Δεν υπάρχει "ιδέα", μόνο "γινάτι"
Ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης γράφει για τους καυγάδες του Ολυμπιακού με τον Παναθηναϊκό, το κράτος "βατραχάκι" και την κοινωνία που γουστάρει το οπαδικό μίσος γιατί είναι εύκολο και ανέξοδο.
Υπήρχαν τα παιδάκια που η μπάλα ήταν δικιά τους και έπρεπε να πας με τα νερά τους, για να γίνει παιχνίδι. Υπήρχαν παιδάκια που δεν ήταν η μπάλα δικιά τους, αλλά ήταν ανεπτυγμένα με αποτέλεσμα να κάνουν αυτό που θέλουν. Υπήρχαν και τα παιδάκια που και η μπάλα ήταν δικιά τους και ανεπτυγμένα ήταν και μεγάλη παρέα είχαν. Τότε, άμα έλεγες καμιά κουβέντα, γνώριζες το “bullying” μόνο που, τότε, δεν είχε αυτή την...trendy ονομασία και άμα έκανες κουβέντα γι αυτό -παραέξω- σε έλεγαν και “κότα”.
Στο ποδόσφαιρο και το μπάσκετ, στην Ελλάδα του 2014 (και μετρήστε...ανάποδα όσα χρόνια θέλετε γιατί το φαινόμενο τώρα διογκώνεται αλλά δεν είναι πρωτοφανές) το “bullying” είναι τόσο αυτονόητο όσο και το ότι ένας αγώνας παίζεται με μπάλα και απαιτείται η μισή αστυνομική δύναμη μια πόλης (μεγάλης) για να αρχίσει και να τελειώσει (όπως τελειώσει). Όλα τα άλλα, εντιμότητα, fair play, σεβασμός, ισονομία, ευπρέπεια, παίζονται κατά περίπτωση. Τα επικαλείται συνήθως κάποιος όταν τον έχουν πλακώσει στις καρπαζιές (κυριολεκτικά ή μεταφορικά) και ενώ στο μυαλό του σχεδιάζει την εκδίκηση στο δικό του σπίτι.
Το “bullying” δεν είναι απαραίτητα το ξύλο, αν και αυτό έχει την τιμητική του σε αυτές τις περιπτώσεις. Η εκφοβισμός προς όσους εμπλέκονται στο περιβάλλον του “αθλήματος” δεν είναι ανάγκη, τις περισσότερες φορές, να φτάσει μέχρι εκεί. Φτάνει να αμολήσεις τα κυνηγόσκυλα και να δώσεις το μήνυμα. Εσύ δεν έχεις να ελπίζεις τίποτα. Αυτός που...οφείλει να πάρει το μήνυμα κάνει όλη τη δουλειά, από μόνος του. Αλλιώς κακό του κεφαλιού του.
Στις μέρες μας και μετά από μεγάλη εκπαίδευση και τα σχετικά έξοδα, τα πρώτα κυνηγόσκυλα είναι τα ΜΜΕ. Μεγάλη μερίδα τους τουλάχιστον. Δεν το ζούμε μόνο στο αθλητικό κομμάτι αυτό. Τρία, τέσσερα (χάσαμε και το μέτρημα πλέον) μνημόνια, στηρίχθηκαν σε τέτοια κυνηγόσκυλα που στο τέλος αφού περιμένουν κάτω από το τραπέζι με το στόμα ανοιχτό, θα πάρουν και τον μεζέ τους, για την υπηρεσία. Το ότι πρέπει να είσαι πλέον μειωμένης αντίληψης (σε βαθμό περίθαλψης) για να σε επηρεάσουν και να σε καθοδηγήσουν αυτά τα μέσα “ενημέρωσης”, είναι σαφές. Αλλά άντε να το καταλάβεις αν είσαι σε αυτή την κατηγορία. Άλλωστε πάντα υπήρχαν παιδάκια πρόθυμα να είναι στην παρέα του πλούσιου και δυνατού που είχε την μπάλα.
Αν πρέπει να απορούμε με κάτι είναι με την φοβερή διάθεση, των μεγαλοπαραγόντων του επαγγελματικού μας (κλαυσίγελως!) αθλητισμού, να παίζουν το μεταξύ τους “νταηλίκι” με κάθε ευκαιρία. Θα περίμενες κάποιος, καθώς όλοι τους είναι επιτυχημένοι επιχειρηματίες που στην δουλειά τους... “καλιγώνουν ψύλλο”, να είναι πολύ πιο ψύχραιμοι από τα προβεβλημένα κοκόρια του ελληνικού κοινοβουλίου που κάθε τρεις και λίγο δίνουν τηλεοπτικό σόου. Όμως η αλαζονεία είναι κάτι που μπορείς να σημειώσεις και να στηλιτεύσεις αλλά δεν μπορείς να το απαγορεύσεις. Μπορείς όμως να απέχεις.
