Τσέριν - Ντόι: Στον ουρανό τους έψαχναν Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός
Χαμηλό προφίλ ναι, αλλά αντιστρόφως ανάλογο της αξίας που έχουν ο Ανταμ Τσέριν και ο Ανδρέας Ντόι στις ενδεκάδες του Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού αντίστοιχα. Και η εκατέρωθεν επίδρασή τους, αν μη τι άλλο τους δίνει ξεχωριστό ρόλο στο ντέρμπι.
Στο ποδόσφαιρο (και όχι μόνο) μπορείς να ψάχνεις παντού, αναζητώντας εκλεκτούς. Μπορεί να (τους) τάζεις χρυσάφι ίσα με τα κιλά τους. Κανείς και τίποτα δεν εγγυάται πως θα βρεθεί ακριβώς ό,τι αναζητάς. Κανείς και τίποτα δεν εξασφαλίζει πως ακόμη και αν βρεθεί, αυτός που τελικά νομίζεις και πληρώσεις, θα είναι και αυτός που θέλεις, αυτό που θα κάνει τη δουλειά.
Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός κοντράρονται την Κυριακή (06/11, 19:30, COSMOTE Sport 1 και Live SPORT24) στο μεγαλύτερο ελληνικό ποδοσφαιρικό ντέρμπι. Στις ενδεκάδες τους, ο Ανταμ Τσέριν και ο Ανδρέας Ντόι. Ξεχωριστά, απτά παραδείγματα πως ενίοτε, συνήθως, συχνά – διαλέξτε ό,τι ταιριάζει - οι πολύτιμες λύσεις που αναζητούνται στο χορτάρι δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύονται ούτε από χρονοβόρες και διεξοδικές αναζητήσεις στα πέρα του κόσμου, αλλά ούτε από σειρά μηδενικών σε επιταγές.
Άνταμ Τσέριν
Τελευταία Κυριακή του Ιουνίου ήταν όταν έσκασε το μαντάτο πως ο Μιγιάτ Γκατσίνοβιτς τελικά όδευε προς ΑΕΚ. Η επιμονή του Παναθηναϊκού σε deal ανανέωσης δανεισμού του Σέρβου δεν είχε επιτυχία, ο τακτικισμός του ατζέντη του "Γκάτσι" λειτούργησε προς όφελος της Ένωσης (και δικό του προφανώς), με αποτέλεσμα οι πράσινοι σε μια θέση που είχε προσδιοριστεί πως ήταν επιβεβλημένη η ενίσχυση, ξεκινούσαν γράφοντας ζημιά. Και αγωνιστικά, και ποσοτικά και επικοινωνιακά.
Και η αλήθεια είναι πως όταν ακριβώς μια εβδομάδα αργότερα, στο πρώτο weekend του Ιουλίου πλέον, ήρθε ένα ακόμη μεταγραφικό χαμπέρι, πως δηλαδή οι Κυπελλούχοι έκλειναν τον Ανταμ Γκνέζντα Τσέριν, το επικοινωνιακό κομμάτι και ο αντίκτυπος που δημιουργήθηκε κάθε άλλο παρά απάλυνε αυτόν της απώλειας – και πόσο μάλλον για χάρη ενός άμεσου ανταγωνιστή – του Γκατσίνοβιτς.
Τότε βέβαια, τα ψιλά γράμματα, που πάντα πρέπει να διαβάζονται, αλλά συνήθως αγνοούνται, παραμερίστηκαν. Η σπουδή των πράσινων να αποκτήσουν τον Σλοβένο εκτιμήθηκε ως μια επιπόλαιη, βιαστική κίνηση – ουσιαστικά – συγκάλυψης. Τι κι αν ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς είχε δώσει δείγματα γραφής στον τρόπο που επιλέγει, αξιολογεί και εν τέλει προκρίνει και αποφασίζει για τους ποδοσφαιριστές που (θεωρεί πως) του κάνουν τη δουλειά;
Παραγνωρίστηκε πως για τη μεθοδολογία και τις συνήθειες του Σέρβου προπονητή, το deal για την αγορά του λεγάμενου έγινε όχι απλώς με διαδικασία fast track, αλλά με μία… κατεπείγοντως. Δεν τον ήξερε τον Σλοβένο ο Γιοβάνοβιτς, δεν τον είχε στις λίστες του ή στις αρχικές του (προ)επιλογές.
