Mike Krzyzewski: Ο προπονητής των χιλίων νικών
Από το βράδυ της Κυριακής (26/1) ο Mike Krzyzewski έχει μπει στο πάνθεον του κολεγιακού -και όχι μόνο- μπάσκετ, αφού έφτασε τις χίλιες νίκες στην καριέρα του. Το Sport24.gr παρουσιάζει τη διαδρομή του "Coach K" από το Chicago μέχρι το Duke και από τη Στρατιωτική Ακαδημία μέχρι την ήττα από την Ελλάδα, στο Μουντομπάσκετ της Ιαπωνίας.
Πόσο χρειάζεται ένας προπονητής για να φτάσει τις 1.000 νίκες στην καριέρα του; Η καταμέτρηση δείχνει ότι 14.299 ημέρες είναι αρκετές. Ή, αλλιώς, 39 χρόνια, 1 μήνας και 27 ημέρες. Αρκεί να είσαι ο Mike Krzyzewski. Ήταν 28 Νοεμβρίου 1975 όταν πήρε την πρώτη του νίκη ως head coach. Η ομάδα του στρατού (Army) κέρδισε το Lehigh με 56-29, σε έναν αγώνα που ουδείς έδωσε σημασία. Τότε, γιατί από χθες το βράδυ οι παλιοί τον ανακαλούν στη μνήμη τους, ενώ οι νεότεροι ψάχνουν να μάθουν τα πάντα γύρω από αυτόν.
Γυρνώντας λοιπόν πίσω τον χρόνο, ανακαλύπτει κανείς πως απέναντί του είχε τον Brian Hill. Άγνωστος τότε, αλλά... διάσημος στην πορεία της καριέρας του. Είναι, βλέπετε, ο προπονητής που οδήγησε τους Orlando Magic στους τελικούς του ΝΒΑ το 1995, με ηγέτη τον Shaquille O'Neal.
Ο εν λόγω προπονητής πέτυχε περίπου τριακόσιες νίκες στην καριέρα του στο ΝΒΑ (298 για την ακρίβεια), αλλά η ιστορία απέδειξε πως άλλος επρόκειτο να γίνει "μεγάλο όνομα". Ο νικητής εκείνης της αναμέτρησης, και όχι ο ηττημένος.
Το Sport24.gr παρουσιάζει τα κεφάλαια της ζωής του Mike Krzyzewski, που έγινε ο πρώτος προπονητής στην ιστορία του κολεγιακού πρωταθλήματος που "σπάει" το φράγμα των 1.000 νικών στην καριέρα του. Αφού άφησε πίσω του τον Bobby Knight στις 15 Νοεμβρίου 2011, βραδιά που πέτυχε την υπ' αριθμόν 903 νίκη του, ήρθε η ώρα να "γράψει ιστορία" για ακόμα μία φορά. Με ακόμη μεγαλύτερο αντίκτυπο, αυτή τη φορά.
Κι αν οι 1.000 νίκες δεν λένε -σε κάποιους- πολλά, τα λόγια του Mark Emmert (Πρόεδρος του NCAA) αρκούν:
Ο Mike Krzyzewski έχει περάσει όλη την καριέρα του μαθαίνοντας στους νέους την επιτυχία εντός κι εκτός παρκέ. Συγχαρητήρια στον "Coach Κ" για τη 1.000ή νίκη της καριέρας του. Πρόκειται για ένα ιστορικό επίτευγμα που αποδεικνύει πόσο σημαντικός είναι ως προπονητής, ως δάσκαλος και ως μέντορας.
Ο Mike Krzyzewski των 4 τίτλων στο NCAA, των 11 Final Four σε March Madness, των 13 τίτλων στην ACC (περιφέρεια που αγωνίζεται το Duke), των 2 τίτλων ως κορυφαίου προπονητή της χρονιάς, των 3 τίτλων ως κορυφαίου προπονητή σε κολεγιακή ομάδα, των 4 χρυσών μεταλλίων σε Ολυμπιακούς Αγώνες και Μουντομπάσκετ, δεν είναι απλά ένας προπονητής. Είναι κάτι παραπάνω...