Έχουμε ξαναπεί ότι ζούμε σε εποχή μίσους. Όχι μόνο γιατί μας φταίνε όλα (επειδή...κάποιοι άλλοι, πάντα, δημιούργησαν τα προβλήματα και τα βάσανά μας όταν εμείς προφανώς κάπου λείπαμε), οπότε πρέπει να μισούμε κάποιον, αλλά και γιατί το μίσος είναι μια εξαιρετική επένδυση. Συνέβαινε, πάντα και χτίστηκαν πάνω σε αυτό αυτοκρατορίες, θρησκείες και -κυρίως- περιουσίες. Συμβαίνει ακόμα περισσότερο σε περιόδους οικονομικής κρίσης, γκρίνιας και μιζέριας. Επειδή είμαστε επιρρεπείς και επειδή κάποιοι επενδύουν πάνω στην ανάγκη να μισήσουμε. Και είναι εύκολο να μισήσεις σε κάτι ανώδυνο όπως το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ (και το βόλεϊ, και το πόλο και το ράγκμπι και...). Εκεί δεν απαιτείται να κάνεις το μίσος κινητήρια δύναμη για να αλλάξεις κάτι. Δεν μπορείς να αλλάξεις κάτι. Είναι ατόφιο, “ασφαλές” μίσος. Όχι για εσένα, αλλά γι αυτόν που σου πουλάει το τρυπάκι και δεν έχει να χάσει τίποτα.
Όλα τα παραπάνω προφανώς ακούγονται “κουλτουριάρικα”. Η αλήθεια είναι πως αφορούν μια κουλτούρα. Όχι αυτή του αθλητισμού, αλλά του παιχνιδιού. Του ακραίου έστω, που κάποτε μας έδινε μια άλλη χαρά. Ποτέ δεν ήταν “αγγελικό”, αρκετές φορές ήταν “πειραγμένο” ίσως, αλλά είχε μια άλλη αυθεντική μυρωδιά. Μέχρι τη στιγμή που, για τα καλά, αποφάσισαν οι μεγάλοι οικονομικοί παράγοντες να το κάνουν την δικιά τους παιδική χαρά. Είπαμε ότι δεν είναι κάτι τωρινό. Δεν χρειάζεται να εξιδανικεύουμε άλλες καταστάσεις των τελευταίων, είκοσι-τριάντα ετών. Εκτός από τους σεισμούς και τους μετεωρίτες που μας χτυπάνε ξαφνικά, όλα άλλα φαινόμενα θέλουν μια διαδικασία για να εξελιχθούν. Δεν τα βλέπεις αν δεν θέλεις να το κάνεις.
Θα είναι τουλάχιστον γραφικό να καλέσεις τις αρμόδιες αρχές να σταματήσουν το αστείο επικοινωνιακό παιχνίδι που εξελίσσεται ανάμεσα σε Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό, σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ τις τελευταίες ημέρες και οδηγεί πάντα σε εκρήξεις εντός των γηπέδων. Εδώ και χρόνια το κράτος είναι το βατραχάκι που τρέχει να γλιτώσει από τα “βουβάλια” που παλεύουν σε αυτό τον οπαδικό βάλτο. Το μόνο που μπορούμε να ζητήσουμε είναι ειλικρίνεια...
Ας μην μιλάνε οι παράγοντες για το μεγαλείο της ομάδας και την “ιδέα”. Ας μιλήσουν καθαρά για το δικό τους το γινάτι να μην χάνουν ούτε μια παρτίδα στο τάβλι. Να κερδίζουν τους πάντες και τα πάντα. Μια λογική στην οποία -εντέλει- κολλάει από κοντά, πολύ εύκολα, και το “με κάθε τρόπο”. Το καλό είναι να μην είμαστε ακραίοι, απόλυτοι, ισοπεδωτικοί με φασιστική νοοτροπία. Όταν όμως αυτό ακριβώς γουστάρουμε να είμαστε ας έχουμε τα άντερα να βγούμε να το φωνάξουμε. Για να μας κρίνει η κοινωνία ακριβώς γι αυτό που θέλουμε να είμαστε, όχι για ότι λέμε ότι είμαστε. Το αν ένα μέρος της θέλει ακριβώς αυτό, το bullying, δεν δικαιώνονταιι έτσι και οι “νταήδες”.