Μηνάς Χατζίδης: "Αυτούς τους λέμε γατάκια"
Ο Κοσκωτάς και τα πέτρινα χρόνια. Οι "πραγματικοί" προπονητές και τα "γατάκια" με τα οποία δεν ήθελε να έχει σχέση. Η Εθνική και το Μουντιάλ. Οι απαιτήσεις του κόσμου του Ολυμπιακού, το παρασκήνιο και το "δίκιο" του ισχυρού που κάνει κουμάντο. Ο Μηνάς Χατζίδης μιλάει στον Πάνο Βόγλη για τα χρόνια του με την ερυθρόλευκη φανέλα.
«Ασυμβίβαστος». «Διαφορετικός». «Δύσκολος χαρακτήρας». «Αν κρατούσε κλειστό το στόμα του θα έκανε ακόμη μεγαλύτερη καριέρα».Αυτές είναι μερικές μόνο από τις λέξεις-φράσεις που συνοδεύουν τον Μηνά Χατζίδη ακόμη και σήμερα. Ένα γνήσιο ταλέντο, αυθεντικό, μιας άλλης, μυθικής εποχής για το ελληνικό ποδόσφαιρο.
Γερμανοτραφής γαρ, με νοοτροπία επαγγελματία, ήρθε το 1988 σε μία χώρα που ζούσε στο σύννεφο του λαϊκισμού και του ωχαδερφισμού. Προσαρμόστηκε όσο μπορούσε. Μεταγραφή της εποχής Κοσκωτά, έζησε όλα τα πέτρινα χρόνια του Ολυμπιακού, πήγε στο Μουντιάλ των ΗΠΑ, έχει δει και ζήσει πολλά στην πατρίδα μας.
Δεν ξέρω αν έχουν βάση όσα έλεγαν για το δύσκολο του χαρακτήρα του, πάντως ασυμβίβαστος και διαφορετικός είναι ακόμη και σήμερα και δεν το κρύβει. «Πρόκειται για στάση ζωής. Μου αρέσουν οι ντόμπροι άνθρωποι και τα καθαρά πράγματα», εξηγεί χωρίς περιστροφές. Τον Χατζίδη (αν κατάλαβα καλά) ή που θα τον γουστάρεις και θα τον πας με χίλια ή που δεν θα θες να τον βλέπεις. Όχι ότι τον νοιάζει. Εκείνος την αλήθεια (του) θα την πει, με όποιο κόστος και τίμημα. «Θέλω να κοιτάζομαι στον καθρέφτη και να μη φτύνω», λέει με έμφαση.
Είχε κόντρες με προπονητές, τους αποκαλεί γατάκια, αποθεώνει τον Παράσχο και τον κόσμο του Ολυμπιακού. Μιλάει για εκείνη την ομάδα που δεν έπαιρνε τίτλους. «Τότε είχαμε παικταράδες να ξέρεις, αλλά…» Το αλλά θα το διαβάσετε πιο κάτω. Στη μεγάλη συνέντευξη του Χατζίδη που όλοι συμφωνούσαν σε ένα πράγμα για εκείνον. Παικταράς. Και είχαν δίκιο. Γεννήθηκε πριν από 50 χρόνια στη Γερμανία και η μοίρα τα έφερε έτσι που, μετά από 11 χρόνια παρένθεσης στην Ελλάδα, στην πατρίδα του, γύρισε ξανά στο Βούπερταλ. Χωρίς ποτέ να αφήσει το αγαπημένο του σπορ. Το ποδόσφαιρο, που είναι η ζωή του. Μιλάει ωμά, καυστικά, δεν κρύβεται και τα λέει όπως τα σκέφτεται. Μπαμ. Και σε όποιον αρέσει.
-Που σας βρίσκουμε αυτή την περίοδο;
«Εκεί που με αφήσατε (γέλια). Είμαι στη Γερμανία, εδώ και πολλά χρόνια και εδώ εργάζομαι σε ένα εργοστάσιο».
-Επιλογή σας; Θέλω να πω, δεν σκεφτήκατε ποτέ να γυρίσετε στην Ελλάδα;
«Μα φυσικά θα ήθελα να έρθω πάλι Ελλάδα, αλλά να βρεθεί μία δουλειά κατάλληλη. Αλλιώς δεν γίνεται. Δεν βρέθηκε ποτέ κάτι και έτσι έμεινα εδώ».
