Αντρέας Μπρέμε, ο άνθρωπος της τελευταίας στιγμής
'Εφυγε ο Αντρέας Μπρέμε, ξαφνικά στα 63 του και ο Γιάννης Φιλέρης θυμάται το φάουλ εναντίον της Αγγλίας το 1990, αλλά και έναν αριστερό μπακ που όργωνε το γήπεδο και σκόραρε με το δεξί, κρίσιμα γκολ...
Σε όλους (εμάς) τους υποστηρικτές των τριών λιονταριών της Εθνικής Αγγλίας, ο Αντρέας Μπρέμε είχε αφήσει βαθιά τραύματα. Ο ημιτελικός του Μουντιάλ του 1990 δεν ξεχνιέται εύκολα. Πρώτα το φάουλ, η καραμπόλα με τον Πάρκερ και ο Σίλτον, που έβλεπε την μπάλα να έρχεται, να έρχεται, μέχρι να φωνάξει "το φάγαμε". Κι ύστερα το πρώτο πέναλτι της Γερμανίας. Σβουμπ... Ο Πίτερ, έπεσε καλά, αλλά σαν σε ριπλέι (όπως σε όλα τα χτυπήματα των αντιπάλων του).
Αργότερα, στον τελικό ο Μπρέμε με ένα ακόμα πέναλτι, ανάγκαζε τον Μαραντόνα να ξεσπάσει σε κλάματα και να φωνάζει για την αδικία σε βάρος της ομάδας του, ξεχνώντας τα δικά του ... όργια τέσσερα χρόνια νωρίτερα με το "χέρι του Θεού", ή ακόμα και σε εκείνο το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990, είχε κάνει τον τερματοφύλακα, αποκρούοντας κεφαλιά στο ματς με τη Σοβιετική Ένωση.
Η είδηση του ξαφνικού θανάτου του, μόλις στα 63 του χρόνια, από καρδιακή προσβολή, έφερε στο νου τη μορφή εκείνου του ξανθομάλλη αριστερού μπακ, που ήξερε να βάζει γκολ, ειδικά σε κρίσιμες στιγμές. Κι ενός παίκτη, που αναμόρφωσε την εικόνα του κλασικού αμυντικού. Ο όρος φουλ-μπακ εξελίχθηκε μέσα στη διαδρομή του χρόνου και από τα χαρίσματα του Μπρέμε, που διαδεχόμενος τον Χανς Πίτερ Μπρίγκελ στην Εθνική Ομάδα της Γερμανίας, έκανε την αριστερή πλευρά της, ακόμα πιο επικίνδυνη!
Δεν είναι συνηθισμένος για ένα αριστερό οπισθοφύλακα να μετράει 88 διεθνείς συμμετοχές με την Εθνική Ομάδα της χώρας του και 8 γκολ τα πέντε σε διεθνείς διοργανώσεις, σε ημιτελικό και τελικό ενός Μουντιάλ. Δήλωνε παρών, όταν η ομάδα τον χρειαζόταν, όταν έπρεπε να "μιλήσει" σε κρίσιμες στιγμές. Ο Μπρέμε ήταν πράγματι ένας ποδοσφαιριστής των μεγάλων αγώνων.
Εκτός των άλλων δεν δίσταζε να πάρει τα αποφασιστικά χτυπήματα. Κι ας είχε δίπλα του, τεράστιους παίκτες σαν τον Ματέους, τον Μάγκατ ή τον Τόμας Χέσλερ.
Όταν τον ρωτούσαν τι σκεφτόταν αυτές τις στιγμές απαντούσε: "Να θυμηθώ τι σκεφτόμουν; Αδύνατο. Ό,τι στριφιγύριζε στο μυαλό μου, είχα φροντίσει την κατάλληλη στιγμή να το πετάξω. Και το μόνο, που ήθελα ήταν να δω την μπάλα να μπαίνει στο πλεκτό..."
Και δεν είναι μόνο τα πέναλτι, ή τα φάουλ. Το 1990, εναντίον της Ολλανδίας, πέτυχε το νικητήριο γκολ με ένα αριστοτεχνικό πλασέ στην αριστερή του Φαν Μπρόικελεν, γράφοντας το τελικό 2-1, πέντε λεπτά πριν από το τέλος του ματς! Ξέρετε πολλούς αμυντικούς να βάζουν τέτοια γκολ σε ένα προημιτελ
Σε αυτή τη φάση, ο Μπρέμε σκοράρει με το δεξί πόδι. Αυτό ήταν, ενδεχομένως, και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του. Έπαιζε από τα αριστερά, αλλά χρησιμοποιούσε το ίδιο καλά και το δεξί. Κανείς δεν ήξερε ποιο είναι το καλύτερο του. "Να ας πω την αλήθεια, ξέρω τον Άντι περίπου είκοσι χρόνια, αλλά ποτέ δεν κατάλαβα αν είναι αριστεροπόδαρος ή το αντίθετο..." σχολίαζε ο Φραντς Μπεκενμπάουερ, προπονητής του Μπρέμε, σε εκείνη την φαντεζί Εθνικής Γερμανίας.
