OPINIONS

Η μπάλα στη μπερναντιέρα...

Η μπάλα στη μπερναντιέρα...

Από την μπερναντιέρα, στο "ζωγραφιστό" και το χειρόφρενο στο στεπ-μπακ. Ο Γιάννης Φιλέρης σκαλίζει τη μνήμη του, για το λεξικό του μπάσκετ που χάθηκε στο πέρασμα του χρόνου, αλλά δεν το ξεχάσαμε. Ελ, πίβοτ, ραβέρσες, καπάκια και δεν συμμαζεύεται...

Το μπάσκετ αλλάζει, το βλέπουμε κάθε μέρα. Αλλάζει σε σωματότυπους, στην ταχύτητα, στους κανονισμούς. Ο στόχος παραμένει ίδιος. Να βάλεις την μπάλα στο καλάθι. Αλλά, νομίζω ότι θα συμφωνήσετε ότι αν δείτε ένα τωρινό αγώνα μπάσκετ (από το ΝΒΑ, μέχρι την ΕΣΚΑ) και μετά βάλετε ένα βίντεο είκοσι και τριάντα χρόνων, πίσω θα νομίζετε ότι βλέπουμε ένα διαφορετικό άθλημα!

Το ίδιο συνέβαινε πάντα. Απλά παλιότερα δεν υπήρχαν τόσα πολλά βίντεο για να καταλάβουμε τις διαφορές. Μαζί με το μπάσκετ, αλλάζει και η ορολογία, που χρησιμοποιούμε. Από τους κλασικούς πρωταγωνιστές, δηλαδή παίκτες και προπονητές (συν τους διαιτητές) μέχρι όλους εμάς τους απέξω. Δημοσιογράφους, σχολιαστές, αναλυτές και απλούς φιλάθλους.

Ο Βασίλης Γεωργίου έλεγε παλαιόθεν, “κρατάμε καλά την μπάλα, έξω από την μπερναντιέρα ” χρησιμοποιώντας την ιταλική ορολογία για την ρακέτα, που αργότερα την ονομάσαμε ...ζωγραφιστό, κατά τα αμερικάνικα πρότυπα. Κλασική αντιγραφή δηλαδή, του αμερικάνικου “in the paint”. Ταίριαζε και η ρακέτα , αλλά πλέον η ρακέτα ... έγινε κάτι μεταξύ τετραγώνου και τραπέζιου, θα σας γελάσω, δεν ήμουν και τόσο καλός στη γεωμετρία.

Η μπάλα στη μπερναντιέρα...

λουρίδα ” αλλά μάλλον συνειδητοποίησε γρήγορα ότι δεν ταίριαζε τόσο πολύ. Καλύτερα ακουγόταν πάντως η παροιμιώδης φράση του αείμνηστου Κώστα Μουρούζη “παίξαμε μια ζόνα αγκρεσίβα και πήραμε τη νίκη”. Ιταλοτραφής ο “Ντίνο”, εννοούσε την ενεργητική ζώνη, όχι την κλασική παθητική άμυνα που πολλοί προπονητές τη παρομοιάζουν (όταν δεν πάει καλά) με πέντε καρέκλες ακίνητες στη μπερναντιέρα, ε συγγνώμη, στο ζωγραφιστό, ρε γαμώτη μου στην ρακέτα μας. Εν πάση περιπτώσει καταλάβατε τι εννοώ.

Του Φαίδωνα Ματθαίου, από την άλλη, του άρεσε να παίζει μαν του μαν. Κατά ένα περίεργο λόγο, ο ίδιος αλλά και πολλοί άλλοι προπονητές το αποκαλούσαν μεν του μεν . Στον πληθυντικό, μάλλον είναι καλύτερα! Εξόχως ενδιαφέρουσα ήταν η ζώνη με σύρτη. Τι σήμαινε το τελευταίο, ο σύρτης δηλαδή, ακόμη δεν έχουμε διευκρινίσει.

