Ο Γιούρι Λοντίγκιν είναι ο καταλυτικός αφανής ήρωας του Παναθηναϊκού
Σε μια "τεσσάρα" ο τερματοφύλακας, ο όποιος τερματοφύλακας δύσκολα θα εισπράξει πίστωση και αναγνώριση. Αυτή, κακά τα ψέματα, είναι και η φύση του αθλήματος και η φύση της θέσης. Στην χτεσινοβραδινή όμως του Παναθηναϊκού επί του ΟΦΗ, ο Γιούρι Λοντίγκιν έπαιξε κομβικό – για ακόμη μια φορά φέτος – ρόλο. Και απολύτως δικαιολογημένα, "τραγουδήθηκε" από τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς.
Οι Αμερικάνοι, μάστορες να αποτυπώνουν λακωνικά, τσιτάτα, πραγματικότητα, έχουν μια σχετική έκφραση: unsung hero. Ο ατραγούδιστος ήρωας, η κυριολεκτική απόδοση, ο ελάχιστα παινεμένος, ο αφανής.
Αφήνοντας κατά μέρους τον ηρωισμό, είναι φράση που στο άκουσμά της και μόνο, χωρίς συγκεκριμένα παραδείγματα, μοιάζει πιο ταιριαστή στο να κολλήσει σε έναν τερματοφύλακα. Πόσο μάλλον σε έναν τερματοφύλακα μετά από μια "τεσσάρα" της ομάδας του, όπως η χτεσινοβραδινή του Παναθηναϊκού επί του ΟΦΗ.
Σε μια τέτοια, οι σκόρερ, αυτοί που έφτιαξαν τα γκολ, όσοι τα προκάλεσαν με τις ενέργειες τους θα είναι οι περισσότερο, αν όχι οι αποκλειστικά τραγουδισμένοι. Ποιος – και πως – θα ασχοληθεί με τον τερματοφύλακα; Το έκανε ο Ιβάν Γιοβάνόβιτς αποθεώνοντας τον δικό του μετά το τέλος του παιχνιδιού.
Αν μη τι άλλο, ο προπονητής, ο κάθε προπονητής, δεν χρειάζεται να "τραγουδήσει" για να αναγνωρίσει. Το κάνει προκαταβολικά, μόνο και μόνο με μια του απόφαση, με μια του κίνηση, με μια του λέξη: παίζεις.
Κακά τα ψέματα, στην πρώτη ώρα της αναμέτρησης στη Λεωφόρο, πολλά να διακρίνει κανείς από "πράσινους" και Κρητικούς δεν υπήρχαν. Πολλά ουσιώδη, καθοριστικά. Μόνο αναλογική η διαφοροποίηση της εικόνας των πρωτοπόρων της Stoiximan Super League σε σχέση με την πρόσφατη, όχι και τόσο – κατ’ ομολογία των ανθρώπων τους – θελκτική εικόνα.
Σε μια τέτοια ώρα, σε μια τέτοια κατάσταση και με το συγκεκριμένο υπόβαθρο, πολύ δεν θέλει να γίνει (μία) ζημιά που να επιδεινώσει τα πάντα, που να αλλάξει ρότα και έκβαση. Δις ο ΟΦΗ σε αυτό το διάστημα, κόντεψε να το προκαλέσει στους "πράσινους".
Μια στο ξεκίνημα, πριν καλά συμπληρωθούν εκατό δευτερόλεπτα με το πλασέ του Ντίκο και μια δεύτερη, εκεί λίγο πριν την ώρα με την κεφαλιά του Λουίς Φελίπε.
Στην πρώτη, ο τερματοφύλακας, απέτρεψε το 0-1, στη δεύτερη το 1-1 (με το κερασάκι στην τούρτα, ονείρωξη του κάθε κήρυκα της επιβεβλημένης στο σύγχρονο ποδόσφαιρο δυνατότητας κάθε τερματοφύλακα να φτιάχνει παιχνίδι και να βλέπει γήπεδο, την ασίστ με βολέ στο 4-0).
Ο φόβος για το γκρέιντερ και η επιστροφή του αρτίστα
Στο ενδιάμεσο και έκτοτε, ναι, η σκυτάλη, τα φώτα, τα τραγούδια θα περάσουν στο… γκρέιντερ που σαρώνει τους πάντες και τα πάντα στον διάβα του, άπαιχτος κυριολεκτικά, φοβίζει τους αντιπάλους του ακόμη και να πάνε πάνω του στην σκέψη πως θα τους προσθέσει, δύσμοιρους, στο σκηνικό των προσωπικών του χάι-λάιτς, στον Φώτη Ιωαννίδη, ο οποίος πέτυχε δύο γκολ, κέρδισε ένα πέναλτι και σέρβιρε άλλο ένα.
Στον επανακάμψαντα αρτίστα, τόσο κομβικό για την συμμετρία μεσοεπιθετικά του Παναθηναϊκού όταν βρίσκεται στο χορτάρι, για δαύτον που με την άνεσή του να κινείται στον χώρο, σε οποιονδήποτε χώρο, είτε κεντρικά – όπως στην πάσα που έβγαλε για το κερδισμένο πέναλτι – είτε να ανοίγει την κόντρα τρέχοντας στην άκρη και να τελειώνει τη φάση καλλιτεχνικά όπως στο δεύτερο γκολ, στον Αϊτόρ.