-Με το ποδόσφαιρο πόσο ασχολείστε εκεί;
«Έχουμε εδώ στο Βούπερταλ μία ομάδα με Έλληνες παίκτες και με αυτούς ασχολούμαι».
-Η Ελλάδα σας λείπει;
«Σίγουρα μου λείπει. Πάρα πολύ κιόλας, αλλά δεν μπορώ να το αλλάξω. Έζησα πολλά χρόνια στην Ελλάδα, μου λείπουν τα πάντα, ο τρόπος ζωής, πράγματα που δεν μπορώ να βρω εδώ».
-Εντάξει η ζωή, το ελληνικό ποδόσφαιρο σας λείπει; Παρακολουθείτε καθόλου;
«Όχι, δεν ασχολούμαι σχεδόν καθόλου. Λίγα πράγματα. Παρακολουθώ όσο γίνεται, βλέπω και τους συμπατριώτες μας που αγωνίζονται εδώ, αυτό μόνο».
-Άρα αν γυρίζατε Ελλάδα θα μπορούσατε να μην εμπλακείτε με το ποδόσφαιρο;
«Όχι, αυτό δύσκολα. Για μένα δεν υπάρχει κάτι άλλο στην Ελλάδα, μόνο το ποδόσφαιρο, μόνο εκεί θα μπορούσα να προσφέρω. Απλώς στη Γερμανία τηρούνται οι συμβάσεις και τα συμβόλαια. Αναλαμβάνεις ένα πόστο και σε αφήνουν να κάνεις τη δουλειά σε βάθος χρόνου. Στην Ελλάδα αύριο δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει. Και αυτό είναι πρόβλημα για να αλλάξεις χώρα και ζωή ξανά».
-Σας έχουν προσεγγίσει ελληνικές ομάδες να δουλέψετε ως σκάουτ ή κάτι άλλο;
«Ναι, κατά καιρούς υπήρξαν συζητήσεις, κυρίως με τον Ολυμπιακό και ένα-δυο άλλα κλαμπ και με τον Ηρακλή, όμως πάντα κάτι στραβό γινόταν στο τέλος, στην τελευταία επαφή και δεν προχωρούσε η συνεργασία. Τυπικά πράγματα, όχι κάτι φοβερό. Άλλωστε υπήρχαν και υπάρχουν γνωριμίες και επαφές με τα συγκεκριμένα κλαμπ, ενώ το ενδιαφέρον των ελληνικών συλλόγων για τη Γερμανία είναι δεδομένο. Εδώ ζουν πολλοί μετανάστες, τα παιδιά τους παίζουν ποδόσφαιρο, μεγαλώνουν σε ομάδες της Γερμανίας με άλλες προδιαγραφές και βάσεις, μπορεί να προκύπτουν κατά περιόδους λαβράκια».
Ο Κοσκωτάς τήρησε όσα είχαμε πει
-Θα μου μιλήσετε λίγο για τον Κοσκωτά; Ήσασταν από τα πρώτα αποκτήματα της εποχής του.
«Ναι, φυσικά. Του οφείλω ότι με έφερε στην Ελλάδα. Αν δεν υπήρχε αυτός ο άνθρωπος, δεν θα έφευγα ποτέ από τη Γερμανία».
-Πως είχε γίνει η μεταγραφή;
«Εγώ έπαιζα τότε στη Μπόχουμ, αλλά συμβόλαιο είχα στη Λεβερκούζεν, η οποία δεν με άφηνε να φύγω, χωρίς να πάρει πολλά χρήματα. Παραλίγο να χαλάσει η μεταγραφή, αλλά τελικά βρέθηκε η χρυσή τομή. Με αγόρασε η Μπόχουμ έναντι λίγων σχετικά χρημάτων και με πούλησε με λογικό ποσό στον Ολυμπιακό».
-Εσείς είχατε μιλήσει με τον Κοσκωτά τότε;
«Ναι βέβαια. Ήρθαν δύο δικοί του εδώ, μιλήσαμε, μου είπαν το ενδιαφέρον του Προέδρου, μίλησα μαζί του, τα βρήκαμε και κατέβηκα Ελλάδα».
