Μια στάση εδώ και ένα ζεϊμπέκικο για τον Ντούσαν Ίβκοβιτς
Λάτρεψε την Ελλάδα, τον Δημήτρη Μητροπάνο και τον Ολυμπιακό τιμώντας ωστόσο με την παρουσία του, όλες τις ομάδες στις οποίες εργάστηκε. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς έφυγε στα 78 του χρόνια, μετά από μια ζωή γεμάτη μπάσκετ, νίκες, συγκρούσεις, θριάμβους και λύπες. Το παγκόσμιο μπάσκετ θρηνεί ένα πραγματικό μάγκα. Γράφει ο Γιάννης Φιλέρης
Τις τελευταίες ημέρες τα νέα από το Βελιγράδι δεν ήταν ευχάριστα. Οι φίλοι του Ντούσαν Ίβκοβιτς στην Ελλάδα, ανησυχούσαν για την κατάσταση της υγείας του. Κάποιοι, όπως ο Τίτος Κομνηνός και ο Τάκης Λιβιεράτος, ετοιμάζονταν να τον επισκεφθούν, εφόσον έβγαινε από το νοσοκομείο.
Δεν πρόλαβαν, γιατί ο Ντούντα, δεν μπόρεσε να γυρίσει σπίτι του. Στις 6:50 το πρωί, ώρα Βελιγραδίου, την Πέμπτη 16/9/2021, ο μεγάλος κόουτς άφηνε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 78 ετών. Οι κατεστραμμένοι πνεύμονες του (ίσως και από μια ασθένεια που του μετέδωσαν τα αγαπημένα του περιστέρια) δεν άντεξαν άλλο. Το προηγούμενο διάστημα είχε ταλαιπωρηθεί και από ένα επώδυνο έρπητα ζωστήρα, που είχε βγει στο κεφάλι του.
Ο κορυφαίος Ευρωπαίος προπονητής πέρασε στην αθανασία, αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο έργο και μια ανεπανάληπτη καριέρα, σχεδόν μισού αιώνα. Ο Ίβκοβιτς άρχισε να κοουτσάρει το 1968 στα τμήματα υποδομής της Ραντνίσκι και μέχρι το 2016, όταν αποχώρησε από την Εφές, είχε την ίδια ενέργεια, αποφασιστικότητα, διορατικότητα και όρεξη να δημιουργήσει στο μπάσκετ.
Κέρδισε τα πάντα και δεν είναι υπερβολή. Όσα τρόπαια μπορούσε να κατακτήσει ένας προπονητής τα κέρδισε με τις ομάδες του (ή την Εθνική Σερβίας, πρώην Γιουγκοσλαβίας). Του ξέφυγε μόνο το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο, το οποίο διεκδίκησε αλλά έχασε το 1988 από την Σοβιετική Ένωση, στη Σεούλ. Όλα τα υπόλοιπα σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο, περιήλθαν στην κατοχή του. Πραγματικός οδοστρωτήρας...
Το ελληνικό μπάσκετ του χρωστάει πάρα πολλά, αφού όπου εργάστηκε με τον ένα ή άλλο τρόπο έγραψε ιστορία, με το κεφάλαιο Ολυμπιακός να βρίσκεται ένα σκαλί πιο πάνω στην ιεράρχηση της καριέρας του. Τίμησε, ωστόσο, όλες τις ομάδες στις οποίες εργάστηκε προσφέροντας έργο, τίτλους και κυρίως μια τεχνογνωσία που ήταν σχεδόν άγνωστη στην Ελλάδα, ειδικά στα πρώτα του χρόνια με τον Άρη.
Του χρωστάμε πολλά, γιατί η χώρα μας έγινε η δεύτερη πατρίδα του κι εδώ πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, κάνοντας ισχυρές φιλίες και περνώντας ορισμένες από τις ωραιότερες στιγμές του.
Το ποιος ακριβώς ήταν ο Ίβκοβιτς, αρκεί να θυμίσουμε μια και μόνο δήλωσή του, όταν το καλοκαίρι του 2010 επέστρεφε στον Ολυμπιακό, μετά από μια 12ετία
"Όλα αυτά τα χρόνια ο Παναθηναϊκός ήταν πιο σταθερός και είχε ισχυρό προπονητικό τιμ. Τώρα, δεν θα' ναι έτσι και δεν θα έχει αυτό το πλεονέκτημα" είπε, ρίχνοντας ευθέως το γάντι στον μεγάλο αντίπαλό του, αλλά και τον κουμπάρο του, Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Η τεράστια εμπιστοσύνη στις ικανότητες του και στην ομάδα που πρώτα σχεδίαζε και εν συνεχεία την παρουσίαζε πάνω στο παρκέ ήταν το μεγαλύτερο προτέρημά του.
