X

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων. Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία μας και των συνεργατών μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν από τη συγκατάθεσή σας ή να αρνηθείτε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αντιταχθείτε σε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις μας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο.

LONGREADS

Τόνι Κούκοτς αποκλειστικά στο Sport24.gr: "Ο Τζόρνταν μάς έφτανε στα όρια..."

Η Dream Team της Γιουγκοπλάστικα και εκείνη των Σικάγο Μπουλς. Η άγνοια στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης και η συμπεριφορά του Τζόρνταν στις προπονήσεις. Η φιλία με τον Πίπεν και ο αλλοπρόσαλλος Ρόντμαν, που δεν θα χωρούσε στην Ευρώπη. Ο κορυφαίος Φιλ Τζάκσον και η διαφορά του από τους άλλους προπονητές. Ο Τόνι Κούκοτς στο Sport24.gr για το "The Last Dance" και την τεράστια καριέρα του, από το Σπλιτ μέχρι την κορυφή του ΝΒΑ.

Δεν είναι πολλοί αυτοί που έχουν καταφέρει να κατακτήσουν τον τίτλο της EuroLeague κι ένα δαχτυλίδι του ΝΒΑ. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε, επί παραδείγματι, τα ονόματα των Μπομπ ΜακΑντου και Μανού Τζίνομπιλι. Ακόμη λιγότεροι είναι αυτοί που τα έχουν καταφέρει παραπάνω από μια φορά σε αμφότερες διοργανώσεις. Εν προκειμένω, υπάρχει κάποιος που μπορεί να καυχιέται ότι είναι ο μοναδικός στην ιστορία, που... κουβαλάει στο βιογραφικό του Three Peat τόσο στην Ευρώπη όσο και στο ΝΒΑ.

Ο Τόνι Κούκοτς δεν ήταν ακόμη ένας ταλαντούχος παίκτης που έκανε το ταξίδι από την Ευρώπη για τις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1990. Ήταν αυτός που πρώτα κυριάρχησε στα μέρη μας κι εν συνεχεία αποτέλεσε βασικό στέλεχος της σπουδαιότερης και καλύτερης -ίσως- ομάδας όλων των εποχών. Των Σικάγο Μπουλς του Φιλ Τζάκσον, του Μάικλ Τζόρνταν, του Σκότι Πίπεν και του Ντένις Ρόντμαν. Ήταν αυτός που έζησε από μέσα, στην πρώτη γραμμή των γεγονότων, όλα όσα απόλαυσε ο φίλαθλος κόσμος τις τελευταίες πέντε εβδομάδες στο " The Last Dance".

Η συμβολή του προκειμένου να επαναληφθεί το κατόρθωμα της τριετίας στην εκκίνηση εκείνης της δεκαετίας (1991, 1992, 1993) ήταν κάτι παραπάνω από σημαντική. Ήταν αυτός που κράτησε όρθιους τους Σικάγο Μπουλς στο Game 7 των Eastern Conference Finals του 1998. Ήταν η σειρά που... ζόρισε τον Μάικλ Τζόρνταν και την παρέα του περισσότερο από κάθε άλλη στα χρόνια της κυριαρχίας τους, αλλά στο ντοκιμαντέρ δεν είδαμε ποτέ πόσο καθοριστικός ήταν ο Κούκοτς.

Ο Μάικλ Τζόρνταν έδειχνε εξαντλημένος, κουρασμένος από τα συνεχόμενα παιχνίδια και την σκληρή άμυνα της ομάδας του Λάρι Μπερντ. Σε σημείο που -στη διάρκεια του αγώνα- μετράει οκτώ σερί άστοχα σουτ. Οι Σικάγο Μπουλς μοιάζουν να είναι κοντά στον αποκλεισμό, ο Τόνι Κούκοτς όμως έκανε ένα βήμα μπροστά. Ήταν το αντίβαρο στην δράση των Ιντιάνα Πέισερς στην επίθεση, με τέσσερα συνεχόμενα καλάθια και μερικές μεγάλες φάσεις. Οι "Ταύροι" αντέχουν -χάρη σε εκείνον- και εν τέλει κερδίζουν. Ξεπερνούν το υψηλότερο εμπόδιο και φτάνουν ξανά στους NBA Finals, όπου γράφτηκε η ιστορία, όπως την ξέρουν όλοι.

Για να φτάσει βέβαια σε αυτό το σημείο, είχε προλάβει να κάνει το Three Peat στην Ευρώπη, με τη φανέλα της Γιουγκοπλάστικα. Όταν το άστρο του Μάικλ Τζόρνταν άρχισε να λάμπει στο ΝΒΑ, το δικό του ξεχώριζε ήδη στην Ευρώπη με τη φανέλα της κροατικής ομάδας. Μπορεί να επρόκειτο για ένα σύνολο πιτσιρικάδων (sic), με εξαίρεση τον Ντούσκο Ιβάνοβιτς, δεν θα ήταν όμως υπερβολή να μιλήσουμε για ενός είδους Dream Team για εκείνη την εποχή.

Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Τρίγκα

Ο Τόνι Κούκοτς είχε στο πλευρό του -πέραν του πρώην προπονητή του Παναθηναϊκού- τον Ντίνο Ράτζα, τον Βέλιμιρ Περάσοβιτς, τον Λούκα Παβίσεβιτς, τον Ζαν Τάμπακ και τον Ζόραν Σάβιτς για να... σπέρνουν τον φόβο και τον τρόμο σε όλη την Ευρώπη. Καθοδηγούμενοι -αρχικά- από τον Μπόζινταρ Μάλκοβιτς (1989, 1990) και -εν συνεχεία- από τον Ζέλικο Παβλίσεβιτς (1991), οι παίκτες που έδωσαν τα διαπιστευτήριά τους σε Μόναχο, Σαραγόσα και Παρίσι.

Από το Σικάγο, όπου μένει μόνιμα εδώ και χρόνια με την οικογένειά του, ο Τόνι Κούκοτς μίλησε στο Sport24.gr για την τεράστια καριέρα του, η οποία ξεκίνησε από το Σπλιτ και συνεχίστηκε μέχρι το πάνθεον του ΝΒΑ. Εκεί όπου πλέον, η άποψη και ο λόγος του περνάνε -και με το παραπάνω- δεδομένου ότι βρίσκεται πολύ υψηλά στη διοικητική ιεραρχία των Σικάγο Μπουλς, ως ο Special Advisor (ίδιο τίτλο έχει κι ο Χόρας Γκραντ) του προέδρου της ομάδας.

ΟΙ ΜΠΟΥΛΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΛΙΤ

Η εξιστόρηση ξεκινάει από τα χρόνια της Γιουγκοπλάστικα, με την πρώτη ερώτηση να είναι προφανής: τι κοινό μπορεί να εντοπίσει ανάμεσα στην ομάδα του Σπλιτ και τους Σικάγο Μπουλς;

"Θα σου πω κάτι. Υπάρχει μια βασική ομοιότητα στις δύο ομάδες: είχαν σπουδαίους προπονητές. Πέρα από τους παίκτες, αυτός που ηγούνταν από τον πάγκο ήταν κάτι ιδιαίτερο. Στη Γιουγκοπλάστικα είχαμε τον Μπόζινταρ Μάλκοβιτς και τον Ζέλικο Παβλίσεβιτς, στους Σικάγο Μπουλς είχαμε τον Φιλ Τζάκσον. Φυσικά παίζει επίσης ρόλο ποιους παίκτες έχεις δίπλα σου. Ήμουν τυχερός γιατί έπαιξα δίπλα στον Ντίνο Ράτζα, για παράδειγμα, αλλά και σε άλλους σπουδαίους παίκτες όσο ήμουν στην Γιουγκοπλάστικα. Μεγάλωσα με τον Ντίνο, πέρασα πολλά χρόνια της καριέρας μου μαζί του, σε προπονήσεις και αγώνες. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, πρέπει να ήμουν μαζί του σε ένα γήπεδο. Έβλεπα την καθημερινή μας πρόοδο, την ζούσα από μέσα. Όλα τα παιδιά έκαναν σπουδαία δουλειά για να δημιουργήσουμε αυτή τη μίνι δυναστεία στην Ευρώπη, με τους τρεις διαδοχικούς τίτλους. Δεν θα αρχίσω να λέω ονόματα, όλοι ξέρουμε ποιοι ήταν τότε στην ομάδα.

