O νέος Μέσι είναι ο παλιός Ντιέγκο
Ο Αντώνης Καρπετόπουλος γράφει για το ματς του Λιονέλ Μέσι κόντρα στη Μάντσεστερ Σίτι και εξηγεί για ποιο λόγο του θύμισε για πρώτη φορά αγωνιστικά τον θρυλικό Ντιέγκο Μαραντόνα.
Για όποιον αγαπάει το ποδόσφαιρο, η εμφάνιση του Μέσι στο ματς της Μπαρτσελόνα με τη Μάντσεστερ Σίτι είναι ό,τι καλύτερο συνέβη τον τελευταίο καιρό. Ο Μέσι είναι ο μόνος που μπορεί να μεταμορφώσει τη φετινή αργή και προβλέψιμη Μπαρτσελόνα σε ομάδα που μπορεί να διεκδικήσει το Τσάμπιονς Λιγκ.
Ο Μέσι είναι, επίσης, ο μόνος που μπορεί να δώσει αληθινό ενδιαφέρον στο παγκόσμιο κύπελλο του επόμενου καλοκαιριού. Η Βραζιλία φαντάζει ως τεράστιο φαβορί, οι Ευρωπαίοι στη Λατινική Αμερική παραδοσιακά τύχη δεν έχουν και η Αργεντινή του Μέσι μοιάζει σήμερα η μόνη ομάδα που μπορεί να χαλάσει το πάρτι που ετοιμάζουν οι Καριόκας. Το να βλέπεις τον Μέσι να παίζει καλά και να κάνει τη διαφορά ξανά, πέρα από απόλαυση, δημιουργεί και προσδοκία παιγνιδιών ακόμα καλύτερων: το ποδόσφαιρο υπάρχει για να απολαμβάνουμε πρωταγωνιστές.
Το ενδιαφέρον είναι πως έπαιξε κόντρα στη Σίτυ ο Μέσι. Η εντύπωση που έχω είναι ότι, σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν και τα όσα είχαμε συνηθίσει, ο Αργεντινός σούπερ σταρ διαφοροποιεί σιγά σιγά το ρόλο του: δεν είναι η πρώτη φορά. Ο Μέσι ξεκίνησε σαν ταχύτατος δεξής εξτρέμ, βγάζοντας κάποτε από την ενδεκάδα της Μπάρτσα το μεγάλο Λουντοβίκ Ζουλί: ήδη στα 17 του ο Αργεντίνος δεν κρατιόταν!
Η έφεσή του στο σκοράρισμα, αλλά, κυρίως, η μεγάλη του διάθεση να παίζει με τη μπάλα, οδήγησαν τον Γκουαρντιόλα κάποτε να τον πάρει από το πλάι και να τον φέρει στον άξονα του γηπέδου. Η θέληση του Μέσι να περνά σχεδόν πάντα η μπάλα από τα πόδια του, οι εντυπωσιακές του συνεργασίες με τον Τσάβι και τον Ινιέστα, η ικανότητα του να βλέπει τις συγκλίσεις των ακραίων κυνηγών (του Βίγια και του Πέδρο στις καλύτερες στιγμές της Μπάρτσελόνα), αλλά και να αξιοποιεί τις χωρίς τη μπάλα προωθήσεις των ακραίων μπακ, δημιούργησαν το δικό του προσωπικό και αποκλειστικό ρόλο.
Ο Μέσι που έπαιζε και φορ και οργανωτής, και «εννιά» και «δέκα» και «εννιάμισι» (για να θυμηθούμε τον ωραίο προσδιορισμό της θέσης από τον Μισέλ Πλατινί) είχε τη δυνατότητα, όχι απλά να δημιουργεί και να σκοράρει, αλλά κυρίως να το κάνει παίζοντας πολύ με τη μπάλα, πράγμα που γούσταρε. Αυτό φυσικά είχε ως αποτέλεσμα και κάποιοι να μην πολυχαίρονται παίζοντας δίπλα του: ο Ιμπραϊμοβιτς είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση, αλλά και παίκτες όπως ο Τουρέ, ο Φάμπρεγκας, ή (στην Εθνική Αργεντινής) ο Αγκουέρο, είχαν κάποια προβληματάκια συνύπαρξης μαζί του για τον απλούστατο λόγο ότι τη μπάλα την έβλεπαν και την έπαιρναν λίγο.
Μετά από τέσσερις Χρυσές Μπάλες ήρθαν για το Μέσι οι τραυματισμοί, η κόπωση, οι δυσκολίες της Μπαρτσελόνα – θα ήταν κουτός να συνεχίσει να συμπεριφέρεται, όπως όταν ήταν 22 χρονών και γεμάτος φρεσκάδα. Ο Μέσι έχει παίξει σήμερα πάνω από 400 ματς στην καριέρα του – αυτό τον αριθμό των αγώνων παλιά οι παίκτες τον συμπλήρωναν μετά από δώδεκα και βάλε χρόνια καριέρας.
