Σιμεόνε: "Μπορώ να γίνω κακός προπονητής, αλλά δεν είμαι ανόητος"
Ο Ντιέγκο Σιμεόνε μίλησε στην εφημερίδα El Pais για το ποδόσφαιρο, τον πατέρα του, την προσωπική του ζωή, αλλά και το διάστημα που πρωτοέφρασε στην Ατλέτικο ως ποδοσφαιριστής.
Η Ατλέτικο βρίσκεται στην κορυφή του βαθμολογικού πίνακα της La Liga μαζί με τη Ρεάλ και τη Ρεάλ Σοσιεδάδ, με σκοπό να κάνει το back to back και να διατηρήσει τα σκήπτρα της.
Ο προπονητής των "ροχιμπλάνκος", Ντιέγκο Σιμεόνε, παραχώρησε συνέντευξη στην ισπανική εφημερίδα El Pais και μίλησε για τη ζωή του, την οικογένεια και τον πατέρα του, αλλά και το κλίμα όταν πρωτοέφτασε στη Μαδρίτη ως παίκτης το 1994 από τη Σεβίλλη.
"Το λέω από τότε που έφτασα στην Ατλέτικο ως παίκτης. Ήρθα από τη Σεβίλλη έχοντας μερικές καλές στιγμές. Και εδώ, από το πουθενά, οι άνθρωποι άρχισαν να με αγαπούν χωρίς να τους έχω δώσει τίποτα. Η πρώτη μου σεζόν δεν ήταν καλή, όπως και της ομάδας που ερχόταν από μια δύσκολη χρονιά. Σωθήκαμε από τον υποβιβασμό. Από τη δεύτερη σεζόν σχηματίσαμε μία υπέροχη ομάδα και κάναμε το νταμπλ. Στη συνέχεια έπαιξα για την Ίντερ, τη Λάτσιο και κάθε φορά επέστρεφα στην Ισπανία, άκουσα τους ανθρώπους που έλεγαν "Τσόλο, πήγαινε Ατλέτικο". Οι άνθρωποι με συνέδεσαν με την Ατλέτικο".
Ακούω πολύ τους παίκτες. Πάντα είμαι ανοικτός για να ακούω τις ανάγκες τους, να ακούω αυτό που βλέπουν, αλλά μετά αποφασίζω. Μπορώ να είμαι κακός προπονητής, αλλά είμαι σίγουρος ότι δεν είμαι ανόητος και ψάχνω πάντα για το σωστό", υποστήριξε αρχικά ο Αργεντινός κόουτς για να αναφερθεί στη συνέχεια για την οικογένεια και τον πατέρα του.
"Ο πατέρας μου έχει μεγαλώσει πια, τώρα είναι 77 ετών, αλλά έπαιζε μέχρι το 1973-74. Αργότερα προπονούσε τους φίλους του και σήμερα είναι ο μεγαλύτερος κριτής μου. Το 95% των συζητήσεών μας αφορούν ποδόσφαιρο. Μας φέρνει πιο κοντά", ενώ όσον αφορά τα παιδιά του:
"Ο καθένας έχει τη δική του προσωπικότητα. Και τα τρία είναι φανταστικά παιδιά. Πολύ ευγενικά. Όσοι έχουν συναναστραφεί μαζί τους είναι το πρώτο πράγμα που μου λένε και αυτό με κάνει περήφανο. Προσπαθώ να τους πω να μην κάνουν αυτό που δεν θα ήθελαν να κάνουν. Αφήστε τους να ζήσουν τη ζωή όπως εκείνοι το θέλουν. Ας είναι. Στην πραγματικότητα, εμείς ως προπονητές δεν είμαστε γονείς ποδοσφαιριστών, αλλά είμαστε οδηγοί. Τα λόγια δεν αξίζουν. Αξίζουν λίγα. Τα παίρνει ο αέρας. Αυτό που μένει είναι οι χειρονομίες, τα βλέμματα και κυρίως, οι πράξεις. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να δείξουμε στοργή ή θυμό".