Υπάρχει ακόμη κάτι που ήταν ίδιο στην Γιουγκοπλάστικα και τους Σικάγο Μπουλς. Όλοι ήταν παίκτες και άνθρωποι που καταλάβαιναν απόλυτα τι χρειάζεται για να φτάσεις στην κορυφή και να πετύχεις τον στόχο σου, που δεν φοβόντουσαν την προπόνηση, την έξτρα δουλειά, τον... πόνο. Ήξεραν ποια είναι η σημασία της προπόνησης, ποια είναι η σημασία της αφοσίωσης και ποια είναι η σημασία του να είσαι συγκεντρωμένος στο γήπεδο, για να πετύχεις τον στόχο σου. Μόνο έτσι μπορείς να "μεγαλώσεις" ως παίκτης και ως ομάδα, για να φτάσεις εκεί που θέλεις. Από την άλλη, η βασικότερη διαφορά που μπορώ να σου βρω έχει να κάνει με την ηλικία μου και το πού βρισκόμουν ως παίκτης. Στη μία περίπτωση, ήμουν ένας νεαρός παίκτης που ήθελε να γίνει ηγέτης και να δείξει πράγματα, από την άλλη έγινα το κομμάτι μιας ήδη σπουδαίας ομάδας, ίσως της καλύτερης όλων των εποχών. Υπό την ηγεσία του Μάικλ Τζόρνταν, του Φιλ Τζάκσον και του Σκότι Πίπεν. Κι εν συνεχεία με την είσοδο του Ντένις Ρόντμαν, αυτό έγινε ακόμη πιο έντονο".

Μπορεί να συγκριθεί ο βαθμός δυσκολίας ανάμεσα στα δύο επιτεύγματα; ΟΚ, είναι προφανές πως το ΝΒΑ αποτελεί τη βιτρίνα του αθλήματος σε παγκόσμιο επίπεδο, εκεί βρίσκονται οι κορυφαίοι, υπάρχει όμως μια σημαντική παράμετρος που πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν, πριν δοθεί ξεκάθαρη απάντηση. Στα χρόνια της Γιουγκοπλάστικα, ο Τόνι Κούκοτς και η πλειοψηφία των συμπαικτών του ήταν παίκτες που μόλις είχαν μπει στα 20s τους. Στην τρίτη δεκαετία της ζωής τους. Όπερ και σημαίνει πως ούτε στο peak της απόδοσης είχαν φτάσει, ούτε ήταν σε θέση να λένε πως το βιογραφικό τους "μιλούσε" από μόνο του. Για την ακρίβεια, τότε ήταν που άρχισαν να το... εμπλουτίζουν με τίτλους και προσωπικά κατορθώματα.

"Το προφανές είναι να σου πω ότι μιλάμε για κάτι πολύ δύσκολο. Εδώ είναι δύσκολο να κερδίσεις ένα πρωτάθλημα, έναν τίτλο. Πόσω μάλλον όταν μιλάμε για τρία. Σερί. Όταν κερδίζεις δύο τίτλους στη σειρά, μιλάνε για σταθερότητα. Όταν τα καταφέρνεις τρεις σερί φορές, τότε μιλάμε για κάτι ακόμη μεγαλύτερο. Ήταν κάτι πραγματικά δύσκολο αυτό που έγινε, τόσο με την Γιουγκοπλάστικα όσο και με τους Σικάγο Μπουλς. Μέσα σε αυτή τη διαδρομή των τριών ετών, όλες οι ομάδες σε κυνηγάνε για να σε κερδίσουν.

Πρόσεχε, δεν λέω μόνο για να σε εκθρονίσουν, αλλά και απλά να σε κερδίσουν. Όλα τα μάτια είναι πάνω σου. Κάθε μέρα. Θέλουν να αποδείξουν ότι είναι καλύτεροι από σένα. Το ένιωθα ήδη από την εποχή που έπαιζα στην Γιουγκοπλάστικα, τόσο στο Πρωτάθλημα όσο και στην EuroLeague. Ήθελαν να μας κερδίσουν, έστω σε ένα παιχνίδι, για να δείξουν ότι ήταν καλύτεροι από εμάς. Περίμεναν το μεταξύ μας παιχνίδι και έδιναν ό,τι είχαν για να λένε και να καυχιούνται ότι τα κατάφεραν. Θα σου έλεγα πως επειδή -εκτός των άλλων- στην Γιουγκοπλάστικα ήμουν νεαρός και μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία μάθαινα πράγματα και αντιμετώπιζα διαρκώς νέες καταστάσεις, ίσως είναι ένα "κλικ" πιο πάνω, σε βαθμό δυσκολίας. Προφανώς όμως το να κερδίσεις τρεις σερί φορές τον τίτλο στο ΝΒΑ, είναι η απόλυτη επιτυχία, η απόλυτη καταξίωση. Δεν είναι πολλοί αυτοί που μπορούν να βάλουν στο βιογραφικό τους το Three Peat".

Παρότι μάλιστα είχε επιλεγεί στο NBA Draft του 1990 από τους Σικάγο Μπουλς (στο Νο29) έπειτα από υπόδειξη του Τζέρι Κράουζ, εκείνος προτίμησε να μείνει για λίγο ακόμη στην Ευρώπη για να ωριμάσει, να εξελιχθεί ακόμη περισσότερο και, εν συνεχεία, να κάνει το άλμα για τον "μαγικό κόσμο". Κι αφού κατάφερε να... τριτώσει το καλό με τις ευρωπαϊκές κούπες και να πάρει δύο φορές τον τίτλο του MVP σε Final Four (1990 & 1991), έκανε τη μεγάλη μεταγραφή για τη Μπενετόν Τρεβίζο. Παρένθεση. Είχε ερωτηθεί εκείνη την εποχή γιατί επέλεξε την Μπενετόν Τρεβίζο σε σχέση με το ΝΒΑ, για να απαντήσει πως " το ΝΒΑ είναι το όνειρο μου, δεν θέλω όμως να πάω στο Σικάγο και να κάθομαι στον πάγκο. Μίλησα με τον Ντράζεν (Πέτροβιτς) και με συμβούλευσε να πάω στην Ιταλία". Κλείνει η παρένθεση.

Μία μετακίνηση που τον μετέτρεψε σε Μίδα για τα δεδομένα της Ευρώπης, δεδομένου ότι το πενταετές συμβόλαιο που είχε υπογράψει με την ιταλική ομάδα προέβλεπε το ποσό - ρεκόρ των 15.300.000 δολαρίων. " Toni Kukoc se convierte en el deportista mejor pagado de Italia" είχε γράψει η " El Pais" στις 14 Μαΐου 1991, όταν ολοκληρώθηκε η μετακίνησή του από το Σπλιτ στο Τρεβίζο. Κοινώς "ο Τόνι Κούκοτς γίνεται πιο καλοπληρωμένος αθλητής στην Ιταλία". Για να καταλάβετε για τι μέγεθος μιλάμε, εκείνη την εποχή αγωνίζονταν στην Ιταλία ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα (Νάπολι) και ο Ρουντ Γκούλιτ (Μίλαν), όπως επίσης κι ο Ντίνο Ράτζα (Βίρτους Ρόμα).

