Ο "ισπανικός ρυθμός" του Παναθηναϊκού και το season low της άμυνας
Ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ έπαιξε απέναντι στη Βαλένθια στον ρυθμό που (μας) έχει συνηθίσει φέτος, αλλά με πολύ χειρότερα αποτελέσματα. Το πώς και το γιατί της άμυνας που ήταν σε season low, οι δυο συν ένας ψηλοί και η ανηφόρα που δεν θα ισιώσει σύντομα. Γράφει ο Αλέξανδρος Τρίγκας.
Αν μη τι άλλο, στο παιχνίδι με τη Βαλένθια ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ δεν είχε -εκ προοιμίου- πολλές πιθανότητες για τη νίκη. Στα περισσότερα απ' όσα θα δώσει φέτος άλλωστε, δεν θα έχει. Στην πράξη βέβαια, αυτό που χρειάζονταν οι παίκτες του Γιώργου Βόβορα ήταν να καταδείξουν αμυντική αφοσίωση ικανή να διαφοροποιήσει τα δεδομένα και να μετατρέψει το τριφύλλι σε ενδεχόμενο φαβορί για την επικράτηση. Μόνο έτσι θα μπορούσε να αλλάξει η πορεία της ιστορίας. Από την άμυνα. Αυτός που είναι "από κάτω" άλλωστε, είναι εκείνος που έχει μόνο ένα μονοπάτι να ακολουθήσει, για να τα καταφέρει.
Οι υπολογισμοί που έγιναν πριν από τον αγώνα όμως, πήγαν γρήγορα περίπατο. Κι αυτό, με ευθύνη πρωτίστως των πρασίνων οι οποίοι έδωσαν τη δυνατότητα στους παίκτες του Χάουμε Πονσαρνάου να δουν το αντίπαλο καλάθι πιο καθαρά απ' ότι ενδεχομένως υπολόγιζαν, κι εκεί πάνω να "πατήσουν" για τα 13/24 τρίποντα.
ΧΩΡΙΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΜΥΝΑ
Στις πρώτες κιόλας κατοχές στη Fonteta, ήταν εμφανές το μεγαλύτερο πρόβλημα του Παναθηναϊκού ΟΠΑΠ στον αγώνα. Αυτό που έβαλε γρήγορα το νερό στο αυλάκι και αποτέλεσε τη βάση για τη -μετέπειτα- ισπανική επικράτηση: η έλλειψη επικοινωνίας στην άμυνα.
Κάτι που αποτυπώθηκε τόσο στο παθητικό των 95 πόντων όσο κι από το γεγονός πως η Βαλένθια (με τις 28 ασίστ) κατέγραψε μία από τις κορυφαίες επιδόσεις της ιστορίας της στην EuroLeague. δεδομένα που δεν προέκυψαν μόνο χάρη στο ταλέντο των παικτών της ισπανικής ομάδας, αλλά κι επειδή εκείνοι του Γιώργου Βόβορα -σε πολλές περιπτώσεις- δεν φρόντισαν να βοηθήσουν... αλλήλους στο παρκέ, μιλώντας και καθοδηγώντας ο ένας τον άλλον στην άμυνα.
ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΟΥ ΡΥΘΜΟΥ
Ο "έλεγχος του ρυθμού" είναι μια ατάκα που χρησιμοποιείται από κάθε προπονητή, ανεξαρτήτως του επιπέδου στο οποίο εργάζεται. Κι ο λόγος είναι προφανής γιατί το μείζον σε κάθε περίπτωση είναι πώς η ομάδα του θα οδηγήσει τον ρυθμό του αγώνα στο επίπεδο που την ευνοεί, σε αυτόν που αυξάνει τις πιθανότητες για νίκη.
Εν προκειμένω, απέναντι στη Βαλένθια, είναι σαφές πως το τριφύλλι είχε ως πλάνο να ρίξει ταχύτητα και να πάει σε μεγάλες επιθέσεις, απολύτως στοχευμένες, που θα αποτελούσαν τη βάση για αμυντική ισορροπία σε δεύτερο χρόνο. Κάτι που δεν έγινε στην πράξη. Τόσο γιατί οι πράσινοι έπαιξαν στον ρυθμό που έκανε τους γηπεδούχους να νιώσουν οικεία, όσο κι επειδή πολλά από τα λάθη που έκαναν (18 στον αριθμό) έδωσαν εύκολα καλάθια στους παίκτες του Χάουμε Πονσαρνάου.
