Το μεγάλο... σαφάρι
To SPORT 24 θυμάται 24 ξένους ποδοσφαιριστές που έβαλαν τη... σφραγίδα τους στα ελληνικά γήπεδα
Ένα χρόνο έμεινε στη χώρα μας ο Γάλλος, που έφερε στην ΑΕΚ ο Μάκης Ψωμιάδης με τυμπανοκρουσίες και πρόλαβε να ταράξει τα νερά. Και τα σουβλάκια. Η Πλάκα και γενικότερα τα σουβλατζίδικα στο κέντρο αλλά και τα Βόρεια Προάστια τον "έβλεπαν" πιό συχνά από τους Θρακομακεδόνες.
Δεν έπαιξε ούτε δευτερόλεπτο στο πρωτάθλημα, όμως πρόλαβε να συμμετάσχει σε τρείς αγώνες κυπέλλου. Η σεζόν που πέρασε στην χώρα μας, ήταν η χειρότερη στην καριέρα του, καθώς πέρα από αυτήν, η πορεία του ήταν αξιόλογη.
Ο ποδοσφαιριστής με το πραγματικά δύσκολο όνομα, ξεκίνησε την καριέρα του το 1990 με τη φανέλα της Νανσί. Στην ομάδα της Λωραίνης πέρασε 7 σεζόν, έχοντας στο ενεργήτικο του 231 συμμετοχές και 35 γκολ. Το 1998 έκανε το μεγάλο βήμα, με τη μετεγγραφή του στην Παρί Σεν Ζερμέν, με την οποία είχε 16 τέρματα σε 40 συμμετόχες, κατακτώντας παράλληλα, με τους "πρωτευουσιάνους" το Κύπελλο, το Λιγκ Καπ και το Σούπερ Καπ!
Το πέρασμά του από την ΑΕΚ, συνδυάστηκε με ένα απίστευτο επεισόδιο, στο οποίο ο Μάκης Ψωμιάδης του επιτέθηκε, επειδή ο "Ράμπε" φίλησε τη γυναίκα του ενώπιον του πρώην προέδρου της Ένωσης. Μετά το πέρασμά του από την Ελλάδα, βρέθηκε στο Σατορού. Πέρασε δύο σεζόν εκεί και έπειτα ξενιτεύτηκε και πάλι, αυτή τη φορά στο Βέλγιο. Το καλοκαίρι του 2007, έμεινε ελεύθερος, ενώ ακόμα και σήμερα ο ποδοσφαιριστής με την καταγωγή από τη Μαδαγασκάρη, δεν έχει αποφασίσει να κρεμάσει τα παπούτσια του.
2. Ραϊμόντ Καλά
Ένα είναι το κυρίαρχο ερώτημα, για τον Καμερουνέζο όπως και για πολλούς ακόμα Αφρικάνους (χωρίς ίχνος ρατσισμού). Πόσο χρονών είναι; Ο διεθνής αμυντικός, αγωνίστηκε με ιδιαίτερη επιτυχία στην Παναχαϊκή από το 1995 ως και το 1998. Όταν έφυγε γνωρίζαμε πως ήταν 23 ετών. Λίγα χρόνια αργότερα η παγιωμένη μας αυτή άποψη ανατράπηκε.
Ο Καλά, λοιπόν, αποχώρησε από την Πάτρα όταν η ομάδα της πόλης υποβιβάστηκε στη δεύτερη κατηγορία. Συνέχισε την καριέρα του στην ισπανική Εξτρεμαδούρα με απολογισμό των εκεί τεσσάρων σεζόν τις 121 συμμετοχές και 1 τέρμα. Το 2000 συμμετείχε με την εθνική του ομάδα ως βασικός στον τελικό του Κόπα Άφρικα, ενώ μετά από αυτόν ανακοίνωσε την αποχώρησή του από τα "λιοντάρια" σε ηλικία 25 ετών.
Ο επόμενος σταθμός του ήταν η Μπόχουμ στην οποία παρέμεινε για τρία χρόνια (77 συμμετοχές, 6 γκολ) ενώ το 2005 έμεινε ελεύθερος και επέλεξε να συνεχίσει την καριέρα του στην Σίβασπορ. Οι Τούρκοι αποδείχτηκαν... πονηροί και ζήτησαν από τον Ραιμόν, ο οποίος υποστήριζε πως είναι 31 χρονών να περάσει απο τεστ DNA, για να διαπιστώσουν την αλήθεια. Το τεστ έδειξε ότι ο Καλά έκρυβε 7 χρόνια.
Στην Σίβασπορ τελικά έπαιξε και μάλιστα βασικός για μία χρονιά και στη συνέχεια έμεινε ελεύθερος, δοκιμάστηκε από την Μαρσέιγ, όμως απορρίφθηκε και τελικώς κατέληξε στην Ουνιόν Σπορτίβε Ντε Ντουάλα, ομάδα της πατρίδας του. Έχει αγωνιστεί στα Παγκόσμια Κύπελλα του 94' του 98' αλλά και του 2002. Δεν είναι τυχαίο πως ίνδαλμά του ήταν ο Ροζέ Μιλά!
3. Μίρκο Τάκολα
Έπαιξε περίπου 18 μήνες και άλλα τόσα ματς στην πατρίδα μας και τον ΠΑΟΚ και κατάφερε να σκοράρει 5 φορές. Αυτό που όλοι θα θυμούνται όμως, είναι εκείνο το ματς με τον Ολυμπιακό στην Τούμπα, την 1η Νοεμβρίου του 1998. Ο Ολυμπιακός στο 82ο λεπτό προηγείται με εύστοχη εκτέλεση πέναλτι και στην επόμενη φάση,ο Μίρκο Τάκολα σκοράρει με κεφαλιά.
Ο διαιτητής, έπειτα από υπόδειξη του βοηθού ακυρώνει το γκολ ως "χέρι", κάτι βέβαια που κάνει την Τούμπα πεδίο μάχης. Οι καρέκλες που πέφτουν στον αγωνιστικό χώρο από τους οπαδούς του ΠΑΟΚ, φτάνουν για να πλαισιώσουν ένα μικρο γήπεδο ποδοσφαίρου και αυτό είναι το πρώτο παιχνίδι που λήγει στο 83ο λεπτό, χωρίς τα τελευταία 7 λεπτά να παιχτούν ποτέ, καθώς ο διαιτητής της αναμέτρησης κατάφερε να τα "μπαλώσει" κάπως στο φύλλο αγώνα.
Η μεγαλύτερη επιτυχία στην καριέρα του Τάκολα, ήταν το πέρασμά του από την Ίντερ το 1993, ενώ μετά τον ΠΑΟΚ αγωνίστηκε στην Παλέρμο και έπειτα στην Πορτογαλική Μαΐα. Το 2002 επέστρεψε στην πατρίδα του και στην Λαντσιάνο όπου έμεινε για κάτι λιγότερο από τρείς σεζόν.
Έπειτα από μικρή θητεία την Σόρα, έμεινε για δύο σεζόν στην Σαν Μαρίνο Κάλτσιο ενώ το καλοκαίρι του 2006 μετακόμισε στην Τερνάνα, επιστρέφοντας μετά από ένα χρόνο και πάλι στην Σαν Μαρίνο, στην οποία αγωνίζεται μέχρι και σήμερα στα 38 του χρόνια!
