Το εσωτερικό μέτωπο
Ο Αντώνης Καρπετόπουλος εξηγεί γιατί ο Ολυμπιακός δεν κάνει λάθος που κοιτάζει την ενίσχυσή της από το εσωτερικό μέτωπο και κυρίως τους βλέπει πρώτα ο Περέιρα
Διάφορα σχόλια, στην πλειοψηφία τους ειρωνικά, προκάλεσε η είδηση ότι ο νέος προπονητής του Ολυμπιακού κ. Βίκτορ Περέιρα πήγε στα Χανιά να δει τον αγώνα του Πλατανιά με τον Εργοτέλη με σκοπό να τσεκάρει τον καμερουνέζο κεντρικό αμυντικό των γηπεδούχων Μπανανά, και γύρισε ενθουσιασμένος από όσα είδε να κάνει ο ελεύθερος κυνηγός των φιλοξενούμενων Γιουσούφ.
Το ταξίδι του Περέιρα προκάλεσε κι ένα προβληματισμό για το αν υπάρχουν ή όχι παίκτες για τον Ολυμπιακό στο ελληνικό πρωτάθλημα: ο προβληματισμός είναι άνευ αξίας γιατί η απάντηση είναι ότι προφανώς και υπάρχουν. Μόνο που το ζήτημα δεν είναι οι αρετές των παικτών, αλλά η καταλληλότητα – πράγμα τελείως διαφορετικό.
Κοιτάζουν πρώτα τη χώρα τους
Η Μπάγερν Μονάχου και η Γιουβέντους ακολουθούν μια πολύ συγκεκριμένη και όμοια πολιτική στο θέμα της μεταγραφικής τους ενίσχυσης: κοιτάζουν πρώτα πρώτα το εσωτερικό μεταγραφικό παζάρι, δηλαδή το πρωτάθλημα της χώρας τους – είναι μια πρακτική που ακολουθούσε παλιότερα κι ο Σερ Αλεξ Φέργκιουσον. Οι ομάδες αυτές εκμεταλλεύονται το βάρος της φανέλας τους, όσο το πορτοφόλι τους και αποκτούν παίκτες που νοιώθουν κάποιο δέος για τη δύναμή τους – όχι μόνο Γερμανούς και Ιταλούς, αλλά και ξένους παίκτες. Δεν περιορίζονται στο να αγοράζουν εγχώρια ταλέντα από το πρωτάθλημα (αυτό προσπαθούν να το κάνουν παντού όλοι…), αλλά αποκτούν και ξένους παίκτες που αγωνίζονται σε ομάδες του πρωταθλήματος που κατά κανόνα κερδίζουν: το κάνουν γιατί δεν σνομπάρουν ποτέ τους ανταγωνιστές τους.
Η Μπάγερν απέκτησε πρόσφατα τον Γκέτσε, τον Λεβαντόφσκι αλλά και τον Ντάντε: δεν τους κρέμασε τη σφραγίδα του λούζερ γιατί τους είχε αντιπάλους - το κοινό της ομάδας τους υποδέχτηκε με ενθουσιασμό.
Η Γιούβε έδωσε στον Πίρλο το δικαίωμα να γράψει το τελευταίο κεφάλαιο της καριέρας του κι ας αγωνίζονταν σε ομάδες που της στέρησαν πρωταθλήματα. Στο Καμπιονάτο βρήκε και απέκτησε παίκτες, όπως ο Λιχστάινερ, ο Ασαμόα, ο Μπουφόν, ο Μπονούτσι, ο Κελίνι, ο Πέπε, ο Στοράρι.
Όπως και η Μπάγερν απέκτησε και κάμποσους που δεν βγήκαν, αλλά ποτέ δεν βγαίνουν όλοι: το θέμα είναι η πολιτική και η πολιτική των δυο είναι να ηγεμονεύουν, όχι μόνο το πρωτάθλημα αλλά και το εσωτερικό παζάρι – οι άλλοι συνήθως μπορεί να πάρουν ό,τι αυτοί αφήνουν. Κάτι ανάλογο επιχειρεί κι ο Ολυμπιακός ειδικά τα τελευταία χρόνια.
Πολλούς από τους παίκτες στους οποίους στηρίχτηκε τους βρήκε στην Ελλάδα: ο Αμπτούν, ο Τζεμπούρ, ο Μανωλάς, ο Σάμαρης, ο Μανωλάς, ο Σιόβας, πριν πάνε στον Ολυμπιακό εδώ έπαιζαν. Το να κοιτάς το πρωτάθλημα σου και να επιλέγεις από αυτό παίκτες που μπορεί να σε βοηθήσουν είναι υποχρεωτικό και αυτονόητο. Δείτε άλλωστε τι συμβαίνει και στους ανταγωνιστές του Ολυμπιακού. Την άμυνα του ΠΑΟ την έστρωσε ο Ταυλαρίδης και στον ΠΑΟΚ ο Ιτάνζ κι ο Σκόνδρας που ήρθαν κι αυτοί από τον Ατρόμητο έχουν προσφέρει πιο πολλά από τον Μαντούρο και τον Μάρτενς.