Σαν να τους έχω κάνει κάτι κακό, χωρίς να ξέρω το γιατί

Πριν όμως σταθεί δίπλα στον Μάικλ Τζόρνταν και τον Σκότι Πίπεν για λογαριασμό των Σικάγο Μπουλς, βρέθηκε... απέναντί τους. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης. Στο "The Last Dance" γίνεται αναφορά στο πρώτο συναπάντημα των τριών ανδρών στην ισπανική πόλη. Τότε που, όπως ομολογεί κι ο ίδιος, δεν ήξερε τι επικρατούσε στα ενδότερα των "Ταύρων" -με την κόντρα που ήδη είχε ξεσπάσει ανάμεσα στον GM, Τζέρι Κράουζ, και τα δύο μεγάλα αστέρια της. Γι αυτό κι όταν πάτησε το παρκέ για το παιχνίδι της Κροατίας με την Dream Team στη φάση των ομίλων, δεν ήταν προετοιμασμένος γι αυτό που θα αντιμετώπιζε. Χωρίς να το ξέρει, είχε γίνει "στόχος" επειδή αποτελούσε τον "εκλεκτό" του Τζέρι Κράουζ. Σε παλαιότερη τηλεοπτική παραγωγή, ο Καρλ Μαλόουν είχε πει ότι είχε γίνει... debate για το ποιος θα τον μαρκάρει στο πρώτο παιχνίδι, ενώ ο Μάικλ Τζόρνταν είχε παραδεχθεί πως " εκείνη την στιγμή δεν παίζαμε απέναντι στον Τόνι Κούκοτς, παίζαμε απέναντι στον Τζέρι Κράουζ με τη φανέλα της Κροατίας".

Ο Τόνι Κούκοτς θυμάται για εκείνη την περιβόητη πρώτη συνάντηση.

"Σε εκείνο το παιχνίδι δεν σκεφτόμουν πολλά, θα σου πω την αλήθεια. Το μόνο που ήξερα είναι ότι είχα επιλεγεί στο NBA Draft κι ότι θα συναντήσω τους παίκτες της Dream Team αργά ή γρήγορα από κοντά, ότι θα τους βλέπω καθημερινά σε κάποιο σημείο της καριέρας μου, όταν θα αποφάσιζα να πάω στο ΝΒΑ. Φαίνονταν ωραίοι τύποι. Δεν ήξερα τι γινόταν στις ΗΠΑ ή τι συνέβαινε ανάμεσα στη διοίκηση και τους παίκτες των Σικάγο Μπουλς, δεν είχα εικόνα για ό,τι συνέβαινε με τον Μάικλ Τζόρνταν, τον Σκότι Πίπεν και τον Τζέρι Κράουζ. Ήταν ένα περίεργο κομμάτι αυτό για μένα, το οποίο δεν καταλάβαινα. Δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω γιατί υπήρχε αυτό το κλίμα. Δεν θα έλεγα ότι ήταν μίσος, αλλά φαινόταν σαν να τους έχω κάνει κάτι κακό, χωρίς να ξέρω το γιατί (γελάει).

Δεν τους είχα ξανασυναντήσει, δεν είχα μιλήσει με κανέναν από την ομάδα, για να υπάρχει η παραμικρή υποψία. Ήταν μόλις το δεύτερο παιχνίδι των Ολυμπιακών Αγώνων, δεν ήταν κανένα σπουδαίο παιχνίδι, μιλάμε για τον όμιλο. Θέλαμε να είμαστε προσεκτικοί, ξέραμε ότι δεν είχαμε πολλές πιθανότητες να κερδίσουμε την Dream Team, μας ενδιέφερε απλά να περάσουμε από τον όμιλο για να είμαστε σε θέση να διεκδικήσουμε ένα μετάλλιο. Έμεινα έκπληκτος από το πώς με μάρκαραν και έπαιξαν εναντίον μου. Κι ομολογουμένως έκανα κακό παιχνίδι. Όλοι έχουν δικαίωμα σε ένα κακό παιχνίδι, ειδικά όταν σε μαρκάρουν οι -εκείνη την εποχή- καλύτεροι αμυντικοί του πλανήτη, ο Σκότι Πίπεν και ο Μάικλ Τζόρνταν. Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν πολλοί που θα επιβίωναν. Από την άλλη, στον τελικό ήμουν πιο προετοιμασμένος και έτοιμος. Ήμουν υποψιασμένος πλέον για το τι... έρχεται, οπότε το διαχειρίστηκα καλύτερα".

Τζέρι Κράουζ λοιπόν. Η... αιτία του κακού για τον Τόνι Κούκοτς σε εκείνο το παιχνίδι. Η περίπτωση του GM των Σικάγο Μπουλς ήταν πολύ ιδιαίτερη. Ο άνθρωπος που "έχτισε" την ομάδα που πήρε έξι τίτλους ήταν κι αυτός που πήρε την απόφαση για τη "διάλυσή" της. Μόλις δύο μέρες μετά το φινάλε του "The Last Dance" ο ιδιοκτήτης των Σικάγο Μπουλς, Τζέρι Ράινσντορφ, υπεραμύνθηκε εκείνης της επιλογής, όντας ξεκάθαρος: " Δεν θα άντεχαν οι παίκτες ακόμη ένα χρόνο, ήταν τελειωμένοι". Όπως και να έχει ο GM των "Ταύρων" είχε βρεθεί στο στόχαστρο πολλές φορές, οι σχέσεις του με τις δύο "ντίβες" της ομάδας ήταν φτάσει σε τέλμα, κι όλοι του καταλόγιζαν το "γκρέμισμα" του συνόλου που καθόρισε τις εξελίξεις στο ΝΒΑ για σχεδόν μία δεκαετία. Κι αν στα δύο πρώτα επεισόδια του ντοκιμαντέρ παρουσιάζεται η κακή άποψη πολλών για το έργο και τις αποφάσεις του, στο τελευταίο επέρχεται η... κάθαρσις. Έστω μετά θάνατον. Ο Σκότι Πίπεν αναγνωρίζει πως " ίσως είναι ο κορυφαίος GM στην ιστορία" και θάβει το τσεκούρι του -τότε- πολέμου.

Ποια η άποψη του Τόνι Κούκοτς, που εκτός όλων των άλλων, κουβαλούσε την ταμπέλα του αγαπημένου παιδιού του Τζέρι Κράουζ;

"Συμφωνώ με την άποψη του Σκότι. Ο Τζέρι Κράουζ ήταν ο άνθρωπος που μου εμπιστεύτηκε μια θέση στην ομάδα, με παρακολουθούσε για χρόνια πριν με επιλέξει και μου δώσει την ευκαιρία. Πάντα μου έλεγε πόσο καλά θα ταιριάξω με τα υπόλοιπα παιδιά. Όταν μιλούσαμε, μου εξηγούσε πόσο μεγάλος προπονητής ήταν ο Φιλ Τζάκσον, πόσο σπουδαίοι ήταν όλοι οι παίκτες της ομάδας και πόσο "γερές" ήταν οι βάσεις. Όπως σου είπα και πριν, δεν ήξερα τι "έπαιζε" ανάμεσα σε εκείνον, τον Μάικλ και τον Σκότι. Προφανώς κάτι είχε επηρεάσει τις σχέσεις τους. Ξέρεις κάτι όμως; Μιλάμε για τον άνθρωπο που -με εξαίρεση την επιλογή του Μάικλ Τζόρνταν στο NBA Draft ένα χρόνο πριν από τη δική του άφιξη στην ομάδα- ήταν αυτός που είχε διαλέξει έναν έναν τους παίκτες των Σικάγο Μπουλς. Όλοι ήμασταν εκεί και καταφέραμε να διεκδικήσουμε τόσα πρωταθλήματα χάρη σε εκείνον και τις δικές του αποφάσεις. Αυτός έχτισε δύο ομάδες που έκαναν το Three Peat. Δεν υπάρχουν πολλοί GMs στον κόσμο, σε οποιοδήποτε άθλημα, που μπορούν να λένε ότι έφτιαξαν μια δυναστεία, που κατέκτησε έξι πρωταθλήματα. Ειδικά όταν μιλάμε για ένα διάστημα οκτώ ετών".

ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΝΤΡΑΖΕΝ ΚΑΙ Η ΠΙΕΣΗ

Ένα χρόνο μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης, παίρνει τη μεγάλη απόφαση. Επιβιβάζεται στο αεροπλάνο και ξεκινάει καριέρα στο ΝΒΑ. Πιο ώριμος, πιο συνειδητοποιημένος, πιο σίγουρος. Ο Τόνι Κούκοτς εντάσσεται στους Σικάγο Μπουλς, οι οποίοι εν τω μεταξύ όμως βίωναν ένα μεγάλο σοκ. Μετά το Three Peat, ο Μάικλ Τζόρνταν ανακοινώνει την (πρώτη) αποχώρησή του από την δράση. Κι αντίστοιχα, αρχίζει μια νέα εποχή για την ομάδα -η οποία βέβαια κράτησε μόλις 18 μήνες, πριν έρθει το "I'm Back". Όπως και να έχει, το άλμα στο ΝΒΑ έγινε σε μια περίοδο πολύ διαφορετική από την τωρινή, όπου η παγκοσμιοποίηση του αθλήματος είναι τέτοια που θεωρούνται όλοι -σχεδόν- ίσοι και αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο. Τότε, δεν υπήρχε η γνώση του τι γίνεται στην Ευρώπη, ούτε η πλήρης αντίληψη του πόσο σπουδαίος ήταν ένας παίκτης που είχε πετύχει το Three Peat στην EuroLeague. Το παράδειγμα του Ντράζεν Πέτροβιτς και της αντιμετώπισης που έτυχε, ήταν ίσως το πιο χαρακτηριστικό -εξ ου κι η συμβουλή που είχε δώσει στον Τόνι Κούκοτς να... πάρει το συμβόλαιο της Μπενετόν Τρεβίζο και να καθυστερήσει για λίγο το άλμα στο ΝΒΑ.

"Η διαφορά με την παλιά εποχή ξέρεις ποια είναι; Πλεόν μπορείς να δεις videos και να ξεπατικώσεις κάποιες κινήσεις, να δεις κάτι που σου αρέσει και να προπονηθείς σε αυτό. Έχεις τεράστιες δυνατότητες, όσον αφορά στην "τροφή" που παίρνεις από πρώην και νυν παίκτες, μέσα από το ίντερνετ και το YouTube. Τότε δεν ήμασταν έτσι. Δεν έβλεπες τόσους παίκτες, άκουγες γι αυτούς μένα, αλλά σπάνια τους έβλεπες να παίζουν. Όπως αντίστοιχα, στις ΗΠΑ δεν υπήρχε τόσο "μεγάλη εικόνα" για όσους έρχονταν από την Ευρώπη". Έτσι εξηγεί το γεγονός πως ο Μάικλ Τζόρνταν και ο Σκότι Πίπεν δεν είχαν εικόνα για εκείνον. Δεν ήξεραν τίποτα.

Πώς θα ήταν όμως το δικό του scouting report, αν υπήρχαν τα social media και οι τεχνολογικές δυνατότητες του παρόντος; Ο αναλυτής του ESPN για το NBA Draft επιχείρησε πριν από ένα μήνα να κάνει μια απόπειρα να συσχετίσει τις δύο εποχές, με αφορμή τον Τόνι Κούκοτς. Ίσως, αν υπήρχαν τότε οι σημερινές δυνατότητες, όλα να ήταν πιο απλά για εκείνον...

Αισθάνθηκε κάποιου είδους προκατάληψη από τους νέους συμπαίκτες του, όταν εντάχθηκε στους Σικάγο Μπουλς;

"Θα μπορούσες να το πεις έτσι, αλλά νομίζω ότι αυτό υπάρχει παντού όταν έρχεται ένα νέο πρόσωπο. Δεν χρειάζεται να το δαιμονοποιούμε και να το πηγαίνουμε στη λογική ότι ήμουν από την Ευρώπη. Όλοι θέλουν να δουν αν είσαι καλός, τι γίνεται με σένα. Αν είσαι έτοιμος να θυσιάσεις το παιχνίδι σου για το καλό της ομάδας, να δώσεις ό,τι έχεις για το συνολικό καλό. Στη δική μου περίπτωση, μπορώ να σου πω ότι ήταν δύσκολο να μπω σε μια ομάδα που είχε ήδη κατακτήσει τρεις σερί φορές τον τίτλο στο ΝΒΑ. Οι Σικάγο Μπουλς είχαν ήδη κάνει το Three Peat από το 1991 έως το 1993, είχαν κατακτήσει τον μεγαλύτερο τίτλο στον πλανήτη.

Δεν θα πω ότι δεν υπήρχε υπομονή, απλά δεν υπήρχε κατανόηση σε όλα. Ήσουν στον κορυφαίο οργανισμό του κόσμου. Έπρεπε να αποδεικνύεις καθημερινά ποιος είσαι. Κι αυτό δεν έχει να κάνει με τον Μάικλ Τζόρνταν ή τον Σκότι Πίπεν, αφορούσε τις... αποδείξεις σε όλους. Από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο παίκτη της ομάδας. Έπρεπε να παλέψεις πάρα πολύ σκληρά για να κερδίσεις λεπτά στο γήπεδο. Αυτό ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι. Μετά από τόσα χρόνια, μπορώ να σου πω ότι η απουσία του Μάικλ Τζόρνταν την πρώτη μου σεζόν (σ.σ.: είχε αποσυρθεί για να στραφεί στο baseball), ίσως έκανε λίγο πιο εύκολη τη δουλειά μου, γιατί πήρα αμέσως κάποια περισσότερα λεπτά συμμετοχής. Έπαιζα περισσότερο στη φυσική μου θέση τότε, στο "3", και λιγότερο στο "4". Κι έτσι μπήκα στο κλίμα πιο γρήγορα. Μόλις γύρισε ο Μάικλ (Τζόρνταν) στην ομάδα, τότε ήξερα πως αυτός ο ενάμισης χρόνος μου είχε κάνει πολύ καλό γιατί ήμουν έτοιμος να βοηθήσω, όπου χρειαζόταν. Έπαιζα σε τρεις θέσεις τότε".