Από την στιγμή όμως που το όνομα του έπεσε στο τραπέζι του Παναθηναϊκού, δεν χρειάστηκαν παρά ελάχιστα εικοσιτετράωρα, ώστε να πάρει τις συστάσεις και τις εγγυήσεις που ήθελε και πάντα αναζητά (ειδικά για παίκτες που βγάζουν μεροκάματο στην περιοχή της πρώην Γιουγκοσλαβίας ο τεχνικός του Παναθηναϊκού έχει το δίκτυο και τον τρόπο να πληροφορείται – κυριολεκτικά – τα πάντα) και να τον φέρει στην Αθήνα.
Διάολε, αυτό και μόνο, κάτι (θα έπρεπε να) έλεγε. Αν όχι για την ποιότητα, τη δυναμική και την αξία του νιόφερτου, αλλά έστω για τη δυνατότητά του να καλύψει στο ακέραιο τα «θέλω» και τις απαιτήσεις του Γιοβάνοβιτς.
Δεν είπε. Άμεσα τουλάχιστον.
Η φωλιά στον Παναθηναϊκό
Ούτε και βοήθησε η παράθεση του – σύντομου είναι η αλήθεια – βιογραφικού του 23χρονου Τσέριν. Το 1,1 εκατομμύριο ευρώ που δαπάνησε η Νυρεμβέργη για να τον αγοράσει, 20 χρονών, από την άσημη Ντομζάλε, με μόλις δύο χρόνια επαγγελματισμού στα πόδια του, αντισταθμίστηκε από την αναιμική παρουσία του στη Γερμανία.
Οι πρωτόγνωρες συνθήκες που επέβαλλε η πανδημία, οι αλλαγές προπονητών στη Νυρεμβέργη, η μοναξιά - εν τη απουσία της κοπελιάς του και των δικών του ανθρώπων έμαθε να μαγειρεύει και βελτιώθηκε πολύ στην αγαπημένη του διαφυγή, τα video games - όλα τούτα, φυσιολογικά δεν ήταν σε καμία περίπτωση, για έναν πιτσιρικά που έκανε το επαγγελματικό step up μέσα σ’ έναν ανεπανάληπτο ιστορικά χαμό για τη σύγχρονη ανθρωπότητα και σίγουρα δεν (τον) βοήθησαν.
Και πάλι, δεν προσμετρήθηκαν. Και πως δηλαδή να γίνει, όταν στον χρόνο πάνω στη Νυρεμβέργη… επεστράφη στα Βαλκάνια, με διετή μάλιστα δανεισμό στη Ριέκα, έναντι buy out αρχικά 1,4 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο στη συνέχεια μειώθηκε στις 900.00. Στην Κροατία έπαιξε, μπήκε σταθερά στο κάδρο της εθνικής του ομάδας, αλλά και πάλι στις ευκαιριακές αξιολογήσεις, πισωγύρισμα θεωρήθηκε. Ούτε καν το λανσάρισμα στον Παναθηναϊκό ως ερχόμενος για παίκτης rotation συνέβαλλε ευμενώς.
