποδοσφαιριστής στην Ευρώπη, όμως εμείς είχαμε τον Λάρι Λόιντ και τον Κένι Μπερνς στο κέντρο της άμυνας.
Θα έπρεπε να κάνει κάτι το εκπληκτικό ο Κίγκαν για να τους περάσει πριν βρεθεί αντιμέτωπος με τον Πίτερ Σίλτον, που ήταν αναμφίβολα ο κορυφαίος τερματοφύλακας της χώρας εκείνη την εποχή. Απλά ξέραμε ότι αν βγαίναμε στο γήπεδο και παίζαμε όπως μπορούσαμε, και αυτό ήταν κάτι που μας σφυρηλατούσε βδομάδα με βδομάδα ο προπονητής- τότε θα κερδίζαμε.
Ήταν ένα θαυμάσιο στάδιο και αυτό που θυμάμαι είναι ότι έχτιζαν εκείνη την εποχή ένα ακόμα διάζωμα. Νομίζω ότι είχε δύο ή τρία διαζώματα το γήπεδο και έφτιαχναν ένα τέταρτο λόγω της μεγάλης ζήτησης εισιτηρίων που υπήρχε από τον κόσμο για τους εγχώριους αγώνες της Ρεάλ.
Όταν βγαίνεις εκεί έξω αισθάνεσαι πολύ υπερήφανος που εκπροσωπείς εκείνη τη στιγμή το αγγλικό ποδόσφαιρο, αισθάνεσαι ότι παίζεις το ρόλο του διπλωμάτη.
Θυμάμαι τη φάση του γκολ, ξεκίνησε από τη δεξιά πλευρά της άμυνας, από τον Μάρτιν Ο'Νιλ η μπάλα πέρασε από τα δικά μου πόδια και από αυτά του Φρανκ Γκρέι, και κατέληξε στον Τζον Ρόμπερτσον στο αριστερό άκρο. Έπειτα ο Ρόμπερτσον απέφυγε με μοναδικό τρόπο τον προσωπικό του αντίπαλο, έπαιξε το ένα-δύο με τον Γκάρι Μπερτλς και έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα.
Ο Κίγκαν φαινόταν να απογοητεύεται με την εξέλιξη του ματς καθώς στο δεύτερο ημίχρονο, με εμάς να έχουμε το προβάδισμα με 1-0, το είχαμε φέρει στα μέτρα μας. Είχαν την κατοχή της μπάλας όμως κάτι γινόταν και χαλούσαν οι προσπάθειές τους λίγο πριν ολοκληρωθούν, είτε από εμάς είτε από τον Πίτερ Σίλτον.
Ο Κλαφ ήταν λάτρης της πειθαρχίας, όμως ακόμα και αυτός δεν μπορούσε να σταματήσει την άφθονη σαμπάνια που έρρεε στα αποδυτήρια. Κάποια στιγμή μου είπε "Φόρεσε τα ρούχα σου και βάλε γραβάτα γιατί θα δώσεις συνέντευξη".
Πολλές φωτογραφίες τραβήχτηκαν με τους συμπαίκτες μου να φορούν μόνο τις πετσέτες τους και μένα ντυμένο επίσημα και πολλούς ανθρώπους να αναρωτιούνται "Πώς μπορεί να φοράει γραβάτα μετά από τέτοιο γεγονός;"
Εγώ απάντησα ότι έπρεπε να δώσω συνέντευξη ως αρχηγός, ενώ την ώρα που η σαμπάνια συνέχιζε να κυκλοφορεί στα αποδυτήρια ο προπονητής πήρε το λόγο και είπε: "Γυρίζουμε στην Αγγλία, εκπροσωπείτε το αγγλικό ποδόσφαιρο και κατακτήσατε το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Μπορείτε να πάτε και να μεθύσετε κάπου αλλού".
Η λογική λέει ότι η καθοριστική στιγμή στον τελικό δεν μπορεί να είναι άλλη από το γκολ του Ρόμπερτσον που μας έδωσε τη νίκη, αλλά υπάρχει στο ματς και μία άλλη φάση με ένα σουτ-κεραυνό του δεξιού μπακ του Αμβούργου, Καλτς, το οποίο τράνταξε το δοκάρι.
