ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

Μίκη Θεοδωράκη, αιωνίως ευγνώμονες

Ο κορυφαίος Έλληνας μουσικοσυνθέτης, Μίκης Θεοδωράκης
Ο κορυφαίος Έλληνας μουσικοσυνθέτης, Μίκης Θεοδωράκης © DAVID REDFERN/GETTY IMAGES/IDEAL IMAGE

Ένας αποχαιρετισμός στον Μίκη δεν είναι εύκολος. Ο Γιάννης Φιλέρης προσπαθεί να βάλει στη σειρά μερικές σκέψεις, μετά το θάνατο ενός ανθρώπου στον οποίο είμαστε όλοι αιωνίως ευγνώμονες

Η μουσική του Μίκη ήταν όπως ίδιος. Ίσως, άλλωστε, ο πραγματικός Μίκης να είναι η ίδια η μουσική του. Ηφαιστειώδης, ορμητική, παρέσερνε τις αισθήσεις και το κορμί στον ρυθμό του. Ο Ζορμπάς, ο επαναστάτης ο άνθρωπος που με το έργο του παρήγαγε πολιτισμό. Μοναδικό, ατόφιο, λαϊκό. Ο Θεοδωράκης έμοιαζε να έχει γεννηθεί για να διευθύνει τα μεγάλα πλήθη στα γήπεδα. Κι όλα αυτά μελοποιώντας Ελύτη, Σεφέρη, Ρίτσο, Βάρναλη, Λειβαδίτη, Αναγνωστάκη. Τους ποιητές που θα ήξεραν μόνο οι μυημένοι, αλλά έμαθαν στίχο-στίχο, οι απλοί άνθρωποι που ουδέποτε θα μπορούσαν να φανταστούν πως θα τραγουδούσαν "της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ" και θα ανατρίχιαζαν.

Την "Ρωμιοσύνη" είχε συνθέσει μέσα σε μια ώρα, με τα αίματα από τις γροθιές των χωροφυλάκων στην συγκέντρωση των Λαμπράκηδων, στα Θεοφάνια του 1966. Αφήνοντας την οικογένεια του να τον περιμένει στο τραπέζι, φουρκισμένος από την επίθεση, μελοποιούσε τα λόγια της οργής: "Αυτά τα δέντρα δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό". Την επόμενη μέρα, ο Γιάννης Ρίτσος έμεινε με ανοιχτό το στόμα, ακούγοντας στο πιάνο όλα τα τραγούδια της Ρωμιοσύνης.

Αλλά ο Μίκης ξεπέρασε κατά πολύ και τα σύνορα της χώρας. Το εμβληματικό Canto General του νομπελίστα Πάμπλο Νερούδα, ταξίδεψε σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Χιλιανός ποιητής, που πέθανε λίγο μετά το πραξικόπημα κατά του Σαλβαδόρ Αλιέντε το 1973, είχε γράψει το "Γενικό Άσμα", έναν ύμνο για τη ζωή, τον αγώνα και την ελευθερία. Μελοποιώντας κατευθείαν στα ισπανικά (ενώ δεν ήξερε τη γλώσσα), ο Μίκης υπέγραφε ένα μοναδικό αριστούργημα. Τραγουδήθηκε στα στάδια όλου του κόσμου.

Και μόνο αυτό το κομμάτι του τεράστιου έργου του, φτάνει και περισσεύει για να του είμαστε αιώνια ευγνώμονες, βάζοντας στην άκρη τις όποιες διαφωνίες μπορεί να έχει κανείς με τον "πολιτικό" Μίκη, που πολλές φορές, ξεσήκωνε θύελλα και αναδείκνυε μεγάλες αντιφάσεις. Ακόμη και οι τελευταίες του εμφανίσεις, σε ένα ετερόκλητο κοινό, που μπορεί να προερχόταν ακόμη κι από τους βασανιστές του, μπαίνουν στην άκρη, ξεχνιούνται (και παραγράφονται) μπροστά στην οριστική του αποχώρηση. Και τον απολογισμό μιας συναρπαστικής ζωής, ενός πραγματικού γίγαντα.

Ο Μίκης, που μελοποιεί τον Επιτάφιο του Ρίτσου: "Άρμεγες με τα μάτια σου το φως της οικουμένης", σαν αιώνια μουσική λεζάντα, κάτω από τη σπαραχτική φωτογραφία της μάνας του νεκρού εργάτη στην Πρωτομαγιά της Θεσσαλονίκης το 1936 και η οποία ήταν η αφορμή-έμπνευση για τον ποιητή...