Μέχρι να πατήσει χορτάρι. Πλέον, τέσσερις μήνες μετά, το scouting report που τον συνόδευσε αποδεικνύεται ασυνήθιστα ακριβές Ασταμάτητο τρέξιμο, δυνατό και καλοχτισμένο κορμί, καλή ματιά στο γήπεδο, διορατικότητα, ευχέρεια και άνεση στην εξεύρεση της καταλληλότερης λύσης, είτε ανασταλτικά είτε δημιουργικά, αρμονική και πλήρης κάλυψη του χώρου μεταξύ των δύο περιοχών, προσφέροντας τα απαιτούμενα ανάλογα με το σε ποια, κάθε φορά, βρίσκεται πιο κοντά.
Το πρώτο μέρος του επιθέτου του, Gnezda στην γλώσσα του σημαίνει φωλιές (Gnezdo είναι ο ενικός, η φωλιά). Μια τέτοια βρήκε στον Παναθηναϊκό. Υποδέχτηκε τους δύο συμπατριώτες του που δημιούργησαν την σλοβένικη παροικία και ο τρόπος που παρότι δεν γνώριζε – πέραν της συνύπαρξής τους με το εθνόσημο – τον Μπένγιαμιν Βέρμπιτς τον βοήθησε στις πρώτες του μέρες στην Αθήνα, φιλοξενώντας τον μέχρι να βρει το δικό του σπίτι, απολύτως ενδεικτικός και της προσωπικότητας του, που πια δεν μοιράζεται μόνο μεταξύ των πατριωτών του, αλλά όλων στα αποδυτήρια των πρωτοπόρων του πρωταθλήματος.
Γκολ και ασίστ του λείπουν, σύμφωνοι, αλλά αφενός είναι στοιχεία που δουλεύονται (από το πρώτο του προέρχεται την περασμένη εβδομάδα στον Βόλο) αφετέρου για δαύτα υπάρχουν άλλοι να τα προσφέρουν στο φετινό «τριφύλλι». Έτσι κι αλλιώς, πια, ήδη, ο ρόλος του, η χρησιμότητά του, δεν αμφισβητείται. Αναγνωρίζονται καθολικά.
Πόσο μάλλον συνυπολογίζοντας πως με την εξαίρεση του (όποιου βρεθεί στο αρχικό σχήμα την Κυριακή) δεξιού μπακ των πράσινων είναι ο χαμηλότερα αμειβόμενος, εισπράττοντας 300.000 ευρώ τον χρόνο. Για την αγορά του χρειάστηκαν άλλες 450.000 και ένα ποσοστό 10% από τα δικαιώματα του να κρατάει η Νυρεμβέργη.
Αθροιστικά δηλαδή λιγότερα απ’ όσα εισπράττει ετησίως στην ΑΕΚ ο Γκατσίνοβιτς. Προφανώς δεν είναι ίδιοι παίκτες, δεν κάνουν τα ίδια στο γήπεδο, πλέον όμως το μεγαλύτερο κατόρθωμα του Τσέριν είναι πως όχι απλώς επιβίωσε της – όποιας, αδόκιμης – σύγκρισης, αλλά την ξεπέρασε.
Ανδρέας Ντόι
Υπό φυσιολογικές συνθήκες ο Ανδρέας Ντόι σήμερα θα είχε επιστρέψει από το Ρέθυμνο μετά την πρεμιέρα του Ολυμπιακού Β’ στη Super League 2 κόντρα στην Επισκοπή. Χωρίς να ήταν και σίγουρο πως θα έπαιζε βασικός. Ενδεικτικό άλλωστε ότι πέρυσι, από τα 34 παιχνίδια της αναπτυξιακής ομάδας των ερυθρόλευκων, αγωνίστηκε στα 25, στα 14 εξ αυτών βασικός.
Τι όμως είναι φυσιολογικό στο ποδόσφαιρο; Και, ειδικά φέτος, τι έχει εξελιχθεί φυσιολογικά, ακόλουθα της επιτυχημένης συνταγής των τελευταίων χρόνων για τους πρωταθλητές Ελλάδας; Ακραίες οι καταστάσεις, ακραία και τα μέτρα. Κάπως έτσι σκέφτηκε ο Μίτσελ όταν παραμονές του παιχνιδιού με τον ΟΦΗ στο Ηράκλειο, έψαχνε να βρει κεντρικό αμυντικό και δεν έβλεπε δεύτερο διαθέσιμο.