Εκείνη η φάση έπαιξε σημαντικό ρόλο καθώς αυτοί επηρεάστηκαν αρνητικά όσον αφορά στην ψυχολογία ενώ εμείς πήραμε δυνάμεις για να αντέξουμε μέχρι το τέλος".
Οι συνθέσεις των δύο ομάδων:
Νότιγχαμ Φόρεστ (Μπράιν Κλαφ): Σίλτον, Άντερσον, Γκρέι (84' Γκαν), Λόιντ, Μπερνς, Ο'Νιλ, ΜακΓκόβερν (αρχηγός), Μπόγιερ, Μιλς (68' Ο'Χέιρ), Ρόμπερτσον, Μπερτλς
Αμβούργο (Μπράνκο Ζέμπετς): Κάργκους, Καλτς, Νόγκλι (αρχηγός) Μπούλιαν, Γιάκομπς, Ιερόνιμους (46' Χρούμπες), Μάγκατ, Μέμερινγκ, Κίγκαν, Ράιμαν, Μιλέφσκι
Θεατές: 51.000
Διαιτητής: Αντόνιο Γαρίδο (Πορτογαλία)
Σκόρερς: Ρόμπερτσον (21')
* Με το 1-0 επί του Αμβούργου, η Νότιγχαμ Φόρεστ έγινε η πρώτη (και μοναδική ως τώρα) ομάδα με περισσότερα Πρωταθλητριών στη συλλογή της (2) απ'ότι εγχώρια πρωταθλήματα (1).
Οι φετινοί μονομάχοι θα είναι η Ίντερ του Ζοσέ Μουρίνιο και η Μπάγερν του Λουίς Φαν Χάαλ, με τις δύο μεγάλες και ιστορικές ομάδες να διεκδικούν το τρεμπλ στην αρένα του "Μπερναμπέου", ενός γηπέδου που έχει πάρει πλέον το... κολάι όσον αφορά στην φιλοξενία τελικών.
Ο 55ος τελικός στην ιστορία του Κυπέλλου Πρωταθλητριών/Τσάμπιονς Λιγκ θα είναι ο τέταρτος κατά σειρά που θα λάβει χώρα στην έδρα της "βασίλισσας", με τους τρεις προηγούμενους (1957, 1969, 1980) να κρύβουν μικρές και μεγάλες ιστορίες. Το Sport24.gr σας ταξιδεύει νοερά στο χρόνο και σας παρουσιάζει τους "τελικούς του Μπερναμπέου":
Ο πρώτος τελικός (30 Μαΐου 1957)
Έναν χρόνο μετά την κατάκτηση του πρώτου Κυπέλλου Πρωταθλητριών με το 4-3 επί της Ρεμς στο Παρίσι, η Ρεάλ Μαδρίτης έφτασε και πάλι στον τελικό φιλοδοξώντας να κάνει το "2 στα 2" στην κορυφαία ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση, με αντίπαλο αυτή τη φορά τη Φιορεντίνα.
Το ευτύχημα μάλιστα για την παρέα του Αλφρέδο Ντι Στέφανο και του αρχηγού Μιγκέλ Μουνιόθ ήταν πως η αναμέτρηση θα γινόταν στο "Σαντιάγο Μπερναμπέου" καθώς η UEFA είχε αποφασίσει πως ο τελικός μετά τον πρώτο χρόνο διεξαγωγής της διοργάνωσης θα λάμβανε χώρα στην έδρα της ομάδας που το είχε κατακτήσει την προηγούμενη σεζόν.
Οι "μερένγκες" είχαν το τεράστιο αβαντάζ της παρουσίας 120.000 οπαδών τους στο γήπεδο αλλά από τη μία η υψηλή θερμοκρασία και από την άλλη το εξαιρετικό αμυντικό παιχνίδι των Ιταλών (προάγγελος του "κατενάτσιο" του Χερέρα...) δεν τους επέτρεψαν να ξεδιπλώσουν στο πρώτο ημίχρονο το μεγάλο επιθετικό ταλέντο που τους χαρακτήριζε ως ομάδα.
Απόδειξη το γεγονός ότι σε αυτά τα 45 λεπτά η μοναδική φορά που ο γκολκίπερ των "βιόλα" Σάρτι χρειάστηκε να πραγματοποιήσει επέμβαση μεγάλης κλάσης ήταν σε μία σόλο προσπάθεια του Ντι Στέφανο.