Freezing, δηλαδή παγώνουμε το παιχνίδι

Αν πάμε παλιότερα, θα βρούμε κι άλλους όρους, που πλέον έχουν εκλείψει. Το περίφημο freezing, δηλαδή το “πάγωμα του παιχνιδιού”. Πριν αποφασιστεί (το 1956) η εφαρμογή του κανονισμού επίθεσης στα 30'' αν ήσουν ... βιρτουόζος της μπάλας, την κρατούσες όσο ήθελες, μέχρι να βρεις τις προϋποθέσεις για το σουτ. Οι Αμερικανοί στο ΝΒΑ κατάλαβαν ότι το μέλλον βρισκόταν ακόμη πιο μπροστά (στα 24'') ενώ οι άλλοι Αμερικανοί του NCAA, μέχρι πρότινος είχαν επιθέσεις στα 35''. Το “freezing”, όμως, ήταν μια τακτική που ακολουθούσαν οι ομάδες, όταν έπαιρναν μια διαφορά. Έβαζαν τους καλύτερους χειριστές της μπάλας κι άντε να τους την πάρεις! Κανονικό κατενάτσιο...

Από εκείνα τα χρόνια προέρχεται και το σύστημα figure 8 . Όχι ο χειρισμός της μπάλας κάτω από τα πόδια, που σχηματίζει ένα νοητό 8 (μας είχε τρελάνει ο κόουτς Όμηρος, στις προπονήσεις μας στον ιστορικό Αρίωνα Γούβας) αλλά ο τρόπος να γυρίσει η μπάλα, με τον ένα παίκτη να πλησιάζει τον άλλον και να παίρνει την μπάλα, σχεδόν χέρι με χέρι. Το συγκεκριμένο σύστημα είχαν τελειοποιήσει οι Σοβιετικοί και οι Γιουγκοσλάβοι. Το 2005, κανείς δεν το θυμόταν, μέχρι που το ανέσυρε από το χρονοντούλαπο της ιστορίας, ο Παναγιώτης Γιαννάκης.

Για να κυκλοφορήσει καλά η μπάλα και να αποφύγουμε τα μακριά χέρια του λίμπερο Κιριλένκο, ο Γιαννάκης και οι συνεργάτες του, δίδαξαν ξανά το “φιγκιουρέιτ”. Ο “δράκος” χαμογελούσε πονηρά μετά το ματς στην ερώτηση “που το θυμήθηκες” τονίζοντας: “Το μπάσκετ αλλάζει μεν, αλλά πάντα υπάρχουν στοιχεία που μπορείς να δανειστείς από το παρελθόν και να τα προσαρμόζει στο παρόν”

Κάνει τη ραβέρσα ο Τρόντζος...

Ξαναγυρνώντας στον Βασίλη Γεωργίου και θυμηθούμε τον Γιώργο Τρόντζο (“δώστε μου την μπάλα τους παίζω μόνος μου”) θα φτάσουμε στην ... τραβέρσα . Δηλαδή τη ραβέρσα , το σουτ κατατεθέν του Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ, τον οποίο ο κύριος Βασίλης στα ασπρόμαυρα φιλμάκια που μετέδιδε στο Αθλητικό Απόγευμα της ΥΕΝΕΔ (τρομερή εκπομπή, με Κώστα Σισμάνη και σία) μας είχε συστήσει ως “Λιου Άλτσιντορ”. Έτσι λεγόταν ο Καρίμ, πριν γίνει μουσουλμάνος και αλλάξει όνομα (όπως ο Μωχάμεντ Αλί). Ραβέρσες, πάντως, έκαναν στην Ευρώπη. Στην Αμερική τις έλεγαν hook. Του Τζαμπάρ ήταν skyhook.

Η μπάλα στη μπερναντιέρα...

ριμπαουνίστας, όπως λέμε πλέον τους ριμπάουντερ. Τόσο σωστά, που δεν κοκκινίζει τη λέξη, ο αυτόματος διορθωτής. Ήταν η εποχή που το εύστοχο σουτ μπορούσε να περιγραφεί και σαν “καλαθιά” . Το μπλοκ ή κόψιμο, το γράφαμε “καπάκι ” και “τάπα” (ο δεύτερος όρος επιβίωσε, άλλωστε τον χρησιμοποιούν και οι Ισπανοί, λέγοντας tapones). Τεράστιοι καπακωτές (μπλοκέρ δηλαδή), ο Παναγιώτης Φασούλας και ο Στόγιαν Βράνκοβιτς.