ΤΟ ΤΑΪΜ ΑΟΥΤ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΚΟΤΙ ΠΙΠΕΝ

Εν τη απουσία του Μάικλ Τζόρνταν λοιπόν, ο Τόνι Κούκοτς βρήκε, κατά δήλωσή του, την ευκαιρία να πάρει περισσότερα λεπτά συμμετοχής, να βρει έξτρα χρόνο και να επωμιστεί ένα βάρος, που αποδεδειγμένα μπορούσε να κουβαλήσει. Αυτό του βασικού παίκτη. Σε αυτό, σημαντικό ρόλο έπαιξε κι η βοήθεια που πήρε από τον Σκότι Πίπεν. Δίχως πλέον να τον κοιτάζει με... μισό μάτι, όπως στη Βαρκελώνη, ο ηγέτης πλέον των Σικάγο Μπουλς στάθηκε στο πλευρό του και τον στήριξε. Εντός κι εκτός παρκέ. Με μία εξαίρεση. Το Game 3 των NBA Playoffs απέναντι στους Νιου Γιορκ Νικς. Ο Πάτρικ Γιούιν ισοφαρίζει με ραβέρσα με 1.8'' για το τέλος κι ο Φιλ Τζάκσον καλεί τάιμ άουτ. Προς έκπληξη του Σκότι Πίπεν όμως, δίνει εντολή προκειμένου ο Τόνι Κούκοτς να πάρει το τελευταίο σουτ. " Σκότι εσύ θα κάνεις την επαναφορά" λέει, κι εκείνος αμέσως στραβώνει. Εν μέσω τάιμ άουτ δημιουργείται ένα μικρό χάος στον πάγκο των Σικάγο Μπουλς, με τον Σκότι Πίπεν να αρνείται να μπει στο γήπεδο. Κάθεται σε μια καρέκλα και περιμένει.

Η επαναφορά γίνεται, η μπάλα πάει στα χέρια του Τόνι Κούκοτς κι από εκεί καταλήγει στο καλάθι των Νιου Γιορκ Νικς με τη λήξη. Το buzzer beater από τον αριστερόχειρα φόργουορντ ήρθε για να λυτρώσει τους πάντες και να ισχυροποιήσει ακόμη περισσότερο τη θέση του μέσα στην ομάδα. Ήταν "εκεί" όταν χρειάστηκε.

"Όπως είδαν όλοι στο ντοκιμαντέρ και το ξαναθυμήθηκαν οι παλιοί, ήταν μια απόφαση του Φιλ Τζάκσον στο τάιμ άουτ. Θυμάμαι στην αρχή της τελευταίας περιόδου ήμασταν αρκετά μπροστά, κάπου στο +20 και νιώθαμε ασφαλείς. Αρχίσαμε όμως να κάνουμε κακές επιλογές, με αποτέλεσμα να χάσουμε τη διαφορά. Ο Σκότι (Πίπεν) έχασε κάποια σουτ σε αυτό το διάστημα και με το παιχνίδι στο "Χ" ο Φιλ πήρε τάιμ άουτ. Σχεδίασε κάτι για μένα, ίσως επειδή ένιωθε πως ήμουν σε καλύτερο βράδυ. Έπαιξε πιστεύω επίσης ρόλο το γεγονός πως σε κάποια παιχνίδια που είχαν προηγηθεί εκείνη τη σεζόν, έπαιρνα κάποιες φορές αντίστοιχη ευθύνη και ευστοχούσα. Είχα βάλει παρόμοια σουτ και είχα κερδίσει την εμπιστοσύνη του. Ο Φιλ είχε την αίσθηση ότι θα σκοράρω ξανά. Όταν είπε στον Σκότι λοιπόν να κάνει την επαναφορά, αυτός εκνευρίστηκε και κάθισε στον πάγκο. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία".

Σε δοκιμάζουν για να δουν μέχρι πού μπορείς να φτάσεις

Μιας κι η συζήτηση πήγε στο κομμάτι της αντιμετώπισης από τους συμπαίκτες του, υπάρχει κάτι ακόμη που επισημαίνεται στο "The Last Dance". Ο τρόπος με τον οποίο ο Μάικλ Τζόρνταν πίεζε και ωθούσε τους συμπαίκτες του στα όριά τους, στη διάρκεια της προπόνησης. Η ειρωνική γκριμάτσα στον Σκοτ Μπαρέλ στη διάρκεια ενός οικογενειακού διπλού στην προπόνηση, η μπουνιά στον Στιβ Κερ, τα μπινελίκια στον Χόρας Γκραντ. Μία ρουτίνα στην προπόνηση των Σικάγο Μπουλς.

"Δεν είχε διαφορετική συμπεριφορά απέναντί μου, ή οποιουδήποτε είδους πρόβλημα. Αυτά που έκανε, γίνονταν σε όλες τις ομάδες. Μας πίεζε και μας έφτανε στα όριά μας. Υπήρχε λόγος γι αυτό. Ειδικά σε ομάδες όπως οι Σικάγο Μπουλς, που έχουν υψηλές προσδοκίες, πάνε συνέχεια σε τελικούς και κερδίζουν τίτλους. Δεν είναι απλό, ούτε το αντέχουν όλοι. Συμβαίνουν τέτοια πράγματα. Υπάρχει η ιεραρχία, ξέρεις τη θέση σου στην ομάδα, αλλά και το πού βρίσκονται οι άλλοι. Όταν έρχονται νέοι παίκτες, πρέπει να καταλάβουν τι γίνεται. Αυτοί οι τύποι θα σου δώσουν να καταλάβεις πολύ γρήγορα τι χρειάζεται να έχεις για να βρίσκεσαι σε μια ομάδα που διεκδικεί κάθε χρόνο το δαχτυλίδι, αλλά και τι χρειάζονται από σένα για να τα καταφέρουν. Όσοι έχουν περάσει από ομάδες, με καταλαβαίνουν.

Κανείς δεν σου επιτίθεται ως άτομο ή προσωπικότητα, ούτε έχει κάτι εναντίον σου. Απλά προσπαθεί να σου δώσει ένα μάθημα και να σου περάσει ένα μήνυμα, να καταλάβει τι μπορείς να κάνεις και τι όχι, μέχρι που είσαι διατεθειμένος να φτάσεις για να πετύχεις. Ξέρεις, όλα είναι εύκολα όταν βάζεις τα σουτ, όταν η ομάδα κερδίζει με είκοσι πόντους ή έχεις ένα καλό βράδυ. Το θέμα όμως είναι τι συμβαίνει όταν δεν μπαίνουν τα σουτ, όταν ο διαιτητής σε εκνευρίζει με τα σφυρίγματά του ή ο αντίπαλος έχει πειράξει το μυαλό σου. Σε ζορίζουν στην προπόνηση για να δουν αν θα κάνεις το παν για να τα φέρεις όλα τούμπα, ή αν θα τα παρατήσεις. Όταν παίζεις σε τελικούς, δεν έχεις πολλές ευκαιρίες. Γι αυτό πρέπει να είσαι έτοιμος, εκεί φαίνεται ποιος είσαι".

