ΑΕΚ και ΠΑΟΚ συνεχίζουν, όμως έτσι δεν μπορούν να πάνε πολύ μακρύτερα
Εικόνα προβληματισμού η χτεσινοβραδινή για ΠΑΟΚ και ΑΕΚ μετά τα εναρκτήρια φετινά ευρωπαϊκά παιχνίδια τους. Μονοί τους οι «δικέφαλοι» έδωσαν δικαιώματα σε Μπόρατς Μπάνια Λούκα και Ίντερ ντ’ Εσκάλδες αντίστοιχα, επιβάλλεται να μην τα… τοκίσουν όχι απλώς για να ξεπεράσουν τα συγκεκριμένα εμπόδια, αλλά για να δικαιολογήσουν τις φιλοδοξίες τους. Γράφει ο Αντώνης Οικονομίδης.
Καλοκαίρι, ποδόσφαιρο και διεθνείς διοργανώσεις. Υποχρεώσεις, στόχοι, «πρέπει», ελπίδες, πρώτες, αλλά καθοριστικές εξετάσεις. Ναρκοπέδιο. Εποχή και συνθήκες που μπορεί να μην εκμηδενίζουν αποστάσεις, αλλάζουν όμως δεδομένα.
Ο ΠΑΟΚ δεν έχει καμία σχέση με την Μπόρατς Μπάνια Λούκα. Και η ΑΕΚ ανήκει σε άλλο σύμπαν από την Ίντερ ντ’ Εσκάλδες.
Σε οποιοδήποτε άλλο χρονικό σημείο της σεζόν δεν θα γίνονταν κουβέντα. Καταμεσής του θέρους όμως, μπορεί και να γίνει. Ειδικά αν (δεν) βάλουν το χεράκι τους αυτοί που ανήκουν σε άλλο, ανώτερο επίπεδο.
Και οι δύο «δικέφαλοι» (δεν) το έβαλαν και με το παραπάνω. Κατόρθωμα, όπως και να ‘χει ό,τι παρουσίασαν, ό,τι πέτυχαν χτες (24/7). Και σίγουρα όχι για πανηγύρια. Αυτό έλειπε, να πανηγυρίζουν για τα καμώματά τους.
Αυτό τους έλειπε που σε μια εβδομάδα θα πάνε οι μεν πρωταθλητές στη Βοσνία και οι δευτεραθλητές στα Πυρηναία, να αντιμετωπίσουν απόλυτα – ως και διεκπεραιτωτικά - αουτσάιντερ που ακόμη και αν δεν το πιστεύουν έστω και μετά τα πρώτα αυτά παιχνίδια, με τη διαφορά όμως πια στο γκολ, έχουν κάθε λόγο να προσμένουν μια τυχαιότητα, για να κυνηγήσουν το – μέχρι προχτές – αδιανόητο.
Και η τυχαιότητα δεν υπογράφει κανένα συμβόλαιο, δεν πηγαίνει με τον (εκάστοτε και στα χαρτιά) δυνατότερο, πληρέστερο, ποιοτικότερο, πλουσιότερο. Ειδικά τέλη Ιουλίου.
Δώσανε δικαιώματα και ο ΠΑΟΚ και η ΑΕΚ. Και δεν έχουν, κακά τα ψέματα, να κρατήσουν πολλά. Ούτε καν τις νίκες τους. Ναι, εννοείται πως στο τέλος της ημέρας τα αποτελέσματα είναι αυτά που μετράνε, αλλά με τέτοια εικόνα σαν την εναρκτήρια τους στη σεζόν, μακρύτερα πολύ από αυτήν ακριβώς την χτεσινή ημέρα, δεν θα πάνε.
Οι «ασπρόμαυροι» θαρρείς και ήταν μια συνέχεια των φιλικών της προετοιμασίας τους. Και πρακτικά αφού ο Λουτσέσκου προτίμησε να δώσει πίστωση και θέση στο αρχικό σχήμα σε όσους είχε μαζί του από την πρώτη της μέρα. Δεν λειτούργησε, δεν πήρε πράγματα.
Έλλειμα δημιουργίας, ανασταλτική ανασφάλεια, απουσία καθαρού μυαλού, αδυναμία αλλαγής τέμπο και ρυθμού ακόμη και με όσους ήρθαν από τον πάγκο, αυτά κυριάρχησαν καθ’ όλη τη διάρκεια του ενενηντάλεπτου, με τη λύση, την αποφυγή των ακόμη πιο ζόρικων και γκρινιάρικων να δίνεται από τις στατικές φάσεις.
Και αυτό όμως, διπλή ανάγνωση έχει. Τρία γκολ από στόπερ, τίποτα – ούτε καν ως τελική ενέργεια – από τη… μαύρη τρύπα των τελευταίων καλοκαιριών των πρωταθλητών, τους επιθετικούς τους.
Η ομοιογένεια που δικαίως λογίζεται το βασικότερο όπλο όλων όσων μπαίνουν στην καλοκαιρινή βάσανο των προκριματικών δεν φάνηκε. Ακόμη ακόμη και η… συνήθεια επί ημερών δεύτερης θητείας Λουτσέσκου, για μέτριο διεθνές ξεκίνημα δεν (μπορεί να) λειτουργεί καταπραϋντικά. Κάθε άλλο.