Όταν ο Γιαννάκης άρχισε να βρίσκει τον Γκάλη, πίσω από την πλάτη της άμυνας, βρήκαμε πολύ ωραίο τον όρο μπακ-ντορ. Από την πίσω πόρτα. Μη κάνετε σεξουαλικούς συνειρμούς. Σας το απαγορεύω! Τώρα, μας αρέσει να λέμε για τις άλει ουπ, επειδή κάποιος έρχεται από πίσω και καρφώνει.

Ελ, σπάσιμο της μέσης και χειρόφρενο

“Εσύ τι θέση παίζεις;”

“Ελ”

Να κι ένας διάλογος, που πλέον δεν μπορεί να γίνει κατά το ήμισυ. Ελ ήταν ο Απόστολος Κόντος. Στημένος στη γωνία, εκτελούσε ασύστολα. Μπορούσε να ευστοχήσει, χωρίς σταματημό και ο αστικός μύθος λέει ότι ανά πάσα στιγμή, ήξερε πόσους πόντους είχε βάλει. Ελ ήταν, αν τον θυμάστε, ο Ανατόλι Μίσκιν με το αρχοντικό του στυλ. Ήταν το σημερινό “τριάρι”, που πήγαινε συνήθως στις γωνίες και από εκεί εκδήλωνε τις περισσότερες επιθέσεις του.

Οι ψηλοί λέγονταν “ πίβοτ ” και όχι σέντερ, γιατί η αγαπημένη τους κίνηση ήταν το πιβοτάρισμα, μέσα στο ζωγραφιστό, τη ρακέτα ήθελα να πω, συγγνώμη στη μπερναντιέρα Βασίλη μου!

Αμ το άλλο; Διπλό σπάσιμο της μέσης; Το ακούτε τη σήμερον (μπασκετικήν) ημέρα; Δύσκολο, διότι για να παραφράσω τον Χελάκη, αυτά τα έκανε πριν 20 χρόνια ο Γκάλης και μόνο αυτός! Ο Νικ είχε “καταργήσει το νόμο της βαρύτητας”, στεκόταν στον αέρα την ώρα που οι άλλοι προσγειώνονταν και αυτό το χάρισμα ελάχιστοι το διατήρησαν στη συνέχεια. Με τα κορμιά άλλωστε, που κυριαρχούν αυτή τη στιγμή στο μπάσκετ και να σταθείς στον αέρα, όλο και κάποιος αγκώνας θα βρεθεί για να σε κατεδαφίσει.

Ωραίο το σπάσιμο της μέσης. Πιο ωραίο το τρίποντο-χειρόφρενο . Μοναδικός εκτελεστής, ο Παναγιώτης Γιαννάκης, που είχε τελειοποιήσει τη συγκεκριμένη κίνηση από τα εφηβικά του χρόνια στη Νίκαια. Τότε, βέβαια, δεν υπήρχε τρίποντο. Όταν μπήκε η γραμμή (το 1984) ήταν έτοιμος από καιρό. Ο Γιαννάκης τρέχει σαν σίφουνας, ξαφνικά σταματάει, κάνει ένα βηματάκι πίσω από τη γραμμή (step back αλά Σπανούλη) και τσαμπουνάει το τρίποντο. Σαν ηχώ ακούγεται το “ωχ...” του μακαρίτη Φίλιππου Συρίγου, που μια εποχή είχε βαλθεί να μετράει τα άστοχα σουτ του Παναγιώτη, όχι μόνο του αγώνα που μετέδιδε, αλλά και εκείνου που είχε γίνει την προηγούμενη Πέμπτη ( κλασική ατάκα:“0/3 μέχρι στιγμής κι αν υπολογίσουμε τα 0/5 που είχε στο Τελ Αβίβ, 0/8 συνολικά”)! Τρομερός στα χειρόφρενα, εν έτει 2015 στο ΝΒΑ, ο Στεφ Κάρι. Μιλάμε για μετρ!