Ο Ρόντμαν θα είχε πρόβλημα με coach από την Ευρώπη

Όταν κλήθηκε να κάνει τις συγκρίσεις ανάμεσα στην Γιουγκοπλάστικα και τους Σικάγο Μπουλς, στάθηκε πολύ στο θέμα των προπονητών. Ήταν τυχερός, όπως δήλωσε, γιατί δούλεψε με κορυφαίους προπονητές. Ο Φιλ Τζάκσον όμως ήταν κάτι διαφορετικό. Zen Master. Ο άνθρωπος που κατάφερε να έχει μερικές από τις πιο δυναμικές και "ιδιαίτερες" προσωπικότητες στα ίδια αποδυτήρια και να είναι όλα καλώς καμώμενα. Ή περίπου έτσι. Υπήρχε πάντα ο Ντένις Ρόντμαν για να προσθέτει το αλατοπίπερο στην ατμόσφαιρα και να τους βγάζει όλους από τη... ρουτίνα. Πώς τα κατάφερε μαζί του;

"Νομίζω ότι ο Ντένις θα είχε πρόβλημα άμα έπαιζε στην Ευρώπη ή είχε προπονητή από την Ευρώπη της δικής μου εποχής. (γελάει) Αγαπώ όλους τους προπονητές που είχα και ξέρω πόσο σπουδαίοι ήταν, δεν θέλω να παρεξηγηθώ σε αυτό που λέω για κανέναν, ούτε για τον Μπόζινταρ Μάλκοβιτς, ούτε για τον Ζέλικο Παβλίσεβιτς, ούτε για τον Ντούσαν Ίβκοβιτς, τον Πέταρ Σκάνσι και τον Σβέτισλαβ Πέσιτς, ούτε φυσικά για τον Ντένις. Όλοι τους ήταν τρομεροί προπονητές, απλά -ξέρεις- πάντα υπήρχε αυτή η απόσταση ανάμεσα σε παίκτη και προπονητή. Ήξερες ποιος ήταν ποιος, δεν ήθελαν τότε να γίνουν φίλοι σου ή να σε πλησιάσουν πολύ. Ήταν της λογικής "εγώ είμαι ο προπονητής και πρέπει να με ακούς, όπως και να έχει". Πιθανόν βέβαια, αυτό έκανε μεγάλο καλό γιατί ήμασταν νέοι και πήραμε πολλά μαθήματα. Μόνο σε μια περίπτωση, αυτή του Μπόζινταρ Μάλκοβιτς με τον Ντούσκο Ιβάνοβιτς η σχέση τους ήταν λίγο πιο διαφορετική, αλλά αυτό ήταν φυσιολογικό γιατί ήταν ο μεγαλύτερος ηλικιακά παίκτης της ομάδας (Γιουγκοπλάστικα), ενώ οι υπόλοιποι ήμασταν πιτσιρικάδες.

Για να επιστρέψω λοιπόν σε ό,τι έχει να κάνει με τον Φιλ, αυτό που μου άρεσε πολύ ήταν πως -πέραν του ότι ξέρει πολύ καλά το άθλημα, όπως όλοι- είχε μια ξεχωριστή ικανότητα να μπει μέσα στην ψυχή σου και να σε καταλάβει ως άνθρωπο και προσωπικότητα. Μπορούσε να δει "μέσα σου" και να σε κατανοήσει ως οντότητα, εκτός παρκέ. Τι σου αρέσει, μέχρι πού αντέχεις, πώς εκφράζεσαι και ποια είναι τα όριά σου. Ξέρεις δεν είναι πολλοί που έχουν αυτό το χάρισμα.

Εν προκειμένω, ο Ντένις έβρισκε έναν δικό του τρόπο να εκφράσει ότι ήθελε τον χώρο και τον χρόνο του για να έχει εσωτερική ηρεμία. Κάποιες φορές οι κανόνες δεν ήταν για εκείνον, αλλά αυτό το καταλάβαιναν όλοι στην ομάδα. Η ηγεσία του Μάικλ (Τζόρνταν), του Σκότι (Πίπεν) και του Φιλ (Τζάκσον), όπως κι ο χαρακτήρας όλων των παιδιών στα αποδυτήρια, έπαιξε ρόλο προκειμένου να μην επηρεαστεί κανείς. Ξέραμε τι θα δώσει στο γήπεδο και πόσο θα παλέψει για τον καθένα μας. Το πιο δυνατό κομμάτι εκείνης της ομάδας, ήταν αυτό: η εμπιστοσύνη στον άλλον. Σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές λοιπόν, που άλλες ομάδες μπορούσαν εύκολα να "σπάσουν" και να καταρρεύσουν από μέσα, ειδικά όταν κάποια πράγματα γίνονταν επανειλημμένως, εμείς το διαχειριζόμασταν. Δεν είχε την παραμικρή αρνητική επιρροή στο σύνολο το γεγονός πως τραβούσε την προσοχή".

Δεν ήξερα τι είχε πει ο Τζέρι Κράουζ στον Φιλ Τζάκσον

Η ιστορία έμελλε να γράψει όμως, πως ο Φιλ Τζάκσον θα αποχωρούσε από τους Σικάγο Μπουλς το καλοκαίρι του 1998. Μία προδιαγεγραμμένη αποχώρηση, ήδη πριν από την έναρξη εκείνης της αγωνιστικής περιόδου. Εξ ου κι η ταμπέλα που είχε βάλει στη σεζόν. The Last Dance. Όχι μόνο του Μάικλ Τζόρνταν, αλλά όλων. Κι αν ο Τζέρι Ράινσντορφ τού έκανε νέα πρόταση παραμονής, έστω για ένα χρόνο, ο Φιλ Τζάκσον είχε πάρει προ πολλού τις αποφάσεις του. " Πρέπει να κάνω ένα διάλειμμα" είχε απαντήσει στον ιδιοκτήτη των Σικάγο Μπουλς. Κι αυτό το "διάλειμμα" ήταν αρκετό για να σημάνει το τέλος μιας εποχής. Στη διάρκεια της σεζόν, συζητούσαν καθόλου στα αποδυτήρια το ενδεχόμενο να πάρει... παράταση η αποχώρηση του Φιλ Τζάκσον και του Μάικλ Τζόρνταν, έστω για ένα χρόνο;

"Όχι, δεν κάναμε τέτοιες κουβέντες στα αποδυτήρια. Αν και να σου πω δεν ήξερα τότε την ατάκα του Τζέρι Κράουζ στον Φιλ Τζάκσον, ότι δεν πρόκειται να ανανεωθεί το συμβόλαιό του ακόμη κι αν τελειώσουμε τη σεζόν όντες αήττητοι. Πάντα μέσα μου πίστευα ότι άμα μπορούσαμε να πάρουμε τον τίτλο το 1998, τότε θα ήταν φυσιολογικό να δώσεις στην ίδια ομάδα την ευκαιρία να παλέψει για ακόμη ένα τίτλο. Έστω ένα ακόμη. Υποθέτω όμως πως οι σχέσεις του Φιλ Τζάκσον με τον Τζέρι Κράουζ ήταν τόσο περίεργες, που είχε αποφασίσει να φύγει και αυτό επηρέασε τους πάντες στην ομάδα εκείνο το καλοκαίρι. Η αποχώρησή του έφερε αλυσιδωτές επιπτώσεις, με πρώτη και βασικότερη την αποχώρηση του Μάικλ Τζόρνταν από την ομάδα. Μόλις ανακοινώθηκε ότι η ομάδα θα κάνει το rebuild, ήξεραν όλοι ότι δεν θα είχαν άλλη ευκαιρία".

THE SHOT. BANG.

Σαν ένα μυθιστόρημα που γίνεται best seller ή μια ταινία από το Hollywood πάντως, ο Τελευταίος Χορός των Σικάγο Μπουλς ήταν εντυπωσιακός. Η επεισοδιακή πρόκριση στους Τελικούς μετά από σειρά επτά αγώνων με τους Ιντιάνα Πέισερς δεν ήταν τίποτα μπροστά στο πώς κρίθηκε ο τίτλος το 1998. Στα τελευταία δευτερόλεπτα του Game 6 μόνο ένας παίκτης των Σικάγο Μπουλς ακουμπάει την μπάλα. Ο Μάικλ Τζόρνταν. Δύο προσωπικές φάσεις απέναντι στον Μπράιον Ράσελ.