Για κάθε Μποέμιανς (ήττα το ’21 στην Ιρλανδία) και κάθε Μπεϊτάρ (ισοπαλία πέρυσι στην Τούμπα), γκέλες δηλαδή που διορθώθηκαν στις αντίστοιχες ρεβάνς, υπάρχει, τυχαίνει, συμβαίνει και μια Λέφσκι (ήττα στη Σόφια το ’22).
Πρεμιέρα με επανάληψη του περυσινού έργου
Από τότε που εγκαινιάστηκε η OPAP Arena, δεν πρέπει να έχει υπάρξει παιχνίδι το οποίο έστω και από μια μειοψηφία, έστω και χλιαρά, έστω και στιγμιαία, να ακούστηκαν από τις εξέδρες αποδοκιμασίες για τα δρώμενα στο χορτάρι.
Υπερβολικό για πρώτο παιχνίδι μιας νέας χρονιάς, μιας νέας (διοικητικής, αλλά όχι μόνο) κατάστασης, μιας υπό δημιουργία νέας ομάδας; Σύμφωνοι, υπερβολικό.
Αλλά αφενός ως καινοφανές καταγράφεται, μα κυρίως δεν παύει να προέκυψε δικαιολογημένα, έχοντας βάση και αφετηρία. Δεν νοείται κόντρα σε μια ημιεπαγγελματική ομάδα, μια ομάδα που η κανονικότητα – έστω η «κανονικότητα» - δικαιολογεί ρεαλιστικά ένα 4-0 στο 60’, όπως και έγινε, και από εκεί και πέρα, ανάλογα τα κέφια για συνέχεια ή «σβήσιμο», να έχει την κατάληξη που είχε χτες για την Ένωση το πρώτο της συναπάντημα με τους Κυπελλούχους Ανδόρρας.
Και είναι τέτοια η διαφορά σε κάθε επίπεδο, που δεν στέκεται δικαιολογία. Και δεν πρέπει, δεν ταιριάζει στις απαιτήσεις και στις φιλοδοξίες πρώτα και κύρια του ίδιου του οργανισμού ΑΕΚ.
Δεν γίνεται να μείνει για παράδειγμα στη διαφορά των τελικών προσπαθειών ή στην αποτελεσματικότητα ή σε οτιδήποτε άλλο. Δεν γίνεται να συζητάμε πως θα μπορούσε να υστερεί εκεί η Ένωση παίζοντας κόντρα σε έναν αντίπαλο που όλο του το μπάτζετ το υπερκαλύπτει ο μισθός του νιόφερτου Λαμέλα.
Και εδώ το χειρότερο είναι η επανάληψη με τη φετινή πρεμιέρα του περυσινού προβληματικού έργου. Πόσες φορές οι «κιτρινόμαυροι» πέταξαν προβαδίσματα, χάνοντας βαθμούς, νίκες και – όπως ισχυρίστηκαν – τελικά ένα πρωτάθλημα, βάζοντας με δικά τους, αλλεπάλληλα και ποικίλα λάθη τους αντιπάλους τους στη διεκδίκηση παιχνιδιών που έμοιαζαν δικά τους;
Πόσο μάλλον όταν οι δεύτεροι του περυσινού πρωταθλήματος Ανδόρας είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα μπορούσαν έστω να σταθούν στη Stoiximan Super League, ή είναι καλύτεροι, ανταγωνιστικότεροι, του (περυσινού) Πανσερραϊκού, Παναιτωλικού και Κηφισιάς που έθεσαν το παράδειγμα προς αποφυγή για τη φετινή ΑΕΚ;
Και που στο τέλος τέλος, κανείς τους δεν κατάφερε αυτό, το ομολογουμένως σοκαριστικό ως εξέλιξη, την κανονικότητα δηλαδή ενός 4-0 να τη μετατρέψει σε λιγότερο από μισή ώρα, στο σοκ του 4-3.
ΠΑΟΚ και ΑΕΚ είναι ασυζητητί καλύτερες ομάδες από αυτές που αντιμετώπισαν χτες βράδυ. Οποιαδήποτε σύγκριση, σπάει τα ζύγια υπέρ τους, διαλύει την πλάστιγγα, χωρίς δεύτερη σκέψη. Τόσο καλύτερες που ούτε καν αυτή η αφιλότιμη εποχή της σεζόν μπορεί να προσφέρει άλλοθι.
Δεν είναι άμαθοι, άλλωστε. Και εννοείται πως δεν στοχεύουν απλώς και μόνο στην καλοκαιρινή επιβίωση, αλλά στο να βρίσκονται στας Ευρώπας και τον Σεπτέμβριο, έχοντας προσαρμόσει σχετικά, χρόνια τώρα, πλάνα και προγραμματισμό.
Αυτό που οφείλουν ΠΑΟΚ και ΑΕΚ – ειδικά κόντρα σε αυτόν τον ανταγωνισμό που δεν γίνεται να στοιχειοθετήσει επανάληψη των χτεσινών, πόσο μάλλον εκφυλισμό τους σε μια εβδομάδα - είναι και να δείχνουν, να επιβεβαιώνουν πως είναι καλύτεροι, αλλά κυρίως να γίνουν και καλύτεροι.