X

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων. Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία μας και των συνεργατών μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν από τη συγκατάθεσή σας ή να αρνηθείτε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αντιταχθείτε σε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις μας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο.

OPINIONS

Όχι άλλη υστερία

Ο Γιάννης Φιλέρης γράφει για μια ωραία αθλητική εβδομάδα που είχε και… την κλασική ελληνική υστερία στα social media.

Αν παρακολουθούσε κανείς από τις διακοπές του τα social media των Ελλήνων, την τελευταία εβδομάδα, θα συμφωνούσε σε κάτι. Είναι (είμαστε) γεννημένοι να… τσακώνονται (-μαστε).

Δεν υπάρχει ούτε ένα θέμα, στο οποίο θα συμφωνήσουμε, θα ομονοήσουμε. Ακόμη και σε κάτι που μας ευχαριστεί, όπως ήταν τα επιτεύγματα των Ελλήνων αθλητών και αθλητριών, στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα σε Γλασκώβη και Βερολίνο, η δαιμόνια φυλή μας θα πρέπει να βρει δυο-τρεις λόγους να πλακώνεται.

Μέχρι και οι δημοσιογράφοι την πάτησαν (σαμε) στην παρέμβαση ενός παλαιότερου και αξιοσέβαστου συνάδελφου (Χάρης Ξύδης) που έψεξε μέσω facebook τις αθλητικές εφημερίδες γιατί την ημέρα των δυο μεταλλίων της Ελλάδας στο επί κοντώ δεν έβαλαν πρώτο θέμα τις Στεφανίδη-Κυριακοπούλου και προτίμησαν το 4-0 του Ολυμπιακού επί της Λουκέρνης.

Κατ’ αρχήν ψυχραιμία.

Κανονικά, αυτή την εβδομάδα σε αντίθεση με την τελευταία του Ιουλίου, για παράδειγμα, θα έπρεπε να είμαστε χαμογελαστοί και ευτυχείς βλέποντας τους αθλητές μας να διακρίνονται.

Βλέποντας και τις ομάδες μας (στο ποδόσφαιρο) να νικούν.

Αλλά όπως κάθε τι στην Ελλάδα αντιμετωπίζεται με δόση υπερβολής, λες και κάθε φορά κινδυνεύει ή θριαμβεύει το έθνος. Ο πρωθυπουργός (και για να μη πάνε πίσω ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και αρχηγοί κομμάτων) άρχισαν να συντάσσουν τα συγχαρητήρια tweets τους. Άλλοτε ήταν τηλεγραφήματα, αλλά η σύγχρονη τεχνολογία επιβάλλει στους πολιτικούς να διατηρούν social λογαριασμό, ειδικά στο twitter.

Δεν υπολόγιζαν (δεν τους το είχαν πει) ότι δεν θα ήταν, ένα δυο μετάλλια, οπότε δεν θα επαναλαμβανόντουσαν κάθε μέρα ολοένα και περισσότερο. Και τα … συγχαρητήρια, κάποια στιγμή, έχουν όρια. Εντάξει είναι γνωστό ότι ο αθλητισμός χρησιμοποιείται πολλές φορές από τους πολιτικούς (καμιά φορά συμβαίνει και το αντίθετο, όταν οι αθλητές κάνουν … πολιτική). Από την άλλη, αν το κάνεις κάθε μέρα, χάνει και την αξία του.

Την ίδια ώρα το θεμελιώδες ερώτημα «αξίζει κανείς να πανηγυρίζει για την Βούλα Παπαχρήστου» βασάνισε επί ώρες τα κοινωνικά δίκτυα στην Ελλάδα.

Δεν είδε, βέβαια, κανείς οπαδούς της Βούλας να βγαίνουν στους δρόμους και να πηγαίνουν στην Ομόνοια. Το χρυσαυγίτικο παρελθόν δεν μπορεί να σβήσει, λέει, από το μπακγκράουντ της πρωταθλήτριας και όποιος χαίρεται που την είδε να κάνει 14.60 στο τριπλούν και να παίρνει το χρυσό μετάλλιο, ξεπλένει τον φασισμό.