Το "μονότερμα" πάντως των ουσιαστικά γηπεδούχων συνεχίστηκε στην επανάληψη και έτσι κατάφεραν να ξεκλειδώσουν την ιταλική άμυνα είκοσι λεπτά πριν το φινάλε.
Ο Ενρίκε Ματέος ξεχύθηκε μόνος του προς την περιοχή των Ιταλών και κέρδισε πέναλτι, ο Ντι Στέφανο ανέλαβε την εκτέλεσή του στο 70' και το 1-0 ήταν γεγονός...
Αυτός ήταν ο δεύτερος συνεχόμενος τελικός Πρωταθλητριών στον οποίο σκόραρε η "ξανθιά σαίτα", με τον Ντι Στέφανο να φτάνει παράλληλα τα 7 γκολ εκείνη τη σεζόν στην Ευρώπη (πρώτος σκόρερ της Ρεάλ, με τον δεύτερο Χοσεΐτο να πετυχαίνει 3).
Στο 76' ο τελικός πέρασε ουσιαστικά στην ιστορία, καθώς ο Φρανθίσκο Χέντο νίκησε με δυνατό σουτ μέσα από την περιοχή τον Σάρτι για να γράψει το 2-0 που έμελε να είναι και το τελικό σκορ.
"Είχε τρομερή ζέστη καθώς ήταν καλοκαίρι εδώ στην Ισπανία", τόνισε ο Ντι Στέφανο για τον τελικό του 1957 μιλώντας στην επίσημη ιστοσελίδα της UEFA (ενόψει του Μπάγερν-Ίντερ), και πρόσθεσε:
"Ο ήλιος ήταν τόσο δυνατός που έκαιγε το σώμα σου. Η Φιορεντίνα είχε πάρει το πρωτάθλημα στη χώρα της και είχε πολύ καλή άμυνα, κάτι που αποτελεί άλλωστε σήμα κατατεθέν των ιταλικών ομάδων διαχρονικά. Μας πήρε χρόνια για να διασπάσουμε την άμυνά τους".
Όσο για τον σκόρερ του δεύτερου τέρματος εκείνου του τελικού και ρέκορντμαν στη διοργάνωση με 6 κατακτήσεις Κυπέλλων Πρωταθλητριών, "Πάκο" Χέντο, ήταν θέμα χρόνου να έρθει το γκολ απέναντι στους Ιταλούς.
"Είχαμε πίστη στις ικανότητές μας και ξέραμε ότι από τη στιγμή που είχαμε τον έλεγχο στο ματς, θα καταφέρναμε να σκοράρουμε αργά ή γρήγορα. Ο Ματέος κέρδισε το πέναλτι που αξιοποίησε ο Αλφρέδο, ενώ το δικό μου δεύτερο γκολ μας επέτρεψε να χαλαρώσουμε λίγο".
Οι συνθέσεις των δύο ομάδων:
Ρεάλ Μαδρίτης (Χοσέ Βιγιαλόνγκα): Αλόνσο, Τόρες, Μαρκίτος, Λέσμες, Μουνιόθ (αρχηγός) Θαράγα, Κοπά, Ματέος, Ντι Στέφανο, Ριάλ, Χέντο
Φιορεντίνα (Φούλβιο Μπερναρντίνι): Σάρτι, Μανίνι, Ορτζάν, Τσερβάτο (αρχηγός), Σκαραμούτσι, Σεγκάτο, Ζουλίνιο, Γκρατόν, Βιρτζίλι, Μοντουόρι, Μπιτζάρι
Θεατές: 120.000
Διαιτητής: Λέοπολντ Χορν (Ολλανδία)
Σκόρερς: Ντι Στέφανο (70' πεν.), Χέντο (76')
* Δεν επιτρέπονταν οι αλλαγές στη διάρκεια των αγώνων
Ο δεύτερος τελικός (28 Μαΐου 1969)
Ο δεύτερος τελικός στην ιστορία του Κυπέλλου Κυπέλλου Πρωταθλητριών που έγινε στο επιβλητικό "Μπερναμπέου" επρόκειτο ουσιαστικά για μία σύγκρουση της εμπειρίας με τον νεανικό ενθουσιασμό.