4. Τζέιμς Ντεμπά
Όπου ακούτε Λιβεριανός, να θυμάστε: Ξάδερφος του Ζορζ Γουεά! Ένας ακόμα ήταν και ο Τζέιμς Ντεμπά. Ο επιθετικός που αγωνίστηκε στον Ηρακλή τις σεζόν 1999-2001, με τον "γηραιό" να αποτελεί την μία από τις... πολλές ομάδες που αγωνίστηκε συνολικά.
Στον Ηρακλή, ο Ντεμπά πέτυχε σε 47 συμμετοχές στο πρωτάθλημα 17 τέρματα, κάνοντας μερικές εξαιρετικές εμφανίσεις, που τον έκαναν ιδιαίτερα δημοφιλή στις τάξεις των "κυανόλευκων" οπαδών. Εκδιώχτηκε από τον Ηρακλή το καλοκαίρι του 2001, από τον Άγγελο Αναστασιάδη, ο οποίος δεν τον είδε στην "πρώτη" της ομάδας και ως γνωστόν κάτι τέτοια... δεν τα σηκώνει.
Στον Λιβεριανό δεν έλειψαν, πάντως, οι διαφορετικές παραστάσεις καθώς αγωνίστηκε ούτε λίγο ούτε πολύ σε 16 ομάδες σε 10 διαφορετικές χώρες. Στο "πικ" της καριέρας του, πέρασε από τις Λιόν, Μονακό, Παρί Σεν Ζερμαίν και Άντερλεχτ. Στα 41 του (μάλλον) συνεχίζει την καριέρα του στην Ινδονησία, με τις πληροφορίες να λένε πως στο βιογραφικό του, η ηλικία του είναι κατά 11 χρόνια μικρότερη από αυτήν που παρουσιαζόταν όταν ήταν στον Ηρακλή.
Με την Εθνική της πατρίδας του αγωνίστηκε 72 φορές πετυχαίνοντας 42 τέρματα, ενώ σε προκριματικό αγώνα με το Τόγκο, για το Μουντιάλ του 2006 έμεινε παρά τη θέληση του προπονητή του, ο οποίος ήθελε να τον αντικαταστήσει στο 53', μέχρι το 68' στον αγωνιστικό χώρο, όταν και αποχώρησε οικοιωθελώς.
5. Κρίστοφερ Ρε
Άλλος ένας ξάδερφος του Γουεά! Πέρασε από την Ελλάδα και την ΑΕΚ για ένα εξάμηνο, ως δανεικός από την Άρσεναλ, το 1999, μαζί με τον Αλμπέρτο Μέντεζ και πρόλαβε να πετύχει κάποια τέρματα, αλλά και να "πλακωθεί" με τον Κώστα Κωνσταντινίδη, σε ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό.
Αυτό, η μπουνιά δηλαδή στον Κωνσταντινίδη στο 24' του ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, ήταν και το τελευταίο του κατόρθωμα με την φανέλα της ΑΕΚ. Ψέματα! Πρόλαβε να τσακωθεί και με τον Ατματζίδη, δευτερόλεπτα αργότερα. Πάντως η 3η του Μαΐου του 1999, ήταν η τελευταία εμφάνιση του Ρε, με τον "δικέφαλο" στο στήθος. Στις 11 συμμετοχές του με την φανέλα της Ένωσης πάντως προλαβε να σημειώσει 4 τέρματα.
Μπορεί η πορεία του στην Ελλάδα, να μην ήταν αυτή που θα προσδοκούσαν εκείνη που τον έφεραν στην ΑΕΚ, πάντως πρέπει να παραδεχτεί κανείς, πως ο Λιβεριανός είχε περγαμηνές μεγάλου ποδοσφαιριστή. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, πως την προηγούμενη σεζόν αν και 4η επιλογή στην επίθεση της Άρσεναλ πίσως από τους Ράιτ, Μπέργκαμπ και Ανελκά κατάφερε να βοηθήσει στην κατάκτηση του ντάμπλ πετυχαίνοντας σημαντικότατα τέρματα.
Από εκεί και πέρα, συνέχισε την καριέρα του στη Σαουδική Αραβία, περιπλανήθηκε στα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα της Μεγάλης Βρετανίας και το 2005 αποφάσισε να σταματήσει το ποδόσφαιρο και να αφιερωθεί στην μεγάλη του αγάπη. Την μουσική. Ήταν μέλος των "Soul Rembels", με τους οποίους συμμετείχε σε περιοδίες ανά την Ευρώπη. Πάντως το 2007 επέστρεψε στην ενεργό δράση, με την Πέρσεμαν Μανοχβάρι, ομάδα της Ινδονησίας.Είναι ο λόγος που ο Ανρί, επέλεξε το νούμερο 14 στη φανέλα του καθώς όταν πήγε στην Άρσεναλ, το αγαπημένο του 12 φορούσε ο Κρίστοφερ Ρε!
6. Ντέρεκ Μπόατενγκ
Ο Μπόατενγκ ξεκίνησε την καριέρα του στα 13 του χρόνια στην Λίμπερτι οφ Ακρα, στα 16 του έφτασε στην χώρα μας και στην Καλαμάτα, όπου βρήκε τους συμπατριώτες του Ντούντου, Σαμ Τζάκσον, Οφορίκουε και Χάγκαν. Στα 18 του και έπειτα από πολύ καλές εμφανίσεις με τη "μαύρη θύελλα" μετακόμισε στην Παιανία και τον Παναθηναϊκό.
Εκεί, με προπονητή τον Σέρχιο Μαρκαριάν γίνεται ακόμα καλύτερος και βοηθάει τον Παναθηναϊκό στο Champions League, να φτάσει μέχρι τα προημιτελικά της διοργάνωσης, όπου και αποκλείστηκε από την Μπαρτσελόνα. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νέων, στο οποίο η Γκάνα χάνει στον τελικό από την Αργεντινή, αναδεικνύεται πολυτιμότερος παίκτης της διοργάνωσης αφήνοντας πίσω του ονόματα όπως ο Σαβιόλα και ο Κακά.
Κάποιοι τραυματισμοί, τον αφήνουν πίσω σε ότι έχει να κάνει με τις συμμετοχές του στον Παναθηναϊκό και το 2003 πάει ως δανεικός στον ΟΦΗ. Ο Γιτζάκ Σουμ, με τον ερχομό του τον επαναφέρει στην ομάδα, όμως ο Μπόατενγκ δεν καταφέρνει να αποδείξει την αξία του και ο επόμενος σταθμός του είναι η ΑΙΚ Στοκχόλμης. Οι πολύ καλές του εμφανίσεις του εξασφάλισαν μια θέση στην αποστολή της Γκάνας για το Μουντιάλ του 2006.
Την ίδια χρονιά, η ΑΙΚ υποβιβάζεται και ο Μπόατενγκ, αναχωρεί με προορισμό το Ισραήλ, όπου και υπογράφει στην Μπεϊτάρ, στην οποία αγωνίζεται εως σήμερα. Το μόνο σίγουρο, είναι, πως δεν αποκλείεται η καριέρα του, να αποκτήσει και πάλι ανοδική πορεία καθώς είναι μόλις 24 ετών.
