Εθνική Ελλάδας: Ούτε αποτυχία, ούτε και πισωγύρισμα, απλώς προβλεπόμενο στάδιο εκμάθησης και εξέλιξης
Ο τρόπος που αντιμετώπισε το χτεσινοβραδινό παιχνίδι με την Εθνική ολόκερος ο ποδοσφαιρικός μηχανισμός της Αγγλίας πιστώνεται στη γαλανόλευκη και στα όσα προκάλεσε προ μηνός με το ανεπανάληπτο διπλό στο Λονδίνο χωρίς όμως εκ των πραγμάτων και να χρεώνεται την εξέλιξη και το αποτέλεσμα στο Ολυμπιακό Στάδιο.
Ο Μαρκ Γκέι είναι βασικός στόπερ της Κρίσταλ Πάλας. Από την πρώτη στιγμή που έγινε "αετός", πριν 3,5 χρόνια. Ο παρτενέρ του στην καρδιά της άμυνας της Αγγλίας στη αναμέτρηση με την Εθνική για την προτελευταία αγωνιστική του Nations League, είναι αναντικατάστατος στην Άστον Βίλα για δύο χρόνια περισσότερα.
Για τον κάπτεν, Κάιλ Γουόκερ, πολλά κι ιδιαίτερα δεν χρειάζονται. Ο Κόνορ Γκάλαχερ έχει κουμπώσει ιδανικά σε αυτό που θέλει ο – πάντα απαιτητικός στη διαχείριση των κεντρώων του – Ντιέγκο Σιμεόνε στην Ατλέτικο Μαδρίτης.
Ο Νόνι Μαντουέκε είναι ο βασικός εξτρέμ της φετινής, σοβαρότερης – και με πλειάδα μεσοεπιθετικών στο ρόστερ της – Τσέλσι.
Ο Όλι Γουότκινς το σημείο αναφοράς στην επίθεση των "βίλατζερς". Δεν υπάρχει χρονιά του – κα είναι πολλές… - στην Premier League, που δεν την έχει ολοκληρώσει χωρίς να γράψει διψήφιο αριθμό τερμάτων.
Ο Κέρτις Τζόουνς ντεμπούταρε με τα Τρία Λιοντάρια στο στήθος στο Ολυμπιακό Στάδιο. Είναι βασικότατο κομμάτι του rotation του Άρνε Σλοτ στο μέχρι στιγμής αφρενάριστο ξεκίνημα της Λίβερπουλ στη χρονιά.
Αυτοί είναι οι επτά που, από Οκτώβριο σε Νοέμβριο, άλλαξαν στην αρχική (και μόνο. Οι τέσσερις από τους πέντε που ήρθαν από τον πάγκο; Ο Λιούις Χολ, βασικός αριστερός μπακ της Νιουκάστλ, ο Μόργκαν Γκιμπς Γουάιτ κομβικός στην εντυπωσιακή μέχρι στιγμής παρουσία της Φόρεστ, αρχή και τέλος, μεσοεπιθετικά, της Γουέστ Χαμ ο Τζάροντ Μπόουεν, βασικός φέτος στη Βίλα ο Μόργκαν Ρότζερς) ενδεκάδα των νησιωτών στα δύο διαδοχικά συναπαντήματά τους με τη γαλανόλευκη.
Όχι κατόπιν επιλογής οι περισσότεροι, αλλά κυρίως λόγω των προβλημάτων με τα οποία ταξίδεψαν στην Αθήνα οι Άγγλοι.
Δεν ήρθαν αποδεκατισμένοι. Ήρθαν αλλαγμένοι. Με δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν εφεδρείες - Θου Κύριε… - οι οποίες, στο 90% των αντιπροσωπευτικών συγκροτημάτων της Ευρώπης από δαύτους θα ξεκίναγαν οι ενδεκάδες.
Με επίπεδο, παραστάσεις, εμπειρίες, ποιότητα, υπέρτερη σχεδόν καθολικά του όποιου ανταγωνισμού. Όχι μόνο στο Στάδιο χτες, αλλά απανταχού κι έναντι οποιουδήποτε.
Ήρθαν διαβασμένοι, αφυπνισμένοι μετά το χουνέρι που τους έκανε η Εθνική στο σπίτι τους. Έπαιξαν με κανονικό σχήμα. Δύο τρεχαντήρια, ισορροπιστές στο κέντρο, τρεις πίσω από τον (κανονικό, ο οποίος δεν υπήρχε στο Λονδίνο) φουνταριστό, ξεκάθαρους ρόλους και τακτική προσέγγιση, αλλά και προσήλωση στην εφαρμογή της.
Το προβάδισμα το πήραν χωρίς οι διεθνείς να έχουν ακουμπήσει πέντε φορές, συνολικά, την μπάλα κι όχι για περισσότερες από δυο τρεις πάσες (της κακιάς ώρας) στα πρώτα επτά λεπτά.
Ο τρόπος που ο Γουόκερ έψαχνε είτε αναλαμβάνοντάς τον ο ίδιος – στο πρώτο ημίχρονο που δεν κάλυπτε τόσο ως στόπερ – είτε δείχνοντας τον χαρακτηριστικά στους συμπαίκτες του, τις κινήσεις του Τζόλη, ο οποίος είχε αλαλιάσει τους πάντες στο Γουέμπλεϊ, ενδεικτικός.