Πρώτα παίρνει τον δεξιό διάδρομο και πάει μέχρι μέσα για να να μαζέψει τη διαφορά κι εν συνεχεία βάζει το μεγαλύτερο σουτ της καριέρας του. Στο μεσοδιάστημα βέβαια είχε κάνει την παγίδα και το κλέψιμο στον Καρλ Μαλόουν στο low post. "Ήξερε ότι θα τον μαρκάρει ο Ντένις (Ρόντμαν), αλλά δεν περίμενε εμένα που ήμουν στη weak side και πήγα στην παγίδα" είπε ο Μάικλ Τζόρνταν στο " The Last Dance" για να περιγράψει την απόφασή του να ρισκάρει. Κι ύστερα ακολούθησαν τα δευτερόλεπτα που έμοιαζαν... ατελείωτα.

Κατεβάζει την μπάλα αργά. Χωρίς βιασύνη. Θέλει να εξαντλήσει όσο το δυνατόν περισσότερο τον χρόνο που θα απομένει στους Γιούτα Τζαζ μετά τη δική του προσπάθεια. Πηγαίνει προς το αριστερό μισό του γηπέδου. Σε απόσταση μίας πάσας ο Τόνι Κούκοτς. Ο παίκτης της δυνατής πλευράς. Έτοιμος κι αυτός. Τι σκεφτόταν ενώ έβλεπε τον "Air" να ντριμπλάρει και να ξεκινάει την προσπάθειά του;

"Τίποτα. Το μόνο που κάνεις είναι να προετοιμάσεις τον εαυτό σου για το ενδεχόμενο να πάρεις την ευθύνη. Πρέπει να είσαι έτοιμος. Στην περίπτωσή μου, επειδή ήμουν στη δυνατή πλευρά, είχα στο μυαλό μου να μείνω έτοιμος για το σουτ, σε περίπτωση που ο προσωπικός μου αντίπαλος πήγαινε για νταμπλ τιμ στον Μάικλ. Όλοι ήξεραν ότι αυτός θα πάρει την τελευταία κατοχή και περίμενα πως θα επιδιώξουν να διώξουν την μπάλα από τα χέρια του. Οπότε ήμουν έτοιμος να σουτάρω, αν χρειαστεί. Παρακολουθούσα λοιπόν τον παίκτη μου ώστε άμα κάνει έστω ένα βήμα προς τον Μάικλ, να είμαι σε σημείο που μπορεί να με δει αμέσως. Από την στιγμή που κανείς δεν πήγε πάνω του για να ντουμπλάρει το μαρκάρισμα, έκανε μια εξαιρετική προσπάθεια και έβαλε το σουτ".

The Shot. Bang.

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο GOAT;

GOAT. Greatest Off All Time. Η συζήτηση έχει ξαναφουντώσει με αφορμή το "The Last Dance" και οι απόψεις κλίνουν σε μεγάλο βαθμό στον Μάικλ Τζόρνταν. Το ντοκιμαντέρ θύμισε σε όλους ποιος ήταν και τι είχε καταφέρει. Απέναντι σε ποιους αντιπάλους και με τι τρόπο. Δεν είναι μόνο η τελευταία κατοχή στο Game 6 των NBA Finals του 1998. Είναι πολλά περισσότερα. Είναι ο τρόπος με τον οποίο δύο δεκάδες από Hall Of Famers έμειναν χωρίς δαχτυλίδι εξαιτίας του. Καρλ Μαλόουν. Τζον Στόκτον. Τσαρλς Μπάρκλεϊ. Πάτρικ Γιούιν. Ρέτζι Μίλερ. Κρις Μάλιν. Ντικέμπε Μουτόμπο. Μερικοί μόνο εξ αυτών.

Ποιος είναι σύμφωνα με εκείνον ο GOAT;

"Είναι εύκολο να πω ότι ο Μάικλ Τζόρνταν είναι ο GOAT, γιατί πολλοί παίκτες από εκείνη την εποχή τον αναγνώριζαν και τον αναγνωρίζουν ακόμη κι οι νεότεροι. Αυτό που ο κόσμος λέει ως "GOAT". Ως παίκτης που ήμουν κι εγώ στο παρκέ, μπορώ να σου πω ότι εκείνος έκανε το παιχνίδι παγκόσμιο και το έφερε σε τέτοιο βαθμό δημοφιλίας, που το αγάπησε όλος ο πλανήτης. Ήταν αυτός που το έφερε πιο κοντά στους διεθνείς παίκτες και ο υπεύθυνος της παγκοσμιοποίησής του. Είχε πολύ υψηλές προσδοκίες και αυτό καθόρισε τα πάντα στην πορεία του. Κι αντίστοιχα επηρέασε το -τότε- παρόν, αλλά και το μέλλον του αθλήματος. Οι μισθοί ανέβηκαν, τα έσοδα των ομάδων αυξήθηκαν, όλοι είχαν όφελος. Απέδειξε ότι ακόμη κι όταν μιλάμε για ομαδικό αθλητισμό, ένα άτομο μπορεί να ξεχωρίσει τόσο και να γίνει αγαπητός απ' όλους, όχι μόνο εντός της αθλητικής κοινότητας, αλλά συνολικά απ' όλους τους ανθρώπους. Ο Μάικλ Τζόρνταν ήταν όλα αυτά. Δεν είναι εύκολο ή απλό να συγκρίνεις τον ΛεΜπρον Τζέιμς και την τωρινή εποχή με εκείνη, ή αντίστοιχα τις παλαιότερες, όπου κυριαρχούσαν ο Λάρι Μπερντ, ο Μάτζικ Τζόνσον, ο Τζούλιους Έρβινγκ και ο Μπιλ Ράσελ. Είναι δύσκολο να επιλέξεις μόνο έναν στο prime του, αλλά θα δώσω πάλι ένα μικρό προβάδισμα στον Μάικλ (Τζόρνταν). Νομίζω ότι αυτός θα ήταν ο καλύτερος σε όποια εποχή κι αν βρισκόταν, είτε μιλάμε για σαράντα χρόνια πίσω είτε για δέκα χρόνια μετά από τώρα. Θα ήταν κυρίαρχος.

Στην Ευρώπη νομίζω είναι πιο περίπλοκο το πράγμα. Σκέφτομαι ότι υπάρχουν πάρα μα πάρα πολλοί καλοί παίκτες, ειδικά τα παιδιά από την πρώην Γιουγκοσλαβία. Εγώ, ο Ντράζεν Πέτροβιτς, ο Ντίνο Ράτζα, ο Βλάντε Ντίβατς, ή ο Άρβιντας Σαμπόνις και ο Σαρούνας Μαρτσουλιόνις, ακόμη ο Νίκος Γκάλης. Είναι μια κατηγορία παικτών που ηγούνταν και άφησαν το στίγμα τους. Στην εποχή μου, υπήρχαν πολλές καλές ομάδες σε συλλογικό επίπεδο. Γι αυτό δεν θα επέλεγα μόνο έναν, είναι πιο δύσκολη η επιλογή για την Ευρώπη. Νομίζω ότι ήμουν τυχερός και έζησα στη "χρυσή εποχή" του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ήταν η εποχή που οι ευρωπαϊκές εθνικές ομάδες κέρδιζαν συνέχεια τις ΗΠΑ και τις υποχρέωσαν να αλλάξουν τρόπο σκέψης και φιλοσοφίας και να ενσωματώσουν επαγγελματίες στις μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις. Έστειλαν την Dream Team στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνη γιατί δεν άντεχαν να υποστούν άλλη ήττα, θεωρώντας εαυτόν ως μια πανίσχυρη μπασκετικά χώρα. Σαφώς, κι ήρθαν κάποιες ήττες μετά την Dream Team, από την Γιουγκοσλαβία, την Αργεντινή, την Ελλάδα. Η μεγάλη εικόνα όμως ήταν αυτή, στην εποχή μου.