7. Καντέρο-Μπελότι-Νταλ Μόρο
Εντάξει μπορεί να είναι τρείς, όμως εμείς τους θεωρούμε "1". Ούτως ή άλλως και οι τρείς μαζί πρέπει να έχουν αγωνιστεί συνολικά λιγότερο από ένα 5λεπτο, με τη φανέλα της ΑΕΚ από την οποία αποκτήθηκαν την τελευταία μέρα της χειμερινής μετεγγραφικής περιόδου του 2000.
Ο Καντέρο, ήταν μέλος της Ελπίδων της Αργεντινής, συμπαίκτης των Μανσό και Κιντάνα, μετέπειτα ποδοσφαιριστών της Ξάνθης. Η ΑΕΚ ήθελε τους άλλους δύο, όμως πήρε τον Καντέρο, ο οποίος σύμφωνα με τα τότε γραφόμενα, της κόστισε 500 εκ. δραχμές. Από την άλλη ο Μπελότι πήρε μόλις 30 εκ. για το 1 λεπτό, το οποίο αγωνίστηκε με την φανέλα της Ένωσης.
Ο πρώτος μετά το πέρασμά του από την ΑΕΚ, περιπλανήθηκε για αρκετά χρόνια στην Αργεντινή, συνέχισε στο Εκουαδόρ και κατέληξε στην Βολιβία. Ο Μπελότι από την άλλη κατέληξε στην δεύτερη κατηγορία της Ελβετίας και την Μπελιντσόνα, στην οποία για τουλάχιστον 3 χρόνια ήταν βασικός και αναντικατάστατος.
Ο Νταλ Μόρο, μπορεί να πληρώθηκε 30 εκ., όμως εκτός του ότι δεν αγωνίστηκε ούτε λεπτό, δεν υπάρχει καν φωτογραφία του, έστω και με φανέλα προπόνησης της ΑΕΚ. Πριν από την ΑΕΚ είχε φτάσει να αγωνιστεί μέχρι και στη Ρόμα (!), έπειτα από την Ένωση όμως, το καλοκαίρι του 2001, εγκατέλειψε την ενεργό δράση σε ηλικία 31 ετών έπειτα από το πέρασμά του από τη Ραβένα.
8. Ζίζι Ρόμπερτς
Λιβεριανός και αυτός και από τη γενέτειρα όλων των συμπατριωτών του που βρέθηκαν στην Ελλάδα, τη Μονρόβια. Πριν φτάσει στην Ελλάδα, είχε περάσει ακόμα και από τη Μίλαν, έπειτα από εισήγηση ποιού άλλου; Του Ζορζ Γουεά. Στους "ροσονέρι" δεν έπαιξε ποτέ και το 1999 βρέθηκε στην πατρίδα μας και τον Ιωνικό.
Το 2001, ο Αχιλλέας Μπέος τον πήρε στη Νέα Σμύρνη, μάλλον για να του κάνει τη ζωή... πατίνι. Το καλοκαίρι του 2002, ο μεγαλομέτοχος του Πανιωνίου, έχει συμφωνήσει να τον πουλήσει με 1 εκατομμύριο στον Ολυμπιακό, όμως όταν ο παίκτης πήγε να εξαγοράσει μία επιταγή του πρώην ιδιοκτήτη της ΠΑΕ παραλίγο να βρεθεί στο κρατητήριο και χρειάστηκε να επέμβει η νέα του ομάδα για να εξοφληθεί.
Τελικώς, ο Λιβεριανός άσκησε ποινική δίωξη στον Αχιλλέα Μπέο, η οποία όμως αποσύρθηκε λίγο αργότερα. Στον Ολυμπιακό ο Ρόμπερτς δεν έπιασε. Στην συνέχεια πήγε να παίξει μπάλα στην Αμερική και τελικώς κατέληξε να παίζει "Gaelic Football" κάτι μεταξύ ποδοσφαίρου και ragby. Για να καταλάβεται περί τίνος "φρούτου" πρόκειται ρίχτε μια ματιά για το συγκεκριμένο άθλημα στο youtube.
Αντί για τον Πανιώνιο, θα μπορούσε να είχε πάει στον Άρη, όπου τον ήθελε ο Γιώργος Φοιρός. Ενώ όμως οι δύο πλευρές, είχαν συμφωνήσει σε όλα, ο Λιβεριανός εξαφανίστηκε, με πρόσχημα συμμετοχή στην Εθνική. Όταν οι διοικούντες τον Άρη ξανασυνάντησαν τον Ρόμπερτς, ενώ η προετοιμασία της ομάδας είχε ήδη ξεκινήσει, ο μετέπειτα παίκτης του Πανιωνίου, αρνήθηκε να υπογράψει και ο Άρης, απέκτησε αντί του Ζίζι, τον Σαλαχεντίν Μπασίρ.
9. Ολεγκ Βερετένικοφ
Ο Ρώσος, ήταν αρκετά γνωστό όνομα στην πατρίδα του, όταν έφτασε στον Άρη τη σεζόν 1999-2000. Στην ομάδα της Θεσσαλονίκης πέρασε και δεν ακούμπησε βέβαια, όμως κανείς δεν μπορεί να χρεώσει τους διοικούντες την ομάδα για την επιλογή τους. Άλλωσε τα στατιστικά του Ρώσου έβγαζαν μάτια, καθώς από το 1992 ως και το 1999 διάστημα στο οποίο αγωνιζόταν στην Ρότορ πέτυχε σε 247 ματς, 141 τέρματα (!!!).
Στον Άρη, το θωρηκτό από τη Ρέβδα αγωνίστηκε 7 φορές χωρίς να πετύχει κάποιο τέρμα, ενώ έπειτα από το πέρασμά του από το Χαριλάου, ξεκίνησε ένα μεγάλο -ποδοσφαιρικό- ταξίδι, σε ομάδες χωρών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, κατά το οποίο, βρέθηκε για ένα... φεγγάρι και πάλι στην Ρότορ.
Πλέον στα 38 του χρόνια, είναι ο βασικός επιθετικός της Αστάνα (ομάδα του Καζακστάν) και παρότι οι φίλοι του Άρη, ίσως τον έχουν ξεχάσει εδώ και πολλά χρόνια δεν ισχύει το ίδιο και για τους συμπατριώτες του. Ο Όλεγκ Βερετένικοφ, έχει πετύχει συνολικά στα 22 χρόνια της καριέρας του 249 τέρματα σε 621 παιχνίδια.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως έχει αναδειχτεί τρείς φορές, πρώτος σκόρερ της Ρωσικής Λίγκας (την μετα-Σοβιετική), ενώ παραμένει ακόμα και σήμερα, ο πρώτος σκόρερ του ρωσικού πρωταθλήματος, από το 1991 και πέρα (όταν δηλαδή διεξήχθη για πρώτη φορά "Ρωσικό πρωτάθλημα").
10. Ρόμπερτ Γιάρνι
Ποδοσφαιριστής με το βιογραφικό του Κροάτη αλλά και την ηλικία του, μπορεί να έβρισκε ακόμη και σήμερα, δουλειά στην πατρίδα μας. Ο Παναθηναϊκός τον απέκτησε στα 33 του και ο Ζάετς έλεγε, τότε, ότι ποδοσφαιριστής σε τέτοια ηλικία δεν είναι μεγάλος "στις μέρες μας".