Δυο χρόνια μετά, ο Ολυμπιακός έφτανε στον θρίαμβο της Κωνσταντινούπολης, νικώντας στον τελικό με μια ανεπανάληπτη επιστροφή από το -19, αλλά και στην κατάκτηση του πρωταθλήματος μετά από 15 χρόνια. Ίσως μέσα του ο Ίβκοβιτς να μην είχε αποδεχθεί ποτέ πως η ομάδα του 97, που είχε κερδίσει τα πάντα, καταβαραθρώθηκε την επόμενη σεζόν (ανοίγοντας ουσιαστικά το δρόμο στην "πράσινη" κυριαρχία που ακολούθησε) και ήθελε να πάρει τις δικές του ρεβάνς.
Όταν μετά τον τελευταίο τελικό (του 2012) σήκωνε το βαρύτιμο τρόπαιο του πρωταθλητή Ελλάδας, έλαμπε από χαρά, σα να είχε ολοκληρώσει ένα έργο ζωής. Τόσο ευτυχισμένο είχαμε να τον δούμε από το Ευρωμπάσκετ του 2009, όταν σε ένα αντίστοιχο άθλο, έβγαζε την Εθνική Σερβίας από την αφάνεια και την οδηγούσε ξανά στη λεωφόρο της δόξας, φτάνοντας μέχρι τον τελικό και την κατάκτηση του αργυρού μεταλλίου.
Εκεί είχε κάνει τα πάντα. Ένα πρωί μπήκε στα γραφεία της ρημαγμένης σέρβικης ομοσπονδίας, στην οποία δεν λειτουργούσαν καν τα τηλέφωνα, αναδιοργάνωσε εξαρχής τη λειτουργία της με όρους και κανόνες, αναλαμβάνοντας και την Εθνική Ομάδα, όταν δεν την ήθελε κανείς. Οι Σέρβοι είχαν αποτύχει παταγωδώς το 2005, μέσα στο σπίτι τους (στον θρίαμβο της Ελλάδας), μένοντας εκτός οκτάδας, ενώ ακόμα χειρότερα είχαν πάει το 2007 στην Ισπανία, όταν δεν έκαναν καν νίκη και με 0-3 αποχώρησαν ντροπιασμένοι από την πρώτη φάση.
Με τον Ίβκοβιτς στο τιμόνι, το σέρβικο μπάσκετ ξανάγινε υπολογίσιμο, οριοθετώντας ουσιαστικά ένα νέο ξεκίνημα σχεδόν μια δεκαετία μετά τη διάλυση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας.
"Εγώ είμαι εδώ..."
Ναι, ο Ολυμπιακός του 2012 και η Σερβία του 2009, ίσως είναι τα προπονητικά αριστουργήματά του, ωστόσο, όπου κι αν πήγε, όπου κι αν δούλεψε ο Ντούντα, άφησε έργο, έβγαλε παίκτες και κυρίως οι ομάδες του έπαιξαν σπουδαίο μπάσκετ. Ακόμη και μέσα από τις συγκρούσεις του, τις οποίες πολλές φορές ο ίδιος επιδίωκε, ο Ίβκοβιτς κατάφερνε να κερδίζει και να παίρνει το αποτέλεσμα που ήθελε.
Ο Ντούντα που δούλεψε με τα μεγαλύτερα αστέρια του γιουγκοσλάβικου μπάσκετ (είτε στην Παρτιζάν του 1979, όταν χάρη στο δίδυμο Κιτσάνοβιτς-Νταλιμπάγκιτς, πήρε το πρώτο τριπλ-κράουν της καριέρας του κερδίζοντας το νταμπλ στη Γιουγκοσλαβίας και το Κύπελλο Κόρατς, είτε στην Εθνική Ομάδα όταν ακόμη οι γειτονικές χώρες ήταν ενωμένες) δεν έλεγε όχι σε προκλήσεις όπως ο Πανιώνιος της διετίας 1994-96. Στο τέλος εκείνης της θητείας οι Νεοσμυρνιώτες, έπαιρναν το εισιτήριο για την Ευρωλίγκα (κερδίζοντας τον ΠΑΟΚ στον μικρό τελικό και χάνοντας στις λεπτομέρειες την πρόκρισή τους στον τελικό, από τον πρωταθλητή Ευρώπης Παναθηναϊκό με 2-1).