Τα πρώτα χρόνια
Η ιστορία του Mike Krzyzewski ξεκίνησε στις 13 Φεβρουαρίου 1937, όταν η Emily Krzyzewski τον έφερε στη ζωή, στο Chicago. Έχοντας ρίζες από το Pittsburgh, ενώ έχει καταγωγή από την Πολωνία, μιας και οι παππούδες του ήταν μετανάστες. Επισκεπτόταν τον τόπο των προγόνων του για αρκετά χρόνια, με τον ίδιο να λέει " πως τέτοιου είδους ταξίδια γίνονται για να σου μαθαίνουν από που προέρχεσαι και να είσαι περήφανος για τον τόπο σου".
Μέσα σε όλα όμως είχε να αντιμετωπίσει την προκατάληψη του πατέρα του, William. Ο μπαμπάς Krzyzewski δεν ήθελε να χρησιμοποιεί αυτό το επώνυμο, ώστε ο γιος του να μην αντιμετωπίζεται μειονεκτικά, ως Πολωνός μετανάστης. Ο Mike ουδέποτε είχε θέμα με αυτό. Ήταν περήφανος για την καταγωγή και τις ρίζες του. Και το τόνιζε σε κάθε ευκαιρία.
Στο πέρασμα των χρόνων, η πρόθεση του ήταν σαφής. Ήθελε να μπει στον στρατό. Ενδεχομένως αυτό να μην ήταν το νόημα των λεγομένων της μητέρας του την πρώτη μέρα που θα πήγαινε στο Γυμνάσιο (" να προσέχεις να πάρεις το σωστό λεωφορείο. Και δεν μιλάω γι αυτό που θα σε πάει στο σχολείο, αλλά γι αυτό της ζωής σου. Πρόσεχε να μπεις στο λεωφορείο που θα σε πάει στη σωστή κατεύθυνση").
Ο στρατός
Αυτό που ήταν εμφανές από νωρίς, ήταν πως του άρεσε η πειθαρχία. Σε όλες τις εκφάνσεις της. Από εκείνο το σημείο μέχρι να επιλέξει τη Στρατιωτική Ακαδημία των ΗΠΑ υπήρχε όμως μεγάλη απόσταση. Τεράστια, για την ακρίβεια. Η διστακτικότητα που τον χαρακτήριζε ήταν τόσο έντονη που ούτε οι γονείς του μπορούσαν να τον πείσουν για το επόμενο (μεγάλο) βήμα της ζωής του.
Ο άνθρωπος που τον ώθησε στην Στρατιωτική Ακαδημία δεν ήταν κάποιος συγγενής του. Ήταν ένας καθηγητής γεωμετρίας. Ο Francis Rog, με τον οποίο ακόμη και σήμερα διατηρούν επαφή. Πρόκειται για τον πιο απαιτητικό και δύστροπο καθηγητή που συνάντησε ποτέ του. Αυτό που είχε σημασία όμως είναι ότι μπορούσε να τον επηρεάσει και να τον συμβουλεύσει.
Η σχέση τους δεν περιοριζόταν μόνο σε αυτά. Ήταν πολλά περισσότερα. Σε τέτοιο βαθμό που όποτε αδυνατούσε να είναι κοντά στα γενέθλιά του, ο Mike Krzyzewski απολογούταν. Από την άλλη, προσπαθεί να τον επισκέπτεται στο γηροκομείο που βρίσκεται τα τελευταία χρόνια. Του στέλνει και δώρα, τα οποία " δείχνουν τον σεβασμό που υπάρχει ανάμεσά μας. Δεν είμαι οπαδός του Duke ή του μπάσκετ, αλλά του προπονητή που καθοδηγεί ένα ολόκληρο κολέγιο και δίνει κατευθύνσεις σε νέους ανθρώπους, όπως έκανα εγώ", επισημαίνει ο Francis Rog.
Η γυναίκα της ζωής του
Τη σύζυγό του, Carol "Mickie" Marsh τη γνώρισε στα φοιτητικά του χρόνια. Κι είχαν τέτοιο "δέσιμο" που ούτε η αλλόκοτη συμπεριφορά του μπορούσε να χαλάσει. Όπως ένα βράδυ που -ούτε λίγο ούτε πολύ- παραδέχθηκε πως η έξοδος μαζί της δεν ήταν η πρώτη του επιλογή. Προτιμούσε να δει έναν φιλικό (!) αγώνα των Chicago Bears.
