Ο κανόνας της εμπιστοσύνης
Ο Αντώνης Καρπετόπουλος γράφει για τις επιλογές του Φερνάντο Σάντος στην Εθνική ομάδα, τα ρίσκα και τις συνταγές επιτυχίας που δεν έχουν θέση στο ποδόσφαιρο.
Τη Δευτέρα θα ανακοινωθεί η αποστολή της Εθνικής για τη Βραζιλία, αλλά ήδη η δήλωση των τριάντα εκλεκτών του ομοσπονδιακού προπονητή στη FIFA στέρησε από τη διαδικασία το σασπένς. Για όποιον μπορεί και διαβάζει το Φερνάντο Σάντος τα διλλήματα του είναι ελάχιστα – αν όχι και ανύπαρκτα.
Λογικά ο Γλύκος θα επιλεγεί αντί του Τζόρβα που προέρχεται από τραυματισμό. Στην άμυνα παίζονται δυο θέσεις: τη μια θα την πάρει ο Αβραάμ Παπαδόπουλος ή ο Μόρας και την άλλη ο Τζαβέλας ή ο Καράμπελας.
Στη μεσαία γραμμή επίσης υπάρχει προβληματισμός για το αν θα ακολουθήσει την αποστολή ο Φορτούνης ή ο Ταχτσίδης: ο Φετφατζίδης μοιάζει σίγουρος. Και στην επίθεση πιθανότατα ο Σάντος σκέφτεται αν θα πάρει τον Δημήτρη Παπαδόπουλο: ο Πορτογάλος περιμένει να δει την κατάσταση του Μήτρογλου – αν δεν είναι σε θέση να ακολουθήσει την αποστολή ίσως τρυπώσει στο παρα πέντε κάποιος επιθετικός ακόμα, ωστόσο το βρίσκω δύσκολο. Αλλωστε ο Μήτρογλου στα τελευταία ματς της Φούλαμ ήταν στην αποστολή, οπότε λογικά θα είναι και στην αποστολή της Εθνικής. Αν κριτήριο ήταν η φόρμα στην οποία βρίσκεται ένας παίκτης στο φινάλε της σεζόν δεν θα είχε πρόβλημα επιλογής μόνο ο Μήτρογλου, αλλά καμιά δεκαπενταριά παίκτες. Λίγοι από τους διεθνείς μας για διάφορους λόγους ολοκλήρωσαν τη σεζόν καλά.
Ποιοι θα πάνε Μουντιάλ; Βγάλτε την 23άδα της αρεσκείας σας!
Οι μέτριες στο φινάλε εμφανίσεις των διεθνών του Ολυμπιακού αλλά και του ΠΑΟΚ και οι γενικώς δύσκολες σεζόν που είχαν φέτος αρκετοί από τους διεθνείς μας που βρίσκονται στο εξωτερικό (Καρνέζης, Σαμαράς, Καραγκούνης, Φορτούνης, Ταχτσίδης, Φετφατζίδης, Μήτρογλου είδαν πολλά ματς από τον πάγκο για διαφορετικούς λόγους), δημιουργούν καιρό τώρα μια συζήτηση για το αν οι παίκτες αυτοί αξίζουν τη συμμετοχή στην Εθνική αντί άλλων που έπαιξαν περισσότερο στη σεζόν, ήταν σταθερότεροι και μοιάζουν λίγο πριν την έναρξη του μουντιάλ σε καλή κατάσταση.
Οι πιο προβεβλημένοι από τους αδικημένους είναι μερικοί καλοί ποδοσφαιριστές που έκαναν φέτος καλή σεζόν στο ελληνικό πρωτάθλημα: πολλοί υποστηρίζουν ότι ο Ταυλαρίδης, ο Γιαννούλης, ο Τσέναμο, ο Παπάζογλου του ΟΦΗ, ο Αραβίδης που πέτυχε 11 γκολ με τον Πανιώνιο, κάποιοι από τους μικρούς του ΠΑΟ που ξεπετάχθηκαν και κάποιοι που αγωνίζονται στο εξωτερικό σταθερά (ο Γκαλίτσιος, ή ο αναγεννημένος Πλιάτσικας) θα μπορούσαν να βοηθήσουν την Εθνική περισσότερο από άλλους που έχουν ρεζερβέ τη θέση χωρίς κανείς ναθυμάται το τελευταίο τους καλό παιγνίδι. Οι ενστάσεις δεν είναι άστοχες, πλην όμως μια Εθνική ομάδα, πρέπει να είναι Εθνική, δηλαδή ανοιχτή σε όλους, αλλά πρέπει να είναι και ομάδα. Μια ομάδα χτίζεται με το χρόνο και μπολιάζεται από νέους παίκτες σταδιακά. Για αυτό και μόνο ο Σάντος δεν έχει περιθώριο να πάρει στη Βραζιλία περισσότερους από δυο - τρεις που στα προκριματικά δεν είχαν συμμετοχή, ανεξάρτητα από το πρωτάθλημα που έκαναν.