-Πως ήταν ως πρόεδρος μαζί σας;
«Για μένα και σε μένα πολύ σωστός. Ότι μου είπε το τήρησε στο ακέραιο, κανένα παράπονο. Μετά πήγα στα δικαστήρια την ομάδα (γελάει). Όταν έφυγε, δεν αναγνώριζαν ένα ιδιωτικό συμφωνητικό που είχαμε κάνει και δεν μου έδιναν κάποια χρήματα. Τέλοσπαντων».
Με τους περισσότερους προπονητές δεν είχα και δεν ήθελα να έχω σχέση. Τέτοιους τύπους τους λέμε «γατάκια»
-Τι παίκτης ήσασταν; Τι προφίλ θα γράφατε για τον ποδοσφαιριστή Μηνά Χατζίδη;
«Όχι πάντως δεξί μπακ-χαφ (γελάει). Στην Ελλάδα προέκυψε αυτό, στον Ολυμπιακό. Κανονικά ήμουν δεκάρι και επιθετικός, έτσι ξεκίνησα στη Γερμανία».
-Σας ενόχλησε που δεν παίζατε στη φυσική σας θέση;
«Όχι, διότι αυτές ήταν οι ανάγκες της ομάδας. Με πλήρωναν για να είμαι χρήσιμος και εκείνη την περίοδο, χρησίμευα ως ακραίος παίκτης. Δεν είχα επιλογή άλλωστε, άλλοι αποφάσιζαν».
-Οι προπονητές εννοείτε;
«Ναι φυσικά. Εκείνοι καθόριζαν το που παίζαμε».
-Τι σχέση είχατε με τους προπονητές στον Ολυμπιακό;
«Με τους περισσότερους δεν είχα και δεν ήθελα να έχω σχέση».
-Γιατί αυτό;
«Κοίταξε, για μένα ο καλύτερος προπονητής που συνάντησα, όχι στον Ολυμπιακό, γενικά μιλάω, ήταν ο Παράσχος και μπορώ να πω πως εξαιρετικός ήταν και ο Μίλτος Παπαποστόλου. Όλοι οι υπόλοιποι τίποτα. Στον Ολυμπιακό ελάχιστοι έκαναν εκείνα τα χρόνια σωστά τη δουλειά τους, πάντα κατά τη γνώμη μου. Τώρα έχουν αλλάξει τα πράγματα, αλλά τότε, μιλάμε για αστεία πράγματα. Καραγκιοζιλίκια».
-Γιατί το λέτε αυτό;
«Γιατί έτσι είναι, η αλήθεια. Οι προπονητές που γνώρισα τότε, δεν είχαν προσωπικότητα, εξυπηρετούσαν άλλα συμφέροντα, δεν ήταν ηγέτες, επηρεάζονταν από τρίτους και φυσικά αυτό είχε επίπτωση και στην ομάδα. Στην Ελλάδα τέτοιους τύπους τους λέμε «γατάκια», αλλά ΟΚ, ίσως ακούγεται κάπως. Πάντως ήταν ανεπαρκείς για το ρόλο τους».
Ήταν άλλοι οι δυνατοί. Αν καταλαβαίνεις τι εννοώ. Στην Ελλάδα αυτό δεν θα αλλάξει. Ο δυνατός πάντα θα κάνει κουμάντο.
-Παραμένετε ασυμβίβαστος και τα λέτε έξω από τα δόντια, όπως και τότε. Σας στοίχισε αυτό στην καριέρα σας;
«Σίγουρα μου στοίχισε, αλλά δεν μετανιώνω, ούτε το σκέφτομαι. Αυτός είμαι και δεν κρύβομαι. Κοιτάω τον εαυτό μου στον καθρέφτη και δεν φτύνω. Είναι απλό. Ο καθένας έχει μία φιλοσοφία ζωής και πρέπει να την στηρίζει. Όχι σήμερα έτσι, αύριο αλλιώς».
-Εσείς ζήσατε όλα τα πέτρινα χρόνια του Ολυμπιακού. Φοβεροί παίκτες, αλλά κανένα πρωτάθλημα. Γιατί συνέβαινε αυτό;
«Γιατί δεν είχαμε φτιάξει καλό σύνολο, αλλά και γιατί τότε δεν μας άφηναν. Ήταν άλλοι οι δυνατοί. Αν καταλαβαίνεις τι εννοώ. Στην Ελλάδα αυτό δεν θα αλλάξει. Ο δυνατός πάντα θα κάνει κουμάντο. Για εμάς ήταν δύσκολο, καθώς έξω από το γήπεδο ήμασταν ανύπαρκτοι. Σε όλους τους τομείς».