" Έρχεται να με πάρει από το σπίτι και μου λέει ότι δεν είμαι η πρώτη του επιλογή για εκείνο το βράδυ. Το διανοείστε; Ήμουν τόσο εκνευρισμένη! Πως μπορεί να μην είμαι η πρώτη του επιλογή. Έλεγε όλη την ώρα ασυναρτησίες", θυμάται η -μετέπειτα- γυναίκα του.
Η αγάπη που τους δένει είναι μεγάλη. Σε τέτοιο βαθμό που τον Ιούνιο του 2004 (όταν γιόρταζαν την 35η επέτειό τους), αποφάσισαν να ανανεώσουν τους όρκους τους, στην εκκλησία που βρίσκεται στο Duke. Παρουσία των τριών κορών του (Debbie, Lindy, Jamie) και των περισσότερων εκ των πέντε εγγονών του.
Η πρώτη του δουλειά
Πέντε χρόνια αφότου αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Ακαδημία είπε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στην προπονητική. Ξεκίνησε να εργάζεται ως assistant coach στην περίφημη ομάδα των Indiana Hoosiers (το 1974), υπό την καθοδήγηση του Bobby Knight. Για λογαριασμό του οποίου έπαιξε στο Army, από το 1966 έως το 1969.
Πλέον όμως ο ρόλος τους θα ήταν διαφορετικός. Θα άφηναν αυτό του προπονητή - παίκτη και θα καταπιάνονταν με αυτόν του προπονητή και του βοηθού. Κάτι πρωτόγνωρο για τους δύο άνδρες, αλλά με σπουδαία επιρροή στην καριέρα του Mike Krzyzewski. Από εκεί πήρε το έναυσμα να ασχοληθεί επαγγελματικά με την προπονητική
Η βραδιά που άρχισαν όλα
Το βράδυ της 28ης Νοεμβρίου 1975, το Army υποδεχόταν το Lehigh, σε ένα μάλλον αδιάφορο παιχνίδι. Ποιος ασχολιόταν άλλωστε με δύο ομάδες που δεν είχαν μεγάλη παράδοση στο μπάσκετ ή κάτι σπουδαίο να παρουσιάσουν ως έργο. Γι αυτό το τελικό +27 (56-29) της νίκης των "Black Knights" πέρασε "στα ψιλά". Για τους περισσότερους. Γιατί για κάποιους άλλους ήταν η αρχή των... βασάνων τους.
Ο Joe Barto (φόργουορντ) και ο Paul Aiello (φόργουορντ) ήταν δύο εξ αυτών. "Αυτή είναι η καλύτερη επιλογή που έκανες στην καριέρα σου", είχε πει ο Mike Krzyzewski στον πρώτο, όταν αποφάσισε να παίξει για λογαριασμό του στο NCAA. Μόνο που δεν το κατάλαβε άμεσα. Για την ακρίβεια χρειάστηκε να περάσουν πολλά, πάρα πολλά χρόνια για να συνειδητοποιήσει τί σήμαιναν τα λόγια του.
Στα τέσσερα χρόνια που συνυπήρξαμε, σκεφτόμουν διαρκώς ότι έκανα την χειρότερη επιλογή της ζωής μου", παραδέχεται ο Joe Barto ανακαλώντας στη μνήμη του την τετραετία που αγωνίστηκε υπό τις οδηγίες του. Ο λόγος; Οι σκληρές προπονήσεις και η ένταση που... του άρεσε. " Ήταν σπάνιες οι φορές που μίλαγες μαζί του και δεν έλεγε κάποια βρισιά", θυμάται.
Στα δικά του λόγια έρχονται να προστεθούν οι θύμησες του Paul Aiello, ο οποίος ήταν η αλλαγή του στην ομάδα. Τι είπε; " Από την πρώτη στιγμή που τον συναντούσες, αντιλαμβανόσουν ότι όλα ήταν business γι αυτόν. Η προπόνησή του ήταν απίστευτη, με μεγάλη έμφαση στην άμυνα. Οι πρώτες δύο εβδομάδες της προετοιμασίας περιελάμβαναν μόνο ασκήσεις μισού γηπέδου και block out. Έπρεπε να περιμένουμε μέχρι την τρίτη εβδομάδα για να παίξουμε διπλό".