Άλλοι δεν δίνουν καν σημασία στα όσα ανήκουσα είχε πει τότε η Παπαχρήστου, ίσως γιατί ήταν ένα … αθώο ρατσιστικό ανέκδοτο το οποίο το μετέφερε μέσω του twitter. Δεν ήταν, βέβαια, μόνο αυτό και δεν έχουμε όλοι ελλιπή μνήμη να μη θυμόμαστε τι ακριβώς είχε γίνει πριν από πέντε χρόνια.

Ψυχραιμία και πάλι. Προφανώς και δεν ξεχνάει κανείς τι είπε το 12 η Παπαχρήστου, από την άλλη, όμως, δεν είναι και … φασίστας όποιος είδε τον τελικό στον οποίο Βούλα πήρε το χρυσό μετάλλιο. Μην τρελαθούμε, ολότελα.

Δεν είναι εθνική υπόθεση ο αθλητισμός. Εμείς την κάνουμε. «Ανήκουμε στην σημαία, δεν μας ανήκει» δήλωσε με νόημα στο ΦΩΣ, η Νικόλ Κυριακοπούλου. Οι αθλητές και οι αθλήτριες δεν πάνε εκεί για να … ξεσηκώσουν το έθνος.

Πάνε για να επιβραβεύσουν τις προσπάθειές τους. Να κερδίσουν γι αυτό που πάλευαν ώρες επί ωρών στα γυμναστήρια και στα προπονητήρια. Ο Λευτέρης Πετρούνιας μας έλεγε το πρωί της Δευτέρας στον αέρα του Sport24.gr ότι «κάθε μέρα είμαι 5 ώρες στους κρίκους, προσπαθώντας να τελειοποιήσω αυτό το ένα λεπτό του προγράμματός μου. Κίνητρό μου, είναι να πιάσω το τέλειο, κάτι που … δεν γίνεται, αλλά εμένα μου δίνει τεράστια ώθηση να συνεχίσω»

Ούτε η γκρίνια των αθλητών έχει νόημα: «Από το 2000 που γυμνάζομαι η κατάσταση δεν έχει αλλάξει. Αν έρθουν οι ξένοι και δουν που προετοιμάζομαι, θα βάλουν τα γέλια» σχολίαζε πάλι ο Πετρούνιας. Όχι ότι ο άνθρωπος δεν θέλει την βελτίωση των εγκαταστάσεων και των υποδομών. Ξέρει, όμως, σε ποια χώρα ζει. Ξέρει ότι πρέπει να ξεπεράσει τον εαυτό του όχι μία, αλλά τρεις φορές για να φτάσει στο επίπεδο που είναι τώρα.

Το κάνουν κάθε μέρα οι γιατροί, το κάνουν οι καθηγητές στα σχολεία, οι πυροσβέστες στα δάση που καίγονται, εσείς, εμείς, όλοι μας. Απλά οι αθλητές… παίρνουν μετάλλια. Και ένα συγχαρητήριο tweet!

ΥΓ: Η υστερία έφτασε σε άλλο επίπεδο, στην περίπτωση Τσιτσιπά. Ο νεαρός σούπερ-τενίστας ξενύχτησε αρκετούς Έλληνες που είδαν τις μάχες του στο Τορόντο, αλλά οι «άγρυπνοι» εισαγγελείς των κοινωνικών δικτύων εγκαλούσαν τους… άσχετους Ελληναράδες που ξαφνικά το έριξαν στο τένις. Και τι να κάνουν; Έπρεπε να μελετήσουν την ιστορία του αθλήματος από τον Φρεντ Πέρι και τον Ρενέ Λακόστ, για να… μπορούν να ανοίξουν την τηλεόρασή τους;

Σας παρακαλώ…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