Πέραν τούτου, η συζήτηση για τις ταχύτητες στις οποίες παίχτηκε το παιχνίδι με τη Βαλένθια ήταν λογικό να προκύψει για τον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ, από την στιγμή που αντιμετώπισε μια ισπανική ομάδα. Αυτό είναι όμως μόνο το δέντρο στην προκειμένη περίπτωση, γιατί επ' ουδενί οι 82 κατοχές που εκδήλωσε το τριφύλλι στη Fonteta δεν είναι κάτι... άγνωστο για εκείνο. Για την ακρίβεια είναι ο μέσος όρος που έχει καταγράψει μέχρι στιγμής η ελληνική ομάδα στην EuroLeague (81.8 για την ακρίβεια, ανά αγώνα). Οπότε, οι πράσινοι έπαιξαν επί της ουσίας στον ρυθμό που έχουν συνηθίσει να παίζουν φέτος στην EuroLeague.
Η ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΣΤΗΝ ΑΜΥΝΑ
Όπως γίνεται αντιληπτό λοιπόν, αν η συζήτηση πάει στο κομμάτι της ταχύτητας με την οποία παίζεται το παιχνίδι, τότε το "πρόβλημα" (αν χαρακτηρίζεται ως τέτοιο από το τεχνικό επιτελείο) υπάρχει εδώ και καιρό, δεν εμφανίστηκε μόνο κόντρα στη Βαλένθια. Αυτό είναι το ένα κομμάτι. Το άλλο έχει να κάνει με την αμυντική συνέπεια που (δεν) έδειξαν οι παίκτες του Γιώργου Βόβορα. Από τους 0.99 πόντους που δέχονταν στους έξι πρώτους αγώνες της EuroLeague ανά κατοχή, πήγαν στους 1.17 το βράδυ της Τρίτης 17 Νοεμβρίου. Μοιραία, λοιπόν το παθητικό οδηγήθηκε σε επίπεδα που η ελληνική επίθεση δεν είχε την ποιότητα για να ακολουθήσει και να διεκδικήσει μέχρι τέλους τη νίκη.
Κρατήστε κάτι πάνω σε αυτό: αν στη Fonteta, ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ δεχόταν τους πόντους ανά κατοχή που είχε ως παθητικό στα προηγούμενα φετινά παιχνίδια, τότε θα ήταν πολύ κοντά στη νίκη. Κι αυτό επειδή αντί για 95, το ισπανικό κοντέρ θα σταματούσε τους 80 πόντους. Το πρόβλημα λοιπόν, δεν είναι απαραίτητα η συχνότητα με την οποία καλείται μια ομάδα να αμυνθεί, όσο ο τρόπος με τον οποίο το κάνει και τα εργαλεία που διαθέτει (βλ. παίκτες) για να το πετύχει.
Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΣΟΥΤ ΚΑΙ ΤΑ ΙΣΠΑΝΙΚΑ ΠΟΣΟΣΤΑ
Όλο αυτό προέκυψε ως συνέπεια της έλλειψης επικοινωνίας και της ευκολίας με την οποία, σε πολλές περιπτώσεις, οι παίκτες της Βαλένθια δημιουργούσαν ελεύθερο σουτ. Είτε για δύο είτε για τρεις πόντους. Επειδή πάντως δεν είναι σύνηθες φαινόμενο μια ομάδα να τελειώνει αγώνα με καλύτερα ποσοστά στα τρίποντα (54.2%) απ' ότι στα δίποντα (52.6%), είναι σαφές πως κι η αντίπαλη άμυνα έχει βάλει το χεράκι της.
Πώς; Εκτέθηκε επανειλημμένως και είδε τους γηπεδούχους να εκτελούν σε ευνοϊκές συνθήκες, με αποτέλεσμα τα τόσο υψηλά ποσοστά. Όχι μετά από ντρίμπλα, αλλά στατικά. Όχι στο τέλος του χρόνου υπό πίεση, αλλά μετά από καλή κυκλοφορία της μπάλας και δημιουργία ανισορροπίας στην αντίπαλη άμυνα. Η Βαλένθια πήρε την... ασίστ που της έδωσε η άμυνα των πρασίνων, έκανε πολύ καλό επιθετικό παιχνίδι, κι ενδεχομένως να σημείωνε τριψήφιο αριθμό πόντων, αν στα τελευταία δύο λεπτά (σ.σ.: δεν σκόραρε) δεν άφηνε το πόδι από το γκάζι.