Μπορεί να πέρασε στα πέναλτι εναντίον της Αγγλίας, να νίκησε με ένα πολυσυζητημένο πέναλτι την Αργεντινή, σε γενικές γραμμές, όμως, η Γερμανία είχε παίξει σπουδαίο ποδόσφαιρο στο Μουντιάλ της Ιταλίας.
Ο Ματέους στον άξονα, ο Κλίνσμαν σέντερ-φορ και ο Μπρέμε από αριστέρα ήταν τα κεντρικά πρόσωπα μιας ομάδας που έβαλε 15 γκολ και έπαιζε πολλές φορές ποδοσφαιρική γεωμετρία. Η μπάλα κυκλοφορούσε άψογα, οι φάσεις έβγαιναν η μία πίσω από την άλλη, οι αντίπαλοι έμοιαζαν πολύ δύσκολο να τους αντιμετωπίσουν.
"Έχει μείνει στην ιστορία η κουβέντα για το πέναλτι στον Φέλερ. Η αλήθεια είναι πως αξίζαμε να νικήσουμε. Η Αργεντινή δεν είχε παίξει καλά..." δήλωνε κάποια χρόνια μετά ο Μπρέμε, που πήρε την μπάλα, την έστησε στη λευκή βούλα και την έστειλε στη δεξιά γωνία, όπου ο Γκοϊγκοετσέα δεν ήταν δυνατό να αποκρούσει. Σούταρε πάλι με το δεξί!
Είχε δίκιο. Η Γερμανία ήταν καλύτερη, δημιούργησε περισσότερες ευκαιρίες, μια απ΄αυτές ήταν και ένα δικό του ξερό σουτ, έξω από την περιοχή με την μπάλα να φεύγει άουτ. Οι Αργεντίνοι (και κυρίως ο Μαραντόνα) ήταν φωνακλάδες, ξεσήκωσαν γκρίνια, κυρίως για το πέναλτι το οποίο έκρινε το ματς και πέρασε σε δεύτερη μοίρα το καλό ποδόσφαιρο που είχε παίξει η Γερμανία.
Ο Ρούντι Φέλερ, στράικερ της Εθνικής Γερμανίας, δήλωνε σοκαρισμένος από τον ξαφνικό θάνατο ενός ανθρώπου "που για όλους ήταν ένας ήρωας του Παγκοσμίου Κυπέλλου, αλλά για μένα σήμαινε κάτι περισσότερο. Ήταν ένας πολύ καλός φίλος, που απολάμβανα τη συντροφιά του μέχρι σήμερα. Θα μου λείψει. Αγαπούσε πάρα πολύ τη ζωή και δεν μπορώ να πιστέψω ότι τον χάσαμε τόσο πρόωρα..."
Κορυφαίος στην Ιταλία
Ο Μπρέμε όργωσε τα ιταλικά γήπεδα το καλοκαίρι του 90. Ήταν ήδη κάτοικος Μιλάνου από το 1988 όταν μαζί με τον Λόταρ Ματέους μετακόμισαν στην Ίντερ του Τζιοβάνι Τραπατόνι. Οι νερατζούρι εμφάνισαν μια από τις κορυφαίες ομάδες όλων των εποχών, παίρνοντας το πρωτάθλημα αέρα από τη Νάπολι του Ντιέγκο Μαραντόνα και τη Μίλαν των Ολλανδών, Γκούλιτ, Φαν Μπάστεν και Ράικαρντ.
Η Ιντερ θριάμβευσε στο σκουντέτο με 26 νίκες 6 ισοπαλίες και μόλις 2 ήττες στο πιο δύσκολο και καλύτερο πρωτάθλημα της Ευρώπης εκείνη την εποχή. Για να καταλάβετε τη διαφορά, η Νάπολι που τερμάτισε δεύτερη είχε οκτώ νίκες λιγότερες και η Μίλαν δέκα.