Η εμφανέστατη καταπόνησή του, (που φάνηκε, όταν π.χ έκανε ξαφνικά εμετό στο ματς της Αργεντινής με την Ρουμανία), απαιτεί μια προσαρμογή, μια διαφορετική προσέγγιση στον τρόπο που παίζει. Αν είναι αλήθεια ότι αυτός πρώτος ήθελε τον ερχομό του Μαρτίνο στη Μπάρτσα, είναι φανερό και το γιατί τον ήθελε εκεί: ήθελε ένα προπονητή που να απαιτεί από τη Μπάρτσα (και τον ίδιο το Μέσι) λιγότερο ξόδεμα ενέργειας – που να επιτρέπει εμφανίσεις με λιγότερη αγωνιστική ένταση.
Δυο τέτοιες έκανε η Μπάρτσελόνα και με τη Σίτυ: σε σχέση με τα παλιότερα παιγνίδια της, φάνηκε να πιέζει και να τρέχει λιγότερο, πράγμα που κάνει από την αρχή της σεζόν. Αν, όμως, σε αυτά τα ματς υπήρχε κάτι εμφανώς διαφορετικό ήταν η εμφάνιση του Λιο. Που για πρώτη φορά έκανε τη διαφορά με μετρημένες τελικές προσπάθειες, χωρίς να παίρνει ή να ζητά διαρκώς τη μπάλα, χωρίς να είναι δεδομένο πως σε κάθε επίθεση της ομάδας αυτή θα περάσει υποχρεωτικά από τα πόδια του.
Πολύ συχνά ο Μέσι αναφέρονταν ως ο διάδοχος του Ντιέγκο Μαραντόνα. Δεν το είπα ποτέ γιατί μέχρι τώρα η μόνη τους ομοιότητα είναι ότι και οι δυο γεννήθηκαν στην Αργεντινή. Όμως ο Μέσι που είδα με τη Σίτυ μου θύμισε πάρα πολύ αγωνιστικά τον Ντιέγκο και μάλιστα για πρώτη φορά. Το γράφω, κυρίως, για τους μικρότερους που ολόκληρα ματς του Μαραντόνα έχουν δει λίγα. Ο μεγάλος Ντιέγκο δεν ζητούσε διαρκώς την μπάλα.
Δεν ήταν ο πιο κινητικός παίκτης που έχουμε δει: σε σύγκριση, όχι με τον Μέσι, αλλά ακόμα και με τον Κρόιφ, περπατούσε. Όμως το μεγάλο του χαρακτηριστικό ήταν αυτές οι σπάνιες ποιοτικές στιγμές – οι πέντε - έξι περιπτώσεις, που σου έδειχνε (και σε σένα που ήσουν στην εξέδρα, αλλά κυρίως στον αντίπαλό του) ότι είναι από άλλο πλανήτη.
Όχι τυχαία ο βασικός στόχος όσων τον αντιμετώπιζαν ήταν να τον βγάλουν από το ματς, υποχρεώνοντάς τον να πάει πολύ πίσω για να πάρει τη μπάλα και ελπίζοντας ότι, αφού την πάρει, δεν θα βρει χώρο να κάνει τα σλάλομ του. Αυτό έκανε ο Μέσι με τη Σίτυ και είναι τρομερό ότι μερικές κινήσεις του θύμισαν την Τετάρτη το βράδυ πολύ το Ντιέγκο.
Δυο τρία σλάλομ του, που προκάλεσαν πανικούς στο Λέτσκοτ και τους υπόλοιπους, μια δύο κάθετες πάσες του και δυο μπασίματα κατά μέτωπο, όπως στη φάση που σημάδεψε το δοκάρι μου θύμισαν πολύ το Μαραντόνα, αφού όπως εκείνος ο ράθυμος Μέσι έμοιαζε να παίρνει ξαφνικά φωτιά. Κυρίως μου φάνηκε ότι ήρθε, σαν φωτοτυπία από το βιβλίο της ποδοσφαιρικής ιστορίας, η συνεργασία του με το Νεϊμάρ στη φάση του 43΄.
Ο Μέσι μάζεψε πάνω του όλη την άμυνα της Σίτυ για να πασάρει αριστοτεχνικά στο Νεϊμάρ, ακριβώς όπως είχε κάνει στο μουντιάλ του 90 ο Μαραντόνα, όταν πήρε μαζί του βόλτα τους Βραζιλιάνους για να βγάλει φάτσα με το γκολ τον Κανίγια.
Ο παλιός Μέσι έβαζε δεκάδες γκολ, έψαχνε τα «ένα – δυο», δεν άφηνε τη μπάλα σε κανένα και ήταν αυτή του η όρεξη που τον έκανε στήριγμα σε κάθε παίκτη της Μπάρτσα που κατέβαζε μπάλα. Ο νέος Μέσι, (που χτυπάει και πολλά φάουλ πλέον, όπως ο Ντιέγκο), διαλέγει τις στιγμές, διαβάζει τις άμυνες, θέλει ένα κινητικό παίκτη μπροστά του για να του ανοίγει και λίγο διαδρόμους.
Κάτι μου λέει ότι τώρα με ένα σολίστα, σαν τον Ιμπρα, δεν θα είχε πρόβλημα, αλλά η βασική μου απορία είναι ποιος το καλοκαίρι μπορεί να κάνει τον Βαλντάνο ή τον Κανίγια για να τον βοηθήσει να αλλάξει την ιστορία της Αργεντινής…