ΤΑ ΚΟΝΤΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΠΡΟΕΚΥΨΑΝ (ΚΑΙ) ΑΠΟ ΑΝΑΓΚΗ
Για ακόμη ένα παιχνίδι, ο Γιώργος Βόβορας ανακάτεψε πολλές φορές την τράπουλα προκειμένου να βρει ισορροπία, σε άμυνα κι επίθεση. Το σχήμα με τα τρία γκαρντ και τα δύο φόργουορντ (Άαρον Γουάιτ στο "4" και Ντίνος Μήτογλου στο "5") βοήθησε αρκετά, αλλά επρόκειτο για ειδική συνθήκη. Για ένα τρικ, που έπιασε, πλην όμως δεν θα μπορούσε να αποτελέσει τον κανόνα στο παιχνίδι.
Σε μία προσπάθεια μάλιστα να αλλάξει εκ νέου το μομέντουμ και να οδηγήσει τη Βαλένθια σε επιλογές προσώπων, που ίσως δεν ήταν λειτουργικές για εκείνη, ο 43χρονος τεχνικός ανέβασε ξανά τον Ιωάννη Παπαπέτρου στο "4" στη διάρκεια της τελευταίας περιόδου. Μία κατάσταση που τις τελευταίες αγωνιστικές τείνει να γίνει... κανόνας. Όχι απαραίτητα γιατί αποδίδει εξαιρετικά, όσο γιατί προκύπτει από ανάγκη.
Αφενός επειδή το προηγούμενο δεκαπενθήμερο ο Μπεν Μπέντιλ κι ο Ζακ Όγκαστ απουσίασαν, αφετέρου επειδή αμφότεροι δεν έχουν καταφέρει ως τώρα (πριν από αυτή την απουσία τους, αλλά κι απέναντι στη Βαλένθια) να κερδίσουν -βάσει εικόνας- περισσότερο χρόνο στο παρκέ. Οι συμμετοχές τους είναι ολιγόλεπτες, κάτι που προφανώς προκύπτει απ' όσα γίνονται στις προπονήσεις. Ακόμη κι όταν πατούν το παρκέ πάντως, δεν φαίνεται να μπορούν να "δικαιολογήσουν" οποιουδήποτε είδους συζήτηση περί ανάγκης για περισσότερη εμπιστοσύνη από τον Γιώργο Βόβορα.
Κάπως έτσι, το τριφύλλι παλεύει με δύο (Γιώργος Παπαγιάννης, Ντίνος Μήτογλου) συν έναν (Άαρον Γουάιτ) ψηλούς, απέναντι σε ομάδες που είναι πολύ πιο γεμάτες και -αποδεδειγμένα- αντλούν περισσότερα πράγματα, από τους παίκτες που έρχονται από τον πάγκο σε κάθε παιχνίδι. Είτε αμυντικά είτε επιθετικά.
ΚΑΘΕ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΝΗΦΟΡΑ
Το να κοιτάξει κανείς το πρόγραμμα των επόμενων αγωνιστικών δεν ωφελεί σε κάτι. Δεν μπορεί να μπει το "καλό" ή το "κακό" ως επιθετικός προσδιορισμός δίπλα στη λέξη "πρόγραμμα" για τον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ. Όπως είναι η φετινή σεζόν, κάθε παιχνίδι που έρχεται είναι μια νέα ανηφόρα. Κι αν η Fonteta κι η Fernando Buesa Arena (ακολουθεί το βράδυ της Πέμπτης 19 Νοεμβρίου) έμοιαζαν με... βουνό πριν από μερικές ημέρες, αυτά που έρχονται είναι ακόμη πιο απαιτητικά. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως μετά το εντός έδρας παιχνίδι της επόμενης εβδομάδας (με την Μπάγερν Μονάχου), ακολουθεί κι άλλη -τύποις- διαβολοβδομάδα για το τριφύλλι, με Βιλερμπάν (εκτός) και Αρμάνι Μιλάνο (εκτός) λόγω των αναβολών που προέκυψαν τις προηγούμενες αγωνιστικές με θύτη τον κορονοϊό. Κοινώς, η ανηφόρα δεν πρόκειται να ισιώσει σύντομα.
Photo Credits: Eurokinissi