Κι η αλήθεια είναι ότι η αφοσίωσή του στην αμυντική τακτική ήταν τέτοια που δεν του επέτρεπε να πάει... στην τύχη σε οποιοδήποτε παιχνίδι. Ακόμα και σε αυτό με το Lehigh είχε κάνει αναλυτικό scouting. Είχε αναλύσει τα plays των αντιπάλων, είχε βρει το μυστικό για να τους περιορίσει.
Το πρώτο πράγμα που έγραψε στο πινακάκι του δεν ήταν κάποιο σύστημα. Ούτε μία επιθετική τακτική. Ήταν το match up των μαρκαρισμάτων. Ποιος θα μάρκαρε ποιον. Αυτό τον ενδιέφερε πρωτίστως. Η επίθεση ακολουθούσε. Υποστήριζε από πολύ νωρίς το δόγμα " εν αρχή ην η άμυνα". Και η ιστορία τον δικαίωσε.
Η δουλειά του στο Army φάνηκε από την πρώτη στιγμή. Η ομάδα που είχε μόλις τρεις (3) νίκες την περασμένη σεζόν, πέτυχε έντεκα (11) με το "καλημέρα" του Mike Krzyzewski. Κι αμέσως μετά ήρθαν οι είκοσι (20) και οι δεκαεννιά (19). Είχε αλλάξει την ιστορία του κολεγίου. Εν συνεχεία, άλλαξε την ιστορία ολόκληρου του κολεγιακού μπάσκετ.
Το Duke και η πορεία σαράντα -περίπου- ετών
Το καλοκαίρι του 1980 βρήκε μπροστά του μία μεγάλη (τεράστια) προοπτική. Αυτή της ανάληψης των καθηκόντων του head coach του Duke. Ενός κολεγίου που είχε από πριν καλό όνομα, αλλά επρόκειτο να το "απογειώσει" στα χρόνια που ακολούθησαν.
Αποτέλεσμα αυτού ήταν να δημιουργηθεί τάση στο εσωτερικό του κολεγίου που ήθελε την αποπομπή του. Δεν επρόκειτο για μυστικό. Ήταν δεδηλωμένη η επιθυμία πολλών φοιτητών να τον δουν να αποχωρεί από τον πάγκο της ομάδας. Με τη δυσπιστία να τον συντροφεύει από την πρώτη σχεδόν ημέρα που πάτησε το πόδι του στο Durham (βλ. το σχετικό άρθρο από την εφημερίδα του κολεγίου), έπρεπε να κάνει κάτι πολύ μεγάλο για να ανατρέψει τα δεδομένα.
Ο Jay Bilas (παίκτης του Duke στα πρώτα χρόνια του Mike Krzyzewski εκεί) θυμάται πως " δεν ήταν πολύ ευχάριστα εκείνα τα χρόνια. Υπήρχε μεγάλη δυσπιστία για το πρόγραμμα και τάση που ζητούσε την παραίτηση του κόουτς". Ό,τι κι αν λεγόταν, ή υποστηριζόταν από τον κόσμο, σημασία είχε τί έλεγε ο Tom Butters, που εκείνη την περίοδο ήταν ο Αθλητικός Διευθυντής του κολεγίου.
Κι αυτός ούτε που σκεφτόταν να πει "αντίο" στον "Coach K". Η σιγουριά για την επιλογή του ήταν τέτοια που πάνω στο σημείο της απόλυτης... απαξίωσης φρόντισε να δείξει την απάθειά του σε ό,τι λεγόταν προσφέροντάς του νέο πενταετές συμβόλαιο συνεργασίας. Κόντρα σε όλους και σε όλα.
Και εκ των υστέρων δικαιώθηκε. Οι αριθμοί (που θα είδαμε και στην αρχή) αυτό δείχνουν. Το ίδιο και η ιστορία...
