Η Εθνική που σιγά σιγά ψηλώνει στη ματιά της
Η νίκη της Εθνικής επί της Ιρλανδίας μπορεί στην οικονομία του ομίλου για τα προκριματικά του Euro 2024 να μην αλλάζει ιδιαίτερα τις πιθανότητές της, αφενός όμως την κρατάει στο κόλπο – και αυτό είναι πάντα ουσιώδες-, κυρίως όμως προσφέρει πολύτιμο κέρδος εν όψει του εναλλακτικού μονοπατιού για πρόκριση στα τελικά.
Ακόμη και αλαζονικά αντιμετωπίζοντάς το, αποδεχόμενοι στην κρίση οποιονδήποτε συναισθηματισμό, ακόμη και… μυωπικά, είναι δύσκολο να αποδεχτούμε όλοι, όμιλο Nations League με Κόσοβο, Κύπρο και Βόρεια Ιρλανδία και η Εθνική να μην καταλήγει στην κορυφή.
Δεν ήταν αυτονόητο για χρόνια. Κάθε άλλο. Με οποιαδήποτε θεώρηση, σε οποιοδήποτε πλαίσιο. Γι’ αυτό και έφτασε να αντιμετωπιστεί – και αναμενόμενα με βάση τα όσα είχαν προηγηθεί τα προηγούμενα χρόνια – ως κατάκτηση αυτή η πρωτιά που πέρυσι, τέτοια εποχή, επιτεύχθηκε.
Και έτσι έδωσε την ευκαιρία στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, την ερχόμενη πια άνοιξη, στο Final-4 του γκρουπ μας στο Nations League να διεκδικήσει και την επιστροφή σε τελικά μεγάλης διοργάνωσης, τσεκάροντας το εισιτήριο για το Euro. Εννοείται πως αυτός ο δρόμος είναι ο πλέον βατός, ο πιο εφικτός.
Γιατί, δεν γίνεται, δεν είναι φυσιολογικό, από τη μια μέρα στην άλλη (σε χρόνο εθνικών ομάδων, ο ένας Ιούνιος από τον άλλο, ο περυσινός ως τον φετινό, αυτό ακριβώς είναι, μια μέρα) να δικαιολογούνται προσδοκίες πως σε προκριματικό όμιλο με Γαλλία και Ολλανδία, να πιστεύουμε πως μπορεί το επίπεδο να φτάσει από το «επίτευγμα» της πρωτιάς κόντρα σε Κόσοβο, Κύπρο και Βόρεια Ιρλανδία στην προσπέραση μιας εκ των «τρικολόρ» και «οράνιε».
Το βασικό ζητούμενο είναι η διατήρηση της προόδου, η συνέπεια. Αυτή δεν αναιρείται, ούτε αμφισβητείται. Συνέχεια χρειάζεται, βελτίωση. Να φύγει ο πήχης και το μέτρο από το «Κόσοβο», από την τρίτη κατηγορία του Nations League και να πάει ένα σκαλί – και γιατί όχι δύο – ψηλότερα. Όχι κατ’ ανάγκη, όχι αμέσως στην κορυφή της σκάλας. Αλλά ψηλότερα.
Σε θέα ταιριαστή με το στάτους αυτής της φουρνιάς. Οι 8 από τους 11 της αρχικής ενδεκάδας στην επίσημη πρεμιέρα της Εθνικής στην OPAP Arena παίζουν εκτός συνόρων (και θα γίνουν 9 με τον Κουρμπέλη στην Τραμπζονσπόρ). Τα 2/3 της αποστολής του Γκουστάβο Πογέτ, λεγεωνάριοι είναι.
Όλοι τους πρωταγωνιστές, όλοι τους μετρήσιμοι σε επίπεδο (πολύ) καλύτερο από αυτό που άφησαν στην πατρίδα. Όλοι τους με αίσθημα πως με το εθνόσημο έχουν την υποχρέωση να πάνε καλύτερα. Υποχρέωση γιατί γνωρίζουν πως το μπορούν, πως το έχουν.
Να βγάλουν – επιτέλους – εαυτούς και Εθνική από τα χαμηλά και να τη φέρουν στα δικά τους, πιο ταιριαστά, μέτρα. Να θεωρείται από τη μία αυτονόητη – και να αποδεικνύεται άκοπα - η ανωτερότητα κόντρα στις «Μάλτες» και να ξεχωρίζει, να είναι ευδιάκριτη αυτή κόντρα σε ομάδες όπως η Ιρλανδία.
Κολοπετσωμένος αντίπαλος, ναι. Με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και ιδιαιτερότητες που παραδοσιακά δεν κουμπώνουν, δεν κολλάνε στο δικό μας, ελληνικό στιλ, ομάδα σαφώς καλύτερη από αυτές που ξεπεράστηκαν από την Εθνική στον όμιλο του περυσινού Nations League, αλλά όχι ποιοτικότερη, όχι ανώτερη από τη δική μας.