Από τη μία πλευρά η Μίλαν του Νερέο Ρόκο η οποία αγωνιζόταν στον τρίτο τελικό της ιστορία της (μετά τον χαμένο του 1958 και τον κερδισμένο του 1963) έχοντας στην ενδεκάδα της πέντε ποδοσφαιριστές που ήταν πάνω από 30 και από την άλλη ο Άγιαξ του Ρίνους Μίχελς, του 22άχρονου... Γιόχαν Κρόιφ αλλά και των άλλων θαυματουργών πιτσιρικάδων που μόλις ξεκινούσε να παραδίδει μαθήματα ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου.
Νικητής σε αυτή τη μάχη δύο "διαφορετικών κόσμων" ήταν η ιταλική ομάδα και μάλιστα με απόλυτα πειστικό και εμφατικό τρόπο, καθώς συνέτριψε με 4-1 τον "Αίαντα" και πρόσθεσε το δεύτερο "τρόπαιο με τα μεγάλα αυτιά" στη συλλογή της.
Μεγάλος πρωταγωνιστής για τους "ροσονέρι" σε αυτό το ματς (σε ένα γκρουπ που ξεχώριζαν οι εμβληματικές φυσιογνωμίες του Τζάνι Ριβέρα και του Τζοβάνι Τραπατόνι, μοναδικών άλλωστε "επιζόντων" από τον τελικό με τη Μπενφίκα έξι χρόνια νωρίτερα) ήταν αναμφίβολα ο Πιερίνο Πράτι, ο οποίος σημείωσε χατ-τρικ!
Χάρη σε αυτό το επίτευγμα, ο Ιταλός φορ έγινε μάλιστα ο τέταρτος -και τελευταίος μέχρι τώρα- παίκτης που σημειώνει τρία γκολ σε έναν τελικό της κορυφαίας ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης.
Όσο για την διακύμανση του σκορ αυτή δεν αφήνει το παραμικρό ερωτηματικό για την ανωτερότητα της Μίλαν: στο ημίχρονο το σκορ ήταν ήδη 2-0 με τα γκολ του Πράτι από το 7' και το 40', ο Βάσοβιτς μείωσε το σκορ σε 2-1 με εύστοχη εκτέλεση πέναλτι στο 60' (πρώτος παίκτης που σκόραρε σε τελικό με δύο διαφορετικές ομάδες) όμως οι Ιταλοί έδωσαν τη χαριστική βολή στον Άγιαξ με τα γκολ του Σορμάνι στο 66' και του Πράτι στο 75'.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι εκτός από τον Πράτι, το όνομά του με χρυσά γράμματα στην ιστορία έγραψε και ο γκολκίπερ της Μίλαν Φάμπιο Κουντιτσίνι, καθώς έγινε ο πρώτος παίκτης με τους τρεις ευρωπαϊκούς τίτλους στη συλλογή του: το 1961 πανηγύρισε το Κύπελλο Εκθέσεων με τη Ρόμα, ενώ με τη Μίλαν πήρε το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1968 και το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1969.
Πως όμως έζησε ο Πιερίνο Πράτι εκείνες τις μαγικές για τον ίδιο στιγμές, έναν χρόνο μάλιστα μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων με τη Μίλαν αλλά και του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος με την Ιταλία; Η απάντηση έρχεται από τον 63άχρονο σήμερα Πράτι, μέσω συνέντευξης που παραχώρησε στην επίσημη ιστοσελίδα της UEFA:
"Είναι ένα από εκείνα τα όνειρα για κάποιον που παίζει από μικρός ποδόσφαιρο, που αγαπάει το ποδόσφαιρο και μετά το ακολουθεί ως επάγγελμα. Εύχεται να μπορέσει να παίξει σε τέτοια παιχνίδια.
Υπό αυτή την έννοια ήμουν αρκετά τυχερός που είχα ήδη κερδίσει κάποια πράγματα -τον τίτλο στην Ιταλία, το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, το Κύπελλο Κυπελλούχων, τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στο πρωτάθλημα- οπότε ήταν ένας από εκείνους τους στόχους που ήταν ακόμα σημαντικότερος με δεδομένο ότι ήταν σε ευρωπαϊκό διασυλλογικό επίπεδο.
Το γεγονός ότι σημείωσα χατ-τρικ, που είναι κάτι που δεν έχει καταφέρει να επαναλάβει κανείς στην Ιταλία, μου δίνει μεγάλη ικανοποίηση.