Ο Σισέ προέρχονταν από τα όσα έγιναν την στιγμή της αντικατάστασής του στο παιχνίδι με την Καραμπάγκ. Ο Μπα και ο Ρέτσος ήταν τραυματίες. Ο μόνος καθαρόαιμος στόπερ ήταν ο Παπασταθόπουλο και ως παρτενέρ του τοποθετούνταν βάσει ρεπορτάζ ο Βρσάλικο ή (οπισθοχωρώντας) ο Εμβιλά.
Ο Κροάτης όμως αρρώστησε και ο Γάλλος δεν μετακινήθηκε. Ο λόγος ήταν ακριβώς η παρουσία του Ντόι, τον οποίο ο Μίτσελ τις προηγούμενες μέρες – και ελλείψει εναλλακτικών ακόμη και στο δίτερμα – είχε τσεκάρει στην καρδιά της άμυνας. Χωρίς να έχει παίξει ποτέ εκεί.
Έξι χρόνων ξεκίνησε το ποδόσφαιρο στον Ιάσωνα Λιοσίων. Μέχρι τα 14 που τον ανακάλυψε ο Ολυμπιακός στο κέντρο αγωνίζονταν. Λίγο στην αρχή ως δεκαράκι και όσο μεγάλωνε τόσο οπισθοχωρούσε, καταλήγοντας «εξάρι». Κλασικός, πατροπαράδοτος, «κόφτης», δυναμικός, επιβλητικός, με πνευμόνια και ανάπτυξη παράταιρη της ηλικίας του.
Τόσο μάλιστα είχε πρόωρα αντρέψει το σώμα του που από την αρχή της θητείας του στις ακαδημίες του Ολυμπιακού είχε εκτιμηθεί πως δύσκολα θα μπορούσε να βελτιωθεί περισσότερο και πως ίσως να είχε φτάσει, πριν καν το αγγίξει, το ταβάνι της εξέλιξής του. Δεν πτοήθηκε. Δεν θα μπορούσε.
Γέννημα θρέμμα Ελλάδας, από γονείς μετανάστες από την Αλβανία. Από το 1998 είχε έρθει εδώ ο πατέρας του, ο Ανέστης και με τη μητέρα του (το όνομα του αδερφού της, Ριχάρδος, είναι το δεύτερο που δόθηκε στον Ανδρέα) έφτιαξαν εδώ την οικογένειά τους, αντιμετωπίζοντας τις ίδιες δυσκολίες που κάθε ξενιτιά, απανταχού, κρύβει.
Καθημερινοί, βιοπαλαιστές, άνθρωποι. Κληροδότημα τους η μαχητικότητα, η επιμονή, ο σεβασμός, η ευγένεια, χαρακτηριστικά που διέκριναν τον 19χρονο στην πορεία του σε όλες – τελικά τις έβγαλε όλες… - ηλικιακές βαθμίδες των τμημάτων υποδομής του Ολυμπιακού.
Η κανονικότητα, πλέον, βρίσκεται στην άμυνα
Και τότε, παραμονές του παιχνιδιού στο Ηράκλειο, τον έφεραν στα πρόθυρα της πρώτης ομάδας. Και τότε, στο Ηράκλειο, του χάρισαν το ντεμπούτο του. Το αυτογκόλ με το οποίο το συνδύασε σε άλλες περιπτώσεις θα ήταν αρκετό για να μετατραπεί ακόμη και σε τερματικό σταθμό. Η στήριξη όμως, ανάλογη της πίστης.
