"Δεν πετάμε πράγματα σε άλλους ανθρώπους"
Με αφορμή όσα έγιναν στο διακοπέν χτεσινοβραδινό ντέρμπι, αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ως αθλητική (και όχι μόνο) κοινωνία στα αυτονόητα, τότε ας θυμηθούμε όσα κοινά βιώματα και εμπειρίες διαμορφώνουν τη λογική, μήπως και γλυτώσουμε τη νομοτέλεια των χειρότερων.
Η κουβέντα αρχίζει και τελειώνει στα παιδικά χρόνια. Τότε που όλοι, άδολα, χωρίς γνώση και συναίσθηση, πιάσαμε την πετρούλα, το τσιγγάκι, το νεράτζι, το βοτσαλάκι, το μπουκάλι, ό,τι τέλος πάντων βρέθηκε μπροστά μας και το πετάξαμε. Και όποιον πάρει.
Τότε που μετά αν δεν καταχεριαστήκαμε, τουλάχιστον ακούσαμε τα όσα χρειάζονταν, με τόνο και ύφος που έμεινε για τα καλά στο συνειδητό: "Δεν πετάμε πράγματα σε άλλους ανθρώπους" (και όχι μόνο, αλλά ας μείνουμε εδώ για αρχή). Τουλάχιστον αυτό. Βάση λογικής, βάση συμπεριφοράς.
Εκεί ακριβώς λοιπόν σταματάει και η κουβέντα για τα όσα έγιναν στο Φάληρο χτες βράδυ. Τα πάντα τελειώνουν ως προς τον σχολιασμό τους την στιγμή που το χέρι ενός πέταξε μια κροτίδα. Τελεία και παύλα.
Όλα τα υπόλοιπα, όλα τα… μετά, οι χάρακες, οι συγκρίσεις, τα βίντεο, οι ισχυρισμοί, τα πειστήρια, τα πισωγυρίσματα, οτιδήποτε, είναι επικοινωνία, η οποία κατά το συμφέρον, βρίσκει γωνίες, παρουσιάζει άλλες, διαφορετικές, αλλοιώνει. Τα όσα θεμελιώδη είτε ως παιδιά μάθαμε, είτε στα παιδιά μας λέμε.
"Δεν πετάμε πράγματα σε άλλους ανθρώπους".
Αλλά και σε ένα πλαίσιο κανονιστικό, αν ήταν διαφορετική η κατάσταση, τότε για παράδειγμα κάθε Πάσχα δεν θα κυκλοφορούσαν αστυνομικά δελτία για το πόσες συλλήψεις έγιναν για χρήση και διακίνηση κροτίδων. Αυτή η χρήση είναι που διώκεται μιας και συνιστά ποινικό αδίκημα καθώς προκαλεί σωματικές βλάβες κατά τη νομολογία.
Τι ακριβώς μένει να αναλυθεί συνεπώς; Και με τη λογική και με το βίωμα και με ένα πλαίσιο κανόνων, ρητό και άρρητο, που ξεχωρίζει και διακρίνει έλλογα όντα;
Χτες το βράδυ, σηκώθηκε χέρι, πέταξε κροτίδα. End of story. Βρήκε κάποιον, δεν τον βρήκε, έγινε/δεν έγινε χτες, θα γίνει/δεν θα γίνει αύριο. Είναι νομοτέλεια. Εφόσον έφυγε από το χέρι, κάτι, κάποιον, κάποτε θα βρει/θα ξαναβρεί.
Το αυτονόητο είναι ό,τι παραβιάστηκε εδώ. Πως δηλαδή – επανάληψη δυστυχώς σε κάτι που τραγικά μπαίνει σε δεύτερη και τρίτη μοίρα - το χέρι σηκώθηκε και πέταξε κροτίδα. Πόσο μάλλον όταν εκεί που κατέληξε αυτή η κροτίδα ήταν άλλοι άνθρωποι. Πολλοί. Διαφορετικών (ενδεδυμένων) αποχρώσεων.