Ο Φέρεντς Πούσκας ήταν καλύτερος και σκόραρε τέσσερις φορές (στον τελικό του 1960), όμως το γεγονός ότι έχουν περάσει τόσα χρόνια από τότε που κάποιος πέτυχε χατ-τρικ δείχνει ότι τα τρία γκολ στον τελικό ήταν κάτι σημαντικό. Μάλιστα ο τελικός δεν ξεκίνησε καλά καθώς είχα ένα σουτ στο δοκάρι, οπότε θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί άσχημα η βραδιά.
Το Σαντιάγο Μπερναμπέου είναι ένα από εκείνα τα θρυλικά στάδια όπου ο καθένας ονειρεύεται να παίζει, όπως είναι επίσης το Σαν Σίρο και το Καμπ Νόου. Οπότε είναι εμφανές πως όταν πηγαίνεις σε έναν από αυτούς τους ναούς, προσπαθείς να γίνεις εσύ ο παίκτης-κλειδί, να αφήσεις το σημάδι σου και την υπογραφή σου.
Η τύχη έπαιξε ρόλο ώστε το ποδόσφαιρο να μου δώσει πολλά και να αφήσω εκεί το σημάδι μου, σε αυτό το διάσημο και πανέμορφο στάδιο.
Η Μίλαν ήταν μία ομάδα με μεγάλη εμπειρία και προσωπικότητα, και οι παίκτες παρόλο που ήταν σε προχωρημένη ποδοσφαιρική ηλικία ήταν πολύ αξιόλογοι και είχαν τεράστια επιθυμία να αποδείξουν πως εξακολουθούσαν να είναι πρωταγωνιστές.
Είχαμε επίσης τον κορυφαίο παίκτη στον κόσμο εκείνη την εποχή, τον Τζάνι Ριβέρα, που διηύθυνε την ορχήστρα από κεντρική θέση στη μεσαία γραμμή και ο οποίος είχε τη δυνατότητα να εκδηλώνει επιθέσεις με δύο έμπειρους παίκτες δίπλα του: τον Κουρτ Χάμριν και τον Άντζελο Σορμάνι. Ταίριαξα φανταστικά μαζί τους και ήταν ένα ταξίδι για περίπου δύο χρόνια σε κορυφαίο επίπεδο με εκείνη την ομάδα.
Ήμασταν μία ομάδα που δύσκολα μπορούσες να αντιμετωπίσεις επειδή ήξερε ο καθένας το ρόλο του σε κάθε γωνιά του αγωνιστικού χώρου, ενώ ο Άγιαξ βρισκόταν μόλις στο ξεκίνημά του.
Ήταν μία ομάδα που μόλις είχε αρχίσει να δείχνει τί μπορούσε να κάνει στα ευρωπαϊκά Κύπελλα: είχαν μόλις φτάσει σε έναν τελικό και είχαν έναν εκπληκτικό παίκτη που έγινε αργότερα ένας από τους καλύτερους στον κόσμο, τον Γιόχαν Κρόιφ.
Μπορούσες να καταλάβεις ότι ήταν παίκτης παγκόσμιας κλάσης και ήταν ο μαέστρος τους, όμως εμείς είχαμε μεγαλύτερη εμπειρία",
δήλωσε για τον τελικό της Μαδρίτης του 1969 ο Πιερίνο Πράτι.
Οι συνθέσεις των δύο ομάδων:
Μίλαν (Νερέο Ρόκο): Κουντιτσίνι, Ανκιλέτι, Σνέλινγκερ, Ροζάτο, Μαλατράζι, Τραπατόνι, Χάμριν, Λοντέτι, Σορμάνι, Ριβέρα (αρχηγός), Πράτι
Άγιαξ (Ρίνους Μίχελς): Μπαλς (αρχηγός) Σουρμπίρ (46' Μίλερ), Χουλόσφ, Βάσοβιτς, Ντουιβενμπόντε, Γκρόοτ, Προνκ, Σβαρτ, Ντάνιελσον, Κρόιφ, Κάιζερ
Θεατές: 32.000
Διαιτητής: Χοσέ Ορτίθ Ντε Μεντιμπίλ (Ισπανία)
Σκόρερς: Πράτι (7', 40', 75'), Σορμάνι (66') / Βάσοβιτς (60' πεν.)