Ο ηγέτης Μπακασέτας
Φάνηκε. Στο μπάσιμο των δύο ημιχρόνων. Επτά κόρνερ σε λιγότερο από ένα τέταρτο το κέρδος του ασφυκτικού ξεκινήματος στο πρώτο, με κοντά ισάριθμες τελικές και ένα νομοτελειακό βάσει της εικόνας γκολ με το πέναλτι του όντως untouchable (φύσει και θέσει, στο κάθε τι, στα πάντα, ηγέτης αυτής της Εθνικής) Μπακασέτα, ο οποίος πέρασε την μπάλα από τα μάτι της βελόνας για να σερβίρει στον (εξαιρετικό) Μασούρα το δεύτερο προβάδισμα λίγο μετά τη σέντρα στο δεύτερο σαραπεντάλεπτο.
Φάνηκε στην κατά περιστάσεις, ειδικά μετά το 2-1, διαχείριση. Φαίνονταν στην ατομική υπόσταση, στην πατημασιά, στον αέρα του κάθε ποδοσφαιριστή στο γήπεδο, στο (εκάστοτε) 1vs1, σε όποια μεριά του γηπέδου και σε όποια θέση.
Αυτά όλα είναι τα χρήσιμα, τα απαραίτητα για να γίνει κτήμα στην ομάδα, στο συγκεκριμένο γκρουπ πως όντως αυτό που νιώθουν κόντρα στις «Ιρλανδίες», μπορούν όχι μόνο να το βγάλουν και στο γήπεδο, αλλά να το συνδυάσουν και με αποτελέσματα απέναντί τους.
Και έτσι να περιορίσουν και τα διαστήματα που τα σημάδια των χρόνιων αποτυχιών του προηγούμενου σημαντικού διαστήματος, επηρεάζουν ακόμη. Ευδιάκριτα στην ψυχολογία, στις αλλαγές της εικόνας και της προσέγγισης στα παιχνίδια, αλλοιώνουν δεδομένα και έκβαση.
Φάνηκε και αυτό απόψε, μετά το πρώτο γκολ και την (απόρροια αυτής της ανασφάλειας ακόμη) αντανακλαστική και σίγουρα πολύ πρώιμη οπισθοχώρηση, το γενναιόδωρο δόσιμο της μπάλας και χώρου στους μέχρι τότε σαστισμένους Βρετανούς, οι οποίοι το αξιοποίησαν φτάνοντας στην ισοφάριση.
Φάνηκε και στο τελευταίο κομμάτι του παιχνιδιού, όποτε σίγουρα με περισσότερα θάρρητα, θα μπορούσε η Εθνική να έχει «καθαρίσει» τη νίκη με τρίτο γκολ, χωρίς να ιδρώνει ως το φινάλε. Αλλά είναι μέσα Ιουνίου, προτελευταίο παιχνίδι της σεζόν 2022-23 και μαζί με τα θάρρητα, λείπουν και οι περίσσιες ανάσες.
Τέλος καλό όμως, όλα καλά. Και αυτό ακριβώς, το καλό τέλος είναι το σημαντικότερο κέρδος για τούτη την ομάδα. Μαθαίνει να κερδίζει, μαθαίνει να κερδίζει αντιπάλους που δεν είναι της ύστατης στάθμης του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, μαθαίνει να επιβάλλεται σε αυτούς, θυμάται σιγά σιγά ξανά τον δρόμο που είχε ξεχασμένο για δεκαετίες.
Και όχι, σε αυτόν τον όμιλο, οι ισορροπίες δύσκολα, πολύ δύσκολα θα αλλάξουν. Επειδή απόψε η Εθνική επικράτησε της Ιρλανδίας δεν σημαίνει πως άλλαξε η ματιά της απέναντι στα θεριά του γκρουπ, ούτε και η τύχη της άμεσα, την επόμενη κιόλας Δευτέρα στο Παρίσι κόντρα στη Γαλλία. Ούτε κατά διάνοια.
Αλλάζει όμως ο τρόπος που αυτή η ομάδα αντιμετωπίζει ισοϋψείς, ή και λίγο ψηλότερους αντιπάλους από την ίδια. Και αυτό, ναι, είναι πρόοδος, είναι βελτίωση.
Και αυτό ναι, ακόμη και αν δεν φτάσει σε αυτή την προκριματική φάση, θα φτάσει στα τέλη του επόμενου Μαρτίου σε εκείνα τα δύο νοκ-άουτ παιχνίδια της τελικής φάσης του Nations League.