Οι "τελικοί" που και παίχτηκαν και κερδήθηκαν αλλάζουν την προοπτική του Παναθηναϊκού
Μια εβδομάδα μόνο μετά την ήττα στην Τούμπα από τον πρωτοπόρο του πρωταθλήματος ΠΑΟΚ, ο Παναθηναϊκός κατάφερε με τις δύο νίκες του σε παιχνίδια "τελικούς", πρώτα μεσοβδόμαδα στη ρεβάνς των προημιτελικών του Κυπέλλου Ελλάδας Betsson κόντρα στον Ατρόμητο και στο ντέρμπι κόντρα στον Ολυμπιακό, να επαναπροσδιορίσει το στάτους του, αλλάζοντας τελείως κλίμα, ψυχολογία και δυναμική.
Το καλύτερο, χωρίς αμφιβολία, ημίχρονο του Παναθηναϊκού στο φετινό πρωτάθλημα ήταν αυτό, το μόνο που παίχτηκε ολάκερο στο Καραϊσκάκης πριν τρεισήμισι μήνες. Δημιουργικότερο, επιβλητικότερο, πιο κυριαρχικό, συνυπολογίζοντας πάντα αντίπαλο και συνθήκες.
Από τους έξι εκεινής της βραδιάς, που στελέχωσαν κέντρο κι επίθεση των πράσινων, οι τέσσερις έμειναν απαράλλαχτοι, σε ίδιους ρόλους και θέσεις και στην αποψινή αναμέτρηση.
Οι δύο διαφοροποιήσεις ήταν ο Μπακασέτας αντί του Τζούρισιτς (αναβάθμιση, κακά τα ψέματα) κι ο Γερεμέγεφ αντί του τραυματία Ιωαννίδη.
Τον αντίπαλο, όπως ισχυρίζεται ο Φατίχ Τερίμ, μπορεί όντως να μην τον βλέπει, να μην τον ενδιαφέρει. Δεν σπαζοκεφαλιάζει για το πώς θα τον σταματήσει, αλλά για το πώς η δική του ομάδα θα είναι καλύτερη στο χορτάρι. Δεκτό.
Αδικαιολόγητη όμως, η εικασία πως για την αποψινή μεσοεπιθετική στελέχωση της ενδεκάδας μια ματιά σε εκείνο το ντέρμπι του Οκτωβρίου, δεν μοιάζει να είναι.
Προφανώς προσδοκώντας ανάλογη δημιουργία σε παιχνίδι που – κακά τα ψέματα – άλλο αποτέλεσμα πλην της νίκης δεν βόλευε, δεν έκανε.
Ούτε και τον Ολυμπιακό, εννοείται. Το δικό του καλύτερο ημίχρονο της εποχής Καρβαλιάλ, αντίστοιχα στο ντέρμπι του προηγουμένου γύρου του Κυπέλλου Ελλάδας Betsson στη Λεωφόρο, πριν από έναν (σκάρτο) μήνα το έκανε.
Τα ίδια, σε επίπεδο προσδοκίας τουλάχιστον κι από τον Πορτογάλο. Οι εννιά απόψε, απαράλλαχτοι με εκείνο το παιχνίδι. Οι αλλαγές, ο Κάρμο αντί του τραυματία Ρέτσου κι ο νιόφερτος Τσικίνιο αντί του Καρβάλιο. Κοινώς, μία άλλη. Ίδια φιλοσοφία, ίδια προσέγγιση. Τρέξιμο κι ένταση.
Για ποδόσφαιρο όμως μιλάμε. Σε δαύτο, η όποια επανάληψη, δεν προσφέρει – σώνει και ντε – μανιέρα αποτελεσματικότητας και επιτυχίας.
Οι ερυθρόλευκοι είχαν περισσότερες ευκαιρίες, έβγαλαν περισσότερες καθαρές φάσεις. Είτε με την "ομάδα Μασούρα" του πρώτου ημιχρόνου (όλες οι στιγμές τους από τα πόδια του), είτε με την "ομάδα Φορτούνη" στο δεύτερο.
Στο ζερό έμειναν. Και πολύ μακριά από την κορυφή. Πέρυσι, πρώτη αγωνιστική εβδομάδα του Φεβρουαρίου ήταν στο -5. Φέτος, αγγίζουν ήδη τα διπλά (-9).
Απόσταση που ρεαλιστικά δεν μπορεί να τους κρατήσει, προς ώρας τουλάχιστον, ισότιμους στο κάδρο της διεκδίκησης του τίτλου.
Το (ένα ακόμα) ρεσιτάλ του Ρούμπεν
Από την άλλη, κι ο Παναθηναϊκός δεν δικαίωσε – εφόσον πάντα υπήρχε, δημοσιογραφική αδεία γαρ… - την προπονητική προσδοκία για ένα παιχνίδι ανάλογο σε επίπεδο δημιουργίας με εκείνο το φθινοπωρινό πρώτο φετινό ραντεβού των αιώνιων.