Η προσοχή που απέδιδαν οι δύο κεντρικοί χαφ στον Μπακασέτα, ακριβώς λόγω χαρακτηριστικών και ηγετικής φυσιογνωμίας, στο όποιο ελληνικό χτίσιμο επιθέσεων (πρακτικά αφήνοντας την μπάλα σε Σιώπη και Ζαφείρη), ακόμη ένα δείγμα του πόσο προσεκτικά πια προετοίμασαν το χτεσινοβραδινό ενενηντάλεπτο.
Μία σου και μία μου
Προσθέτοντας στην εξίσωση και τη συνθήκη που οι Έλληνες προκάλεσαν κι επίσπευσαν, την πρόσληψη δηλαδή του Τόμας Τούχελ στον πάγκο της εθνικής Αγγλίας, τότε το σκηνικό σε συνδυασμό με την δεδομένη επιδίωξη των φιναλίστ των δύο τελευταίων Euro, όχι απλώς να ρεφάρουν την οκτωβριανή ήττα τους, αλλά να απαντήσουν, να φανούν, να δείξουν, να μην επιτρέψουν ξανά το οτιδήποτε ίδιο, που δεν το δέχονται από άλλους κι άλλους που τους θεωρούν αγωνιστικά ισοϋψείς, διαμόρφωναν ένα σκηνικό – πριν καν τη σέντρα του παιχνιδιού – πολλαπλάσια απαιτητικό για την Εθνική.
Κι ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς το ξεστόμισε, το προεξόφλησε στη συνέντευξη Τύπου παραμονές του παιχνιδιού, αναγνωρίζοντας πως τη γαλανόλευκη περίμενε ένα πιο δύσκολο παιχνίδι. Κι αποδείχτηκε. Κι ήταν.
Και κακά τα ψέματα, όταν ένας τέτοιος αντίπαλος δείξει τέτοιο βαθμό συγκέντρωσης, προσοχής κι αφοσίωσης, η μοίρα κι η τύχη αυτού του παιχνιδιού δεν γίνεται να ορίζεται από οτιδήποτε άλλο εκτός από τα πόδια των παικτών του.
Δεν είναι υποτιμητικό για την Εθνική. Δεν είναι καν πισωγύρισμα το αποτέλεσμα κι η έκταση της ήττας. Πριν τα δύο αλλεπάλληλα παιχνίδια με την Αγγλία, σε εννιά συνολικά στην ιστορία όλες κι όλες δύο ισοπαλίες είχε καταφέρει το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα να πάρει.
Αν το επίπεδο τούτης της ομάδας φτάσει να παίζει στο μία σου και μία μου με τα Λιοντάρια - και να κρίνεται από αυτό – τότε, όχι παράπονο δεν θα υπάρχει, αλλά αυτό ακριβώς το 50-50 σε τέτοιο επίπεδο, θα εγγυάται αυτομάτως την αλλαγή επιπέδου της Εθνικής.
Το θετικό, το ελπιδοφόρο είναι πως υπάρχει η διάθεση για μέτρημα. Με τέτοιο ακριβώς επίπεδο. Κόντρα ακριβώς σε τέτοιους αντιπάλους.
Το ανεπανάληπτο διπλό στο Γουέμπλεϊ – διάολε, δεν το επέτρεψαν οι Άγγλοι, εννοείται πως το έκαναν να συμβεί, αξιοποιώντας τα πάντα, όντας απολύτως και καταφανώς ανώτεροι οι διεθνείς – απτή απόδειξη.
Ακόμα κι η χτεσινοβραδινή προσπάθεια για απάντηση στο δεύτερο ημίχρονο, η κατοπινή αναγνώριση στα σχόλια και στις τοποθετήσεις που ακολούθησαν, η πίκρα για το κάτι παραπάνω (όχι κατ’ ανάγκη σε επίπεδο αποτελέσματος, αλλά κυρίως εικόνας) που ήταν εφικτό, αλλά δεν έγινε, αποτυπώνει ξεκάθαρα το ύψος του πήχη που η ίδια η ομάδα έχει θέσει.
Κι αυτός ο πήχης, για αρχή θα σηματοδοτεί πρόοδο κι εξέλιξη όταν το (για παράδειγμα) 7-2-0 που είχαν οι Άγγλοι ως και τον Οκτώβριο απέναντι στην Εθνική, το κάνει από τη δική της πλευρά, το δείχνει και το διευρύνει τούτη η ομάδα, τούτη η φουρνιά της Εθνικής κόντρα σε Γεωργίες που μόλις πριν λίγους μήνες πέρασαν ή Φινλανδίες που – καλή ώρα – έρχονται την Κυριακή.
Εφόσον γίνει – κι όχι αν γίνει, γιατί πλέον τούτη η ομάδα φωνάζει πως έρχεται για να το πετύχει, βάζοντας σιγά σιγά όλα τα απαραίτητα κομμάτια στη θέση τους – τότε το ζητούμενο, το ευκταίο, ο στόχος του μετρήματος σε τελικά διεθνών διοργανώσεων, σταθερά κι όχι στη χάση και στη φέξη πόσο μάλλον μια στα 10 χρόνια, θα αποτελεί ακριβώς τη διαχρονική βάση της Εθνικής.
Και το μέτρημά της θα (μπορεί να) ξεκινάει πια εκεί, σε τελικά. Κόντρα και σε "Αγγλίες".