Ο Ρόμπερτ Γιάρνι, βέβαια, δεν έδωσε τα διαπιστευτήρια της αξίας του, στην θητεία του στον Παναθηναϊκό, όμως κάτι τέτοιο δεν ήταν και απαραίτητο. Ο Κροάτης, ο οποίος αγωνίστηκε τοσο στην Εθνική (ενωμένης) Γιουγκοσλαβίας, όσο και εκείνη της Κροατίας, ενώ χρίστηκε διεθνής και με την Εθνική ποδοσφαίρου σάλας της πατρίδας του, είχε περάσει πριν τους "πράσινους" από τις Χάιντουκ Σπλιτ (1986-91), Μπάρι (1991-93), Τορίνο (1993-94), Γιουβέντους (1994-95), Μπέτις (1995-98), Ρεάλ Μαδρίτης (1998-99) και Λας Πάλμας (1999-01).
Το μόνο που έχει μείνει ως ανάμνηση από την παρουσία του στην ελληνική ομάδα, είναι εκείνο το απίστευτο τρακάρισμα με τον Κωνσταντίνου, στον αγώνα με την Πόρτο, το οποίο έβγαλε και τους δύο ποδοσφαιριστές νοκ-άουτ από το υπόλοιπο του παιχνιδιού.
Μετά το Μουντιάλ του 2002 ο Γιάρνι έπαιξε ποδόσφαιρο σάλας στην ομάδα του Σπλιτ, στην οποία έμεινε ως το 2006. Αργότερα έγινε σχολιαστής αγώνων στο κροάτικο τηλεοπτικό δίκτυο "RTL Televizija". Οι συμπατριώτες του πάντως, θα τον θυμούνται σίγουρα για την παρουσία του στην καταπληκτική πορεία της Κροατίας στο Μουντιάλ του 1998.
11. Αντον Ντόμπος
Σε μια περίοδο που η ΑΕΚ έφερνε το ένα "παλτό" μετά το άλλο, εμφανίστηκε και ένας ποδοσφαιριστής που κέρδισε την εκτίμηση του κόσμου της, αλλά και τα καλά σχόλια των συμπαικτών του. Ο Άντον Ντόμπος, ήταν ο άνθρωπος που κλήθηκε να καλύψει το μεγάλο κενό που δημιούργησε η αποχώρηση του Στέλιου Μανωλά από την ενεργό δράση.
Ο Ρουμάνος λίμπερο, μπορεί να μην βγήκε... Μανωλάς, όμως έδωσε και την ψυχή του ακόμα στην Ένωση. Ο Ντόμπος είχε ήδη κατακτήσει 5 πρωταθλήματα στην χώρα του, έχοντας αγωνιστεί τόσο στην Ντιναμό όσο και στη Στεάουα Βουκουρεστίου, με ιδιαίτερη επιτυχία, ενώ με τις εμφανίσεις του κέρδισε επάξια θέση για τις αποστολές της Ρουμανίας, στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1996 αλλά και στο Μουντιάλ του 1998.
Όταν τελείωσε το διετές του συμβόλαιο με την Ένωση, οι διοικούντες την ΑΕΚ δεν θέλησαν να του ανανεώσουν, παρότι ο διεθνής αμυντικός, είχε δηλώσει πως θέλει να μείνει ακόμα και χωρίς λεφτά. Όταν έφυγε από την Ένωση είχε συμπληρωσει με την φανέλα της 42 συμμετοχές και 5 τέρματα. Το πέρασμά του από τον Εθνικό αμέσως μετά, δεν είναι αυτό που θα χαρακτήριζε κανείς πετυχημένο καθώς πριν αποχωρήσει και από εκεί, πρόλαβε να αγωνιστεί κάτι λιγότερο από μία ώρα.
Ο Εθνικός ήταν και η τελευταία ομάδα του Ντόμπος, ο οποίος αμέσως μετά σταμάτησε το ποδόσφαιρο και γύρισε στην πατρίδα του. Το 2002, ανέλαβε πρόεδρος της Πολιτέκνικα Τιμισοάρα, μετονομάζοντάς την σε Πολιτέκνικα ΑΕΚ. Εκεί έμεινε για 3 χρόνια, με την Πολιτέκνικα να επαναφέρει το παλιό της όνομα, εξαλείφοντας το ΑΕΚ, μετά την φυγή του υψηλόσωμου Ρουμάνου.
12. Κώστας Καρτερουλιώτης
Γνωστός πλέον και ως Gus Kartes, o Κώστας Καρτερουλιώτης κατέχει ακόμα το ρεκόρ, του πιό νεαρού ποδοσφαιριστή που υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο σε ελληνική ομάδα. Εντάξει μπορεί να μην είναι ακριβώς ξένος, όμως είναι Ελληνοαμερικάνος, οπότε μπορούμε να τον χωρέσουμε σε αυτη τη λίστα.
Έφτασε στον Ολυμπιακό, το καλοκαίρι του 1997 και ενώ αρκετές ήταν οι ευρωπαϊκές ομαδες που είχαν ενδιαφερθεί για εκείνον, έπειτα από εμφανίσεις του σε τουρνουά νέων, που είχαν τραβήξει την προσοχή. Στον Ολυμπιακό αγωνίστηκε 3 φορές, χωρίς να δείξει κάτι ιδιαίτερο εξαγοράζοντας τον τελευταίο χρόνο του συμβολαίου του, το 2001, για να επιστρέψει στις ΗΠΑ.
Βρέθηκε για λίγο καιρό στην Τάμπα Μπέι Μιούτινι, όμως δεν κατάφερε να εντυπωσιάσει και έτσι στράφηκε στο ποδόσφαιρο σάλας, στο οποίο διέπρεπε μέχρι το 2006 με τους Σικάγο Στορμ, ομάδα που προπονούσε, ο μέντορας του Καρτερουλιώτη, Φρανκ Κλόπας. Οι εμφανίσεις του, στη σάλα, τον ενθάρρυναν να ξαναδοκιμάσει τις δυνατότητές του, στο MLS.
Δοκιμάστηκε σε κάποιες ομάδες, όμως δεν έπεισε και αναζητά ακόμα ομάδα, εκτός κι αν αποφάσισε να παρατήσει το ποδόσφαιρο, χωρίς να το ανακοινώσει, αν και ποτέ δεν είναι αργά για την "μεγάλη επιστροφή" ιδιαίτερα όταν είσαι μόλις 27 ετών, όπως ο Κώστας Καρτερουλιώτης σήμερα.
13. Φέλιξ Αμποάγκουε
Έφτασε στον Ολυμπιακό τη σεζόν, 98'-99' με το πρωσονύμιο "ζαρκάδι".Υποτίθεται ότι θα βοηθούσε στο Τσάμπιονς Λιγκ και ότι θα έκανε πράγματα και θαύματα στην Ελλάδα. Τουλάχιστον αυτά έλεγαν όσοι τον γνώριζαν από τη θητεία του στην Αλ Αχλί.