Σε όλη αυτή την κοινή διαδρομή του Duke με τον Mike Krzyzewski, δεν είναι λίγοι οι παίκτες που φόρεσαν τη φανέλα των "Blue Devils" πριν γίνουν σούπερ σταρ του ΝΒΑ (ή της Ευρώπης, όπως ο DeMarcus Nelson). Χαρακτηριστικά θα αναφέρουμε τον Danny Ferry, τον Christian Laettner, τον Elton Brand, τον Shane Battier, τον Grant Hill, τον Jason Williams, τον DeMarcus Nelson (του Παναθηναϊκού), τον Jabari Parker, τον Kyrie Irving, τον Carlos Boozer, τον Mike Dunleavy Jr., τον Luol Deng κ.ά.
Η Team USA και το ελληνικό "μάθημα"
Όλα όσα έκανε με το Duke στο πέρασμα των χρόνων των χρόνων τον έφεραν στον πάγκο της Team USA. Ήταν ο άνθρωπος που ανέλαβε να "χτίσει" την επόμενη Εθνική ομάδα των ΗΠΑ, που προερχόταν από διαδοχικές αποτυχίες σε Ινδιανάπολη (2002) και Αθήνα (2004). Κι όμως, η πρώτη του απόπειρα ήταν εξίσου... αποτυχημένη.
Αιτία το γεγονός πως στα ημιτελικά του Μουντομπάσκετ της Ιαπωνίας βρήκε απέναντί του τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Το πιο σημαντικό παιχνίδι στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ είχε αυτόν ως (αρνητικό) πρωταγωνιστή, αφού δεν κατάφερε να πετύχει τον σκοπό του.
Πρέπει να μάθουμε καλύτερα τον διεθνή τρόπο παιχνιδιού. Μάθαμε πολλά σήμερα γιατί παίξαμε απέναντι σε μια πραγματική ομάδα, που παίζει ενωμένη
Αυτές ήταν οι πιο χαρακτηριστικές ατάκες που είπε λίγα λεπτά μετά τη "σφαλιάρα" από την Ελλάδα.
Ένα αποτέλεσμα που διατηρούσε τις ΗΠΑ μακριά από την κορυφή του κόσμου την ανάγκαζε να περιμένει ακόμα δύο χρόνια, για να... εξιλεωθεί. Η περίφημη redeem team πέτυχε τον σκοπό της στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνο (2008), ξεπερνώντας στον τελικό το εμπόδιο της Ισπανίας (107-100), στον ωραιότερο τελικό στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ε αυτό ήταν, το νερό μπήκε στο αυλάκι, η redeem team μετατράπηκε εκ νέου σε Team USA και όλα επέστρεψαν στα προ 2002 επίπεδα. Από το "στραπάτσο" της Ιαπωνίας και μετά, κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο σε Πεκίνο (2008), Κωνσταντινούπολη (2010), Λονδίνο (2012) και Μαδρίτη (2014), αλλάζοντας ξανά την ιστορία του αμερικανικού μπάσκετ.
Εν τέλει, η ήττα από την Ελλάδα αποδείχθηκε κάτι παραπάνω από διδακτική. Ήταν ίσως αυτό που έψαχνε για να τα καταφέρει. Όπως στην αρχή της θητείας του στο Duke, έτσι και τώρα έπρεπε να αποτύχει σε πρώτη φάση για να πετύχει σε βάθος χρόνου. Η ιστορία κάνει κύκλους λένε. Ο ίδιος το ξέρει. Το έζησε δύο φορές.
Ο DeMarcus Nelson γράφει τον επίλογο
Ο DeMarcus Nelson άφησε για λίγο κατά μέρους την καθημερινότητά του στον Παναθηναϊκό και μίλησε για τον μέντορά του. Τον άνθρωπο που του έμαθε να κερδίζει και να παλεύει καθημερινά προκειμένου να ξεπεράσει τα όριά του. Τι είχε να πει;
" Είναι ένα σπουδαίο κατόρθωμα. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει κάθε μέρα. Είναι ένας σπουδαίος προπονητής, ένας σπουδαίος μέντορας, ένας σπουδαίος άνθρωπος για το πρόγραμμα του Duke και τους παίκτες που έχουν περάσει από τα χέρια του. Μας δίδαξε να παίζουμε με πάθος. Μας έμαθε να είμαστε επιτυχημένοι. Κι είναι μοναδικό το γεγονός ότι είναι αυτός, επιτυχημένος τόσα χρόνια".