Μικρή σημασία αποδείχτηκε πως είχε, καθώς ήταν περισσότερο, καταλυτικά περισσότερο αποτελεσματικός. Είχε ουσία, (του) έφτανε, κέρδισε.
Με τον Ρούμπεν να δίνει δεύτερο, διαδοχικό ρεσιτάλ στο κέντρο (από δική του πάσα ξεκίνησε το πρώτο γκολ) μετά το μεσοβδόμαδο στο Περιστέρι, τον Μπακασέτα να βρίσκεται μέσα και στα δύο τέρματα των πράσινων, οι οποίοι είχαν ως πάγια στόχευση από την πρώτη πρώτη επίθεσή τους (κερδισμένη κάρτα του Ορτέγκα από τον Παλάσιος) το αριστερό άκρο της οπισθοφυλακής του Ολυμπιακού και τον σκόρερ Γερεμέγεφ να επιβεβαιώνει πως από τον... κανένα φορ (Τζούρισιτς στα προηγούμενα), πάντα ένας, οποιοσδήποτε φορ είναι καλύτερος, λειτουργικότερος για μια ομάδα και τον Τσέριν να δείχνει πως σε αυτό που κάνει ταίρι στο ρόστερ του Παναθηναϊκού δεν έχει, οι πράσινοι επιβλήθηκαν δίκαια.
Όντες πιο οργανωμένοι, με σαφή προσανατολισμό, κατεύθυνση, καθαρό μυαλό σε πάγκο και χορτάρι, λύσεις στα προβλήματα που τους παρουσιάστηκαν (η δεξιά πλευρά του Ολυμπιακού στο πρώτο ημίχρονο το σημαντικότερο), ηρεμία, ποιοτικότερες επιλογές, σωστές αποφάσεις και συνέπεια όλων στους ρόλους τους.
Και κάπως έτσι, η προβληματική εμφάνιση κι εικόνα της Τούμπας δείχνει ήδη μακρινή, παρότι μόλις μια εβδομάδα πριν. Οι δύο "τελικοί" που είχε έκτοτε ο Παναθηναϊκός στο Κύπελλο Ελλάδας Betsson με τον Ατρόμητο και στο αποψινό ντέρμπι, παίχτηκαν με την πλάτη στον τοίχο, κρυφό δεν είναι.
Τέτοιοι, ως γνωστόν, δεν παίζονται, αλλά κερδίζονται. Και κερδήθηκαν χωρίς καμία αμφισβήτηση. Αντίδραση που δείχνει, το δίχως άλλο, χαρακτήρα και μέταλλο, που ειδικά σε σχέση με τον αποψινό αντίπαλο είναι ξεκάθαρα υπέρτερα και δικαιολογούν διαφορές σε βαθμολογικό πίνακα και χορτάρι.
Αν φτάνει να αλλάξει συνολικά τη δυναμική, ναι, εννοείται πως μπορεί. Αν δεν μπορεί μια νίκη σε ντέρμπι επί του αιωνίου, προκαλώντας του μάλιστα και... νοκ-ντάουν (με ξεκάθαρη προοπτική νοκ-άουτ) στη μάχη τίτλου, τότε τι άλλο μπορεί;
Και ειδικά συνεκτιμώντας το όφελος από αυτό που ακολουθεί την επόμενη εβδομάδα (ΠΑΟΚ - ΑΕΚ).
Πόσο μάλλον όταν ο Παναθηναϊκός ξόρκισε – υπό το συγκεκριμένο πάντα πλαίσιο - (και) το χτικιό μιας επικράτησης σε ντέρμπι, οπότε όλο και πιο μαζικά πια (άλλο θέμα αυτό…), η πίστωση – σε όλα και προς όλους – μεγαλώνει και ό,τι (προφανώς) προϋπήρχε στο γκρουπ, στην ομάδα, στα αποδυτήρια, σφυρηλατείται και σε καθεστώς μετάβασης κι αλλαγών.
Το σημαντικότερο για τους πράσινους είναι ότι έτσι ξεπερνάνε το στάδιο που (παίζουν για να) κερδίζουν, ώστε να κερδίσουν χρόνο κι ηρεμία κι έτσι να επιταχύνουν τη διαδικασία της εν κινήσει αλλαγής των πάντων.
Παιχνίδια και νίκες σαν και την αποψινή, ελαχιστοποιούν το αναμενόμενο και φυσιολογικό κόστος μιας τέτοιας μεταβατικής διαδικασίας που επίλεξε ο σύλλογος εδώ κι ενάμιση μήνα.
Κι αυτό ναι, κι εν όψει συνέχειας, είναι το μεγαλύτερο όφελος, αλλά και παρακαταθήκη συνέπειας σε διεκδικητικό ρόλο για τον Παναθηναϊκό.