Με την αιγυπτιακή ομάδα είχε κατακτήσει πέντε πρωταθλήματα κι ένα κύπελλο Αιγύπτου, αλλά και το Αραβικό Κύπελλο (αντίστοιχο με το Κύπελλο UEFA). Ο Φέλιξ Αμποάγκουε, έπαιξε με τα ερυθρόλευκα 13 αγώνες συνολικά πετυχαίνοντας 1 τέρμα και το όνομά του έγινε συνώνυμο του "παλτού" στην πατρίδα μας.
Παρά ταύτα ο Γκανέζος συνέχισε το ταξίδι του στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, θα μπορούσαμε να πούμε μάλιστα με επιτυχία. Μετά το πέρασμά του από τα Αραβικά Εμιράτα και το Κατάρ, επέστρεψε στην Αίγυπτο και στη Ζάμαλεκ αυτή τη φορά, με την οποία μάλιστα κατέκτησε το Champions League της Αφρικής.
Όταν έφυγε και από εκεί το 2003, πέρασε για λίγο από Κουβέιτ και Κατάρ, φτάνοντας ακόμα και στην Ινδία κατακτώντας, μάλιστα, κάποιους τίτλους και εκεί. Το 2005 βρισκόταν σε ομάδα δεύτερης κατηγορίας του Βιετνάμ ενώ δύο χρόνια αργότερα πήγε στην Μουμπάι, ομάδα δεύτερης κατηγορίας της Ινδίας, από την οποία ομως έμεινε ελεύθερος πριν λίγο καιρό.
14. Αμαέκι Ότιτζι
Ο Νιγηριανός είναι ο μοναδικός από τους 24 ποδοσφαιριστές αυτής της λίστας που δεν βρίσκεται εν ζωή. Τα "μπλεξίματα" του εκλιπόντος ποδοσφαιριστή, με τα ναρκωτικά είχαν την χειρότερη κατάληξη που θα μπορούσαν, καθώς ο Αμαέκι Ότιτζι, τα Χριστούγεννα του 2004, σκοτώθηκε σε ανταλλαγή πυροβολισμών στην Κολομβία.
Ο Ότιτζι, στην εν Ελλάδει ποδοσφαιρική του καριέρα, πέρασε από Παναχαϊκή και Ιωνικό. Στην ομάδα της Πάτρας αγωνίστηκε από το 1990 μέχρι και τα μισά της σεζόν 1993-'94, πετυχαίνοντας με τη φανέλα της 45 τέρματα σε 105 συμμετοχές.
Μεταπήδησε στον Ιωνικό, όπου πρόλαβε να αγωνιστεί σχεδόν τρία χρόνια. Με την ομάδα της Νίκαιας πέτυχε 14 γκολ σε 62 συμμετοχές, πριν συλληφθεί για κατοχή 2,5 κιλών ηρωίνης, το 1997. Κάπου εκεί σταμάτησε και το ποδόσφαιρο για εκείνον, καθώς φαίνεται πως από εκεί και πέρα ασχολήθηκε με την εν τέλει... θανατηφόρα όσο και παράνομη έξη του.
Ο Αμαέκι Ότιτζι, πάντως ήταν ένας από τους πολύ αγαπημένους ποδοσφαιριστές στις εξέδρες των ελληνικών γηπέδων. Θεωρούταν μάλιστα στην εποχή του, από τους καλύτερους Αφρικάνους ποδοσφαιριστές που έπαιξαν μπάλα στη χώρα μας. Αξιοσημείωτη η ατάκα του Γιάννη Μπέζου, σε γνωστή σειρά: "...θλάση ο Ότιτζι"
15. Γκάμπριελ Άλβες
Ο Χούλιο Λοσάντα, είναι αυτός που τον πρότεινε στον Ολυμπιακό. Όταν στην Πλατεία Αλεξάνδρας είδαν τα πεπραγμένα της προηγούμενης του χρονιάς στη Νασιονάλ του Μοντεβιδέο, τον πήραν με κλειστά μάτια. Σε 34 συμμετοχές, 28 τέρματα δεν είναι και λίγα.
Όμως στην Ελλάδα, ο Γκάμπριελ Άλβες ή αλλιώς "γύπας" δεν είχε ανάλογη απόδοση. Μπορεί να φταίει πως βρέθηκε μακριά από το "Fan Club" του στην Ουρουγουάη, μπορεί οι φωτογραφήσεις στην πατρίδα μας. Ο Ουρουγουανός, τελικά, εβαλε 5 γκολ σε 31 συμμετοχές με τη φανέλα του Ολυμπιακού, σε διάστημα τριών χρόνων, όμως απέκτησε περισσότερα παραπανήσια κιλά και έφυγε ως αποτυχημένος το καλοκαίρι του 2003.
Όπως ήταν λογικό επέστρεψε στην πατρίδα του και στη Νασιονάλ, όπου είχε αφήσει καλή φήμη. Ο Ουρουγουανός βρήκε και πάλι τα... πατήματά του και ξεκίνησε να σκοράρει όπως και πριν. Το 2004 τον βρήκε στο Μεξικό και την Πατσούκα, ενώ το καλοκαίρι του 2005 επέστρεψε για μία ακόμη φορά στη Νασιονάλ. Λίγους μήνες μετά, μετακόμισε στην Μπέλα Βίστα με την οποία πραγματοποίησε αρκετά καλές εμφανίσεις, σύμφωνα τουλάχιστον με τα όσα μεταδίδονταν από την Λατινική Αμερική.
Το 2007 πήρε μετεγγραφή για την κολομβιανή Ζούνιορ, με την οποία συνέχισε να πετυχαίνει τέρματα αφειδώς. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουμε, είναι πως ο Ουρουγουανός, απλά δεν ταίριαζε στην νοοτροπία του Ολυμπιακού, καθώς όπου αλλού και αν πήγε επιβεβαίωσε την φήμη που τον ακολουθούσε και έλεγε πως προκειται για δεινό σκόρερ.
16. Ζόραν Ρίζνιτς
Ο Ζόραν Ρίζνιτς έφτασε στην χώρα μας, έπειτα από μια πολύ καλή χρονιά στον Ερυθρό Αστέρα, με τον οποίο κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημα (της διασπασμένης) Γιουγκοσλαβίας το 1994-1995, έχοντας στο ενεργητικό του 7 συμμετοχές και 2 τέρματα.
Στα τρία χρόνια που έμεινε στον ΟΦΗ, βοήθησε τους "μελανόλευκους" να διατηρηθούν για αρκετά χρόνια και υπό τις οδηγίες του Έγκεν Γκέραρντ, η καλύτερη επαρχιακή ομάδα στην Ελλάδα, ενώ αποτελούσε μέλος της και στην πολύ καλή πορεία στο Κύπελλο UEFA της περιόδου 1997-1998.
Μετά την φυγή του από τον ΟΦΗ πέρασε για δύο χρόνια και από την ΑΕΛ, η οποία την εποχή εκείνη βολόδερνε στη Β' Εθνική. Με τους "βυσσινί" πραγματοποίησε 38 συμμετοχές έχοντας ως απολογισμό 10 τέρματα, ενώ ο αντίστοιχος στον ΟΦΗ ήταν 16 τέρματα σε 65 αγώνες.