Ο ΠΑΟΚ της διετίας 1991-93 με τον Ίβκοβιτς στο τιμόνι, ήταν μια από τις κορυφαίες ελληνικές ομάδες που είδαμε ποτέ κι ας έχασε μέσα από τα χέρια του την πρόκριση στον τελικό του φάιναλ-φορ της Αθήνας. Μια τέτοια ομάδα ήταν και η ΤΣΣΚΑ Μόσχας, την οποία αναγέννησε επί της ουσίας την τριετία 2002-05, έκανε ένα τρομερό 45-0 τη σεζόν 2004-05, αλλά έχασε στον ημιτελικό του φάιναλ-φορ από την Τάου, μέσα στη Μόσχα!
Μόνος εναντίον όλων...
Ο Ίβκοβιτς δεν ήταν εύκολος άνθρωπος. Δεν εμπιστευόταν εύκολα κάποιον, αλλά όταν το' κανε δεν άλλαζε ποτέ γνώμη. Έδινε τα πάντα για τους φίλους του. Έμοιαζε και ήταν σκληρός, γιατί μεγάλωσε σε μια γειτονία που όπως ο ίδιος έχει εκμυστηρευτεί έπαιζε κάθε μέρα μπουνιές με τους συνομήλικους ή και τους μεγαλύτερους του ακόμη (σ.σ τα χέρια του είχαν μια αφύσικη, τρομακτική δύναμη). "Μάγκας" με όλη τη σημασία της λέξης, ίσως γι αυτό του άρεσε τόσο πολύ ο Δημήτρης Μητροπάνος, τα τραγούδια του οποίου τα άκουγε και δάκρυζε
Δύσκολα άλλαζε και γνώμη. Αν έβαζε κάποιον στο μάτι δεν υπήρχε περίπτωση να ... τον ξεβγάλει. Τα Χριστούγεννα του 1996, όταν ο Ολυμπιακός με δική του πρωτοβουλία πήγε στο τουρνουά της Ρεάλ (σε μια προσπάθεια να βρει τις αιτίες των κακών εμφανίσεων και να ξαναγίνει ομάδα) αποφάσισε να διώξει τον Γουίλι Άντερσον. Όταν ο Αμερικανός που είχε ταξιδέψει μόνος του για τη Μαδρίτη, εμφανίστηκε με ένα παιδί στην αγκαλιά, ο Ίβκοβιτς δεν ... συγκινήθηκε. Έσκυψε προς το πλευρό του Τάκη Λιβιεράτου (τζένεραλ μάνατζερ του Ολυμπιακού) και του είπε: "Μπρε Τάκη, πες του να φύγει, όπως ήρθε. Μην το δω άλλο στο ξενοδοχείο. Αν δεν φύγει αυτός, θα φύγεις εσύ..."
Παίζοντας ξύλο με τους μεγαλύτερους του, συνήθιζε να είναι ένας εναντίον όλων. Όπως σε εκείνη τη σειρά των ημιτελικών με τον Παναθηναϊκό το 1996, που πλακώθηκε σχεδόν με όλη την εξέδρα του Παναθηναϊκού, αν και το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι σήμαινε να τα βάζεις μαζί του ήταν η πρώτη του χρονιά στον Ολυμπιακό.
Το λέγαμε και στην εκπομπή του Παντελή Διαμαντόπουλου show must go on, ότι κανείς άλλος πλην του Ντούσαν Ίβκοβιτς δεν θα μπορούσε να καταφέρει ό,τι αυτός: Να τιθασεύσει μια τεράστια μερίδα του κόσμου της ομάδας που έπινε νερό στο όνομα του Γιάννη Ιωαννίδη, να προσπεράσει τα ανεπιτυχή αποτελέσματα στο πρώτο μισό (διορθώνοντας και τις δικές του ανορθογραφίες), να δώσει απαντήσεις στον ίδιο τον δύστροπο και λίαν επικριτικό Τύπο της εποχής και στο τέλος να θριαμβεύσει κερδίζοντας τα πάντα.
Σφίγγοντας λίγο τη γραβάτα του, φτιάχνοντας το προσεγμένο του μαλλί και με τη βαριά φωνή του, να λέει "Παρακαλώ τώρα αγκάπη μου..."
Ντούσαν Ίβκοβιτς - Η τελευταία συνέντευξη της ζωής του
Ο μεγάλος Ντούσαν Ίβκοβιτς μίλησε αποκλειστικά στο SPORT24 και έδωσε την τελευταία συνέντευξη της ζωής του. Μίλησε για όλους και για όλα. Από το πως ήρθε στην Ελλάδα, την πρόταση του Σωκράτη Κόκκαλη, την ΤΣΣΚΑ και το “όχι” στους Ντένβερ Νάγκετς μέχρι και τον τελικό της Πόλης.