Στον θαρρείς… αυτοπυροδοτούμενο, στον παραγωγικότερο και δημιουργικότερο μεσοεπιθετικό των "πράσινων", στον αποτελεσματικότερο στο 1vs1, ανεξαρτήτως συνθηκών και ορθότητας – κατά περίσταση – επιλογής, στον Παλάσιος, σκόρερ ενός γκολ και δημιουργού ενός δεύτερου.
Αυτοί, όλοι τους, δικαιολογημένα και φυσιολογικά ως υπεύθυνοι για το "4" στην επίθεση, θα πάρουν τη λεζάντα, τα ανούσια βραβεία των πολυτιμότερων, τα φώτα, τα σχόλια και τους τίτλους στα media και τα trends στα social. Αυτός, ο ένας, ο υπεύθυνος για το "0", στην ούγια όλων θα βρίσκεται. Στην καλύτερη.
Και ας μην ήταν αυτό το "0" το πρώτο. Στα τελευταία εννιάμιση (το μισό στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό) παιχνίδια, ο Παναθηναϊκός δεν έχει δεχτεί γκολ σε τέσσερα. Όλα με τον ίδιο, τον χτεσινοβραδινό, καταλυτικότατο με τις δύο αυτές επεμβάσεις του για την εξέλιξη της κυριακάτικης αναμέτρησης, τερματοφύλακα στην εστία του.
Κάθε άλλο παρά τυχαιότητα. Αρκεί, προς επίρρωση, να ανακληθεί στην μνήμη η επέμβασή του στο σουτ του Πρίτσα, στη διπλή ευκαιρία, με το δοκάρι του Μασούρα που ακολούθησε στην ίδια φάση, της Κηφισιάς ενόσω ο Παναθηναϊκός ήταν στο 0-0 στην Καισαριανή στο τελευταίο παιχνίδι πριν την πρόσφατη διακοπή.
Έτσι κι αλλιώς για έναν ποδοσφαιριστή τον οποίο από την Ξάνθη αγόρασε η Ζενίτ για να τον κάνει βασικό στη δική της εστία πριν δέκα χρόνια, τον οποίο ο Φάμπιο Καπέλο πρωτοσυμπεριέλαβε σε αποστολή της εθνικής Ρωσίας και τον οποίο συμμετείχε σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου (2014) και Euro (2016), ISO ποιοτικής και όχι μόνο επάρκειας, δεν χρειάζεται.
Απλώς υπογραμμίζεται ακόμη περισσότερο η δυσκολία της αγωνιστικής κατάστασης για τον ίδιο. Για κανέναν ποδοσφαιριστή δεν είναι ευχάριστος ο πάγκος. Μόνο ο τερματοφύλακας όμως γνωρίζει πως αν βρεθεί, αν βρίσκεται εκεί, υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν πρόκειται να παίξει. Πόσο μάλλον, συγκεκριμένα τώρα στον Παναθηναϊκό, όταν μπροστά του (όπως πέρυσι) ή δίπλα του (όπως φέτος), έχει έναν που βρίσκεται – όχι αδικαιολόγητα - ψηλότερα ιεραρχικά.
Γι’ αυτόν τον τερματοφύλακα, το σημαντικότερο δεν είναι να τραγουδηθεί. Αυτό, ακόμη και αν παραδόξως συμβεί, θα είναι το αποτέλεσμα, η κατάληξη. Το κυριότερο, το πρώτο, είναι η εμπιστοσύνη. Αυτή που ο προπονητής του διατράνωσε το περασμένο καλοκαίρι, όταν υπήρχαν απτές προϋποθέσεις να αποχωρήσει για να πάει κάπου να παίξει. Περισσότερο.
Και έτσι, τότε, τον κράτησε. Αυτή η εμπιστοσύνη που τον οδήγησε να ανανεώσει το συμβόλαιό του, έχοντας πια επιβεβαιώσει στη φετινή χρονιά, εμπράκτως, αυτό που αρχικά ιδιωτικά, τότε το καλοκαίρι, είχε ακούσει, το "θα παίξεις". Όχι χαριστικά, αλλά αξιολογικά.
Και ακούγοντας, δημόσια πια, μετά από μια "τεσσάρα" κυρίως, και πάλι τον προπονητή του να παραδέχεται πως τον αδίκησε και πως πρακτικά ούτε πέρυσι, που δεν αγωνίστηκε ιδιαίτερα ούτε και φέτος που αγωνίζεται, για τον ίδιο τον προπονητή του όποιος και να βρίσκεται στο τέρμα του Παναθηναϊκού, είναι το ίδιο.
Αυτό, ναι, για έναν τερματοφύλακα ακριβώς ύστερα από ένα τέτοιο παιχνίδι, για έναν unsung hero, για έναν αφανή ηρώα, για τον Γιούρι Λοντίγκιν, είναι ό,τι του πρέπει.