O Ρίζνιτς αν και φαινόταν αρκετά συμαζεμένος, είχε μονάχα ένα "χούι". Νυχτοπερπατούσε. Αυτό μερικές φορές του δημιούργησε προβλήματα, με τον Γκέραρντ, όμως τελικά οι δύο άντρες κατάφεραν να συμβιώσουν και να οδηγήσουν τον ΟΦΗ ψηλά. Στην συνέχεια ο Σέρβος αποφάσισε να ξαναγυρίσει στη πατρίδα του, όπου και αγωνίστηκε σε ερασιτεχνικές κυρίως ομάδες όπως η Παρτιζάν Ντρένοβα στην οποία και έκλεισε την καριέρα του, το 2006.
17. Νικολά Ντικουμέ
Ξεκίνησε την καριέρα του από την Κανόν Γιαουντέ, υπογράφοντας το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο το 1994. Τρία χρόνια αργότερα, τον ξετρύπωσαν τα "λαγωνικά" του Απόλλωνα και τον έφεραν στην Ριζούπολη, όπου και πραγματοποίησε αρκετά καλές συμμετοχές. Πέρασε άλλα 3 χρόνια στον Απόλλωνα και έφυγε έχοντας συμπληρώσει 90 συμμετοχές και 20 τέρματα με την ομάδα.
Επόμενος σταθμός του, η Ξάνθη, στην οποία όμως δεν έπιασε όσο θα ήθελε, ο Γιάννης Ματζουράκης, ο οποίος τον έφερε στην ομάδα. Πέρασε κάτι λιγότερο από δύο χρόνια στην ακριτική πόλη, παίρνοντας μέρος σε 32 αγώνες και σκοράροντας 3 μόλις φορές, ενώ στο δεύτερο μισό της 2ης χρονιάς παραχωρήθηκε στον Πανελευσινιακό, του οποίου τη φανέλα φόρεσε 9 φορές στη Β' Εθνική.
Ήταν φανερό πλέον, πως η καριέρα του ακολουθούσε φθίνουσα πορεία. Ο Ντικουμέ πέρασε τη σεζόν 2001-'02 στην Δόξα Κακοτοπιάς (23 συμμετοχές, 5 τέρματα) και την αμέσως επόμενη στον Εθνικό Άχνας (24 συμμετοχές, 4 τέρματα). Το καλοκαίρι του 2003 επέστρεψε στην Ελλάδα για χάρη του Πατραϊκού, με τον οποίο αγωνίστηκε 16 φορές πετυχαίνοντας 3 τέρματα, ενώ το 2004 τον βρήκε στη Νίκη Βόλου (26 συμμετοχές, 4 τέρματα).
Το περασμά του από την Νέα Ιωνία του Βόλου, ήταν και ο τελευταίος του σταθμός στην πατρίδα μας, καθώς το καλοκαίρι του 2005 επέστρεψε στην Κανόν Γιαουντέ, όπου και αγωνίζεται ακόμα στα 35 του. Στην Ελλάδα, έφερε και τον συγγενή του (αγνώστου βαθμού) Γκιγιόμ Ντικουμέ, ο οποίος αγωνίστηκε στην Δόξα Βύρωνα για σχεδόν 2 χρόνια.
18. Πάολο Αντριόλι
Γεννημένος στο Νέο Αμβούργο της Βραζιλίας, ο Πάολο Αντριόλι είχε όπως οι περισσότεροι Βραζιλιάνοι, τάσεις ναρκισσισμού σχετικά με τις ποδοσφαιρικές του ικανότητες. Όχι βέβαια πως δεν ήταν ένας πολύ καλός ποδοσφαιριστής.
Ξενιτεύτηξε από νωρίς για την Ευρώπη και την Ελβετική, Λουγκάνο, με την οποία κατέκτησε ένα Κύπελλο και αγωνίστηκε στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης, πριν αυτό καταργηθεί. Τη σεζόν 1996-1997, ο Γιάτσεκ Γκμοχ, τον έφερε στον Ιωνικό. Ο Βραζιλιάνος μαζί με τους Φρούσο, Μπρούστερ και Τσιαντάκη έφεραν τον Ιωνικό στα ψηλότερα επίπεδα της ιστορίας του.
Ο Αντριόλι αγωνίστηκε για κάτι περισσότερο από 2 χρόνια στην ομάδα της Νίκαιας από όπου και αποχώρησε για τον Άρη, με απολογισμό 68 αγώνες και 19 τέρματα. Στον Άρη σε 44 αγώνες πέτυχε 9 τέρματα. Είχε πολλά προβλήματα τραυματισμών και έπειτα από δύο χρόνια απομακρύνθηκε από το Χαριλάου.
Το 2001 επέστρεψε στην Βραζιλία και την Σάντα Κρουζ, όπου και σταμάτησε την καριέρα του στο τέλος της ίδιας χρονιάς, στα 33 του χρόνια. Στο πέρασμά του από την πατρίδα μας, κατάφερε να φέρει σε αντιδικία Ιωνικό και Άρη, για κάποια χρωστούμενα της ομάδας της συμπρωτεύουσας προς τους Νικαιώτες, τα οποία εξοφλήθηκαν αφού αυτοί αναγκάστηκαν να απευθυνθούν στην FIFA.
19. Έρβιν Λέμενς
Ο μοναδικός τερματοφύλακας της λίστας. Τερματοφύλακας, βέβαια, σύμφωνα με τις φήμες που κυκλοφόρησαν γύρω από το όνομά του. Γιατί με αυτά που έδειξε με τη φανέλα του Ολυμπιακού, μόνο για τέτοιος δεν έμοιαζε. Ο Βέλγος, ο οποίος πριν από τη δίχρονη θητεία του στον Ολυμπιακό αγωνιζόταν στις Σανταντέρ και Εσπανιόλ, έφτασε στην πατρίδα μας ως τρίτη επιλογή για τους "ερυθρόλευκους" πίσω από τους Νικοπολίδη και Μπούτινα. Όμως στην πραγματικότητα ούτε αυτό δεν κατάφερε να κάνει.
Οι περισσότεροι αναρωτήθηκαν "τι συμβαίνει;" όταν είδαν τον Έρβιν Λέμενς στη φιλική ήττα του Ολυμπιακού από τη Λίβερπουλ, τον Βέλγο πορτιέρο, να δέχεται δύο τέρματα, έχοντας βγει εκτός εστίας κυνηγώντας ποδοσφαιριστές της αντιπάλου για να τους κλέψει την μπάλα. Ακόμα πρέπει να ήταν ο πρώτος τερματοφύλακας που επιχείρησε σε φάουλ από το ημικύκλιο της περιοχής, επιχείρησε να σταθεί στη γραμμή της μικρής του περιοχής, δεχόμενος ένα ακόμα αστείο τέρμα.
Τα φιλικά προετοιμασίας στα οποία αγωνίστηκε, ήταν και οι μόνες φορές που τον είδαν εν δράσει οι φίλοι του Ολυμπιακού. Ο ίδιος αναρωτιόταν σε δηλώσεις του σε ξένα Μέσα "γιατί δεν παίζει;" Τελικώς, ο Ολυμπιακός κατάφερε να τον αποδεσμεύσει το καλοκαίρι του 2007 και ο Βέλγος συνέχισε την καριέρα του στην Βαλβάικ.