-Έχετε πίκρα από τη θητεία σας στον Ολυμπιακό; Αυτό λέτε;
«Όχι καθόλου πίκρα. Απλώς εξήγησα πως μου αρέσουν τα ντόμπρα πράγματα, οι καθαρές εξηγήσεις και δεν τις είχα. Μιλάω όμως για πρόσωπα και όχι για την ιδέα του Ολυμπιακού, την ομάδα, τον κόσμο του. Μιλάμε για τεράστιο μέγεθος, που δεν το μειώνουν μερικά γατάκια. Σε γενικές γραμμές δεν έχω πίκρα, ούτε παράπονα. Όλα καλά. Έζησα πολλά πράγματα».
-Ατομικά για εσάς, έλεγαν τότε πως ήσασταν πολύ μοντέρνο μπακ-χαφ για την εποχή. Εσείς τι λέτε;
«Εμένα με βοήθησε πολύ το γεγονός πως ξεκίνησα από την επίθεση την καριέρα μου και μπορούσα να συνεισφέρω και μπροστά και πίσω. Δεν ήμουν μονοδιάστατος νομίζω. Έπαιζα πάντα όπου χρειαζόταν».
-Περιμένατε αυτή την πορεία στην καριέρα σας; Μέχρι και στην Εθνική φτάσατε.
«Αυτό έγινε πολύ αργά. Η κλήση μου στην Εθνική. Περίμενα να με καλέσουν νωρίτερα και περισσότερες φορές. Νομίζω για τον Χατζίδη του τότε, είναι λίγες οι έντεκα συμμετοχές. Δεν το λέω με έπαρση».
-Πήγατε και Μουντιάλ πάντως.
«Ναι, πάλι καλά. Μη με ρωτήσεις γιατί δεν με καλούσαν παραπάνω. Δεν το ξέρω, άλλοι αποφάσιζαν με δικά τους κριτήρια».
Οι καλύτεροι έπαιζαν στον Ολυμπιακό
-Πείτε μου έναν συμπαίκτη σας τότε με τον οποίο είχατε καλή σχέση εντός και εκτός γηπέδου.
«Με πολλούς. Να αναφέρω μόνο τον Κρις Καλατζή που ήμασταν και δωμάτιο, με τον Γιώτη Τσαλουχίδη έκανα παρέα, πολύ καλές σχέσεις έχω με τον Σάββα Κωφίδη. Βέβαια τώρα χαθήκαμε λόγω απόστασης».
-Ποιους παίκτες της εποχής σας θα θέλατε συμπαίκτη στον Ολυμπιακό;
«Οπωσδήποτε τον Πάρι Γεωργακόπουλο, πολύ καλός παίκτης. Και τον Στέλιο Μανωλά, ηγετική φυσιογνωμία. Αυτούς κυρίως».
-Άλλους όχι;
«Όχι, αφού οι καλύτεροι έπαιζαν στον Ολυμπιακό».
-Αυτό το έλεγαν πολλοί τότε. Το πιστεύετε και εσείς βλέπω.
«Δεν το πιστεύω, έτσι είναι. Τέλος. Μιλάμε για γεγονός. Άλλωστε θυμάστε πόσοι παίκτες του Ολυμπιακού ή που είχαν περάσει από τον Ολυμπιακό, πήγαν στο Μουντιάλ του 1994; Πολλοί. Αυτό κάτι λέει. Είχαμε τόσους διεθνείς, συν τον Ντέταρι και τον Φούνες μία εποχή, λίγο πιο πριν. Πλάκα κάνουμε; Πολύ δυνατοί παίκτες. Γι’ αυτό και στα ντέρμπι δεν είχαμε πρόβλημα, τα περισσότερα τα χτυπούσαμε και παίρναμε αποτελέσματα. Εμείς τότε είχαμε πρόβλημα με τις μικρές ομάδες».