Ο Μίτσελ τον προστάτευσε. Τον αντικατέστησε στο ημίχρονο χωρίς να τον κατηγορήσει. Το ίδιο και ο… καθοδηγητής του στο χορτάρι, ο Παπασταθοπουλος. Και αμέσως μετά, δείγμα εμπιστοσύνης, ο Ισπανός τον διατήρησε βασικό στην πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν. Τον στήριξε εμπράκτως. Στήριξε την επιλογή του, η οποία όσο περίεργη και αν έμοιαζε έδειχνε στο γήπεδο να βρίσκει λογική.
Ό,τι δεν έβρισκε η πανάκριβη άμυνα του Ολυμπιακού, ο μικρός έμοιαζε ικανός να το προσφέρει. «Ατάιστος», άνιωθος, χωρίς φόβο και χωρίς καλά καλά συναίσθηση της συγκυρίας, της ευθύνης και του κινδύνου, χωρίς να βαρύνει σε νου και πόδια η αλλαγή θέσης και ρόλου και η υιοθέτηση νέων άγνωστων, που με αυτή τη φανέλα, τη δεδομένη στιγμή, μπορούσαν (και όντως έκαναν) να λυγίσουν άλλους κι άλλους.
Ανταποκρίθηκε. Στάθηκε. Κερδίζοντας θέση, ρόλο, εκτίμηση. Χωρίς να νοιάζεται για το που παίζει. Αρκεί να παίζει. Αρκεί που παίζει. Από τη μια στιγμή στην άλλη. Με τη φανέλα της αγαπημένης του ομάδας (Μπαρτσελόνα και Λίβερπουλ αυτές που υποστηρίζει εκτός συνόρων).
Αυτός, που από τον περασμένο Φεβρουάριο οπότε και επέκτεινε το συμβόλαιό του ως το 2025, βρίσκεται μόλις στη δεύτερη βαθμίδα της προβλεπόμενης μισθολογικής εξέλιξης για τους προερχόμενους από την ακαδημία του Ολυμπιακού. Ούτε λόγος φυσικά πως από τους 43 που έχουν αγωνιστεί φέτος με τα ερυθρόλευκα είναι ο πιο χαμηλόμισθος.
Λογικά, δεν θα μείνει έτσι για πολύ. Η πρώτη ανταπόκριση έτσι κι αλλιώς ήρθε ήδη, με την κλήση από την εθνική Αλβανίας για τη συμμετοχή στα φιλικά που δίνει τούτες τις μέρες. Από κοινού με τον Ολυμπιακό η πρόκληση απορρίφθηκε. Και όχι μόνο λόγω των συλλογικών υποχρεώσεων που έδωσαν τη βάσιμη αιτιολόγηση για την απόρριψή της. Περήφανος για τις γονικές ρίζες, αλλά αφού εδώ γεννήθηκε, εδώ μεγάλωσε, εδώ παίζει, γιατί να μην σκεφτεί τη γαλανόλευκη ως μελλοντικό κομμάτι της καριέρας του.
Τέλη Νοεμβρίου, στο πρόγραμμα της Super League 2 είναι προγραμματισμένο παιχνίδι Ολυμπιακού Β’ – Ηλιούπολης. Τότε λοιπόν, υπό κανονικές συνθήκες, στη μάχη του κέντρου, θα κοντράρονταν με τον γεννημένο το 2005 αδερφό του, τον Κωνσταντίνο. Και αυτός αμυντικός χαφ, εντάχθηκε στην ομάδα της SL2 το περασμένο καλοκαίρι και αυτός προερχόμενος από τον Ιάσωνα Λιοσίων.
Ποιες κανονικές συνθήκες; Πλέον, η κανονικότητα για τον 19χρονο Ανδρέα Ντόι δεν βρίσκεται στο κέντρο του γηπέδου, αλλά στην καρδιά της άμυνας, εκεί που την Κυριακή θα συμμετάσχει στο πιο σημαντικό παιχνίδι της καριέρας του, το πρώτο του ντέρμπι αιωνίων.
Ως στόπερ.