Στην Ολλανδία έμεινε για μία μόνο σεζόν, καθώς από πέρυσι επέστρεψε στην πατρίδα του και αγωνίζεται στη νεοφώτιστη στην πρώτη κατηγορία Ντέντερ. Αξιοσημείωτο το γεγονός πως ο Έρβιν Λέμενς, έχει φορέσει δύο φορές την φανέλα με το εθνόσημο του Βελγίου.
20. Αντρέι Γιουσκόβιακ
Ο Πολωνός επιθετικός ήρθε ως μεγάλο όνομα στην πατρίδα μας και τον Ολυμπιακό κάτι άλλωστε που απέδειξε και εντός γηπέδων. Τον απολαύσαμε μονάχα για ένα χρόνο καθώς στους "ερυθρόλευκους" αγωνίστηκε ως δανεικός από την Σπόρτινγκ Λισσαβόνας.
Στην σεζόν 1995-'96 την οποία πέρασε στον Πειραιά σκόραρε 12 τέρματα σε 25 αγώνες και έγινε ο αγαπημένος των "ερυθρόλευκων" οπαδών, όμως ο Μπάγεβιτς τον απέρριψε με το που ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Ολυμπιακού. Πέρασε τα επόμενα δύο χρόνια στην Μπορούσια του Μέχενγκλαντμπαχ (52 συμμετοχές, 12 τέρματα), ενώ για τα επόμενα 4 χρόνια αγωνιζόταν στην Βόλφσμπουργκ (108 συμμετοχές, 39 τέρματα).
Η σεζόν 2002-2003 τον βρήκε στην Κότμπους με την οποία σκόραρε 5 φορές σε 24 συμμετοχές, ενώ την επόμενη χρονιά έψαξε να βρει την τύχη του στο MLS και τους Μέτροσταρς, προσπάθεια όμως που στέφθηκε από αποτυχία, καθώς στην αμερικάνικη ομάδα αγωνίστηκε μόλις 5 φορές σημειώνοντας ένα μόλις τέρμα.
Το 2004 επέστρεψε στην Γερμανία, όμως αυτήν την φορά φόρεσε την φανέλα της Άουε με την οποία μέχρι το 2007 είχε 110 συμμετοχές και 33 τέρματα. Το καλοκαίρι έμεινε ελεύθερος και από τότε ψάχνει ομάδα. Έχει αγωνιστεί 39 φορές στην Εθνική Πολωνίας με απολογισμό 13 τέρματα. Ενώ με την Ολυμπιακή Ομάδα της χώρας του κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στο τουρνουά της Βαρκελώνης το 1992, κερδίζοντας μάλιστα τη θέση του πρώτου σκόρερ της διοργάνωσης.
21. Ιγκόρ Σιμπνιέφσκι
Ο Πολωνός χρειάστηκε μόλις τρία χρόνια στη Λοτζ για να κάνει το βήμα στην καριέρα του. Μπορεί βέβαια, η πρώτη του ομάδα στην Ελλάδα να ήταν η Καβάλα, όμως εκεί είχε παραχωρηθεί ως δανεικός από τον Παναθηναϊκό έπειτα από εισήγηση του Βασίλη Δανιήλ. Στην Καβάλα ο Ιγκόρ έμεινε έξι μήνες, φορώντας 18 φορές τη φανέλα της ομάδας σε επίσημο αγώνα, με απολογισμό 7 τέρματα.
Το δεύτερο μισό της σεζόν 1997-’98 το πέρασε στον Παναθηναϊκό, παίζοντας 8 παιχνίδια χωρίς να σκοράρει. Η επόμενη σεζόν ήταν και η καλύτερή του στην ομάδα. Σε 26 αγώνες πέτυχε 8 τέρματα και όλοι στην Παιανία πίστεψαν πως είχαν στα χέρια τους ένα τεράστιο ταλέντο. Και πράγματι είχαν, όμως ο Πολωνός άσος είχε άλλα σχέδια για την καριέρα του. Σε 26 παιχνίδια έπαιξε και τη σεζόν 1999-2000 πετυχαίνοντας αυτή τη φορά 6 τέρματα.
Το 2000-’01, ο Παναθηναϊκός είχε πλέον στον πάγκο του τον Άγγελο Αναστασιάδη. Ο Σιμπνιέφσκι στα μισά εκείνης της χρονιάς πρόλαβε να φορέσει 23 φορές τη φανέλα με το «τριφύλλι» και να σκοράρει 6 τέρματα. Όμως στη χειμερινή μεταγγραφική περίοδο παραχωρήθηκε δανεικός στον ΟΦΗ, όπου και τελείωσε τη χρονιά με 10 συμμετοχές και 1 τέρμα. Μετά το πέρασμά του από την Κρήτη, βρέθηκε για ένα εξάμηνο στην Βίσλα Κρακοβίας, όμως επέστρεψε και πάλι στην Ελλάδα και την Καλλιθέα, έπειτα από πρόταση του Γιόζεφ Βάντσικ. Στο «Ελ Πάσο» αγωνίστηκε τρεις φορές, χωρίς να πετύχει κάποιο τέρμα. Έμεινε ελεύθερος και συνέχισε την καριέρα του σε ομάδα της τρίτης κατηγορίας της Σουηδίας.
Μετά από περιπλανήσεις βρέθηκε στην Βίτσεφ Λοτζ, όμως εκεί τα προβλήματά του έγιναν περισσότερα από ποτέ. Ο Σιμπνιέφσκι έπινε και αυτό ήταν κοινό μυστικό. Εντοπίστηκε μάλιστα σε κάποιες φωτογραφίες, να κοιτάει την πρωινή προπόνηση από ένα δωμάτιο των εγκαταστάσεων της πολωνικής ομάδας, έχοντας στο χέρι μια μπύρα. Τελικά τον Μάρτη του 2008, κατηγορήθηκε για απόπειρες ανθρωποκτονιών και η φυλάκιση θεωρείται σχεδόν σίγουρη. Ο ίδιος στην απολογία του δηλώνει πως: «Όταν πίνω, δεν ξέρω τι κάνω»
22. Εμάνουελ Ολισαντέμπε
Στον Παναθηναϊκό τον… ερωτεύτηκαν, όταν τον είδαν να αγωνίζεται αντίπαλός τους, με την Πολόνια Βαρσοβίας στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ. Από τότε δεν τον ξέχασαν και στα μισά της ίδιας περιόδου, φόρεσε τα «πράσινα». Οι οπαδοί του «τριφυλλιού» έβλεπαν στο πρόσωπο του Νιγηριανοπολωνού, έναν νέο Βαζέχα. Ο Ολισαντέμπε φρόντισε να τους «εξιτάρει» ακόμα περισσότερο.
Στην πρώτη του χρονιά σκόραρε 4 φορές σε 9 συμμετοχές, ενώ την αμέσως επόμενη, έφτασε τα 12 σε 35 αγώνες. Το 2002-’03 παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με 13 τέρματα σε 30 αγώνες. Ο «Μανωλάκης» έγινε για δύο λόγους ο αγαπημένος της «πράσινης εξέδρας». Ο πρώτος ήταν πως όταν αγωνιζόταν κόντρα στον Ολυμπιακό «αφηνίαζε» και συνήθως πετύχαινε και γκολ. Ο δεύτερος ήταν η σεζόν 2003-’04, όταν με κορυφαίο τον Ολισαντέμπε, ο Παναθηναϊκός μετά από 10 χρόνια ανομβρίας κατέκτησε το νταμπλ, με τον Μανώλη να είναι μόνιμος σκόρερ στους τελευταίους τρείς αγώνες της ομάδας στο πρωτάθλημα.