Μετράει η χημεία περισσότερο από τη φόρμα; Όταν μιλάμε για εθνικές ομάδες πιθανότατα ναι, κι αυτό είναι σίγουρα ένα παράδοξο. Στην περίπτωση της δικής μας ομάδας δεν υπάρχουν και πάρα πολλές επιλογές για τον ομοσπονδιακό και είναι δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι μια δυο προσθήκες παικτών που αποκλείστηκαν από τους 30 θα έκαναν την ομάδα πολύ καλύτερη. Σε άλλες χώρες που οι ομοσπονδιακοί έχουν περισσότερες λύσεις πολλές φορές οι αποκλεισμοί φορμαρισμένων γίνονται το μυστικό της επιτυχίας: κυρίως είναι πράξεις εμπιστοσύνης των προπονητών απέναντι στους πολυσυζητημένους βασικούς τους.
Ο Μπέαρζοτ πήρε τον σκουριασμένο από την τιμωρία Ρόσι το 1982, ο Μπιλάρδο απέκλεισε το 1986 τον για χρόνια αρχηγό Πασαρέλα: και οι δυο γύρισαν με το παγκόσμιο κύπελλο από την Ισπανία και το Μεξικό. Παραδείγματα διάσημων αποκλεισμένων υπάρχουν πάρα πολλά: αυτή την εβδομάδα στη Γαλλία έγινε ο κακός χαμός με τον αποκλεισμό του Νασρί π.χ. Ας μην ξεχνάμε ότι και η ομάδα του Ρεχάγκελ χτίστηκε πάνω σε θεαματικούς αποκλεισμούς: το 2004 ο Γερμανός αγνόησε όχι μόνοτο Γεωργάτο και τον Κώστα Κωνσταντινίδη, με τους οποίους τσακώθηκε, αλλά και τον Ακη Ζήκο. Θυμάμαι μετά τον τελικό του Τσάμπιονς λιγκ ανάμεσα στην Πόρτο και στη Μονακό μια παρέα δημοσιογράφων είχαμε ρωτήσει στο Γκιζελκίρχεν τον Γερμανό αν ο Ζήκος θα εξακολουθήσει να είναι εκτός πλάνων. Είχε πει «ναι» και για να γίνει πειστικότερος πήρε ένα χαρτί, σχεδίασε ένα μικρό γηπεδάκι και βάζοντας μια τελεία μπροστά από τη μεγάλη περιοχή είπε ότι ο Ζήκος «παίζει μόνο εδώ», ενώ οι δικοί του αμυντικοί χαφ πατάνε όλο το γήπεδο!
Τον αδικούσε το Ζήκο, αλλά έκανε το Ζαγοράκη, τον Κατσουράνη και τον Μπασινά να νοιώθουν έτοιμοι να σκοτωθούν για χάρη του. Και η φόρμα των παικτών θα πει κάποιος; Δε μετράει; Αν η Εθνική παραταχθεί στα βραζιλιάνικα γήπεδα με έντεκα παίκτες που έμοιαζαν ντεφορμέ πριν η αποστολή αναχωρήσει δεν θα έχει ο προπονητής τις ευθύνες του; Αναμφίβολα ναι. Αλλά η απάντηση σε αυτή τη λογική ένσταση είναι ότι μια ομάδα δεν γίνεται με βάση τις όποιες ανάγκες μιας τελικής φάσης, αλλά ξεκινά το δρόμο της δυο χρόνια πριν τα τελικά με σκοπό αρχικά να προκριθεί. Κι όποιος την πρόκριση την πάρει, αποκτά κι ένα δικαίωμα παρουσίας. Αυτή η συνταγή μπορεί να μην εγγυάται πάντα την πιθανότητα καλών εμφανίσεων στα τελικά, αλλά τουλάχιστον δημιουργεί ομοψυχία και σχέσεις εμπιστοσύνης που φέρνουν προκρίσεις.
Το ποδόσφαιρο είναι ωραίο γιατί δεν έχει συνταγές επιτυχίας. Το 2008 στα τελικά του Euro της Αυστρίας και φυσικά το 1994 στο μουντιάλ της ΗΠΑ η λογική να μην υπάρξουν αλλαγές στην ομάδα που πήρε την πρόκριση έφερε αποτυχίες: οι ομάδες που είχαν προκριθεί χρειάζονταν σε εκείνα τα τελικά ένα κάποιο φρεσκάρισμα κι όχι πολλούς βετεράνους. Από την άλλη αν το κριτήριο του Ρεχάγκελ για την αποστολή του 2004 ήταν για τις επιλογές του αποκλειστικά η φόρμα των παικτών πιθανότατα δεν θα έπρεπε να βρεθούν στην Πορτογαλία παίκτες με μικρή συμμετοχή στις ομάδες που ανήκαν, όπως ο Νικοπολίδης, ο Δέλλας, ο Χαριστέας που στο δεύτερο μισό της σεζόν τους «σκούριαζαν» σε πάγκους.
Ο Σάντος πιστεύω ότι τελικά θα πάρει τον Αβραάμ, το Φορτούνη, ίσως και τον Παπαδόπουλο. Εχει το δικαίωμα να ολοκληρώσει τον κύκλο του με τα παιδιά του: ας ελπίσουμε να τον τελειώσει καλά. Κι ο επόμενος κόουτς θ’ αρχίσει ένα καινούργιο μετά το μουντιάλ, φτιάχνοντας με τους δικούς του συνεργάτες τη δική του ομάδα. Βασιζόμενος κι αυτός σε ένα κανόνα εμπιστοσύνης, που είναι η μόνη συνταγή ηρεμίας. Επιτυχία χωρίς ηρεμία δεν υπάρχει ποτέ.