✘ Ο Μίκης, που συνθέτει ένα μοναδικό λαϊκό ορατόριο, όμοιό του δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξει. Ο Οδυσσέας Ελύτης δεν θα μπορούσε να φανταστεί ιδανικότερη μελοποίηση των στίχων που είχε σμιλέψει λέξη, προς λέξη. Ο Μάνος Κατράκης σαγηνεύει σαν αφηγητής "Ξημερώνοντας τ’ Αγιαννιού, με την αύριο των Φώτων, λάβαμε τη διαταγή να κινήσουμε πάλι μπροστά, για τα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές και σκόλες", ο Θόδωρος Δημητρίεφ είναι ο επιβλητικός ψάλτης που μαζί με τη βυζαντινή χορωδία δίνουν στο έργο πνοή. Αλλά όταν μετά τους πρώτους ήχους από τα μπουζούκια των Παπαδόπουλου Καρνέζη, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τραγουδά "ένα το χελιδόνι και η άνοιξη ακριβή", νομίζεις τελικά ότι όταν ο Ελύτης έγραφε, ο Θεοδωράκης ήταν δίπλα του και μελοποιούσε ταυτόχρονα.

✘ Ο Μίκης, που οργώνει την Ελλάδα με τους Λαμπράκηδες, ένα μοναδικό κίνημα νεολαίας, που τραγουδάει Ελύτη και Σεφέρη, αντί να χορεύει ανέμελα σέικ. Η αυθεντική απάντηση από νέα αγόρια και κορίτσια, σε μια μοναδική πορεία που ανακόπηκε από την βίαιη επιβολή της δικτατορίας.

✘ Ο Μίκης, του Μαουντχάουζεν και της Ρωμιοσύνης, αλλά και των λαϊκών τραγουδιών με τον Στέλιο Καζαντζίδη και τη Μαρινέλα στις διαδοχικές "Πολιτείες", του ανταγωνισμού και της συνεργασίας με τον Μάνο Χατζιδάκι, το έτερον ιερό τέρας που έφυγε νωρίς

Ο Μίκης, που σακατεύτηκε στη Μακρόνησο και έφαγε ξύλο στη χούντα, γράφοντας για το "αίμα που πήζει στην πληγή" αλλά και τον Ανδρέα "που χτυπούσαν το βράδυ" στην ταράτσα της Ασφάλειας, οργανώνει μετά την αναχώρησή του από την Ελλάδα, ένα μοναδικό αντιστασιακό κίνημα, με τον ίδιο να πρωταγωνιστεί και να δίνει μυστικά το σύνθημα, μέσα από απαγορευμένα τραγούδια της χούντας: "Και συ λαέ βασανισμένε μη ξεχνάς τον Ωρωπό", "Είμαστε δυο, είμαστε τρεις, είμαστε χίλιοι δεκατρείς"

✘ Ο Μίκης, αιώνια επαναστατημένος, ντυμένος στα μαύρα, να διευθύνει και να χτυπάει το πόδι του ρυθμικά στις μεγαλειώδεις συναυλίες του 1974, μετά την πτώση της χούντας. Το Καραϊσκάκη τραγουδάει για πρώτη φορά ελεύθερα, όσα τραγούδια άκουγε ... στην παρανομία, σχεδόν χαμηλόφωνα στα πικάπ μην ακούει ο χαφιές της γειτονιάς.

Όμως ο Μίκης Θεοδωράκης δεν ήταν μόνο αυτό. Ο άνθρωπος που θα ξεσήκωνε τα πλήθη, θα έπαιρνε το μικρόφωνο και θα τραγουδούσε "σώπα όπου να' ναι θα σημάνουν οι καμπάνες". Πίσω από τα σύρματα των στρατοπέδων της εξορίας, μέσα στις φυλακές, αλλά και αργότερα στα χρόνια της ελευθερίας, ο Μίκης ήταν βαθιά εσωτερικός, ευαίσθητος ακόμη και ερωτικός.

Η μάνα μας νανούριζε με το "κοιμήσου αγγελούδι μου", η "άμορφη πόλη", οι "δρόμοι παλιοί", αργότερα "σημαδεμένος από την αγάπη" δείχνουν και τον άλλο Μίκη. Πολύ πιο σύνθετο από την επιβλητική του παρουσία στα γήπεδα, στις λαϊκές συγκεντρώσεις, στον μαζικό ενθουσιασμό. Όσο κι αν τα συμβόλιζε όλα αυτά ο Μίκης, είναι ο ίδιος που τραγουδούσε (τους μαγικούς στίχους του αδερφού του Γιάννη)

Χάθηκα,
Μέσα στους δρόμους που μ’ έδεσαν για πάντα
Μαζί με τα σοκάκια, μαζί με τα λιμάνια

Χάθηκα,
Γιατί δεν είχα τα φτερά και είχα εσένα Κατινιώ
Γιατί είχα όνειρα πολλά
Και το λιμάνι,
και το λιμάνι είναι μικρό
Γιατί ήμουν πάντα μόνος
Και θα `μαι πάντα μόνος.

TAGS ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