Δεν ήταν στο χέρι μου να μείνω το 1996, δεν με ήθελαν
-Καλύτερη εποχή τότε ή τώρα για έναν ποδοσφαιριστή;
«Οικονομικά σίγουρα τώρα, παγκοσμίως μιλάω. Όμως σε θέμα ποιότητας ποδοσφαίρου νομίζω τότε δίναμε το κάτι παραπάνω, γι’ αυτό και στην Ελλάδα γέμιζαν τα γήπεδα σε κάθε αγώνα. Βέβαια μιλάμε για άλλο κοινό τότε. Θυμάμαι ένα ματς στο «Καραϊσκάκης», όπου νικούσαμε με 8-2 την Ξάνθη νομίζω και μας γιουχάρανε τα τελευταία πέντε λεπτά γιατί δεν κάναμε επίθεση (γελάει). Σκέψου τι γινόταν και πόσο απαιτητικό ήταν το κοινό. Σήμερα νικάει μία ομάδα με μισό μηδέν και τους αποθεώνουν λες και είναι Θεοί. Δηλαδή τότε είδαν δέκα γκολ σε ένα ματς και ήθελαν και άλλα. Τι συζητάμε;»
-Ήταν δύσκολος ο κόσμος του Ολυμπιακού;
«Απαιτητικός. Και καλά έκανε. Αλλά νομίζω έβλεπαν καλό θέαμα, σίγουρα όχι τίτλους, ωστόσο από θέαμα νομίζω χόρταιναν. Ήταν δίκαιος, δεν αποδοκίμαζε ποτέ όποιον προσπαθούσε».
-Γιατί φύγατε από τον Ολυμπιακό το 1996;
«Δεν ήταν στο χέρι μου να μείνω. Είχε λήξει το συμβόλαιο μου και ο Ολυμπιακός μου έκανε μία κακή προσφορά και ήταν σαν να μου έλεγαν, δεν σε θέλουμε, φύγε. Και όντως έφυγα. Μάλιστα μετά για έξι μήνες δεν είχα ομάδα, γύρισα αναγκαστικά στη Γερμανία και έκανα προπονήσεις εδώ. Τελικά ήρθα στην Καστοριά για μισό χρόνο, όπου δεν πληρώθηκα ποτέ και μετά πήγα στον Ηρακλή».
-Στον Γηραιό κάνατε καλά ματς.
«Ναι, ήταν ωραίο περιβάλλον και μου άρεσε να παίζω εκεί».
-Όταν παίζατε στον Ολυμπιακό, είχατε αποδοχή από φίλους άλλων ομάδων;
«Ομολογώ πως δεν συνέβαινε συχνά τότε να σε χαιρετούν και να σε επιδοκιμάζουν οι οπαδοί του Παναθηναϊκού, της ΑΕΚ κτλ. Μόνο μία φορά που ήμουν σε ένα κλαμπ και περίμενα έναν φίλο, ήρθε ένας τύπος και μου μίλησε πολύ ευγενικά, με κέρασε 2-3 ποτά και κάποια στιγμή του λέω «Σε ευχαριστώ πολύ, προφανώς είσαι και Ολυμπιακός». Και μου απάντησε «Όχι Μηνά, Παναθηναϊκός είμαι, αλλά σε πήγαινα πολύ». Έπαθα πλάκα, δεν το περίμενα. Αυτή ήταν μία στιγμή αναγνώρισης από αντίπαλο που μου έχει μείνει στο μυαλό».
Θα τα έκανα όλα από την αρχή και τα λάθη μου
-Στη Γερμανία ποια ομάδα σας αρέσει;
«Εντάξει η Μπάγερν είναι πάνω από όλους ένα επίπεδο. Από κοντά και η Ντόρτμουντ. Εγώ βλέπω συχνά και τη Λεβερκούζεν, γιατί ξεκίνησα και από εκεί και έχω ένα δέσιμο. Μας έφυγε ο Κυριάκος ο Παπαδόπουλος όμως, αλλά δεν πειράζει».
-Γιατί πετυχαίνουν αρκετοί Έλληνες παίκτες εκεί;
«Διότι τηρούνται όλα όσα λένε, υπάρχει σωστό και επαγγελματικό περιβάλλον, πληρώνονται στην ώρα τους και σκέφτονται μόνο το ποδόσφαιρο».
-Επίλογος. Τι θα αλλάζατε στη ζωή σας και την επαγγελματική και την προσωπική;
«Τίποτα. Θα τα έκανα όλα από την αρχή ξανά τα ίδια. Και τα λάθη μου (γελάει). Από αυτά μαθαίνεις. Δεν έχω μετανιώσει για τίποτα».