Κάπου εκεί στον Παναθηναϊκό σκέφτηκαν πως θα πρέπει να τον πουλήσουν καθώς τον θεωρούσαν ένα σημαντικότατο περιουσιακό στοιχείο της ομάδας. Αυτό όμως δεν στάθηκε δυνατό. Η σεζόν 2004-’05 ήταν η χειρότερη για τον Ολισαντέμπε στο «τριφύλλι». Ο Πολωνός τραυματίστηκε και κατάφερε να αγωνιστεί σε 16 αγώνες σημειώνοντας μόλις 1 τέρμα. Στα μισά της επόμενης σεζόν έφυγε για την Πόρτσμουθ, όπου όμως η ζωή του έγινε ακόμη πιο δύσκολη. Στην Αγγλία πάτησε γήπεδο μόλις 2 φορές, χωρίς να πετύχει κάποιο τέρμα.
Επόμενος σταθμός του, η Ξάνθη στην οποία δεν κατάφερε να εντυπωσιάσει καθώς η καριέρα του πλέον συνέχιζε την φθίνουσα πορεία της. Στην «ακριτική» ομάδα, ο… Μανώλης έπαιξε 9 φορές χωρίς να σκοράρει και στο τέλος της σεζόν μετακόμισε στην Κύπρο και τον ΑΠΟΠ Κινύρα. Εκεί είχε 19 συμμετοχές και 6 τέρματα, ενώ στα μέσα της σεζόν αποχώρησε για να ψάξει την τύχη του στην Κίνα και την Χενάν Ζιανγιέ, με την οποία έχει πετύχει σε 3 συμμετοχές 2 τέρματα.
23. Ρασίντ Γιεκινί
Όταν έφτασε στην πατρίδα μας, τη σεζόν 1994-1995, ο Ρασιντ Γεκινί ήταν ίσως το πιο «hot» όνομα που θα αγωνιζόταν στο ελληνικό πρωτάθλημα. Οι φίλοι του Ολυμπιακού έβλεπαν στο πρόσωπό του, τον άνθρωπο που θα βγάλει την ομάδα, από τη μιζέρια των «πέτρινων χρόνων» όμως αυτό ποτέ δεν έγινε πραγματικότητα. Για την ακρίβεια, ο Νιγηριανός στράικερ, ο οποίος είχε διαπρέψει λίγους μήνες πριν στο Μουντιάλ, φόρεσε μόλις 4 φορές τη φανέλα με το «δαφνοστεφανωμένο» πετυχαίνοντας δύο τέρματα.
Αυτή ήταν η καριέρα του στον Ολυμπιακό και πως θα μπορούσε κανείς να το φανταστεί, όταν έβλεπε το βιογραφικό του στη Βιτόρια Σετουμπάλ 90 γκολ σε 104 συμμετοχές! Μετά τον Ολυμπιακό βρέθηκε στην Ισπανία και τη Σπόρτινγκ Χιχόν, αγωνιζόμενος με τη φανέλα της σε 14 αναμετρήσεις χωρίς να πετύχει κάποιο τέρμα.
Την χρονιά που ο Ολυμπιακός επέστρεφε στα πρωταθλήματα, ο Γιεκινί γύριζε στην Βιτόρια Σετουμπάλ χωρίς όμως την επιτυχία του παρελθόντος. Έκανε μία ακόμα καλή χρονιά στην καριέρα του, τη σεζόν 1997-’98 στην Ελβετία με τη Ζυρίχη (28 συμμετοχές και 14 γκολ) ενώ στη συνέχεια ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής προς τα πάτρια εδάφη.
Έπειτα από ένα πέρασμα στο Κατάρ, βρέθηκε και πάλι στην Νιγηρία και στην Ακτή Ελεφαντοστού. Μέχρι το 2005 έπαιζε στην Gataway FC, στην οποία και αποφάσισε να κρεμάσει μια για πάντα, τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. Στην Ελλάδα είχε έρθει 25 χρονών, ενώ σήμερα είναι 44! Μήπως κάτι σας φάνηκε παράξενο; Α, ναι από το 1995 δεν έχουν περάσει 19 χρόνια, αλλά 13. Αυτό βέβαια σημαίνει πως ο Γιεκινί ήρθε στην Ελλάδα στα 31 του…
24. Τζαφάρ Ιρισμέτοφ
Ξεκίνησε την καριέρα του από την Τασκένδη, λίγα χρόνια μετά τις ανατροπές στο σοσιαλιστικό μπλοκ, που σήμαναν και την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Ιρισμέτοφ σε 125 συμμετοχές με τις δύο ομάδες του στην Τασκένδη είχε πετύχει 81 τέρματα. Αυτό ήταν και το... διαβατήριό του βέβαια, για το μεγάλο βήμα προς τη Δύση. Έφτασε στον Παναθηναϊκό το 1998. Δεν ήξερε να συννενοείται σε καμία άλλη γλώσσα πλην την μητρικής του, κάτι που δεν τον έκανε ιδιαίτερα δημοφιλή στις τάξεις των συμπαικτών του.
Με τα "πράσινα" πρόλαβε να κάνει μόλις μία συμμετοχή και έφυγε κακήν κακώς και πάλι για την Τασκένδη. Αγωνίστηκε κατά σειρά στις Τσερνομόρετς, Ντιναμό Σαμαργκάντ, Τασκένδη, Μοζίρ, κερδίζοντας τη μεγάλη μετεγγραφή του 2001, για την Σπάρτακ Μόσχας. Ούτε κι εκεί κατάφερε να στεριώσει, ενώ δεν πέτυχε ούτε ένα τέρμα στις 8 συμμετοχές του.
Την επόμενη σεζόν βρέθηκε στη Άνζι Μαχακχάλα και ένα αργότερα στην Παχτακόρ. Βρήκε την "Ιθάκη" του στο Αλμάτι, στο οποίο αγωνίστηκε σε δύο ομάδες. Πρώτα στην Καϊράτ με την οποία σημείωσε 22 τέρματα σε 49 αγώνες και έπειτα στην Άλμάτι με την φανέλα της οποίας σκόραρε 34 φορές σε 52 αναμετρήσεις. Με την εθνική ομάδα της πατρίδας του έχει πετύχει 18 τέρματα σε 33 εμφανίσεις.
Από φέτος ανήκει στην Ακτόμπε. Είναι 31 ετών και έχει αναδειχτεί 3 φορές πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα του Ουζμπεκιστάν και 2 φορές σε εκείνο του Καζακστάν. Μπορεί στο ευρύτερο ποδοσφαιρικό κοινό να είναι άγνωστος, όμως στο πλαίσιο των χωρών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, πρόκειται για έναν πρώτης τάξεως ποδοσφαιριστή και αν μη τι άλλο, δεινό γκολτζή.