Γιατί γκρινιάζει ο κόσμος, λοιπόν όταν ακούει για τον Μπανανά; Για δυο λόγους πολύ συγκεκριμένους: ο πρώτος είναι γιατί από ομάδες σαν τον Πλατανιά και τον Εργοτέλη ήρθαν πολλοί που δεν έπιασαν κι ο δεύτερος γιατί περιμένει ονόματα μεγάλα, γιατί ο Ολυμπιακός είναι εύπορος, ενώ οι άλλοι όχι και τόσο.
Δεν ήταν επιλογές προπονητών
Πιθανότατα ο κόσμος δεν έχει άδικο σε τίποτα από τα δυο, αλλά το πρόβλημα δεν λύνεται αν σταματάς να αποκτάς παίκτες από την Ελλάδα: λύνεται αν οι επιλογές σου είναι σωστότερες. Τα τελευταία χρόνια πολλοί από τους παίκτες που αποκτήθηκαν, ειδικά από την Ελλάδα, δεν ήταν επιλογές των προπονητών – πράγμα που ναι μεν συμβαίνει σε όλες τις ομάδες του κόσμου που έχουν τεχνικούς διευθυντές και χρήματα για ξόδεμα, πλην, όμως, είναι πάντα ένα ρίσκο.
Ο Βαλβέρδε δεν ζήτησε ούτε το Μανιάτη, ούτε το Μανωλά, ούτε τον Τζεμπούρ, ούτε τον Αμπτούν – πλην όμως επειδή ήταν προπονητής δούλεψε καλά μαζί τους και τους βελτίωσε: για χάρη τους άφησε στην άκρη επιλογές δικές του, όπως ο Γέστε κι ο Ουρτάδο, ή παίκτες ακριβότερους όπως ο Μακούν ή ο Καζίμ Ρίτσαρντς. Φυσικά δεν μπόρεσε να τους αξιοποιήσει κι όλους: από τον Τάτο, τον Επσταϊν, τον Χαβίτο δεν πήρε τίποτα, μολονότι τα προσόντα δεν τους έλειπαν. Κάτι ανάλογο συνέβη και με το Μίτσελ: αντίθετα από τον Βαλβέρδε που έψαχνε την χρησιμότητα, ο Μίτσελ πόνταρε σε όσους έδειχναν προσωπικότητα – πράγμα που μετρούσε πιο πολύ από το ταλέντο. Καθιέρωσε το Σάμαρη και δεν ασχολήθηκε με τους Μεντζανί και Τόρες για το χατίρι του Μανωλά και του Σιόβα.
Αλλά ποτέ του δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τον Βλαχοδήμο, τον Ντε Βινσέντι, τον Κολοβό, τον Πελέ, τον Κατάι: ακόμα και τον Αυλωνίτη τον κράτησε κατά λάθος! Αυτό που θέλω να πω είναι ότι, ειδικά όταν αποκτάς ένα παίκτη από το ελληνικό πρωτάθλημα με γνωστά στους οπαδούς της ομάδας μειονεκτήματα και προτερήματα, πρέπει ο προπονητής σου να έχει στο μυαλό του ένα τρόπο να τον αξιοποιήσει, αλλιώς η όποια
εξέλιξή του οφείλεται αποκλειστικά στις δικές του αντοχές. Ειδικά οι ξένοι παίκτες μεγάλες αντοχές δεν έχουν και σπανίως μπαίνουν στη λογική ότι πρέπει να περάσουν εξετάσεις για να αποδείξουν την αξία τους.
Κρίνει την καταλληλότητα
Προσωπικά χάρηκα όταν έμαθα ότι ο Περέιρα πήγε να τσεκάρει τον Μπανανά: η απόφαση της απόκτησής του θα είναι δική του κι αυτό μόνο καλό είναι καθώς την καταλληλότητα ενός παίκτη (που είναι διαφορετικό πράγμα από την αξία του) πρέπει να την κρίνει ο προπονητής.
Στη θέση του θα τσέκαρε σε πρώτη ευκαιρία και τον Εντζεγκουέλε, που εμένα μου μοιάζει πολύ καλύτερος κι έτοιμος για το βήμα μπροστά. Θα έριχνα επίσης και μια ματιά σε παλιότερα ματς του Ουσέρο: δεν τον βρίσκω χειρότερο από τον Κασάμι και βλέπω πως εν τη απουσία του το κέντρο του Αστέρα αγκομαχά. Θα είχα ωστόσο στο μυαλό μου κάτι βασικό: Πως όποιον από αυτούς επιλέξω, γιατί κρίνω ότι μου κάνει, θα τον ανακοίνωνα, μόνο αφού πάρω και κάποιον που στην Ελλάδα δεν αγωνίζεται. Θα το έκανα κυρίως για λόγους επικοινωνιακούς – δηλαδή για να μην παραδώσω τον νεοφερμένο σε ένα κοινό έτοιμο να τον κατασπαράξει, πριν καν τον δει.
Το κοινό θέλει ονόματα και προτιμά την ψευδαίσθηση που μπορεί να του προσφέρουν παίκτες που δεν ξέρει από τη σιγουριά παικτών που δεν επιτρέπουν όνειρα. Ας μην ξεχνάμε πως είναι περίπου το ίδιο κοινό, που χάρη σε ένα τηλεοπτικό σποτ με τραινάκια, έκανε τον Πάνο Καμένο συγκυβερνήτη της χώρας…