*
Για πρώτη φορά σε τελικό η UEFA επέτρεψε τις αλλαγές κατά τη διάρκειά του
Ο τρίτος τελικός (28 Μαΐου 1980)
Στον τρίτο κατά σειρά τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στο "Μπερναμπέου" δεν υπήρχε αυτή τη φορά ιταλική ομάδα, με τους αντιπάλους να είναι η Νότιγχαμ Φόρεστ και το Αμβούργο.
Η ομάδα του θρυλικού Μπράιν Κλαφ ήταν η κάτοχος του τροπαίου έχοντας νικήσει 12 μήνες νωρίτερα στον τελικό τη Μάλμε και φιλοδοξούσε να το πάει για δεύτερη σερί χρονιά στο "Σίτι Γκράουντ" ενώ στον αντίποδα το Αμβούργο εμφανιζόταν για πρώτη φορά σε τελικό Πρωταθλητριών και είχε στόχο να γίνει η δεύτερη γερμανική ομάδα που θα το κατακτούσε μετά τα τρία σερί της Μπάγερν Μονάχου στα μέσα της δεκαετίας του '70.
Νικητές τελικα ήταν οι Άγγλοι σε ένα ματς ισορροπημένο και "κλειστό" το οποίο έμελε να κριθεί από ένα όμορφο γκολ του Τζον Ρόμπερτσον στο 21', του ίδιου παίκτη που στον τελικό του 1979 είχε βγάλει τη σέντρα για το γκολ του Τρέβορ Φράνσις (νίκη με 1-0 και τότε για τη Νότιγχαμ).
Αυτός δεν ήταν όμως ο μοναδικός "ήρωας" για την ομάδα του Μπράιν Κλαφ καθώς στον τελικό έλαμψε και το αστέρι του Πίτερ Σίλτον, με τον γκολκίπερ της "Φόρεστ" και της Εθνικής Αγγλίας να έχει τρομερή συμβολή στην κατάκτηση του τροπαίου με τις αρκετές καθοριστικές αποκρούσεις του κατά τη διάρκεια του αγώνα.
Από τους ηττημένους, κεντρικό πρόσωπο ήταν αναντίρρητα ο Κέβιν Κίγκαν: και αυτό γιατί ο Ευρωπαίος Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς για το 1978 και το 1979 δεν μπόρεσε να κλείσει ιδανικά την καριέρα του στη Μπουντεσλίγκα μιας και το ίδιο καλοκαίρι επέστρεψε στο "Νησί" για λογαριασμό της Σαουθάμπτον.
Όσο για το ποιο ήταν το κλειδί της τελικής επικράτησης της Νότιγχαμ Φόρεστ στον τελικό του 1980, την απάντηση έδωσε ο αρχηγός εκείνης της ομάδας Τζον ΜακΓκόβερν, μέσω συνέντευξης που παραχώρησε στην επίσημη ιστοσελίδα της UEFA.
"Η κυριότερη απειλή για εμάς από πλευράς Αμβούργου ήταν ο Κέβιν Κίγκαν που είχε αναδειχτεί δύο φορές καλύτερος ποδοσφαιριστής στην Ευρώπη, όμως εμείς είχαμε τον Λάρι Λόιντ και τον Κένι Μπερνς στο κέντρο της άμυνας.
Θα έπρεπε να κάνει κάτι το εκπληκτικό ο Κίγκαν για να τους περάσει πριν βρεθεί αντιμέτωπος με τον Πίτερ Σίλτον, που ήταν αναμφίβολα ο κορυφαίος τερματοφύλακας της χώρας εκείνη την εποχή. Απλά ξέραμε ότι αν βγαίναμε στο γήπεδο και παίζαμε όπως μπορούσαμε, και αυτό ήταν κάτι που μας σφυρηλατούσε βδομάδα με βδομάδα ο προπονητής- τότε θα κερδίζαμε.
Ήταν ένα θαυμάσιο στάδιο και αυτό που θυμάμαι είναι ότι έχτιζαν εκείνη την εποχή ένα ακόμα διάζωμα. Νομίζω ότι είχε δύο ή τρία διαζώματα το γήπεδο και έφτιαχναν ένα τέταρτο λόγω της μεγάλης ζήτησης εισιτηρίων που υπήρχε από τον κόσμο για τους εγχώριους αγώνες της Ρεάλ.