Δείτε ένα βίντεο από το 1990 και το Μουντομπάσκετ της Αργεντινής. Είναι το ματς Ελλάδας-Βραζιλίας μια ραψωδία για τον Παναγιώτη Γιαννάκη (38π) και τον Όσκαρ Σμιντ (36π). Δείτε στο 1:20, ένα κλασικό χειρόφρενο (σε χαμηλή ταχύτητα, πάντως) του αξεπέραστου Παναγιώτη:

Υπήρχε επίσης η ταμπλαδούρα . Σουτ με ταμπλό, δηλαδή. Της μόδας παλιότερα, απ' όλες τις πλευρές του γηπέδου, ακόμη και κατά πρόσωπο. Ρωτήστε τον Στιβ Γιατζόγλου, που έδινε τεράστια καμπύλη στην μπάλα...

Τώρα, οι περισσότεροι δεν εμπιστεύονται το ταμπλό. Προτιμούν το “ασάλιωτο” . Το “χλατς” που λέγαμε και νεαροί, παίζοντας (με τις ώρες) στον Προφήτη Ηλία στο Παγκράτι. Και ένα καλό μονό, βεβαίως, ξεκινάει πάντοτε με το κλασικό “μπει δεν μπει”.

1+1 βολές ... κουτάλα;

Στην ιστορία έχουν μείνει και οι βολές-κουτάλα . Σουτάρεις με τα δυο χέρια, κρατώντας την μπάλα από κάτω, όχι κανονικά πάνω από το κεφάλι σου. Παλιότερα το δοκίμαζαν οι γυναίκες και αρκετοί άντρες. Στις μέρες μας εξέλιπε το φαινόμενο, μέχρι που φέτος το καλοκαίρι είδαμε τον Τσινάνου Ονουάκου, σέντερ της εφηβικής ομάδας των ΗΠΑ, που εμφανίστηκε στο Ηράκλειο να σουτάρει βολές με αυτό τον τρόπο!

Το φαστ-μπρέικ για να επανέλθουμε εκεί απ' όπου ξεκινήσαμε ήταν μια καινοτομία του Γεωργίου. Το έλεγε φασετ-μπρέικ, για να δώσει έμφαση. Έτσι αποκτούσε ... μεγαλύτερη αίγλη ο αιφνιδιασμός. Τώρα που λέμε τρανζίσιον, δηλαδή, τι έχουμε καταλάβει;

Πάλι καλά, πάντως, που δε λέμε “1+1 βολές ” και ... “απέξω, απέξω” όταν η γραμματεία και οι διαιτητές ρωτούσαν ποιά απόφαση θα πάρει η ομάδα, που στο φάουλ είχε δικαίωμα να επιλέξει είτε βολές (μία και μία, δηλαδή αν ευστοχήσει στην πρώτη, γίνεται και η δεύτερη, διαφορετικά διεκδικείται η μπάλα) είτε να παίξει επίθεση από τα πλάγια. Ευτυχώς καταργήθηκε ο σχεδόν παρανοϊκός κανονισμός. Ξέρετε πόσα ματς έχουν χαθεί με αυτό τον τρόπο;

Ήταν ένα ακόμη ...πάτημα να θάψουμε τον μυρωδιά προπονητή. Όπως τώρα, που “δεν πήρε τάιμ-άουτ” στο τέλος, ή δεν έκανε φάουλ και άλλα τέτοια γραφικά, που τα λέγαμε τότε, τα λέμε και τώρα, θα τα λέμε για πάντα σαν γνήσιοι προπονητές καφενείου. Προσθήκες, παρατηρήσεις, διορθώσεις, δεκτές σε κάθε μήνυμά σας. Να εμπλουτίσουμε το λεξικό, γιατί πολλά θα μου έχουν ξεφύγει!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