Σε αυτή τη διοργάνωση ο Μπρέμε είχε αναδειχθεί παίκτης της χρονιάς στην Ιταλία. Τεράστιο επίτευγμα αν σκεφτούμε ποιοι σούπερ-σταρ έπαιζαν τότε στο καμπιονάτο, αλλά και απόδειξη της τεράστιας κλάσης του.
Ένα χρόνο μετά προστέθηκε στο δίδυμο Μπρέμε-Ματέους προστέθηκε και ένας τρίτος Γερμανός, ο Γιούργκεν Κλίνσμαν, με την Ίντερ να πρωταγωνιστεί ξανά και να κερδίζει το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ του 1991 στους δυο τελικούς εναντίον της Ρόμα (2-0 και 0-1). Σε αυτή τη λαμπερή Ίντερ, ο Μπρέμε δέσποζε από αριστερά. Και καθώς από δεξιά βρισκόταν ο τεράστιος Τζουζέπε Μπέργκομι, η μεγάλη ομάδα του Μιλάνου είχε την ευτυχία να διαθέτει ένα από τα κορυφαία δίδυμα ακραίων μπακ όλων των εποχών.
Στην είδηση του θανάτου του άλλοτε συμπαίκτη του, ο σπουδαίος Ιταλός ξέσπασε σε λυγμούς μη μπορώντας να την πιστέψει.
Έπαιξε σπουδαίο ποδόσφαιρο η Ίντερ του Μπρέμε και του Ματέους (και του Κλίσμαν), αλλά του Ραμόν Ντίαζ, του Σερένα και του Τζουζέπε Μπαρέζι, έστω κι αν δεν είχε τη διάρκεια και φυσικά τους τίτλους της Μίλαν των Ολλανδών.
Η επιστροφή στη Γερμανία
Στην Ιταλία ο Μπρέμε κάθισε τέσσερα χρόνια (1988-92). Πέρασε μια ακόμα σεζόν εκτός συνόρων (Σαραγόσα) και αποφάσισε να επιστρέψει στη Γερμανία. Η καριέρα του είχε ξεκινήσει το 1978 σε μια ερασιτεχνική ομάδα του Αμβούργου, συνεχίστηκε για ένα χρόνο στη Ζααρμπρίκερν και εδραιώθηκε στην ομάδα που δεν μπορούσε να προφέρει ο Βαγγέλης Φουντουκίδης: Καϊζερσλάουτερν!
Αν και έπαιξε δυο χρόνια και στη Μπάγερν με την οποία κατέκτησε την Μπουντεσλίγκα το 1987, η Καϊζερσλάουτερν παρέμεινε "η ομάδα του". Σε αυτήν, άλλωστε, επέστρεψε όταν ολοκλήρωσε την θητεία του στο εξωτερικό. Κι εκεί έζησε (ξανά) τα πάντα.
Το 1996 δάκρυσε μετά τον τελευταίο αγώνα του πρωταθλήματος, καθώς η Καϊζερσλάουτερν υποβιβαζόταν στη δεύτερη κατηγορία. Μια εβδομάδα αργότερα στο Βερολίνο, η ομάδα του κατακτούσε το Κύπελλο Γερμανίας (1-0 την Καρλσρούη) και δυο καλοκαίρια μετά, το ... πρωτάθλημα στην Μπουντεσλίγκα!
Πράγματι η Καϊζερσλάουτερν αφού κέρδισε ξανά την άνοδο της στην Μπουντεσλίγκα και με προπονητή τον Ότο Ρεχάγκελ, πέτυχε ένα πραγματικό ποδοσφαιρικό θαύμα κατακτώντας το πρωτάθλημα. Πρώτη φορά γινόταν κάτι τέτοιο από μια νεοφώτιστη ομάδα στη Γερμανία. Ο Μπρέμε ήταν αρχηγός της και ο πρώτος που σήκωσε ψηλά τον δίσκο του πρωταθλητή.
Λίγα λεπτά αργότερα ανακοίνωνε την απόφαση του να σταματήσει το ποδόσφαιρο! Για μια ακόμα φορά στη ζωή του είχε βρει το κατάλληλο τάιμινγκ. Στην Καϊζερσλάουτερν έμεινε σαν τεχνικός διευθυντής, έγινε προπονητής αλλά δεν μακροημέρευσε όπως με την ιδιότητα του ποδοσφαιριστή. Θα' ταν λίγο δύσκολο, εδώ που τα λέμε. Γιατί τέτοιοι αριστεροί μπακ δεν πέρασαν πολλοί από τα γήπεδα όλης της Ευρώπης...