Όταν βγαίνεις εκεί έξω αισθάνεσαι πολύ υπερήφανος που εκπροσωπείς εκείνη τη στιγμή το αγγλικό ποδόσφαιρο, αισθάνεσαι ότι παίζεις το ρόλο του διπλωμάτη.
Θυμάμαι τη φάση του γκολ, ξεκίνησε από τη δεξιά πλευρά της άμυνας, από τον Μάρτιν Ο'Νιλ η μπάλα πέρασε από τα δικά μου πόδια και από αυτά του Φρανκ Γκρέι, και κατέληξε στον Τζον Ρόμπερτσον στο αριστερό άκρο. Έπειτα ο Ρόμπερτσον απέφυγε με μοναδικό τρόπο τον προσωπικό του αντίπαλο, έπαιξε το ένα-δύο με τον Γκάρι Μπερτλς και έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα.
Ο Κίγκαν φαινόταν να απογοητεύεται με την εξέλιξη του ματς καθώς στο δεύτερο ημίχρονο, με εμάς να έχουμε το προβάδισμα με 1-0, το είχαμε φέρει στα μέτρα μας. Είχαν την κατοχή της μπάλας όμως κάτι γινόταν και χαλούσαν οι προσπάθειές τους λίγο πριν ολοκληρωθούν, είτε από εμάς είτε από τον Πίτερ Σίλτον.
Ο Κλαφ ήταν λάτρης της πειθαρχίας, όμως ακόμα και αυτός δεν μπορούσε να σταματήσει την άφθονη σαμπάνια που έρρεε στα αποδυτήρια. Κάποια στιγμή μου είπε "Φόρεσε τα ρούχα σου και βάλε γραβάτα γιατί θα δώσεις συνέντευξη".
Πολλές φωτογραφίες τραβήχτηκαν με τους συμπαίκτες μου να φορούν μόνο τις πετσέτες τους και μένα ντυμένο επίσημα και πολλούς ανθρώπους να αναρωτιούνται "Πώς μπορεί να φοράει γραβάτα μετά από τέτοιο γεγονός;"
Εγώ απάντησα ότι έπρεπε να δώσω συνέντευξη ως αρχηγός, ενώ την ώρα που η σαμπάνια συνέχιζε να κυκλοφορεί στα αποδυτήρια ο προπονητής πήρε το λόγο και είπε: "Γυρίζουμε στην Αγγλία, εκπροσωπείτε το αγγλικό ποδόσφαιρο και κατακτήσατε το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Μπορείτε να πάτε και να μεθύσετε κάπου αλλού".
Η λογική λέει ότι η καθοριστική στιγμή στον τελικό δεν μπορεί να είναι άλλη από το γκολ του Ρόμπερτσον που μας έδωσε τη νίκη, αλλά υπάρχει στο ματς και μία άλλη φάση με ένα σουτ-κεραυνό του δεξιού μπακ του Αμβούργου, Καλτς, το οποίο τράνταξε το δοκάρι.
Εκείνη η φάση έπαιξε σημαντικό ρόλο καθώς αυτοί επηρεάστηκαν αρνητικά όσον αφορά στην ψυχολογία ενώ εμείς πήραμε δυνάμεις για να αντέξουμε μέχρι το τέλος".
Οι συνθέσεις των δύο ομάδων:
Νότιγχαμ Φόρεστ (Μπράιν Κλαφ): Σίλτον, Άντερσον, Γκρέι (84' Γκαν), Λόιντ, Μπερνς, Ο'Νιλ, ΜακΓκόβερν (αρχηγός), Μπόγιερ, Μιλς (68' Ο'Χέιρ), Ρόμπερτσον, Μπερτλς
Αμβούργο (Μπράνκο Ζέμπετς): Κάργκους, Καλτς, Νόγκλι (αρχηγός) Μπούλιαν, Γιάκομπς, Ιερόνιμους (46' Χρούμπες), Μάγκατ, Μέμερινγκ, Κίγκαν, Ράιμαν, Μιλέφσκι
Θεατές: 51.000
Διαιτητής: Αντόνιο Γαρίδο (Πορτογαλία)
Σκόρερς: Ρόμπερτσον (21')
* Με το 1-0 επί του Αμβούργου, η Νότιγχαμ Φόρεστ έγινε η πρώτη (και μοναδική ως τώρα) ομάδα με περισσότερα Πρωταθλητριών στη συλλογή της (2) απ'ότι εγχώρια πρωταθλήματα (1).