Χτύπησε ένας; Ζαλίστηκε; Φοβήθηκε; Σκέφτηκε συμφεροντολογικά για να αξιοποιήσει τη συνθήκη; Αλήθεια, αυτό είναι το σημαντικό; Και πως δηλαδή πρέπει όσοι αμφιβάλλουν για το αποτέλεσμα να πειστούν πως η ενέργεια που το επέφερε, όποιο και αν ήταν, αυτή η ενέργεια από μόνη της φτάνει και περισσεύει; Πρέπει κάποια στιγμή – χτυπάω ξύλο, αλλά δεν φτάνει - να μην σηκωθεί όντως κάποιος από το έδαφος για να πείσει;
Ρητορικό, αλλά ενδεικτικό. Αν ό,τι έγινε χτες το βράδυ σε ντέρμπι της Super League, συνέβαινε σε παιχνίδι Champions League, ποιες θα ήταν οι αυτόματες σκέψεις;
Να περάσει ένα δίωρο στα αποδυτήρια, να αδειάσει το γήπεδο χωρίς καμία ενημέρωση, συζητήσεις επί συζητήσεων, διελκυστίνδα και πολιτική/κές για το τι πρέπει, πως και από ποιους να γίνει; Όχι δα.
Ή μήπως αντανακλαστικά και μόνο, την στιγμή που θα βλέπαμε οποιονδήποτε άνθρωπο πεσμένο στο χορτάρι θα αντιλαμβανόμασταν και τη μοίρα του παιχνιδιού, την έκβαση που θα έπαιρνε και η υπόθεση.
Ξεκάθαρα θα ήταν όλα, τελειωμένα εκείνη ακριβώς την ώρα που σηκώθηκε το χέρι. Και θα τα δέχονταν άπαντες.
Έχουμε ξεπεράσει όρια. Παρά πολλά. Όρια που ξεφεύγουν από το ποδόσφαιρο. Αλλάζουν ζωές. Δικές μας, αλλά και όσων ακολουθούν. Δεν γίνεται κάτι τόσο βιωματικό σε όλους μας να μπαίνει σε δημόσια σφαίρα συζήτησης και αντιπαράθεσης. Δεν υπάρχει κάτι να συζητήσεις.
Δεν γίνεται να δικαιολογούνται, να προσπερνιούνται ή να παραμερίζονται σε οποιονδήποτε βωμό και για οποιαδήποτε σκοπιμότητα, οι πράξεις της απόλυτης μειοψηφίας, ή ακόμη χειρότερα του ενός, ανεξαρτήτως των όποιων συνεπειών που αυτές μπορεί να έχουν.
Εκτός αν έχουμε δεχτεί πια να μπαίνει στη ζυγαριά ο κίνδυνος για έναν άνθρωπο μαζί με τις τύχες παιχνιδιών, μηδενισμούς, -3, -6, -1000.
Φτάνει.
Δεν σηκώνει διαφορετικές οπτικές, διαφορετικές κατά περίσταση ερμηνείες και πάντα περίσσιες. Από τη μία να γίνεται λόγος για θεατρινισμούς, υποκρισία, από την άλλη όχι. Από τη μία να λένε παλικάρι όποιον δέχτηκε κροτίδα, τασάκι, ποτήρι, καφέ, κουτάκι μπύρας μόνο και μόνο επειδή σηκώθηκε και… το πάτησε, όλα καλά, από την άλλη, σε διαφορετική περίσταση, να χαρακτηρίζεται ως μ@λ@κ@ς που δεν το "έπαιξε, για να κερδίσει η ομάδα του".
Και ξανά. Και ξανά. Είναι πολλά. Και περισσότερα λησμονούνται. Διαλέξτε και πάρτε. Από κάθε μεριά, όποια μεριά. Και από τη μία και από την άλλη. Με τους ρόλους και τους χαρακτηρισμούς να αλλάζουν ανά περίσταση, να εναλλάσσονται ανάλογα και συμφεροντολογικά.
Αλλά δεν είναι έτσι. Δεν πάει έτσι. Και ούτε μπορεί να συνεχίσει να πηγαίνει έτσι.
Η ανάλωση δηλαδή στο αποτέλεσμα και όχι στο αυτονόητο: δεν σηκώνεται χέρι για να πετάξει τίποτα. Και αν σηκωθεί, καταδικάζεται και φροντίζεται να μην σηκωθεί ούτε αυτό, ούτε άλλο ξανά.
Αυτή η επιμονή στο επουσιώδες είναι που διαλύει τη λογική. Αυτή που παιδάκια μάθαμε, αντιλαμβανόμενοι πλήρως και την τιμωρία σε περίπτωση αψηφισιάς.
"Δεν πετάμε πράγματα σε άλλους ανθρώπους".
Ας ξεκινήσουμε από αυτό για αρχή, μπας και σώσουμε τίποτα.