Η Ευρώπη έχει ακόμη πολύ σπουδαίους παίκτες, ακόμη και τώρα. Τους βλέπουμε. Απλά τώρα είναι διαφορετικά γιατί όλοι έχουν έναν στόχο: το ΝΒΑ. Σήμερα, ένας 18χρονος μπορεί να το επιχειρήσει, να δοκιμάσει την τύχη του. Τότε δεν ήταν εύκολο να φύγει κάποιος από την Ευρώπη για να παίξει στο ΝΒΑ. Δεν ήταν απλό πράγμα να αποφασίσεις να αφήσεις τα πάντα στην Ευρώπη για μια καριέρα στο ΝΒΑ, που δεν ήξερες τι μπορεί να φέρει. Ήταν μεγάλο το ρίσκο να αφήσεις τα πάντα πίσω σου, γιατί δεν ήξερες αν θα παίξεις ή όχι. Κανείς δεν σου έδινε εγγυήσεις. Όσο καλός κι αν ήσουν στην Ευρώπη, ουδείς μπορούσε να σου πει ότι θα βρεις λεπτά συμμετοχής στο ΝΒΑ. Τώρα, είναι πιο εύκολο να σε δουν, ήδη από μικρή ηλικία, να καταλάβουν αν είσαι καλός ή όχι, αν μπορείς να σταθείς στο υψηλότερο επίπεδο".

Η ΠΕΝΤΑΔΑ ΠΟΥ ΘΑ ΚΟΝΤΡΑΡΕ ΤΟΥΣ ΣΙΚΑΓΟ ΜΠΟΥΛΣ

Το δικό του φινάλε στους Σικάγο Μπουλς δεν γράφτηκε το 1998, αλλά δύο χρόνια αργότερα. Το 2000 πήγε στους Φιλαδέλφεια Σίξερς. Το 2001 στους Ατλάντα Χοκς. Το 2002 στους Μιλγουόκι Μπακς. Σε όλες τις ομάδες κατέληξε μέσω ανταλλαγής. Τα "Ελάφια" ήταν κι ο τελευταίος σταθμός της καριέρας του στο ΝΒΑ, σε μια εποχή που πάλευαν, αλλά δεν ήταν σε θέση να διεκδικούν το δαχτυλίδι, όπως συμβαίνει τώρα. Ίσως, άμα υπήρχε τότε ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, να ήταν διαφορετικά τα πράγματα.

Τι πιστεύει; Ο Giannis μπορεί να φτάσει στο σημείο να μπαίνει στην ίδια πρόταση με τον Μάικλ Τζόρνταν;

"Αυτό εξαρτάται από εκείνον, από κανέναν άλλον. Κανείς δεν μπορεί να επηρεάσει την πορεία και τα κατορθώματά του. Απ' ότι βλέπω και απ' ότι ακούω από παίκτες και τον κόσμο του Μιλγουόκι, δουλεύει με πάρα πολλή ενέργεια. Δουλεύει σκληρά και παλεύει για να πετύχει τους στόχους του. Αυτό τον κάνει ξεχωριστό, δείχνει διάθεση να φτάσει στην κορυφή κι αυτό είναι σπουδαίο. Αν ήμουν στη θέση του, που δεν είμαι βέβαια, και βλέποντας το πώς εξελίσσεται το παιχνίδι, όπου οι βασικές επιλογές είναι η διείσδυση και το τρίποντο, θα εξασκούσα το σουτ μετά από ντρίμπλα, από τα πέντε - έξι μέτρα. Μια δυο ντρίμπλες και τζαμπ σουτ από εκείνο το σημείο. Αν αποκτήσει καλό παιχνίδι από μέση απόσταση, τότε ο κόσμος θα φοβάται την δράση του και θα επηρεαστεί πολύ ο τρόπος αντιμετώπισής του. Έτσι, πιστεύω μπορεί να γίνει ασταμάτητος.

Πολλές φορές με ρωτάνε ποια θα ήταν η πεντάδα που θα ξεχώριζα από την τωρινή εποχή. Εγώ πάντα τους λέω "να βάλω κι εμένα μέσα;" (γελάει). Ξέρεις ποιους θα έπαιρνα; Τον ΛεΜπρον Τζέιμς στο "1", τον Καουάι Λέοναρντ στο "2", τον Κέβιν Ντουράντ στο "3", εμένα στο "4" και τον Γιάννη Αντετοκούνμπο στο "5". Αυτή η πεντάδα θα ήταν πραγματικά πάρα πολύ καλή".

Μπορεί αυτή η πεντάδα να κερδίσει τους Σικάγο Μπουλς του Three Peat; "Εξαρτάται, από το σε ποια ομάδα θα ήμουν (γελάει). Όχι, εντάξει πλάκα κάνω. Μιλάμε όμως για κάτι αντίστοιχο, γιατί νομίζω ότι εκείνη η ομάδα των Σικάγο Μπουλς ήταν η καλύτερη όλων των εποχών. Στο λέω κιόλας γιατί το έχω ζήσει από μέσα. Με την πεντάδα που σου πρότεινα πριν δεν ξέρω τι θα καταφέρναμε, γιατί δεν την έχω ζήσει. Αν θέλουμε όμως να δημιουργήσουμε μια πεντάδα που μπορεί να κάνει τα πάντα, τότε είναι αυτή που σου είπα".

Η τελευταία ερώτηση είχε να κάνει με το αν "βλέπει" στο παρόν κάποιον παίκτη που να του θυμίζει τον εαυτό του. Υπάρχει κάποιος που να μπορούμε να πούμε ότι είναι ο Τόνι Κούκοτς των 20s; "Δεν ξέρω, για να σου είμαι ειλικρινής. Δεν πιστεύω ότι κάποιος θέλει να είναι σαν εμένα, όσο το να αφήσει το αποτύπωμά του".

Δεν είναι εύκολο να υπάρξει κάτι παρόμοιο. Η πλαστικότητα στις κινήσεις, το ball handling, ο συνδυασμός μεγέθους και εκρηκτικότητας. Δεν είναι εύκολο να ξαναβγεί κάποιος σαν τον Τόνι Κούκοτς. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναβγεί κάποιος σαν τον Μάικλ Τζόρνταν. Κι αυτό είναι το ωραιότερο όλων. Η μοναδικότητά τους. Από τα παρκέ, την ισχυρή προσωπικότητα και την έλλειψη φόβου στα μάτια τους μέχρι την αγάπη για το γκολφ και τα πούρα.

Αυτό ήταν ο Τόνι Κούκοτς. Ένας και Μοναδικός. One and only. Ή καλύτερα, one and Toni.

Former NBA basketball player Toni Kukoc, of Croatia, smokes a cigar as he reads his putt on the seventh green during the first round of the Encompass Championship golf tournament on Friday, June 21, 2013, in Glenview, Ill. (AP Photo/Nam Y. Huh) AP

Και ο "τελευταίος διάλογος" του Τόνι Κούκοτς με τον Μάικλ Τζόρνταν λίγο πριν τη συνέντευξη στο Sport24.gr: "Μιλήσαμε πριν από μερικές ημέρες και του είπα χαίρομαι που τελειώνει το ντοκιμαντέρ. Ξέρεις γιατί; Τις τελευταίες τρεις εβδομάδες με πήραν τόσα πολλά τηλέφωνα, όσα δεν με είχαν ξαναπάρει εδώ και είκοσι χρόνια μαζί (γέλια)".

Photo Credits: Eurokinissi & AP Photo/Nam Y. Huh

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